Γιώργος Γαλάνης: «Η μουσική ήταν ένα μονοπάτι που έπρεπε να ανακαλύψω μόνος μου» - Free Sunday
Γιώργος Γαλάνης: «Η μουσική ήταν ένα μονοπάτι που έπρεπε να ανακαλύψω μόνος μου»

Γιώργος Γαλάνης: «Η μουσική ήταν ένα μονοπάτι που έπρεπε να ανακαλύψω μόνος μου»


Η Ακαδημία Νέων Λυρικών Τραγουδιστών Camerata Bardi Vocal Academy του Teatro Grattacielo της Νέας Υόρκης και η Ελληνική Συμφωνιέτα παρουσιάζουν την περίφημη όπερα του Μότσαρτ «Don Giovanni», στο Ιστορικό Θέατρο «Απόλλων» στις 29 και 30 Απριλίου. Το έργο θα παιχτεί σε διασκευή για μικρή ορχήστρα υπό τη διεύθυνση του αρχιμουσικού και καλλιτεχνικού διευθυντή της Ελληνικής Συμφωνιέτας Γιώργου Γαλάνη.

Πώς νιώθετε που διευθύνετε την όπερα «Don Giovanni» και μάλιστα στο ιστορικό Θέατρο «Απόλλων» στη Σύρο;

Η συγκεκριμένη παραγωγή είναι μια συνεργασία την οποία περίμενα πολύ καιρό και, όπως είναι φυσικό, νιώθω απεριόριστη χαρά που επιτέλους αυτή η στιγμή καταφθάνει. Τόσο εγώ όσο και ο καλός μου φίλος και συνεργάτης Στέφανος Κορωναίος, ο οποίος έχει αναλάβει τη σκηνοθεσία, έχουμε αφιερώσει πολύ χρόνο και σκέψη σ’ αυτό το εγχείρημα και το μόνο που μένει είναι να απολαύσουμε τους καρπούς του.

Το Θέατρο «Απόλλων» της Σύρου είναι όντως ένα ιστορικό θέατρο, το οποίο μαζί με το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά και το Δημοτικό και Περιφερειακό Θέατρο Πάτρας αποτελούν την τριλογία των λυρικών θεάτρων στη χώρα μας. Τυγχάνει να έχω ήδη πραγματοποιήσει εμφανίσεις στα άλλα δύο θέατρα που προανέφερα και, με την προσεχή συνεργασία μου με το Θέατρο «Απόλλων» της Σύρου, νιώθω πως ένα ακόμη όνειρο θα γίνει πραγματικότητα.

 

Πείτε μας κάποια πράγματα για την όπερα «Don Giovanni». Ποια είναι τα δυναμικά στοιχεία που τη χαρακτηρίζουν;

Η όπερα «Don Giovanni» παρουσιάστηκε για πρώτη φορά τον Οκτώβριο του 1787 στο Θέατρο των Τάξεων της Πράγας και είναι η δεύτερη από τις τρεις κορυφαίες κωμικές όπερες οι οποίες αποτελούν το αποτέλεσμα της συνεργασίας του Αυστριακού συνθέτη με τον Ιταλό ποιητή Lorenzo da Ponte.

Το έργο θα έλεγα πως τα έχει όλα. Τόσο το λιμπρέτο όσο και η μουσική συνδυάζουν με αριστοτεχνικό τρόπο δραματικές και κωμικές σκηνές, κάνοντάς το να ξεχωρίζει από όλες τις άλλες όπερες της εποχής εκείνης. Αποκορύφωμα του κωμικού στοιχείου της όπερας θα έλεγα πως αποτελεί η σκηνή όπου ο κατεργάρης υπηρέτης Leporello αναλαμβάνει για χάρη του αφέντη του να ξεφορτωθεί μια πρώην ερωμένη του που τον καταδιώκει. Η περίφημη άρια του καταλόγου, την οποία και της τραγουδά προκλητικά, απαριθμεί και περιγράφει τις χιλιάδες κατακτήσεις του αφέντη του σε διάφορες χώρες της Ευρώπης.

