Αθήνα: Η χειρότερη πόλη για εργασία - Free Sunday
Αθήνα: Η χειρότερη πόλη για εργασία

Αθήνα: Η χειρότερη πόλη για εργασία

Μπορεί το περασμένο καλοκαίρι οι τουρίστες σε έρευνα που είχε διεξαγάγει η Ένωση Ξενοδόχων Αθηνών-Αττικής και Αργοσαρωνικού (ΕΞΑΑΑ) να βαθμολόγησαν την Αθήνα με 7,9 στα 10 και να τη χαρακτήρισαν «προορισμό με μεγάλο αρχαιολογικό και πολιτιστικό ενδιαφέρον», ωστόσο μια νέα έρευνα, η οποία αφορά την εύρεση εργασίας, την κατατάσσει στις τελευταίες θέσεις.

Βαθμολογία κάτω από τη βάση

Την τελευταία θέση ανάμεσα σε 100 πόλεις παγκοσμίως καταλαμβάνει η Αθήνα στη λίστα με τους καλύτερους προορισμούς για εξεύρεση εργασίας. Σύμφωνα με έρευνα της γερμανικής εταιρείας Movinga, η βαθμολογία της είναι μόλις 3,79 βαθμοί με άριστα το 10.
Η εταιρεία, αφού αξιοποίησε τα στοιχεία που υπάρχουν στη βάση δεδομένων του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), έλαβε υπόψη της τα εξής κριτήρια: την οικονομική ισχύ για startups και εδραιωμένες επιχειρήσεις, τις ευκαιρίες που δίνονται σε νέους και γυναίκες, τη μετανάστευση και το επίπεδο διαβίωσης συμπεριλαμβανομένου του διαθέσιμου εισοδήματος και των παροχών υγειονομικής περίθαλψης.
Οι βαθμολογίες που συγκέντρωσε η ελληνική πρωτεύουσα είναι απογοητευτικές: 1,93 βαθμοί για την οικονομική ισχύ, 0,94 για τις ευκαιρίες στους νέους, 4,56 βαθμοί για το επίπεδο διαβίωσης, 5,9 για τις ευκαιρίες για εργασία στις γυναίκες, 3,25 για τις δυνατότητες που δίνονται στις γυναίκες για ανέλιξη σε υψηλόβαθμες θέσεις και 1,93 για την απασχόληση των μεταναστών.

Οι καλύτερες πόλεις

Αντίθετα, στις καλύτερες πόλεις για να αναζητήσει κάποιος εργασία είναι η Βοστώνη, που κατατάσσεται στην πρώτη θέση λόγω της ισχυρής της οικονομίας, του υψηλού εισοδήματος αλλά και των ευκαιριών που δίνονται στις γυναίκες. Για τους νέους καλύτερη πόλη για να βρουν δουλειά αναδεικνύεται το Ντουμπάι και ακολουθούν η Σιγκαπούρη, το Μόναχο, η Πράγα και το Άμστερνταμ.
Στις πρώτες δέκα θέσεις της λίστας βρίσκονται επτά ευρωπαϊκές πόλεις, εκ των οποίων οι τέσσερις στη Γερμανία. Συγκεκριμένα, μετά τη Βοστώνη, ακολουθούν το Μόναχο, το Κάλγκαρι, το Αμβούργο, η Στουτγάρδη, το Λονδίνο, η Σιγκαπούρη, το Όσλο, η Φρανκφούρτη και το Εδιμβούργο.
Αξιοσημείωτο είναι πάντως πως από τη δεκάδα απουσιάζουν πόλεις που στο παρελθόν είχαν χαρακτηριστεί τοπ προορισμοί, όπως το Χονγκ Κονγκ, το Σαν Φρανσίσκο, η Νέα Υόρκη και το Παρίσι.

