Ελένη Σκότη: «Πρέπει να ακολουθούμε την ψυχή μας» - Free Sunday
Ελένη Σκότη: «Πρέπει να ακολουθούμε την ψυχή μας»

Ελένη Σκότη: «Πρέπει να ακολουθούμε την ψυχή μας»

Από τις πρώτες γυναίκες σκηνοθέτες που γνώρισαν ανταπόκριση και αποδοχή, η Ελένη Σκότη με την Ομάδα ΝΑΜΑ έχει γράψει πολλά χιλιόμετρα στην αθηναϊκή θεατρική σκηνή. Δασκάλα του θεάτρου, κυριολεκτικά και μεταφορικά, μας αφηγείται πώς από τη Νέα Υόρκη βρέθηκε στην Ελλάδα και μας εξηγεί πως «εκείνοι που μας αγαπούν περισσότερο πολλές φορές αγκιστρώνονται πάνω μας, στερώντας μας την ελευθερία να αυτονομηθούμε ως προσωπικότητες», όπως συμβαίνει και στη «Βασίλισσα της ομορφιάς», του Μάρτιν Μακ Ντόνα, που θα παρουσιάσει στο Σύγχρονο Θέατρο.

Μιλήστε μας για το έργο…

Η «Βασίλισσα της ομορφιάς» του Άγγλου συγγραφέα, ιρλανδικής καταγωγής, Μάρτιν Μακ Ντόνα, όταν γράφτηκε, το 1996, με τον συγγραφέα να είναι μόλις 24 ετών, έκανε μεγάλη αίσθηση στον θεατρικό χώρο και βραβεύτηκε τόσο στην Αγγλία όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Το έργο αναφέρεται στη σχέση μιας γηραιάς μάνας με τη σαραντάχρονη κόρη της, που ζουν μαζί σε ένα απομακρυσμένο χωριό, στο Λίνεϊν, της δυτικής Ιρλανδίας. Το Λίνεϊν είναι ένα ξεχασμένο χωριό που οι περισσότεροι άντρες το έχουν εγκαταλείψει μεταναστεύοντας για κάτι καλύτερο, αφού ο τόπος τους δεν έχει τίποτα να τους προσφέρει. Η κόρη, μια πικραμένη και ταλαιπωρημένη γεροντοκόρη πλέον, έχει να φροντίζει τη μάνα της, χωρίς βοήθεια από τις δύο αδερφές της, η οποία μάνα, όντας πολύ καταπιεστική, την κρατά ουσιαστικά «αιχμάλωτη» στο σπίτι με διάφορα κόλπα, ώστε να μη χάσει την υποστήριξή της. Το αποτέλεσμα είναι μια νοσηρή κατάσταση, με συνεχείς προστριβές και αμοιβαία καταπίεση. Κάποια περίοδο μάλιστα στο παρελθόν η κόρη είχε φύγει μετανάστρια στην Αγγλία για να βρει δουλειά, όπου αντιμετώπισε ψυχολογικά προβλήματα και αναγκάστηκε να γυρίσει πίσω, πράγμα που επέτεινε αυτή τη νοσηρότητα. Όλα αυτά μέχρι που εμφανίζεται ένας άντρας, γνωστός της από τα σχολικά της χρόνια, ο οποίος φέρνει λίγο φως στην υπόθεση, κάνοντάς μας να ελπίζουμε ότι η κόρη βρήκε επιτέλους τον άντρα της ζωής της και θα μπορέσει να ξεφύγει από αυτή τη σχέση. Η μάνα, όμως, με τα κόλπα της καταφέρνει να εμποδίσει το διαφαινόμενο ειδύλλιο, παρ’ όλες τις απέλπιδες προσπάθειες της κόρης.

Το σημαντικότερο σε αυτό το έργο είναι ότι ο συγγραφέας, παρόλο που καταπιάνεται με ένα οδυνηρό θέμα, καθώς αυτή η μάνα καταστρέφει ουσιαστικά την κόρη της, βρίσκει τον μαγικό εκείνο τρόπο να αντιμετωπίζει τις τραγικές καταστάσεις με χιούμορ. Αυτό το στοιχείο του έργου μάς επιτρέπει ως θεατές να μπορούμε να παίρνουμε τις ανάλογες ανάσες και να παρακολουθούμε τη δράση του έργου μέχρι το τελευταίο λεπτό, καταλήγοντας σε ένα δυνατό φινάλε, «γροθιά στο στομάχι». Πρωταγωνιστούν εξαιρετικοί ηθοποιοί: στον ρόλο της μητέρας εμφανίζεται η Σοφία Σεϊρλή, την κόρη υποδύεται η Αγορίτσα Οικονόμου, ο Αντώνης Τσιοτσιόπουλος είναι ο άντρας που έρχεται στη ζωή της κόρης και ο Γιώργος Κατσής, ο νεαρός αδερφός του.