Η πιο δραματική στιγμή του έργου είναι σίγουρα το τελευταίο μέρος του δεύτερου φινάλε. Αναφέρομαι στην περίφημη σκηνή όπου το άγαλμα του διοικητή της Σεβίλλης και πατέρα της Donna Anna, τον οποίο ο πρωταγωνιστής έχει φονεύσει σε μονομαχία στην πρώτη σκηνή του έργου, επισκέπτεται τον Don Giovanni ύστερα από πρόσκληση του τελευταίου για δείπνο και τον σέρνει στην κόλαση. Όταν φτάνει αυτή η στιγμή του έργου, θαρρείς πως όλα οδηγούσαν σε αυτό το σημείο. Η δραματικότητα της μουσικής σε συνδυασμό με τη δράση επί σκηνής καθηλώνουν τον ακροατή.

Δουλεύετε μαζί με τον σκηνοθέτη Στέφανο Κορωναίο που μένει μόνιμα στη Νέα Υόρκη. Δύσκολη η συνεργασία εξ αποστάσεως;

Ζούμε σε μια εποχή που η παγκόσμια χρήση του διαδικτύου έχει συνεισφέρει τα μέγιστα στη δικτύωση ανθρώπων που επιθυμούν να μοιραστούν κοινούς στόχους και οράματα, σε μια κατά τα άλλα δύσκολη εποχή σε όλους τους τομείς. Η συνεργασία μου με το Στέφανο Κορωναίο και το Teatro Grattacielo ήταν και είναι άψογη. Είμαστε δύο συνεργάτες οι οποίοι σέβονται ο ένας την προσωπικότητα και την άποψη του άλλου, και αυτό σας διαβεβαιώνω ότι θα βγει και στο αποτέλεσμα. Μάλιστα, πρόσφατα, ο κ. Κορωναίος με εμπιστεύτηκε να διδάξω τους νέους τραγουδιστές της Camerata Bardi Vocal Academy, κάτι για το οποίο θα ήθελα να τον ευχαριστήσω και δημοσίως.

Πηγαίνοντας πίσω στον χρόνο, πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με τη μουσική και πώς εξελίχθηκε στη συνέχεια;

Η μουσική ήταν ένα μονοπάτι που έπρεπε να ανακαλύψω μόνος μου, καθότι δεν προέρχομαι από μουσική οικογένεια κι επομένως δεν υπήρχαν τέτοιου είδους ερεθίσματα στο σπίτι. Όλα ξεκίνησαν με την εγγραφή μου στο Μουσικό Σχολείο Πάτρας, όπου άρχισα να ανακαλύπτω τον κόσμο της μουσικής με αργά και σταθερά βήματα, ώσπου αποφάσισα να μάθω βιολί. Ύστερα, το ένα απλά έφερε το άλλο. Το ταξίδι συνεχίστηκε με την εισαγωγή μου στο τμήμα μουσικών σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών κι έπειτα στο Τμήμα Διεύθυνσης Ορχήστρας της Ακαδημίας Μουσικής της Πράγας, όπου ανδρώθηκα μουσικά. Στο επαγγελματικό κομμάτι μετράω ήδη συνεργασίες με μερικές από τις μεγάλες ελληνικές ορχήστρες, καθώς και με σύνολα του εξωτερικού. Μόλις το 2019, και λίγο πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας, πραγματοποίησα το ντεμπούτο μου ως μαέστρος όπερας στην Ελβετία.

Πώς γεννήθηκε η Sinfonietta Hellenica και τι είναι αυτό που θέλετε να φέρετε στη μουσική σκηνή της Ελλάδας;

Η Ελληνική Συμφωνιέτα ιδρύθηκε τον Αύγουστο του 2018 και αποτελεί μια ιδιωτική πρωτοβουλία, με βασικό της εμπνευστή εμένα τον ίδιο. Τίποτε απ’ όλα αυτά όμως δεν θα ήταν εφικτό, αν δεν είχα την υποστήριξη και τη συνεργασία των μουσικών μου, οι οποίοι εξαρχής αγκάλιασαν αυτό το εγχείρημα και το στήριξαν με όλες τους τις δυνάμεις. Η ορχήστρα αποτελείται από μια «δεξαμενή» νέων επαγγελματιών μουσικών, αποφοίτων ωδείων και μουσικών πανεπιστημίων της Ελλάδας και του εξωτερικού, οι οποίοι έχουν επιλεχθεί με αμιγώς καλλιτεχνικά κριτήρια.

