Cinema Paradiso Project: «Μας αρέσει η πολυμορφία» - Free Sunday
Cinema Paradiso Project: «Μας αρέσει η πολυμορφία»

Cinema Paradiso Project: «Μας αρέσει η πολυμορφία»

Με αφορμή τη συμπλήρωση δέκα χρόνων από την ίδρυσή τους, οι Cinema Paradiso Project κάνουν μια αναδρομή στην πορεία τους, μιλώντας για τις πιο καθοριστικές τους στιγμές, για τα κινηματογραφικά τους όνειρα αλλά και για τα πιο αγαπημένα τους soundtracks, αυτά που μπορούν να μας κρατήσουν συντροφιά και με ακμαίο ηθικό τώρα που μένουμε σπίτι. Μας μιλούν δύο από τα ιδρυτικά μέλη του γκρουπ, η Χριστίνα Κατσιάρη και η Σουζάνα Γιαννακοπούλου.

Ποια η αφορμή για τη δημιουργία του γκρουπ και ποια καλλιτεχνική ανάγκη ήρθε να καλύψει;

Xρ.K.: Η αφορμή για τη δημιουργία των Cinema Paradiso Project ήταν το «Tema d’amore», το βασικό θέμα από το soundtrack της ταινίας «Nuovo Cinema Paradiso», πολλά χρόνια μετά την αρχική γνωριμία με την ταινία και τη μουσική της. Η ετεροχρονισμένη «συνάντηση» ανέσυρε την εικόνα, αλλά ακόμα πιο πολύ τη συγκίνηση, την έμπνευση, τη χαρά, την παρέα, τη γειτονιά, την εποχή που είχε συνδεθεί με την κινηματογραφική εμπειρία και τον «απόηχο» αυτής της μουσικής. Κι έτσι η ανάγκη μας ως καλλιτεχνών και μουσικών να εκφραστούμε περνάει μέσα από αυτή μας την εμπειρία, μέσα από τα κινηματογραφικά μας όνειρα.

Παίζετε και διασκευάζετε μουσική από τον κινηματογράφο. Πρόκειται για μια πελώρια «δεξαμενή». Με ποια κριτήρια επιλέγετε το ρεπερτόριό σας;

Σ.Γ.: Το αρχικό κριτήριο ήταν καθαρά αυτοβιογραφικό. Οι πρώτες παραστάσεις περιείχαν κομμάτια που είχαν συνδεθεί πολύ στενά με προσωπικά βιώματα, ταινίες δηλαδή και soundtracks που συνδέθηκαν με σημαντικά γεγονότα της ζωής μας. Στην πορεία το ρεπερτόριο εμπλουτίζεται συνεχώς με soundtracks από καινούργιες ή και παλαιότερες ταινίες που βλέπουμε και αγαπάμε. Οι επιλογές μας δείχνουν ότι μας αρέσει η πολυμορφία, κάτι που η πελώρια δεξαμενή της κινηματογραφικής μουσικής μάς δίνει την ευκαιρία να εξερευνήσουμε. Τα κριτήρια επιλογής διαμορφώνονται επίσης με βάση την περίσταση, όπως π.χ. συνέβη με τις διαφορετικές συνεργασίες που κάναμε με καλλιτέχνες όπως η Αργυρώ Καπαρού με τη βαθιά λαϊκή φωνή της, ο Βασίλης Λέκκας με τη μακρά θητεία του δίπλα στον Μάνο Χατζιδάκι, ο Χρήστος Θηβαίος με τη διδασκαλία από τον ίδιο τον Nicola Piovani. Άλλου είδους περίσταση αποτέλεσε η τελευταία μας εμφάνιση, όπου θελήσαμε να κάνουμε ένα αποκριάτικο χορευτικό πάρτι, οπότε τι πιο προφανές από το να ανασύρουμε τις αγαπημένες κινηματογραφικές disco στιγμές μας και να επιλέξουμε για πρώτη φορά κομμάτια αυτού του είδους.

Πρόσφατα επικοινωνήσατε με το κοινό και την πιο ’80s πλευρά σας. Θέλετε να μας μιλήσετε λίγο γι’ αυτό που ονομάζετε «Para-disco»;

Χρ.Κ.: Η ιδέα ξεκίνησε από ένα γραμματικό λάθος το περασμένο φθινόπωρο. Μεταξύ μας αποκαλούμαστε για συντομία «Paradiso». Σε ένα μήνυμα «κυκλοφόρησε» από λάθος το «Paradisco», κάτι που δημιούργησε πολύ κέφι και πολλές προτάσεις. Τελικά διαμορφώθηκε η ιδέα να μασκαρευτούμε όλοι ’70s και ’80s και να στήσουμε ένα αποκριάτικο χορευτικό πάρτι με κορυφαία disco κομμάτια, όπως το ανεπανάληπτο «Staying Alive» των Bee Gees από το «Saturday Night Fever», το οσκαρικό «What a feeling» από το «Flashdance» ή το ατμοσφαιρικό «Putting out the fire» (γνωστό και ως «Gasoline») του μοναδικού David Bowie από το «Cat Eyes», μεταξύ άλλων. Το «Para-disco» αποδείχθηκε μια εξαιρετική ιδέα που σκοπεύουμε να εμπλουτίσουμε και να εξελίξουμε.