Untitled design min

 

Έχετε δει παραστάσεις του στο εξωτερικό;

Όχι, δυστυχώς, δεν έχω δει καμία παράστασή του στο εξωτερικό. Μου αρέσει πολύ ως συγγραφέας και έχω διαβάσει σχεδόν όλα του έργα, την «Τριλογία του Λίνεϊν», το «Κρανίο της Κονεμάρα», την «Άγρια Δύση», τον «Πουπουλένιο», τον «Σακάτη του Ίνισμαν». Έχω όμως δει την ταινία του «Οι τρεις πινακίδες έξω από το Έμπινγκ, στο Μιζούρι», όπου έγραψε το σενάριο και έκανε τη σκηνοθεσία, η οποία βραβεύτηκε με τέσσερις Χρυσές Σφαίρες. Σε όποιον δεν την έχει δει τη συστήνω ανεπιφύλακτα!

Η σχέση μητέρας-κόρης έχει απασχολήσει εκατοντάδες συγγραφείς (και θα απασχολήσει άλλους τόσους και περισσότερους στο μέλλον). Γιατί μας πληγώνουν περισσότερο εκείνοι που μας αγαπούν περισσότερο;

Όντως υπάρχουν πάρα πολλά θεατρικά έργα που έχουν ασχοληθεί με αυτή τη σύνθετη σχέση μάνας-κόρης. Το πιο κλασικό και φημισμένο είναι ο «Γυάλινος Κόσμος» του Τενεσί Ουίλιαμς. Υπάρχει και το «Καληνύχτα Μητέρα» της Μάρσα Νόρμαν. Σπουδαία έργα, που μιλούν για τις προβληματικές σχέσεις μάνας και κόρης, όπως αυτή που βλέπουμε και στο έργο του Μακ Ντόνα. Η σχέση αυτή, της μάνας με το παιδί, για μένα, είναι η πιο σημαντική σχέση που υπάρχει. Εάν δεν έχουμε λάβει αγάπη από τη μητέρα μας, θα την ψάχνουμε σε όλη μας τη ζωή. Η έλλειψη της αγάπης της μάνας μάς καθορίζει για όλη μας τη ζωή, δημιουργεί ένα κενό μέσα μας και αναζητούμε πάντα αυτή την αποδοχή, αυτή τη φροντίδα που ποτέ δεν λάβαμε. Αντίθετα, η ανιδιοτελής αγάπη της μάνας που προσφέρεται σε ένα παιδί το αναθρέφει ψυχικά ώστε να μπορεί να προσφέρει, να μπορεί να βρίσκει λύσεις στις σχέσεις του και να παρέχει προστασία στους άλλους. Κάποιες φορές, όμως, οι άνθρωποι μπορεί να γίνουν σκληροί, καθώς επικεντρώνονται μόνο στις δικές τους επιθυμίες. Ο φόβος της εγκατάλειψης ή της μοναξιάς μπορεί να επιτείνει τη συμπεριφορά μιας εγωκεντρικής στάσης, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται νοσηρές σχέσεις μεταξύ γονέων και παιδιών. Αυτοί που μας αγαπούν περισσότερο, ή που νομίζουν πως μας αγαπούν, πολλές φορές αγκιστρώνονται πάνω μας, στερώντας μας την ελευθερία να αυτονομηθούμε ως προσωπικότητες και να τραβήξουμε τον δικό μας δρόμο, όπως γίνεται και στο έργο του Μακ Ντόνα.

Το έργο χαρακτηρίζεται αντίστοιχο του «in yer face theatre», που αναπτύχθηκε στη Μεγάλη Βρετανία τη δεκαετία του ’90. Πείτε μας περισσότερα γι’ αυτό το θεατρικό είδος.

Το συγγραφικό αυτό κίνημα γεννήθηκε σχετικά πρόσφατα, τη δεκαετία του 1990, στη Μεγάλη Βρετανία, και σε αυτό το κίνημα ανήκουν πολλοί συγγραφείς. Αναφέρω ως πιο αντιπροσωπευτικούς τους Μαρκ Ρέιβενχιλ («Shopping and fucking»), Σάρα Κέιν («Blasted»), Άντονι Νίλσον («Penetrator»). Τα έργα αυτά είχαν κάποια κοινά χαρακτηριστικά που προκαλούσαν σοκ στο αίσθημα του θεατή (στα μούτρα σου θέατρο - «in yer face theatre») και η θεματολογία τους είχε ως βασικό άξονα θέματα-ταμπού, όπως βιασμούς, αυτοκτονία, ψυχικές ασθένειες κ.λπ.