Εδώ και πάνω από τρία χρόνια προσπαθούμε να χτίσουμε μια ταυτότητα η οποία θα προσδώσει μοναδικότητα στην ορχήστρα μας και θα την κάνει να ξεχωρίζει από αντίστοιχα καλλιτεχνικά σχήματα του ελληνικού χώρου. Καταρχάς, προωθούμε τη συνεργασία με μουσικούς προερχόμενους από διάφορα μέρη της ελληνικής επικράτειας, και όχι μόνο. Μάλιστα, η ίδια η ορχήστρα εδρεύει στην ιδιαίτερη πατρίδα μου, την Πάτρα. Η κίνηση αυτή έχει καθαρά συμβολικό χαρακτήρα, καθότι έτσι προσπαθούμε να δηλώσουμε ότι ο πολιτισμός δεν αποτελεί αποκλειστικό προνόμιο των μεγάλων αστικών κέντρων, όπως δυστυχώς συμβαίνει μέχρι τώρα στη χώρα μας.

Έπειτα, πιστεύουμε ότι η ουσία της τέχνης είναι να εκφράζει απόψεις και να δημιουργεί συνειδήσεις, σε μια κοινωνία που μαστίζεται από βία και έλλειψη αλληλοκατανόησης. Η επιλογή μας να παρουσιάσουμε το συγκεκριμένο έργο δεν είναι καθόλου τυχαία, αφού ο ίδιος ο Don Giovanni αποτελεί την ενσάρκωση του σεξισμού και του ναρκισσισμού. Ωστόσο, στο έργο του Μότσαρτ ο κεντρικός ήρωας τελικά πληρώνει για τις αμαρτίες του με την ίδια του τη ζωή. Επιλέγοντας, λοιπόν, το συγκεκριμένο έργο θέλουμε να παροτρύνουμε τον κόσμο να επαναπροσδιορίσει τις παλαιότερες πατριαρχικές δομές, οι οποίες αποδείχθηκαν προβληματικές, αφού σ’ αυτές βρήκαν πρόσφορο έδαφος ο σεξισμός και η έμφυλη βία.

Σε μια εποχή που οι συνέπειες του κινήματος #ΜeΤoo έχουν αγγίξει την ουσία της σύγχρονης κοινωνίας, θεωρούμε χρέος μας να συμβάλλουμε με το έργο μας στη διαπαιδαγώγηση του ελληνικού κοινού πάνω σε θέματα έμφυλης βίας. Πάνω απ’ όλα, με την επιλογή μας αυτή θέλουμε να δείξουμε ότι καμία παραβατική πράξη δεν μένει ατιμώρητη.

 

Είσαστε νέος άνθρωπος ο ίδιος. Οι νέοι άνθρωποι ενδιαφέρονται για τη συμφωνική μουσική και όπερα; Ή πάντοτε, διαχρονικά, οι μεγαλύτερες ηλικίες ενδιαφέρονται περισσότερο;
Δεν νομίζω πως μπορεί κανείς να μιλήσει για περιορισμούς στο κοινό της κλασικής μουσικής και της όπερας, πόσο μάλλον για ηλικιακούς. Ξέρετε, είναι όλα θέμα προσφοράς και ζήτησης. Όταν σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, στην οποία δραστηριοποιείται μόλις ένας οργανισμός όπερας, δεν υπάρχει προσφορά τέτοιου είδους καλλιτεχνικών υπηρεσιών, τότε είναι φυσικό να μην υπάρχει και ζήτηση. Το ελληνικό κοινό, και ειδικά στην επαρχία, όντως δεν έχει καλή σχέση με την όπερα. Αυτό, όμως, οφείλεται στο γεγονός ότι πολύ απλά δεν είχε σχεδόν ποτέ την ευκαιρία να τη γνωρίσει και να δεχτεί ερεθίσματα ικανά να το πείσουν σχετικά με την ψυχαγωγική διάστασή της.

