Μετεξεταστέα και φέτος η παιδεία - Free Sunday
Μετεξεταστέα και φέτος η παιδεία

Μετεξεταστέα και φέτος η παιδεία

Μεταξύ άλλων, γίνεται λόγος για απογοητευτικές επιδόσεις όσον αφορά την απόκτηση βασικών δεξιοτήτων από τους νέους και τους ενήλικες, χαμηλές επιδόσεις σε μαθηματικά και ανάγνωση, διαρκώς μειωμένες δημόσιες δαπάνες για την εκπαίδευση, ενώ χαρακτηρίζεται «υποβάθμιση» ο νέος τύπος ολοήμερων σχολείων, που εφαρμόστηκε πρώτη φορά φέτος. Παράλληλα, τονίζεται ότι η ανατροπή προγενέστερων μεταρρυθμίσεων που αποσκοπούσαν στην αύξηση της διαφάνειας, της λογοδοσίας και της αξιολόγησης στα σχολεία και στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αποτελεί εστία ανησυχίας. Επιπλέον, κρίνεται ως ανησυχητικό το γεγονός ότι έχουν ανασταλεί οι διαδικασίες για την αξιολόγηση σχολικών μονάδων και εκπαιδευτικών.

Εκπαιδευτικοί: Κακοπληρωμένοι και ηλικιωμένοι

Ωστόσο, ένα από τα στοιχεία της έκθεσης στο οποίο αξίζει κάποιος να σταθεί είναι οι ηλικίες των εκπαιδευτικών. Η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με το φαινόμενο της εναλλαγής των γενεών στον εκπαιδευτικό χώρο. Περίπου οι μισοί εκπαιδευτικοί (49%) στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση είναι άνω των 50 ετών, ενώ λιγότεροι από το 1% είναι κάτω των 30 ετών. Παρόμοια κατάσταση παρατηρείται και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, καθώς το 39% των εκπαιδευτικών έχει ηλικία από 40 έως 49 ετών. «Τα στοιχεία για την ηλικιακή γήρανση του εκπαιδευτικού προσωπικού δεν είναι τίποτα περισσότερο από εκείνα που είχε δημοσιοποιήσει το ίδιο το υπουργείο σε προγενέστερο χρόνο, μετά την πλήρη καταγραφή του εκπαιδευτικού δυναμικού» ανέφερε σε απάντησή του ο υπουργός Παιδείας Κώστας Γαβρόγλου. «Αυτό το γεγονός αποτελεί και το βασικό επιχείρημα για την αναγκαιότητα του διορισμού 20.000 μόνιμων εκπαιδευτικών που προβάλλει το υπουργείο με το τριετές σχέδιο, αναγκαιότητα με την οποία οι θεσμοί συμφώνησαν για πρώτη φορά» σημείωνε στην ανακοίνωσή του. Πάντως, Διδασκαλική Ομοσπονδία και ΟΛΜΕ επισημαίνουν αρκετά συχνά την ανάγκη μόνιμων διορισμών, όχι μόνο για να καλυφθούν τα κενά αλλά και για να μπουν στις αίθουσες νέοι ηλικιακά εκπαιδευτικοί. Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Παιδείας της περασμένης χρονιάς, ο μέσος όρος ηλικίας των μόνιμων εκπαιδευτικών σε νηπιαγωγεία και δημοτικά ήταν τα 45,6 έτη (43,4 έτη για τους αναπληρωτές), ενώ στα γυμνάσια και στα λύκεια ο μέσος όρος ηλικίας των μόνιμων καθηγητών έφτανε τα 48,8 έτη και των αναπληρωτών τα 48 έτη. Εκπαιδευτικοί με τους οποίους επικοινώνησε η FS τόνισαν την ανάγκη για μόνιμους διορισμούς, καθώς, όπως είπαν, η έλλειψή τους τα τελευταία χρόνια έχει οδηγήσει σε σταδιακή αύξηση του μέσου όρου ηλικίας του εκπαιδευτικού προσωπικού. Μάλιστα θεωρούν ότι με τη μεγάλη διαφορά ηλικίας μεταξύ εκπαιδευτικού και μαθητή, που μπορεί να φτάσει ακόμα και τον μισό αιώνα, τίθεται σοβαρό παιδαγωγικό ζήτημα.
Σχετικά με τους μισθούς των εκπαιδευτικών στην Ελλάδα, σύμφωνα με την έκθεση είναι χαμηλότεροι σε πραγματικούς όρους από αυτούς πολλών άλλων χωρών του ΟΟΣΑ σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες. Λόγω της οικονομικής κατάστασης και των περικοπών στον δημόσιο τομέα, οι μισθοί έχουν μειωθεί στο 76% του επιπέδου τους κατά το 2008. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ για το 2014, ο εισαγωγικός ετήσιος μισθός των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης είναι τα 18.408 δολάρια, με τις κορυφαίες ετήσιες αποδοχές τους να φτάνουν τα 34.776 δολάρια. Ο εισαγωγικός ετήσιος μισθός ενός δασκάλου στο Βέλγιο κυμαίνεται από 33.700 ως 34.500 δολάρια, ενώ στο Λουξεμβούργο διαμορφώνεται πάνω από τα 68.000 δολάρια. Στην Ιρλανδία και στην Πορτογαλία, χώρες που βρέθηκαν σε καθεστώς μνημονίων, ο εισαγωγικός μισθός των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης κυμαίνεται από 31.000 δολάρια στην πρώτη έως περίπου 32.000 δολάρια στη δεύτερη.

