Θοδωρής Βουτσικάκης: «Οι μπουάτ είχαν κάτι μαγικό» - Free Sunday
Θοδωρής Βουτσικάκης: «Οι μπουάτ είχαν κάτι μαγικό»

Θοδωρής Βουτσικάκης: «Οι μπουάτ είχαν κάτι μαγικό»

Στο ζεστό θέατρο της Οδού Φρυνίχου στην Πλάκα, του Θεάτρου Τέχνης, οι Δευτέρες και οι Τρίτες του Νοεμβρίου θα φιλοξενήσουν στη σκηνή του μιαν άλλη τέχνη, την τέχνη του τραγουδιού, μεταφέροντάς μας στην ιδιαίτερη ατμόσφαιρα των μπουάτ που ήξεραν όσο κανένας άλλος χώρος να αναδείξουν την ομορφιά των τραγουδιών. Στην Οδό Φρυνίχου, ο Θοδωρής Βουτσικάκης θα ξεδιπλώσει τη μαγεία τραγουδιών και αισθημάτων που επέλεξε η Λίνα Νικολακοπούλου για αυτήν την ξεχωριστή μουσική παράσταση.

ΣΤΗΝ ΝΤΕΠΥ ΚΟΥΡΕΛΛΟΥ

Πείτε μας τι θα δούμε, μάλλον θα ακούσουμε, στην Οδό Φρυνίχου. Είναι παράσταση ή συναυλία;
Σ’ αυτό το φιλόξενο και ιστορικό θέατρο της Πλάκας, στο Θέατρο Τέχνης, θα συναντηθούμε για πρώτη φορά και θα τραγουδήσουμε, και μαζί με τα περιεχόμενα που διαλέξαμε παρέα με τη Λίνα Νικολακοπούλου και δύο σπουδαίους μουσικούς, τον Νεοκλή Νεοφυτίδη και τον Βασίλη Ραψανιώτη, θα μεταφερθούμε στην ατμόσφαιρα των μπουάτ, με έναν τρόπο που νιώθω ότι αφορά το σήμερα. Έναν τρόπο που πιστεύω ταιριάζει στο ελληνικό τραγούδι. 

Πώς προέκυψε αυτή η ιδέα; Και τι ήταν αυτό που γοήτευσε εσάς σε αυτή;
Ύστερα από την τελευταία μου εμφάνιση στην Αθήνα πριν από δύο χρόνια, και τα απανωτά lockdowns που ακολούθησαν, προβληματίστηκα πολύ για το πού θα ήθελα να τραγουδήσω μετά από όλο αυτό που έχουμε περάσει και συνεχίζουμε να βιώνουμε. Σε μια από τις βόλτες μου στην Πλάκα, μου ήρθε η ιδέα και στη συνέχεια την «σφραγίσαμε» κατά μια έννοια με τη Λίνα, περνώντας παρέα έξω από τη Φρυνίχου. Είναι ένα πανέμορφο θέατρο που αγαπώ και θεωρώ ότι τα τραγούδια που θέλουμε να ακουστούν εκεί, τραγούδια διάφορων «ηλικιών» και αισθημάτων, με ένα πιάνο κι ένα βιολί, θα δημιουργήσουν μια ιδανική συνθήκη για τη φωνή μου, που με εκφράζει αυτήν τη στιγμή.

Αν σαν καλλιτέχνης ζούσατε τη δεκαετία του ’60 στην Αθήνα, θα σας βρίσκαμε στις μπουάτ της Πλάκας;
Θα με βρίσκατε σίγουρα και εκεί. Οι μπουάτ είχαν κάτι μαγικό, που, αν και δεν τις πρόλαβα, νιώθω ότι το εισπράττω από αυτό που έχουν αφήσει ως σημάδι στον χρόνο. Μικροί, ζεστοί χώροι, που αναδείκνυαν την ομορφιά των τραγουδιών και μαζί με τους καλλιτέχνες και τους ακροατές δημιούργησαν ωραίες αναμνήσεις.

Πώς έγινε η γνωριμία σας με τη Λίνα Νικολακοπούλου, και, μετά από έναν δίσκο και την παράσταση στη Φρυνίχου, τι είναι αυτό που σας κρατάει σαν δίδυμο όλα αυτά τα χρόνια;
Γνωριστήκαμε με τη Λίνα Νικολακοπούλου στη Θεσσαλονίκη, το 2015, κι έγινε αφορμή για να με καλέσει λίγο αργότερα να συμμετέχω σε ένα αφιέρωμα που έκαναν με τη Δάφνη Αλεξανδρή στην Αθήνα. Όλα αυτά τα χρόνια η σχέση μας εξελίσσεται, μου δίνει έμπνευση και για τη δουλειά μου και για τη ζωή μου. Η δισκογραφική μας συνεργασία με τον Nicola Piovani ήταν ένα όνειρο. Στην Οδό Φρυνίχου πάμε ένα βήμα παραπέρα. Μου δημιούργησε την ανάγκη να αναζητήσω και άλλα πράγματα, κι άλλα ρεπερτόρια. Νιώθω ότι έχουμε ακόμα πολλά να πούμε, να δημιουργήσουμε. Αν ήμασταν κομπιούτερ, θα έλεγα ότι τα λογισμικά μας ταιριάζουν.

Έχετε συναυλιακές συνεργασίες με την αφρόκρεμα των συνθετών και ερμηνευτών (Σταύρος Ξαρχάκος, Χρήστος Λεοντής, Μαρία Φαραντούρη, Νίκος Ξυδάκης κ.ά.). Ποια ξεχωρίζετε;
Όλες οι συνεργασίες έχουν τον πλούτο τους και νιώθω πραγματικά τυχερός ως προς αυτό. Μου έρχονται τώρα έντονα στο μυαλό δυο στιγμές. Το πρώτο μου Ηρώδειο, στον «Ερωτόκριτο» του Δημήτρη Μαραμή, την ώρα που ξεκινάει η παράσταση και έχω λίγα δευτερόλεπτα να συνειδητοποιήσω τη μαγεία του θεάτρου και να συντονιστώ με το τι μου συμβαίνει. Όπως επίσης και η πρώτη μας κοινή συναυλία με τον Σταύρο Ξαρχάκο στη Σαντορίνη. Είχα τέτοιο άγχος τότε, 26 χρονών, για αυτήν τη συναυλία, αλλά και ταυτόχρονα μια ανυπομονησία την ώρα που τραγουδούσα να περάσω σε κάθε επόμενη μουσική φράση των τραγουδιών του.

Πώς είναι να δίνετε παραστάσεις απέναντι σε ένα κοινό που φοράει μάσκες;
Δεν είναι ευχάριστο, γιατί νιώθω τον εγκλωβισμό στα πρόσωπα και πώς αυτό επηρεάζει όλη τη συμπεριφορά του ακροατή. Κάθε φορά νιώθω σαν να ψάχνω τον τρόπο να διαπεράσω αυτό το υφασμάτινο τοίχος. Ευτυχώς είναι και τα μάτια, και κάποιες φορές μας κάνουν να ξεχνιόμαστε. Ελπίζω να περάσει σύντομα αυτό που ζούμε.