Έχουμε τονίσει ουκ ολίγες φορές ότι η ελληνική πολιτεία πρέπει να επενδύσει περισσότερο στη δημιουργία πολιτιστικών φορέων. Τα οφέλη είναι τεράστια για την καταπολέμηση κοινωνικών φαινομένων, όπως η εγκληματικότητα και η βία. Πάντως, τα δείγματα που έχουμε σχετικά με το ενδιαφέρον του ελληνικού κοινού για την κλασική μουσική είναι αρκετά θετικά και, φυσικά, οι νέοι δεν αποτελούν εξαίρεση. Το μόνο που χρειάζεται είναι να προσφέρουμε στον κόσμο περισσότερη τέχνη και τα υπόλοιπα θα γίνουν μόνα τους.

Φαντάζομαι, υπάρχουν πολλοί και ταλαντούχοι νέοι μουσικοί στην Ελλάδα. Είσαστε αισιόδοξος;
Φυσικά! Η χώρα μας διαθέτει εξαιρετικούς μουσικούς και δεν νομίζω πως θα μπορούσε κανείς να διαφωνήσει επ’ αυτού. Υπάρχει πολύ ταλέντο και μπορώ να πω ότι, παρόλο που το εκπαιδευτικό σύστημα σε ό,τι έχει να κάνει με τη μουσική παρουσιάζει πολλές ελλείψεις, ωστόσο οι νέοι μουσικοί μας καταφέρνουν να γίνουν δεκτοί σε σπουδαία ακαδημαϊκά ιδρύματα του εξωτερικού και, φυσικά, πολλοί από αυτούς σταδιοδρομούν σε μεγάλες ορχήστρες ή ακολουθούν τη σολιστική οδό. Δεν θα έλεγα ότι έχουμε γενικά να ζηλέψουμε κάτι ως χώρα σε αυτό το κομμάτι. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να ληφθούν αποφάσεις από την κεντρική διοίκηση προς την κατεύθυνση της βελτίωσης ή ακόμη και της αναμόρφωσης της μουσικής εκπαίδευσης. Σας υπενθυμίζω ότι μια ανεπτυγμένη χώρα του δυτικού κόσμου, όπως η Ελλάδα, δεν έχει ακόμη ακαδημία παραστατικών τεχνών, έτσι ώστε να μπορούν οι νέοι να πραγματοποιούν καλλιτεχνικές σπουδές σε πανεπιστημιακό επίπεδο. Παρ’ όλα αυτά, οι νέοι Έλληνες μουσικοί υπηρετούν την τέχνη τους με ζήλο, κάτι που μας κάνει να ατενίζουμε το μέλλον της μουσικής βιομηχανίας στη χώρα μας με έντονη αισιοδοξία.  Η Ακαδημία Νέων Λυρικών Τραγουδιστών Camerata Bardi Vocal Academy του Teatro Grattacielo της Νέας Υόρκης και η Ελληνική Συμφωνιέτα παρουσιάζουν την περίφημη όπερα του Μότσαρτ «Don Giovanni», στο Ιστορικό Θέατρο «Απόλλων» στις 29 και 30 Απριλίου. Το έργο θα παιχτεί σε διασκευή για μικρή ορχήστρα υπό τη διεύθυνση του αρχιμουσικού και καλλιτεχνικού διευθυντή της Ελληνικής Συμφωνιέτας Γιώργου Γαλάνη.

Πώς νιώθετε που διευθύνετε την όπερα «Don Giovanni» και μάλιστα στο ιστορικό Θέατρο «Απόλλων» στη Σύρο;

Η συγκεκριμένη παραγωγή είναι μια συνεργασία την οποία περίμενα πολύ καιρό και, όπως είναι φυσικό, νιώθω απεριόριστη χαρά που επιτέλους αυτή η στιγμή καταφθάνει. Τόσο εγώ όσο και ο καλός μου φίλος και συνεργάτης Στέφανος Κορωναίος, ο οποίος έχει αναλάβει τη σκηνοθεσία, έχουμε αφιερώσει πολύ χρόνο και σκέψη σ’ αυτό το εγχείρημα και το μόνο που μένει είναι να απολαύσουμε τους καρπούς του.

Το Θέατρο «Απόλλων» της Σύρου είναι όντως ένα ιστορικό θέατρο, το οποίο μαζί με το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά και το Δημοτικό και Περιφερειακό Θέατρο Πάτρας αποτελούν την τριλογία των λυρικών θεάτρων στη χώρα μας. Τυγχάνει να έχω ήδη πραγματοποιήσει εμφανίσεις στα άλλα δύο θέατρα που προανέφερα και, με την προσεχή συνεργασία μου με το Θέατρο «Απόλλων» της Σύρου, νιώθω πως ένα ακόμη όνειρο θα γίνει πραγματικότητα.