Σχέδιο «Αθηνά» – Χωρίς τα αναμενόμενα αποτελέσματα

Το Σχέδιο «Αθηνά» της περιόδου 2012-2014, που αφορούσε την αναδιάρθρωση του ακαδημαϊκού χάρτη της χώρας και επεδίωκε να αντιμετωπίσει, με τις μικρότερες δυνατές επιπτώσεις, παθογένειες και στρεβλώσεις των τελευταίων δύο και πλέον δεκαετιών, δεν είχε σημαντικό αντίκτυπο μέχρι σήμερα, όπως αναφέρεται στην έκθεση. Σκοπός του σχεδίου ήταν να αυξηθούν τα κέρδη από την αποδοτικότητα και να ενοποιηθεί το δίκτυο των ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Το σχέδιο συνέβαλε θεωρητικά στη συγχώνευση περισσότερων από 120 πανεπιστημιακών τμημάτων. Στην πράξη, όμως, το σχέδιο αυτό δεν οδήγησε στον αναμενόμενο οικονομικό εξορθολογισμό, καθώς πολλά από τα τμήματα που συνενώθηκαν δεν διέθεταν στην πραγματικότητα πανεπιστημιακό προσωπικό και/ή σπουδαστές. Τα τέσσερα πανεπιστήμια που καταργήθηκαν συγχωνεύτηκαν στην πράξη με άλλα ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Πάντως, η έκθεση επικεντρώνει το πρόβλημα κυρίως στα τεχνολογικά ιδρύματα (ΤΕΙ).

Μείωση του ποσοστού εγκατάλειψης του σχολείου

Ενθαρρυντικά, ωστόσο, είναι τα στοιχεία για την Ελλάδα που αφορούν την πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου, καθώς το ποσοστό μειώθηκε από 9% το 2014 σε 7,9% το 2015, πολύ κάτω από τον μέσο όρο του 11% της Ε.Ε. των «28» το 2015. Οι διαφορές μεταξύ των φύλων εξακολουθούν να είναι ευδιάκριτες, καθώς το 2015 το ποσοστό της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου για τους άνδρες ανήλθε σε 9,5%, ενώ για τις γυναίκες σε 6,4%. Παρ’ όλα αυτά, η διαφορά μειώθηκε από τις 4,9 ποσοστιαίες μονάδες που ήταν το 2014 στις 3,1. Για τους μαθητές που έχουν γεννηθεί στο εξωτερικό η κατάσταση εξακολουθεί να είναι δύσκολη, καθώς εμφανίζουν σχεδόν τετραπλάσιο ποσοστό πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου σε σύγκριση με τους μαθητές που έχουν γεννηθεί στο εσωτερικό της χώρας (24,1% έναντι 6,8% το 2015).

Λιγότεροι μαθητές λόγω υπογεννητικότητας

Σύμφωνα με την έκθεση, παράλληλα με την οικονομική κρίση, ο αριθμός των γεννήσεων στην Ελλάδα μειώνεται συνεχώς τα τελευταία χρόνια: από 118.000 το 2008, μειώθηκε σε περίπου 92.000 το 2014, σημειώνοντας πτώση 22% (ΕΛΣΤΑΤ 2016). Επιπλέον, τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα έχει εξελιχθεί σε χώρα καθαρής αποδημίας, ενώ στο πλαίσιο της πρόσφατης προσφυγικής κρίσης αποτελεί κυρίως χώρα διέλευσης των προσφύγων. Η μείωση του μαθητικού πληθυσμού είναι ήδη ορατή στην προσχολική εκπαίδευση και έχει αρχίσει να αποτυπώνεται και στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Τα επόμενα έξι χρόνια ο μαθητικός πληθυσμός της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης αναμένεται να μειωθεί κατά περίπου 25%.

Σε χαμηλή θέση οι Έλληνες μαθητές στην αξιολόγηση PISA

Την 43η θέση ανάμεσα σε 72 χώρες κατέλαβαν οι Έλληνες μαθητές στο τεστ διεθνούς αξιολόγησης PISA, που πραγματοποιείται κάθε τρία χρόνια. Οι επιδόσεις των 15χρονων μαθητών στην κατανόηση κειμένου, στα μαθηματικά και στις επιστήμες εμφανίζουν πτώση σε σχέση με αυτές προηγούμενων ετών. Καλύτεροι στον κόσμο αναδείχθηκαν οι μαθητές της Σιγκαπούρης, ακολουθούμενοι από τους μαθητές της Ιαπωνίας και της Εσθονίας. Από την Ευρώπη, τα γυαλιά στους Έλληνες μαθητές έβαλαν, μεταξύ άλλων, η Βρετανία, η Ολλανδία, η Γερμανία και η Ιρλανδία. Όσον αφορά τις χειρότερες επιδόσεις, αυτές σημειώθηκαν από τους μαθητές της Βουλγαρίας, της Ρουμανίας και της Κύπρου. Παράλληλα, οι Έλληνες μαθητές εμφανίζονται με χαμηλές επαγγελματικές προσδοκίες, αλλά και με έλλειψη κινήτρων για να μελετήσουν.