Πάνω στη σκηνή μπορεί να απεικονίζονταν σκηνές ακραίας σωματικής ή συναισθηματικής βίας, σεξουαλικής κακοποίησης, κάνοντας τον θεατή να νιώσει τρόμο ή φόβο. Πρόκειται για ένα βιωματικό θέατρο με σκοπό να ενεργοποιήσει τον θεατή απέναντι στη σκληρότητα του κόσμου. Το θεατρικό αυτό είδος δημιουργήθηκε ως αντίδραση απέναντι στον καθωσπρεπισμό και το κατεστημένο, όπου τα πάντα ήταν καλογυαλισμένα και φωτεινά. Ήταν η ανάγκη να επέλθει μια αλλαγή τόσο σε ατομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο.

Στην παράσταση «Η βασίλισσα της ομορφιάς» η ιστορία διαδραματίζεται μέσα στον οικογενειακό ιστό, αλλά μπορεί να έχει και μια πιο ευρεία κοινωνική προέκταση. Ο θεατής αναρωτιέται: τι προβληματική κατάσταση είναι αυτή; Τι κακοποίηση βιώνουμε; Η μάνα θα μπορούσε να αντιπροσωπεύει, ας πούμε, την Αγγλία, που έχει καταπιέσει πάρα πολύ την Ιρλανδία, ή μπορεί να αντιπροσωπεύει οτιδήποτε μας καταπιέζει κι εμείς είμαστε οι όμηροι που δεν αντιστεκόμαστε, που δεν βρίσκουμε τον τρόπο να πούμε «όχι».

Untitled design 1 min

 

Τι σας έχουν διδάξει τα χρόνια που διδάσκετε υποκριτική;

Διδάσκω υποκριτική πολλά χρόνια, τουλάχιστον 25 χρόνια, τα 20 εξ αυτών στο Επί Κολωνώ, με το εργαστήριο του Studio ΝΑΜΑ να έχει εξελιχθεί σε ένα φυτώριο νέων καλλιτεχνών. Είναι αρκετές οι φορές που επιλέγουμε να κάνουμε ακροάσεις για τις παραστάσεις μας και συμμετέχουν σε αυτές μαθητές του εργαστηρίου μας. Τα μαθήματα δεν απευθύνονται όμως μόνο σε επαγγελματίες ηθοποιούς αλλά και σε ανθρώπους που θέλουν να αναπτύξουν μια σχέση πιο ερασιτεχνική με το κομμάτι της υποκριτικής. Και φυσικά δεν μπορώ να μην αναφέρω την εμπειρία που είχα στο Ωδείο Αθηνών, αλλά και στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, όπου διδάσκω τα τελευταία χρόνια.

Στα τόσα χρόνια διδασκαλίας αυτό που με τροφοδοτεί είναι η επαφή μου με τον άνθρωπο, αυτό είναι αυτό που με αφορά. Αυτό το ιδιαίτερο στοιχείο που με εμπνέει όταν διδάσκω θέατρο είναι ότι ανακαλύπτω συνεχώς καινούργια πράγματα, τίποτα δεν είναι δεδομένο, τίποτα δεν είναι κοινότοπο όταν έρχομαι σε επαφή και καθοδηγώ τους μαθητές μου.

Το πιο σημαντικό απ’ όλα θεωρώ ότι είναι αυτό που χρειάζεται ένας μαθητής για να λειτουργήσει. Χρειάζεται την ανιδιοτελή αγάπη, και το καταλαβαίνω όλο και περισσότερο όσο περνάνε τα χρόνια. Μόνο έτσι μπορεί ένας ηθοποιός να λειτουργήσει. Όταν μπαίνεις ως δασκάλα σε έναν ρόλο μητρικό, ενθαρρυντικό, να βοηθήσεις τον ηθοποιό να ανθίσει, να τον κάνεις να νιώσει ασφάλεια, τότε προκύπτει κάτι μοναδικό. Οφείλω να πω πως το πιο ωραίο θέατρο είναι αυτό που βιώνω στα εργαστήριά μου. Όπως προανέφερα, έχουν έρθει μαθητές που ασχολούνται ερασιτεχνικά με το κομμάτι της υποκριτικής, άνθρωποι από άλλα επαγγέλματα, όπως μάγειρες, αστυνομικοί, οδηγοί ταξί, άνθρωποι που δεν είναι απαραίτητο να θέλουν να γίνουν ηθοποιοί. Το πιο ουσιαστικό είναι το θέατρο, η ποιότητα δουλειάς που προκύπτει, ίσως επειδή δεν έχουν να αποδείξουν τίποτα σε κανέναν. Δεν υπάρχει το άγχος των εξετάσεων, ο φόβος της έκθεσης, και πολλές φορές έχει συμβεί να έχει ολοκληρωθεί ένας αυτοσχεδιασμός και να πέσει σιωπή, επειδή κάτι ιερό έχει συμβεί πάνω στη σκηνή. Το έχω ζήσει όχι μία και δύο φορές στο εργαστήριό μου, αλλά πολλές φορές, και γι’ αυτό μπορώ να πω ότι παίρνω πάρα πολλή ζωή και δύναμη απ’ όλη αυτή τη διαδικασία. Νιώθω ότι αυτό τροφοδοτεί όλη μου την ύπαρξη στο θέατρο, σαν από κει να ξεκινούν όλα.