 

Πείτε μας κάποια πράγματα για την όπερα «Don Giovanni». Ποια είναι τα δυναμικά στοιχεία που τη χαρακτηρίζουν;

Η όπερα «Don Giovanni» παρουσιάστηκε για πρώτη φορά τον Οκτώβριο του 1787 στο Θέατρο των Τάξεων της Πράγας και είναι η δεύτερη από τις τρεις κορυφαίες κωμικές όπερες οι οποίες αποτελούν το αποτέλεσμα της συνεργασίας του Αυστριακού συνθέτη με τον Ιταλό ποιητή Lorenzo da Ponte.

Το έργο θα έλεγα πως τα έχει όλα. Τόσο το λιμπρέτο όσο και η μουσική συνδυάζουν με αριστοτεχνικό τρόπο δραματικές και κωμικές σκηνές, κάνοντάς το να ξεχωρίζει από όλες τις άλλες όπερες της εποχής εκείνης. Αποκορύφωμα του κωμικού στοιχείου της όπερας θα έλεγα πως αποτελεί η σκηνή όπου ο κατεργάρης υπηρέτης Leporello αναλαμβάνει για χάρη του αφέντη του να ξεφορτωθεί μια πρώην ερωμένη του που τον καταδιώκει. Η περίφημη άρια του καταλόγου, την οποία και της τραγουδά προκλητικά, απαριθμεί και περιγράφει τις χιλιάδες κατακτήσεις του αφέντη του σε διάφορες χώρες της Ευρώπης.

Η πιο δραματική στιγμή του έργου είναι σίγουρα το τελευταίο μέρος του δεύτερου φινάλε. Αναφέρομαι στην περίφημη σκηνή όπου το άγαλμα του διοικητή της Σεβίλλης και πατέρα της Donna Anna, τον οποίο ο πρωταγωνιστής έχει φονεύσει σε μονομαχία στην πρώτη σκηνή του έργου, επισκέπτεται τον Don Giovanni ύστερα από πρόσκληση του τελευταίου για δείπνο και τον σέρνει στην κόλαση. Όταν φτάνει αυτή η στιγμή του έργου, θαρρείς πως όλα οδηγούσαν σε αυτό το σημείο. Η δραματικότητα της μουσικής σε συνδυασμό με τη δράση επί σκηνής καθηλώνουν τον ακροατή.

Δουλεύετε μαζί με τον σκηνοθέτη Στέφανο Κορωναίο που μένει μόνιμα στη Νέα Υόρκη. Δύσκολη η συνεργασία εξ αποστάσεως;

Ζούμε σε μια εποχή που η παγκόσμια χρήση του διαδικτύου έχει συνεισφέρει τα μέγιστα στη δικτύωση ανθρώπων που επιθυμούν να μοιραστούν κοινούς στόχους και οράματα, σε μια κατά τα άλλα δύσκολη εποχή σε όλους τους τομείς. Η συνεργασία μου με το Στέφανο Κορωναίο και το Teatro Grattacielo ήταν και είναι άψογη. Είμαστε δύο συνεργάτες οι οποίοι σέβονται ο ένας την προσωπικότητα και την άποψη του άλλου, και αυτό σας διαβεβαιώνω ότι θα βγει και στο αποτέλεσμα. Μάλιστα, πρόσφατα, ο κ. Κορωναίος με εμπιστεύτηκε να διδάξω τους νέους τραγουδιστές της Camerata Bardi Vocal Academy, κάτι για το οποίο θα ήθελα να τον ευχαριστήσω και δημοσίως.

