Αντι-Βαλεντίνος - Free Sunday
Αντι-Βαλεντίνος

Αντι-Βαλεντίνος

Ο Νίκος Δραγούμης και η Λίντια Μπορζέκ συνθέτουν μια τραγική ιστορία αγάπης, δύο ανθρώπων που δεν ευτύχησαν να ζήσουν μαζί.


Είναι από τους Δραγούμηδες που δεν έχουν λήμμα στο Wikipedia. Υπέπεσε στο αμάρτημα της τέχνης και της ψυχικής ασθένειας. Και τα δύο θανάσιμα για την άρχουσα τάξη του 1900, πόσο μάλλον για την οικογένεια του πρωθυπουργού Στέφανου Δραγούμη (Ιανουάριος-Οκτώβριος 1910). Μια οικογένεια που παρήγε δικηγόρους, αρχιτέκτονες, πολιτικούς, στρατιωτικούς. Ο πρωτότοκος γιος του πρωθυπουργού, Νίκος Δραγούμης, γεννήθηκε το 1874 και ανέπτυξε από νωρίς καλλιτεχνικές ανησυχίες, μια εποχή που κάτι τέτοιο επιτρεπόταν μόνο ως χόμπι.


Όταν αποφάσισε να ακολουθήσει την καλλιτεχνική του κλίση –εγκαταλείποντας τα νομικά, αφού αποφοίτησε από τη Σορβόννη–, περιήλθε σε δυσμένεια –συναισθηματική και οικονομική– από τον πατέρα του. Ζούσε από ένα μικρό κληροδότημα της γιαγιάς του από την πλευρά της μητέρας του. Έκανε μαθήματα τέχνης στην Académie Julian, στον ίδιο χώρο όπου είχε φοιτήσει ο Ματίς, και συμμετείχε στο καλλιτεχνικό κίνημα «Ναμπί» (Les Nabis), «προφήτες» στα εβραϊκά, μιας νέας αισθητικής με έντονη επιρροή από τη ζωγραφική του Γκογκέν.


Τάχθηκε στη ζωγραφική, ο πρώτος Έλληνας που έκανε μετα-ιμπρεσιονισμό, ολοκληρωτικά και γνήσια. Πίστευε ότι «η τέχνη αποτελεί απλή έκφραση του ψυχικού αισθητικού του καλλιτέχνη και τίποτε περισσότερο», σύμφωνα με μαρτυρία του αδελφού του, πολιτικού και νομικού Φίλιππου Δραγούμη. Γι’ αυτό δεν έκανε εκθέσεις, δεν εμπορεύτηκε τα έργα του, δεν αναζήτησε τη φήμη και την επιτυχία. Όσο απίστευτο κι αν ακούγεται, για την ύπαρξη και το έργο του το ελληνικό κοινό έμαθε μόλις πέρυσι, όταν το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης διοργάνωσε την πρώτη έκθεση για το έργο του. «Ο Έλληνας Βαν Γκογκ», όπως τον αποκάλεσε ο αρχιτέκτων και ακαδημαϊκός Δημήτρης Πικιώνης, έζησε μια βασανισμένη ζωή και έναν τραγικό έρωτα. Όπως σημειώνει ο Νίκος Π. Παΐσιος, ο οποίος ανέλαβε την έρευνα και την τεκμηρίωση των έργων της έκθεσης, «το στίγμα της ψυχικής ασθένειας δεν επέτρεπε στη μεγαλοαστική και ενεργότατη περί τα κοινά οικογένειά του μέχρι τη δεκαετία του ’50 να παραδεχτεί δημοσίως, πόσο μάλλον να προβάλει, το προβληματικό, το αποσυνάγωγο μέλος της».


