Ανοίγει πανιά το Κέντρο Πολιτισμού του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος - Free Sunday
Ανοίγει πανιά το Κέντρο Πολιτισμού του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος

Ανοίγει πανιά το Κέντρο Πολιτισμού του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος

«Ήρθε η ώρα που όλοι φοβόμασταν». Αυτό ήταν ένα από τα μηνύματα που έστειλαν πολίτες στο ΚΠΙΣΝ και για το οποίο μίλησε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του Ιδρύματος Ανδρέας Δρακόπουλος στην ομιλία του κατά την τελετή παράδοσης του Κέντρου Πολιτισμού στο ελληνικό Δημόσιο.

Ο κ. Δρακόπουλος ανέφερε πως δεχόταν πολλά ηλεκτρονικά μηνύματα τα οποία μιλούσαν με καυστικό τρόπο για το πώς το Δημόσιο θα διαχειριστεί ένα τόσο σπουδαίο έργο. «Η αρχή του τέλους», «ήρθε η ώρα που όλοι φοβόμασταν», «θα θυμάμαι το πριν και το μετά», «και τώρα θα αρχίσει η παρακμή». 

Μηνύματα καυστικά, με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα να αναγνωρίζει τις ανησυχίες των πολιτών στο εισαγωγικό μέρος της ομιλίας του.

Ένα στολίδι που μπορεί να γίνει ακόμα καλύτερο

Μάλιστα ο κ. Τσίπρας ανέφερε ως χαρακτηριστικό παράδειγμα τις ολυμπιακές εγκαταστάσεις, για τις οποίες, όπως είπε, «ο ελληνικός λαός ξόδεψε εκατοντάδες εκατομμύρια και παραμένουν αναξιοποίητες, ερείπια σχεδόν». Πρόσθεσε, ωστόσο, «πως δεν είναι σωστό να δημιουργούμε την εντύπωση ότι το Δημόσιο, η ελληνική πολιτεία, οι πολίτες, δεν είναι σε θέση να κρατήσουν ένα στολίδι σαν κι αυτό, να το αξιοποιήσουν και, γιατί όχι, ακόμα και να το κάνουν καλύτερο».

Επιπλέον, ο πρωθυπουργός έκανε λόγο για αντίστροφα παραδείγματα –σαφής αναφορά στο Μέγαρο Μουσικής–, «όπου η ιδιωτική πρωτοβουλία χρησιμοποίησε δημόσιο χώρο για ιδιοτελή σκοπό. Και όταν το φέσωσε με δεκάδες εκατομμύρια, το παρέδωσε στο Δημόσιο για να το λειτουργήσει».

Η ιστορία του Κέντρου

Η ιδέα για το ΚΠΙΣΝ άρχισε να διαμορφώνεται το 1998, με την απόφαση του Ιδρύματος να χρηματοδοτήσει την κατασκευή νέων εγκαταστάσεων για την Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος.

Παράλληλα, το Ίδρυμα εξέταζε πρόταση ενίσχυσης της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Μετά από διαβουλεύσεις μεταξύ του πρώην υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και του Δήμου Καλλιθέας συμφωνήθηκε το έργο να πραγματοποιηθεί στον χώρο του παλαιού Ιπποδρόμου.

Από τη συνολική έκταση του οικοπέδου (240.000 τ.μ.), 210.000 τ.μ. ορίστηκαν για το ΚΠΙΣΝ και την Εσπλανάδα και τα υπόλοιπα 30.000 τ.μ. για τη δημιουργία δημοτικού αθλητικού πάρκου για τον Δήμο Καλλιθέας. Το 2007, επί πρωθυπουργίας Κώστα Καραμανλή, υπεγράφη το μνημόνιο συνεργασίας μεταξύ του ελληνικού Δημοσίου και του Κοινωφελούς Ιδρύματος «Σταύρος Σ. Νιάρχος». Το 2009 το ελληνικό Κοινοβούλιο προχώρησε στην κύρωση της συμφωνίας και το 2012 άρχισε η κατασκευή του έργου. Με τις κυβερνήσεις να αλλάζουν και με τη χώρα να μπαίνει όλο και πιο βαθιά στην ύφεση, πολλοί ήταν εκείνοι που έκαναν λόγο για έργο που δεν πρόκειται να ολοκληρωθεί.

Ολοκλήρωση εντός χρονοδιαγράμματος

Ωστόσο, όχι μόνο ολοκληρώθηκε αλλά τηρήθηκε και το χρονοδιάγραμμα. Το 2016 το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος συμπλήρωσε 20 χρόνια κοινωφελούς δράσης. Η μεγαλύτερη μεμονωμένη δωρεά του Ιδρύματος είναι το ΚΠΙΣΝ στην Αθήνα. Ο συνολικός προϋπολογισμός του έργου είναι 630 εκατ. ευρώ (867 εκατ. δολάρια), ποσό που συμπεριλαμβάνει δύο δωρεές αξίας 5 εκατ. ευρώ (6 εκατ. δολάρια) έκαστη, προς την Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος και την Εθνική Λυρική Σκηνή, για τη μετάβαση στα νέα τους κτίρια.