Πηγαίνοντας πίσω στον χρόνο, πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με τη μουσική και πώς εξελίχθηκε στη συνέχεια;

Η μουσική ήταν ένα μονοπάτι που έπρεπε να ανακαλύψω μόνος μου, καθότι δεν προέρχομαι από μουσική οικογένεια κι επομένως δεν υπήρχαν τέτοιου είδους ερεθίσματα στο σπίτι. Όλα ξεκίνησαν με την εγγραφή μου στο Μουσικό Σχολείο Πάτρας, όπου άρχισα να ανακαλύπτω τον κόσμο της μουσικής με αργά και σταθερά βήματα, ώσπου αποφάσισα να μάθω βιολί. Ύστερα, το ένα απλά έφερε το άλλο. Το ταξίδι συνεχίστηκε με την εισαγωγή μου στο τμήμα μουσικών σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών κι έπειτα στο Τμήμα Διεύθυνσης Ορχήστρας της Ακαδημίας Μουσικής της Πράγας, όπου ανδρώθηκα μουσικά. Στο επαγγελματικό κομμάτι μετράω ήδη συνεργασίες με μερικές από τις μεγάλες ελληνικές ορχήστρες, καθώς και με σύνολα του εξωτερικού. Μόλις το 2019, και λίγο πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας, πραγματοποίησα το ντεμπούτο μου ως μαέστρος όπερας στην Ελβετία.

Πώς γεννήθηκε η Sinfonietta Hellenica και τι είναι αυτό που θέλετε να φέρετε στη μουσική σκηνή της Ελλάδας;

Η Ελληνική Συμφωνιέτα ιδρύθηκε τον Αύγουστο του 2018 και αποτελεί μια ιδιωτική πρωτοβουλία, με βασικό της εμπνευστή εμένα τον ίδιο. Τίποτε απ’ όλα αυτά όμως δεν θα ήταν εφικτό, αν δεν είχα την υποστήριξη και τη συνεργασία των μουσικών μου, οι οποίοι εξαρχής αγκάλιασαν αυτό το εγχείρημα και το στήριξαν με όλες τους τις δυνάμεις. Η ορχήστρα αποτελείται από μια «δεξαμενή» νέων επαγγελματιών μουσικών, αποφοίτων ωδείων και μουσικών πανεπιστημίων της Ελλάδας και του εξωτερικού, οι οποίοι έχουν επιλεχθεί με αμιγώς καλλιτεχνικά κριτήρια.

Εδώ και πάνω από τρία χρόνια προσπαθούμε να χτίσουμε μια ταυτότητα η οποία θα προσδώσει μοναδικότητα στην ορχήστρα μας και θα την κάνει να ξεχωρίζει από αντίστοιχα καλλιτεχνικά σχήματα του ελληνικού χώρου. Καταρχάς, προωθούμε τη συνεργασία με μουσικούς προερχόμενους από διάφορα μέρη της ελληνικής επικράτειας, και όχι μόνο. Μάλιστα, η ίδια η ορχήστρα εδρεύει στην ιδιαίτερη πατρίδα μου, την Πάτρα. Η κίνηση αυτή έχει καθαρά συμβολικό χαρακτήρα, καθότι έτσι προσπαθούμε να δηλώσουμε ότι ο πολιτισμός δεν αποτελεί αποκλειστικό προνόμιο των μεγάλων αστικών κέντρων, όπως δυστυχώς συμβαίνει μέχρι τώρα στη χώρα μας.

Έπειτα, πιστεύουμε ότι η ουσία της τέχνης είναι να εκφράζει απόψεις και να δημιουργεί συνειδήσεις, σε μια κοινωνία που μαστίζεται από βία και έλλειψη αλληλοκατανόησης. Η επιλογή μας να παρουσιάσουμε το συγκεκριμένο έργο δεν είναι καθόλου τυχαία, αφού ο ίδιος ο Don Giovanni αποτελεί την ενσάρκωση του σεξισμού και του ναρκισσισμού. Ωστόσο, στο έργο του Μότσαρτ ο κεντρικός ήρωας τελικά πληρώνει για τις αμαρτίες του με την ίδια του τη ζωή. Επιλέγοντας, λοιπόν, το συγκεκριμένο έργο θέλουμε να παροτρύνουμε τον κόσμο να επαναπροσδιορίσει τις παλαιότερες πατριαρχικές δομές, οι οποίες αποδείχθηκαν προβληματικές, αφού σ’ αυτές βρήκαν πρόσφορο έδαφος ο σεξισμός και η έμφυλη βία.