Έζησε ένα μεγάλο μέρος της ζωής του (1891-1911) στο Παρίσι της μπελ επόκ. Εκεί γνώρισε τη Ρωσίδα ζωγράφο Λίντια Μπορζέκ (1874-1941), για την οποία γνωρίζουμε ελάχιστα. Μερικά από τα έργα της εκτίθενται, έως τις 2 Μαρτίου, στην έκθεση στο ΜΙΕΤ (Αγίου Κωνσταντίνου 20 & Μενάνδρου), όμως τα βιογραφικά της στοιχεία παραμένουν εκκωφαντικά ελλιπή. Αυτό που γνωρίζουμε είναι η χωρίς διαπραγμάτευση αγάπη που μοιράστηκε με τον Δραγούμη. Μια συγκινητική ερωτική ιστορία δύο ανθρώπων που δεν ευτύχησαν να ζήσουν μαζί.


Η Μπορζέκ γεννιέται κάπου στην αχανή Ρωσία το 1874 και σπουδάζει στη Σχολή Διακοσμητικών Τεχνών της Αυτοκρατορικής Ακαδημίας Τεχνών στην Αγία Πετρούπολη. Με υποτροφία φεύγει για το Παρίσι, όπου σπουδάζει ζωγραφική και συμμετέχει στο μεγάλο κύμα της καλλιτεχνικής μετανάστευσης που προετοιμάζει τον μοντερνισμό. Στους Κήπους του Λουξεμβούργου, όπου πηγαίνει για να ζωγραφίζει, γνωρίζεται με τον Δραγούμη και παρόλο που έργα της έχουν ήδη γίνει δεκτά στις ομαδικές επίσημες εικαστικές εκθέσεις (salons) της εποχής, η Μπορζέκ εγκαταλείπει την τέχνη και την καριέρα της, προκειμένου να τον ακολουθήσει στην Ελλάδα και στη μεγάλη του περιπέτεια στα ψυχιατρικά ιδρύματα.


Ο Νίκος ζωγραφίζει τους μεγάλους κήπους του Παρισιού, εργάτες και αγρότες, ανθρώπους με τους οποίους ένιωθε ότι ταυτιζόταν περισσότερο. Λάτρευε τη φύση και τον ήλιο και είχε επιλέξει να ζουν στην Προβηγκία, γιατί η φύση τού θύμιζε την Αττική. Αγαπούσε ιδιαίτερα τις πεζοπορίες, συχνά μάλιστα περπατούσε από το Γκραβεζόν στο Παρίσι (μια τεράστια απόσταση) με τα πόδια. Σε μια τέτοια διαδρομή το 1911 παθαίνει ηλίαση. Μένει αναίσθητος και όταν συνέρχεται διαγιγνώσκεται με ψυχοπάθεια. Νοσηλεύεται στο Maison de Santé στη Νάπολη. «Το καημένο αγόρι, που λάτρευε την ελευθερία του, το σκλάβωσα» γράφει όλο ενοχές στο ημερολόγιό του ο Ίων Δραγούμης, ο οποίος είχε αναλάβει την ευθύνη του άρρωστου αδελφού του. Μεταφέρεται σε διάφορα ιδρύματα ανά την Ευρώπη, ώστε να κρατηθεί μακριά από τη δημοσιότητα το μυστικό της αρρώστιας του. Η Μπορζέκ αλλάζει πόλεις για να είναι κοντά του: Νάπολη, Γενεύη, Αθήνα. Δεν τον εγκατέλειψε ποτέ.


Ο Νίκος Δραγούμης πέθανε το 1933 σε ηλικία 59 ετών στο Δρομοκαΐτειο. Η Μπορζέκ ακολούθησε λίγα χρόνια μετά. Πέθανε μόνη της στην Αθήνα. Σήμερα δεν υπάρχει πια ούτε ο τάφος της στο ρωσικό νεκροταφείο του Πειραιά. Τα δύο αφιερώματα στο ΜΙΕΤ επανενώνουν το τραγικό ζευγάρι, για να φέρουν στην επιφάνεια δύο ξεχασμένους καλλιτέχνες και μια απίστευτη ιστορία αγάπης.