ΣΕΒ: Ένας στους τέσσερις με 500 ευρώ

Την ίδια ώρα, σύμφωνα με ανάλυση του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), «η απασχόληση με χαμηλούς μισθούς, περιλαμβανομένου του κατώτατου και του υποκατώτατου, έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια και πλέον αγγίζει το 25% των θέσεων εργασίας.
Συγκεκριμένα, το 2017 ένας στους τέσσερις εργαζόμενους αμειβόταν με ποσό μέχρι 500 ευρώ. Οι κλάδοι που βρίσκονται στις τρεις πρώτες θέσεις απασχόλησης με κατώτατο και υποκατώτατο μισθό είναι η εστίαση (με 25,5% αυτής της κατηγορίας απασχολουμένων), το χονδρικό και το λιανικό εμπόριο. Συνολικά, το 77,14% των παραπάνω εργαζομένων απασχολείται σε πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις.
Παράλληλα, παρατηρείται τάση μείωσης τόσο του μέσου (982,4 ευρώ το 2017 αντί 1.011,2 ευρώ το 2014) όσο και του διάμεσου μισθού (812,4 ευρώ το 2017 αντί 854,7 ευρώ το 2014) για την περίοδο 2014-2017. Δηλαδή η ψαλίδα μεταξύ κατώτατου και διάμεσου μισθού μειώνεται, γεγονός που φέρνει τον μέσο εργαζόμενο πιο κοντά στο επίπεδο του κατώτατου μισθού.
Αξιοσημείωτη είναι η αύξηση του μέσου (1.502 ευρώ το 2017 αντί 1.286,6 ευρώ το 2014) αλλά και του διάμεσου μισθού (1.092 ευρώ το 2017 αντί 887 ευρώ το 2014) την εξεταζόμενη περίοδο στον κλάδο της δημόσιας διοίκησης, για τον οποίο το σύστημα ΕΡΓΑΝΗ καταγράφει κυρίως τους συμβασιούχους και μετακλητούς υπαλλήλους.
Σύμφωνα με τον ΣΕΒ, το μεγαλύτερο μερίδιο των απασχολουμένων (περίπου 60%) συγκεντρώνεται στις ηλικίες 25-44 ετών, μερίδιο που όμως φαίνεται να υποχωρεί. Αυτό προκύπτει καθώς παρουσιάζεται υψηλότερος ρυθμός αύξησης της απασχόλησης στις ηλικίες άνω των 44, αλλά και στις ηλικίες κάτω των 24. Τα στοιχεία αυτά επιβεβαιώνουν τις συνέπειες του brain drain στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό της χώρας και κυρίως στις ηλικίες 25-44 ετών.
Ο κύριος όγκος των θέσεων εργασίας που καταγράφει το σύστημα ΕΡΓΑΝΗ αφορά το καθεστώς πλήρους απασχόλησης (67,7%), μέγεθος που όμως υποχωρεί ελαφρά τα τελευταία δύο χρόνια (2016-2017), ενώ το μερίδιο των θέσεων εργασίας μερικής απασχόλησης αυξάνεται ελαφρά και πλέον διαμορφώνεται στο 28,4%.
Επιπλέον, κάθε θέση εργασίας που δημιουργείται δεν ταυτίζεται με έναν μοναδικό απασχολούμενο, καθώς ενδεικτικά ένας εργαζόμενος μπορεί να δουλεύει σε δύο ή και τρεις θέσεις μερικής απασχόλησης. Έτσι, διατηρείται χαμηλός ο εθνικός δείκτης απασχόλησης (55% έναντι 69% στην Ε.Ε.). Αυτός είναι και ο λόγος, σύμφωνα με τον Σύνδεσμο, για τον οποίο, παρά την αύξηση του αριθμού των θέσεων εργασίας, συνολικά ο αριθμός των εργαζομένων σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ παραμένει κάτω από τα προ κρίσης επίπεδα.

Μειώθηκαν τα διευθυντικά στελέχη

Όπως αναφέρει η ανάλυση του ΣΕΒ στο εβδομαδιαίο δελτίο του, το 2008 υπήρχαν στη χώρα 482.000 διευθυντικά στελέχη και σήμερα έχουν μείνει μόνο 105.000 (κυρίως λόγω απωλειών στο εμπόριο και στον τουρισμό). Το 2008 υπήρχαν 668.000 ειδικευμένοι τεχνίτες, ενώ το 2018 έχουν απομείνει μόνο 353.000, ενώ οι τεχνικοί και βοηθοί επιστήμονες από 397.000 έφτασαν να είναι 304.000, αν και οι αριθμοί τους αυξήθηκαν κατά 34.000 άτομα από το 2013.
Από την άλλη, παρατηρείται υπερπληθώρα πωλητών και υπαλλήλων παροχής υπηρεσιών, που, από 678.000 το 2008, ανέρχονται πλέον σε 909.000, ενώ αυξήθηκαν και οι επαγγελματίες αυτοαπασχολούμενοι από 674.000 σε 741.000.
Όπως σημειώνει ο Σύνδεσμος, «τα μεγέθη αυτά δημιουργούν έντονο προβληματισμό για την αναπτυξιακή δυναμική της χώρας. Αυτό που συνέβη είναι ότι όχι μόνο δεν μετατοπίστηκαν οι εργαζόμενοι στους δυναμικούς κλάδους της οικονομίας, αλλά όσοι δεν έφυγαν στο εξωτερικό και δεν είναι ακόμη άνεργοι μετατοπίστηκαν σε εργασίες για τις οποίες έχουν πολύ περισσότερα προσόντα από αυτά που απαιτούνται και συνεπώς υποαπασχολούνται».