Σε μια εποχή που οι συνέπειες του κινήματος #ΜeΤoo έχουν αγγίξει την ουσία της σύγχρονης κοινωνίας, θεωρούμε χρέος μας να συμβάλλουμε με το έργο μας στη διαπαιδαγώγηση του ελληνικού κοινού πάνω σε θέματα έμφυλης βίας. Πάνω απ’ όλα, με την επιλογή μας αυτή θέλουμε να δείξουμε ότι καμία παραβατική πράξη δεν μένει ατιμώρητη.

 

Είσαστε νέος άνθρωπος ο ίδιος. Οι νέοι άνθρωποι ενδιαφέρονται για τη συμφωνική μουσική και όπερα; Ή πάντοτε, διαχρονικά, οι μεγαλύτερες ηλικίες ενδιαφέρονται περισσότερο;
Δεν νομίζω πως μπορεί κανείς να μιλήσει για περιορισμούς στο κοινό της κλασικής μουσικής και της όπερας, πόσο μάλλον για ηλικιακούς. Ξέρετε, είναι όλα θέμα προσφοράς και ζήτησης. Όταν σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, στην οποία δραστηριοποιείται μόλις ένας οργανισμός όπερας, δεν υπάρχει προσφορά τέτοιου είδους καλλιτεχνικών υπηρεσιών, τότε είναι φυσικό να μην υπάρχει και ζήτηση. Το ελληνικό κοινό, και ειδικά στην επαρχία, όντως δεν έχει καλή σχέση με την όπερα. Αυτό, όμως, οφείλεται στο γεγονός ότι πολύ απλά δεν είχε σχεδόν ποτέ την ευκαιρία να τη γνωρίσει και να δεχτεί ερεθίσματα ικανά να το πείσουν σχετικά με την ψυχαγωγική διάστασή της.

Έχουμε τονίσει ουκ ολίγες φορές ότι η ελληνική πολιτεία πρέπει να επενδύσει περισσότερο στη δημιουργία πολιτιστικών φορέων. Τα οφέλη είναι τεράστια για την καταπολέμηση κοινωνικών φαινομένων, όπως η εγκληματικότητα και η βία. Πάντως, τα δείγματα που έχουμε σχετικά με το ενδιαφέρον του ελληνικού κοινού για την κλασική μουσική είναι αρκετά θετικά και, φυσικά, οι νέοι δεν αποτελούν εξαίρεση. Το μόνο που χρειάζεται είναι να προσφέρουμε στον κόσμο περισσότερη τέχνη και τα υπόλοιπα θα γίνουν μόνα τους.

Φαντάζομαι, υπάρχουν πολλοί και ταλαντούχοι νέοι μουσικοί στην Ελλάδα. Είσαστε αισιόδοξος;
Φυσικά! Η χώρα μας διαθέτει εξαιρετικούς μουσικούς και δεν νομίζω πως θα μπορούσε κανείς να διαφωνήσει επ’ αυτού. Υπάρχει πολύ ταλέντο και μπορώ να πω ότι, παρόλο που το εκπαιδευτικό σύστημα σε ό,τι έχει να κάνει με τη μουσική παρουσιάζει πολλές ελλείψεις, ωστόσο οι νέοι μουσικοί μας καταφέρνουν να γίνουν δεκτοί σε σπουδαία ακαδημαϊκά ιδρύματα του εξωτερικού και, φυσικά, πολλοί από αυτούς σταδιοδρομούν σε μεγάλες ορχήστρες ή ακολουθούν τη σολιστική οδό. Δεν θα έλεγα ότι έχουμε γενικά να ζηλέψουμε κάτι ως χώρα σε αυτό το κομμάτι. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να ληφθούν αποφάσεις από την κεντρική διοίκηση προς την κατεύθυνση της βελτίωσης ή ακόμη και της αναμόρφωσης της μουσικής εκπαίδευσης. Σας υπενθυμίζω ότι μια ανεπτυγμένη χώρα του δυτικού κόσμου, όπως η Ελλάδα, δεν έχει ακόμη ακαδημία παραστατικών τεχνών, έτσι ώστε να μπορούν οι νέοι να πραγματοποιούν καλλιτεχνικές σπουδές σε πανεπιστημιακό επίπεδο. Παρ’ όλα αυτά, οι νέοι Έλληνες μουσικοί υπηρετούν την τέχνη τους με ζήλο, κάτι που μας κάνει να ατενίζουμε το μέλλον της μουσικής βιομηχανίας στη χώρα μας με έντονη αισιοδοξία.