Σχεδιασμένο από το αρχιτεκτονικό γραφείο Renzo Piano Building Workshop (RPBW), περιλαμβάνει τις νέες εγκαταστάσεις της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος και της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, καθώς και το Πάρκο Σταύρος Νιάρχος. Με την παράδοση του ΚΠΙΣΝ στο ελληνικό Δημόσιο, το Ίδρυμα αποχωρεί πλήρως από τη διοίκηση του έργου, ωστόσο θα συνεχίσει να στηρίζει έμπρακτα το Κέντρο για τα επόμενα πέντε χρόνια με δωρεές ύψους έως 50 εκατ. ευρώ και να διοργανώνει, με αποκλειστική δωρεά του, ανοιχτές, δωρεάν εκδηλώσεις διάρκειας μίας εβδομάδας στο ΚΠΙΣΝ κάθε Ιούνιο. Το ΚΠΙΣΝ αποτελεί την πρώτη σύμπραξη δημόσιου-ιδιωτικού τομέα αυτού του είδους στην Ελλάδα και εκ των σημαντικότερων πολιτιστικών και εκπαιδευτικών έργων που έχουν υλοποιηθεί ποτέ στη χώρα, ενώ για τη δημιουργία του εργάστηκαν περισσότερα από 2.000 άτομα. Το Κέντρο Πολιτισμού έχει προσελκύσει μέχρι σήμερα 760.000 επισκέπτες.

Κιμούλης-Μανωλόπουλος στο τιμόνι του ΚΠΙΣΝ

Ολοκληρώνοντας τις διαδικασίες ώστε το ΚΠΙΣΝ να τεθεί σε πλήρη λειτουργία, την περασμένη εβδομάδα ανακοινώθηκε και το διοικητικό συμβούλιο του Κέντρου. Πρόεδρος του Δ.Σ. ορίστηκε ο γνωστός ηθοποιός Γιώργος Κιμούλης (κάτι που ήταν γνωστό εδώ και εβδομάδες, αν και ο κ. Κιμούλης δεν ήθελε να το επιβεβαιώσει) και διευθύνων σύμβουλος ο οικονομολόγος Νίκος Μανωλόπουλος, γενικός διευθυντής του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών από το 1990 έως το 2013. Πληροφορίες αναφέρουν ότι η επιλογή του κ. Μανωλόπουλου για την κρίσιμη θέση του διευθύνοντος συμβούλου του ΚΠΙΣΝ έγινε με κριτήρια το χαμηλό προφίλ που ο ίδιος προτιμά να διατηρεί παρά τις όποιες επιτυχίες του, καθώς και τη μακρά εμπειρία του στον χώρο του πολιτισμού από τη θητεία του στο Μέγαρο Μουσικής. Παράλληλα, ο κ. Μανωλόπουλος έχει εργαστεί ως εμπειρογνώμων για θέματα πολιτιστικής και οικονομικής ανάπτυξης και έχει συμμετάσχει σε πολλά διοικητικά συμβούλια πολιτιστικών οργανισμών και επιχειρήσεων, ενώ σήμερα είναι μέλος του Δ.Σ. του Θεάτρου Τέχνης.

Το επταμελές Δ.Σ. του Κέντρου συμπληρώνουν η δικηγόρος Ματίνα Στέα, ο επίκουρος καθηγητής Κοινωνικής Ανθρωπολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Ανδρέας Νοταράς, ο δήμαρχος Καλλιθέας Δημήτρης Κάρναβος, ο καλλιτεχνικός διευθυντής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής Γιώργος Κουμεντάκης και ο Δημήτρης Δημητρόπουλος ως εκπρόσωπος της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος.

Το Δημόσιο ως «προστάτης» του πολιτισμού

Για να γυρίσουμε στις αρχικές ανησυχίες που εκφράστηκαν για το πέρασμα της διαχείρισης του ΚΠΙΣΝ στο Δημόσιο, είναι αλήθεια ότι το παρελθόν, πρόσφατο αλλά και πιο μακρινό, δεν εμπνέει ιδιαίτερη εμπιστοσύνη, καθώς οι επιδόσεις του κράτους ως «προστάτη» του πολιτισμού κάθε άλλο παρά λαμπρές μπορούν να χαρακτηριστούν. Για παράδειγμα, όλοι θυμόμαστε το περσινό σίριαλ με το Φεστιβάλ Αθηνών, όπου ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Γιώργος Λούκος απομακρύνθηκε με κατηγορίες για κακοδιαχείριση (σύμφωνα με το πόρισμα του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, το οποίο επικαλέστηκε ο τότε υπουργός Πολιτισμού Αριστείδης Μπαλτάς, η ζημιά στο Ελληνικό Φεστιβάλ έφτανε τα 2.735.762,54 ευρώ), στη θέση του τοποθετήθηκε ο Φλαμανδός, γνωστός στον χώρο της τέχνης, Γιαν Φαμπρ και εν συνεχεία απομακρύνθηκε κακήν κακώς, όταν ανακοίνωσε ότι δεν προτίθεται να συμπεριλάβει Έλληνες καλλιτέχνες στο Φεστιβάλ λόγω… άγνοιας του πολιτιστικού γίγνεσθαι της χώρας.