Μεγαλώσατε, σπουδάσατε και εργαστήκατε στη Νέα Υόρκη. Εκεί όπου κάθε νέος ηθοποιός ή σκηνοθέτης θέλει να βρεθεί. Τι ήταν εκείνο που σας έφερε στην Ελλάδα και, κυρίως, τι σας κράτησε στην Ελλάδα;

Η αλήθεια είναι ότι δεν μεγάλωσα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο πατέρας μου ήταν διπλωμάτης στο Αμερικανικό Διπλωματικό Σώμα κι εγώ μεγάλωσα, κυρίως, στη Μέση Ανατολή, αλλά σπούδασα και εργάστηκα στη Νέα Υόρκη. Ήταν μεγάλη τύχη για μένα, πέρασα τα πιο ωραία χρόνια της ζωής μου. «Άνοιξε» το μυαλό μου, σαν να έγινε μια έκρηξη, όπου διασπάστηκε σε χίλια κομμάτια και ανασυντάχθηκε ξανά. Έμαθα πολλά στη Νέα Υόρκη, ήθελα να μείνω και είχα πολλές προοπτικές. Έτσι, δεν σκεφτόμουν να έρθω στην Ελλάδα, όμως τα πράγματα ήρθαν διαφορετικά απ’ ό,τι τα είχα στο μυαλό μου. Οι γονείς μου ήθελαν πάντα να γυρίσουν και να ζήσουν στην Ελλάδα. Ως Έλληνες της διασποράς, είχαν πάντα αυτό το όνειρο και ήθελαν να το πραγματοποιήσουν. Η μητέρα μου, όμως, πέθανε όταν ήμουν 27 χρονών και η ανάγκη να είμαι κοντά στην οικογένειά μου δεν μου επέτρεψε να φύγω από την Ελλάδα. Τότε γνώρισα τον Γιώργο Χατζηνικολάου, με τον οποίο ήταν γραφτό, απ’ ό,τι φαίνεται, να συναντηθούμε. Αρχίσαμε να δουλεύουμε μαζί, φτιάξαμε την Ομάδα ΝΑΜΑ, το θέατρο Επί Κολωνώ, και τώρα έχουμε φτάσει ως εδώ. Δεν θα άλλαζα τίποτα απ’ όσα μου έχουν συμβεί, έτσι ήρθαν τα πράγματα και έτσι τα έφερε η ζωή, να βρούμε έναν ωραίο χώρο και να δραστηριοποιηθώ καλλιτεχνικά στην Ελλάδα. Ήταν επιλογή μου να μείνω, υπήρχε ανταπόκριση στη δουλειά μου, και με το παραπάνω, σε όλα τα επίπεδα, και ως δασκάλας και ως σκηνοθέτριας, και το σπουδαιότερο για μένα είναι ότι, παρόλο που σκέφτομαι με διαφορετικό τρόπο λόγω της καταγωγής μου, η ψυχή μου είναι εδώ, ανήκει στην Ελλάδα. Πιστεύω ότι πρέπει να ακολουθούμε την ψυχή μας. Εγώ την ακολούθησα, έμεινα και όλα πήγαν ευνοϊκά για μένα. Χαίρομαι με την επιλογή που πήρα να μείνω. Με τον Γιώργο Χατζηνικολάου δημιουργήσαμε μια δυνατή ομάδα, μπήκαμε ο ένας στον χώρο του άλλου – εκείνος στη σκηνοθεσία, εγώ στη σκηνογραφία.

INFO

«Η βασίλισσα της ομορφιάς»

Κείμενο: Μάρτιν Μακ Ντόνα

Μετάφραση: η ομάδα των συντελεστών

Σκηνοθεσία: Ελένη Σκότη

Παίζουν: Σοφία Σεϊρλή, Αγορίτσα Οικονόμου, Αντώνης Τσιοτσιόπουλος, Γιώργος Κατσής

Σύγχρονο Θέατρο

Ευμολπιδών 45, Γκάζι

Τηλ.: 210 3464380

Από 3 Δεκεμβρίου