Είστε ένα πολυμελές γκρουπ. Τι είναι αυτό που δένει τόσους ανθρώπους με διαφορετικές καταβολές, ώστε να προσφέρουν τελικά στον θεατή ένα ενιαίο και αισθητικά άρτιο αποτέλεσμα;

Σ.Γ.: Το δέσιμο του σχήματος έχει να κάνει με τις προσωπικές μας σχέσεις. Κι αυτές έχουν διανύσει πολλά χρόνια και πολλές καταστάσεις. Οι διαφορετικές καταβολές είναι αλήθεια ότι μπορεί να αποτελέσουν πεδίο τριβής, αποτελούν όμως και το έδαφος για δημιουργία προτάσεων με φαντασία και ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Το ενιαίο και αισθητικά άρτιο αποτέλεσμα έχει να κάνει με την ικανότητα και τη βαθιά μουσική παιδεία των μελών του σχήματος, καθώς και με τη κοινή διάθεση να παρουσιάσουμε κάτι αξιόλογο.

Συμπληρώνεται μία δεκαετία από την ίδρυση του γκρουπ. Αν μπορούσατε να επιλέξετε τις τρεις μέχρι τώρα πιο καθοριστικές στιγμές της πορείας σας, ποιες θα ήταν αυτές;

Χρ.Κ.: Θα πρέπει εδώ να πούμε ότι η αρχική ιδέα αφορούσε τη σύμπραξη φίλων μουσικών για μια σειρά παραστάσεων. Η στιγμή που αποφασίσαμε να γίνουμε γκρουπ και τότε που αποφασίσαμε ποιο θα είναι το όνομά μας ήταν το 2012, όταν το Half Note μάς κάλεσε για πρώτη φορά να παίξουμε. Επόμενη καθοριστική στιγμή θα πρέπει να πούμε ότι ήταν η δημιουργία του πρώτου μας CD, με τίτλο «Cinema Paradiso Project - Vol. 1». Τέλος, καθοριστική αισθανθήκαμε και την εμφάνισή μας στο Τρίτο Πρόγραμμα της ΕΡΑ τον περασμένο Νοέμβριο. Δεν ήταν η πρώτη φορά που εμφανιζόμασταν ζωντανά στην ΕΡΑ, αλλά, αν και κάθε φορά η τιμή και η χαρά είναι μεγάλη, αυτή τη φορά παρουσιάσαμε πανελλαδικά πρωτότυπη μουσική.

Έχετε στα σκαριά τον επόμενο δίσκο σας. Τι να περιμένουμε;

Σ.Γ.: Στόχος μας είναι να ολοκληρώσουμε την εγγραφή και παραγωγή πρωτότυπης μουσικής που έχουμε πρόσφατα παρουσιάσει, αλλά και κάποια επιπλέον κομμάτια που φτιάχνουμε τώρα και που δεν έχουν παρουσιαστεί. Τα κομμάτια ανήκουν σε διαφορετικά projects, όπως π.χ. μουσική που γράφτηκε ως soundtrack πάνω στη βραβευμένη ταινία animation μικρού μήκους της Ειρήνης Βιανέλλη «The leaf of the poplar», ταινία εμπνευσμένη από το ομότιτλο ποίημα του Γιώργου Σεφέρη («Το φύλλο της λεύκας»), καθώς και αποσπάσματα από το έργο «Some logical answers» που γράφτηκε με αφορμή το διακεκριμένο θεατρικό έργο του Λεωνίδα Προυσαλίδη «Επτά λογικές απαντήσεις», όπως οι Cinema Paradiso Project το φαντάστηκαν μουσικά για τη μεγάλη οθόνη.

Αν η ζωή, όπως τη βιώνετε εσείς, ήταν soundtrack, ποιο θα ήταν;

Χρ.Κ.: «Ερωτική Επιθυμία» (In the mood for love) του Shigeru Umebayashi.

Αν η πορεία του γκρουπ γινόταν ταινία, ποιο θα ήταν το soundtrack;

Σ.Γ.: Αν δεν το γράφαμε εμείς (!), θα ήταν πολυσυλλεκτικό, όπως στις ταινίες του Αλμοδόβαρ, χρησιμοποιώντας όμως soundtracks άλλων ταινιών: «Struggle for pleasure» του Wim Mertens (The belly of an architect), «Alfama» των Madredeus (Lisbon Story), «Moon River» του Henri Mancini (Breakfast at Tiffany’s), «Amado Mio» των Fisher και Roberts (Gilda), «Voir sur ton chemin» του Bruno Coulais (Les Choristes), «Big my secret» του Michael Nyman (The Piano), «Burn it blue» του Elliot Goldenthal (Frida), «Hay Amores» της Shakira (El Amor en los Tiempos de Cólera), «Iguazu» του Gustavo Santaolalla (Babel), «Young and Beautiful» της Lana Del Rey (The Great Gatsby), «Les parapluies de Cherbourg» του Michel Legrand, «Smile» του Charlie Chaplin κ.ο.κ., με το «Blue» του Χατζιδάκι και το «Serpico» (Δρόμοι Παλιοί) του Θεοδωράκη απαραίτητες επιλογές πριν καταλήξουμε… σε ποιο άλλο από το «Cinema Paradiso» του Morricone και το «La vita e bella» του Piovani!