Υπερδιπλασιασμός των άνεργων πτυχιούχων - Free Sunday
Υπερδιπλασιασμός των άνεργων πτυχιούχων

Υπερδιπλασιασμός των άνεργων πτυχιούχων

Σημαντική αύξηση στον αριθμό των φοιτητών και του εκπαιδευτικού προσωπικού των ανώτατων ιδρυμάτων παρατηρείται τα τελευταία χρόνια.

Ωστόσο, όπως φαίνεται, η κρίση δεν άφησε ανεπηρέαστα τα πτυχία, καθώς παρατηρείται μείωση των πτυχιούχων και ταυτόχρονα υπερδιπλασιασμός των άνεργων αποφοίτων.

Εισάγονται, αλλά δεν αποφοιτούν

Σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), ο αριθμός των εγγεγραμμένων προπτυχιακών φοιτητών κατά το ακαδημαϊκό έτος 2016-2017 σε σχέση με το 2015-2016 παρουσίασε αύξηση κατά 3,2% στο σύνολο των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της χώρας (από 396.814 σε 409.413).
Παράλληλα, το εκπαιδευτικό προσωπικό κατά το ίδιο ακαδημαϊκό έτος παρουσίασε αύξηση κατά 5,9% σε σχέση με το 2015-2016 στο σύνολο των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της χώρας. Η αύξηση παρατηρείται σε όλα τα εκπαιδευτικά ιδρύματα εκτός της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, τα οποία παρουσίασαν μείωση του εκπαιδευτικού προσωπικού κατά 28,8%, 2,5% και 1,6% αντίστοιχα.
Ωστόσο, ο αριθμός των εγγεγραμμένων προπτυχιακών φοιτητών που πήραν πτυχίο κατά το ακαδημαϊκό έτος 2016-2017 σε σχέση με το προηγούμενο μειώθηκε κατά 3,2%. Η σημαντικότερη μείωση παρατηρήθηκε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (24,7%), στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας (23,2%), στο Πανεπιστήμιο Θράκης (17,8%) και στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (13,2%).
Επιπλέον, παρατηρείται αύξηση των εγγεγραμμένων μεταπτυχιακών φοιτητών κατά 25,2%. Οι μεγαλύτερες αυξήσεις παρουσιάζονται στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας κατά 66,4%, 53,4% και 45,6% αντίστοιχα. Αντίθετα, μείωση παρατηρείται στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο (25,4%) και στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (5,8%).
Οι εγγεγραμμένοι μεταπτυχιακοί φοιτητές που πήραν πτυχίο εμφάνισαν αύξηση κατά 15,2%, με εξαίρεση το Ιόνιο Πανεπιστήμιο, το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, το Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, στα οποία παρατηρήθηκε μείωση κατά 42,3%, 13,1%, 10,5%, 7,5% και 6,2% αντίστοιχα.
Σχετικά με τους εγγεγραμμένους διδακτορικούς φοιτητές, ο αριθμός τους παρουσίασε μείωση κατά 14,3% –αν και στα διδακτορικά προγράμματα σπουδών δεν υπάρχει σταθερός αριθμός εισακτέων ανά έτος–, ενώ μειώθηκε και ο αριθμός όσων ολοκλήρωσαν τις σπουδές τους κατά 6,3%.
Αντίστοιχα, όσον αφορά τον τεχνολογικό τομέα του ίδιου ακαδημαϊκού έτους, ο αριθμός των εγγεγραμμένων προπτυχιακών φοιτητών παρουσίασε αύξηση κατά 1,3%, ενώ ο αριθμός των εγγεγραμμένων προπτυχιακών φοιτητών που πήραν πτυχίο μειώθηκε κατά 10,1%. Μείωση των πτυχιούχων παρουσιάζεται σε όλες τις σχολές, εκτός του ΤΕΙ Αθήνας, των Ακαδημιών Εμπορικού Ναυτικού και των Καλλιτεχνικών Σχολών, όπου παρουσιάζεται αύξηση κατά 1,7%, 16,9% και 64,7% αντίστοιχα.
Οι εγγεγραμμένοι μεταπτυχιακοί φοιτητές-σπουδαστές παρουσίασαν αύξηση κατά 32,6% κατά το ακαδημαϊκό έτος 2016-2017 σε σχέση με το 2015-2016, δεδομένου ότι την περίοδο αυτή ξεκίνησε η λειτουργία νέων μεταπτυχιακών προγραμμάτων στην τεχνολογική εκπαίδευση (ΤΕΙ).

Με το πτυχίο στο χέρι

Ωστόσο, η έξοδος στην αγορά εργασίας στα χρόνια της κρίσης είναι δύσκολη υπόθεση. Πρόσφατη έρευνα του Ινστιτούτου Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) αναδείκνυε τις επιπτώσεις της κρίσης στην απασχόληση των πτυχιούχων. Χαρακτηριστικό είναι ότι τα ποσοστά την περίοδο 2009-2017 υπερδιπλασιάστηκαν.
Συγκεκριμένα, οι άνεργοι απόφοιτοι ανώτατης εκπαίδευσης και μεταπτυχιακών ή διδακτορικών σπουδών ανέρχονται στους 274.000, ενώ συνολικά ο αριθμός των πτυχιούχων το 2017 ανήλθε στα 2,12 εκατομμύρια (το 2001 ήταν 1,18 εκατομμύρια).
Tο υψηλότερο ποσοστό απασχόλησης καταγράφεται στα άτομα με μεταπτυχιακές σπουδές ή διδακτορικό (79%), ενώ στους απόφοιτους πανεπιστημίων ή ΤΕΙ οι οποίοι κατέχουν μόνο πρώτο πτυχίο το αντίστοιχο ποσοστό ήταν χαμηλότερο κατά 18 ποσοστιαίες μονάδες το 2016.
Πάντως, το μερίδιο των ανέργων με τριτοβάθμια εκπαίδευση σημείωσε τη μεγαλύτερη άνοδο (από 14,7% το 2001 σε 24,6% το 2016). Η αύξηση του αριθμού των αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης τα τελευταία χρόνια δεν συνοδεύτηκε από αντίστοιχη αύξηση της ικανότητας απορρόφησής τους στην αγορά εργασίας, εντείνοντας τη μεταξύ τους αναντιστοιχία.
Τα υψηλότερα ποσοστά απασχόλησης το 2016 καταγράφονται στους αποφοίτους υγείας και στους αποφοίτους σχολών πληροφορικής (71% και 69% αντίστοιχα).
Οι περισσότεροι απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης απασχολούνται σε επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα. Οι απόφοιτοι πανεπιστημίων, όμως, απασχολούνται περισσότερο σε δημόσιες υπηρεσίες (62% έναντι 28% των ΤΕΙ).
Στον ιδιωτικό τομέα, το 55% των απασχολούμενων με τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι απόφοιτοι πανεπιστημίου και το 33% απόφοιτοι ΤΕΙ. Το μεγαλύτερο μερίδιο εργαζομένων με μεταπτυχιακό ή διδακτορικό απασχολείται σε επιχειρήσεις ελεγχόμενες από το Δημόσιο. Μετά το 2009 καταγράφεται μεγάλη μείωση των απασχολούμενων στον δημόσιο τομέα (27%), σε αντίθεση με τους απασχολούμενους στον ιδιωτικό τομέα, όπου παρατηρείται αύξηση (κατά 15%).
Σχεδόν έξι στους δέκα εργαζόμενους οι οποίοι έλαβαν πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης μετά το 2011 δηλώνουν ότι λαμβάνουν μισθό από 400 ευρώ έως 800 ευρώ, ενώ το 16% δηλώνει ότι αμείβεται με λιγότερα από 400 ευρώ.

Ανάγκη για αναπροσαρμογή

Σύμφωνα με τους ερευνητές, «κρίνεται αναγκαία η βελτίωση της σύνδεσης της ανώτατης εκπαίδευσης και έρευνας με την αγορά εργασίας και την επιχειρηματικότητα, με αλλαγή έμφασης και προσανατολισμού των εκπαιδευτικών και ερευνητικών δραστηριοτήτων των ΑΕΙ, σε συνεργασία με εγχώριες και διεθνείς επιχειρήσεις».
Για την αποτελεσματική σύνδεση της ανώτατης εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας και την ενίσχυση της απασχόλησης των αποφοίτων της απαιτείται αλλαγή έμφασης του κύριου ρόλου της ανώτατης εκπαίδευσης, από την προετοιμασία για την απασχόληση των αποφοίτων της στην εκπαίδευση και τις δημόσιες υπηρεσίες στην προετοιμασία τους για την απασχόληση στον ιδιωτικό τομέα.
«Το νέο σύστημα διακυβέρνησης των ΑΕΙ πρέπει να εξασφαλίζει την απόδοση και την αποτελεσματικότητα της λειτουργίας των ιδρυμάτων, να διευκολύνει τον συντονισμό και τη σύνδεση της ανώτατης εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας, και να διευκολύνει τη συνεργασία των ΑΕΙ με τις δημόσιες ή ιδιωτικές επιχειρήσεις» καταλήγουν οι υπεύθυνοι του ΙΟΒΕ.