Όσον αφορά την Εθνική Λυρική Σκηνή, εκτός από την έδρα της στο ΚΠΙΣΝ, μεταφέρει και βαρύ χρέος ύψους 3.115.000 ευρώ, σύμφωνα με τον καλλιτεχνικό διευθυντή της Γιώργο Κουμεντάκη. Μάλιστα, ο κ. Κουμεντάκης σημείωσε ότι «πέρα από την ετήσια επιχορήγηση των 12.500.000 ευρώ του ΥΠΠΟ, που φτάνει μόνο για τη μισθοδοσία των εργαζομένων, το 2017 θα υπάρξει ανάγκη για άλλα 4.500.000 ευρώ για τα έξοδα λειτουργίας στις νέες εγκαταστάσεις».

Και φυσικά θα άξιζε μια αναφορά στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στο παλαιό εργοστάσιο Φιξ, το οποίο πέρασε μια οδύσσεια σχεδόν δέκα χρόνων μέχρις ότου λειτουργήσει για πρώτη φορά πέρυσι τον Μάιο.

Η ιδιαίτερη περίπτωση του Μεγάρου Μουσικής

Από την άλλη, αντίστροφη πορεία μοιάζει να ακολουθήθηκε για το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (ΜΜΑ), το οποίο αποτέλεσε μια κορυφαία ιδιωτική πρωτοβουλία στον χώρο της τέχνης, ωστόσο διασώθηκε χάρη στην παρέμβαση του Δημοσίου. Συγκεκριμένα, από την 1η Ιανουαρίου 2017 το ΜΜΑ εντάσσεται στο χρέος της Κεντρικής Διοίκησης του κράτους.

Συγκεκριμένα, με απόφαση του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών Γιώργου Χουλιαράκη, που αναρτήθηκε στη «Διαύγεια», προβλέπεται η ανάληψη και ένταξη στο χρέος της Κεντρικής Διοίκησης από την 1η Ιανουαρίου 2017 του ανεξόφλητου κεφαλαίου της (από 22 Δεκεμβρίου 2003) δανειακής σύμβασης αρχικού ποσού 150 εκατ. ευρώ που έχει συναφθεί από τον Οργανισμό Μεγάρου Μουσικής Αθηνών (ΟΜΜΑ) με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, με την εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου.

Όπως προβλέπεται στην απόφαση, το ανεξόφλητο κεφάλαιο, πλην των επιβαρύνσεων από τόκους, την 1η Ιανουαρίου 2017 ανέρχεται στο ποσό των 112.292.421,23 ευρώ, το οποίο ουσιαστικά αναλαμβάνει το Δημόσιο. Ημερομηνία λήξης για το ποσό της πρώτης εκταμίευσης του δανείου είναι η 15η Δεκεμβρίου 2028, ενώ για το ποσό της δεύτερης εκταμίευσης η 15η Ιουνίου 2030.

Η παρακολούθηση, ο προϋπολογισμός και η εξυπηρέτηση των ανεξόφλητων υποχρεώσεων από την 1η Ιανουαρίου 2017 αναλαμβάνονται από τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ). Όπως σημειώνεται στην απόφαση, προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού για τα οικονομικά έτη 2017 έως και 2030 η οποία θα καλυφθεί από τις σχετικές πιστώσεις εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους.
Μάλιστα, απαντώντας σε επικρίσεις σχετικά με την επιβάρυνση που τα χρέη του Μεγάρου Μουσικής προκαλούν στο δημόσιο χρέος, το υπουργείο Οικονομικών είχε τονίσει ότι «η ανάληψη των συγκεκριμένων χρεών έγινε κατ’ εφαρμογή του νόμου 4366/15-2-2016, ο οποίος υπερψηφίστηκε με ευρεία πλειοψηφία και αποσκοπεί στην εξυγίανση του Μεγάρου Μουσικής συνολικά και στη βέλτιστη εποπτεία του», προσθέτοντας ότι η συγκεκριμένη διαδικασία «ήταν αναπόφευκτη, δεδομένου ότι η παροχή διαδοχικών εγγυήσεων εκ μέρους του ελληνικού Δημοσίου σε όλα τα δάνεια του Μεγάρου Μουσικής έως το 2014 είχε ήδη επιβαρύνει το δημόσιο χρέος, με αποτέλεσμα η σημερινή μεταφορά των οφειλών να αποτελεί απλή λογιστική διαδικασία που δεν επιβαρύνει περαιτέρω το αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης».