Μέμος Μπεγνής: Η Σμαράγδα είναι έρωτας - Free Sunday
Μέμος Μπεγνής: Η Σμαράγδα είναι έρωτας

Μέμος Μπεγνής: Η Σμαράγδα είναι έρωτας

Λίγες ώρες πριν από την πρεμιέρα, πώς είναι η διάθεσή σας;
Για μένα η πρεμιέρα είναι πάντα μια γλυκιά ανακούφιση. Σημαίνει το τέλος της διαδικασίας των προβών, που, όπως στην περίπτωση του «Charity», είναι πολύ απαιτητικές και κοπιαστικές, αλλά και την έναρξη της επικοινωνίας με τον κόσμο. Είναι η στιγμή για την οποία προετοιμαζόμαστε, η στιγμή να δείξουμε τη δουλειά μας στο κοινό. Οπότε, όπως πάντα, ανυπομονώ.

Τα τελευταία χρόνια η ελληνική θεατρική σκηνή ανακαλύπτει ξανά το μιούζικαλ. Τη δεκαετία του ’20, που άνθησε, στις ΗΠΑ, η ύφεση σημάδευε την εποχή και το μιούζικαλ θεωρήθηκε ένα από τα αντίδοτα. Σήμερα, στην Ελλάδα, οι συνθήκες είναι ανάλογες. Είναι αυτός ο λόγος που το αθηναϊκό κοινό αγκαλιάζει με τέτοια θέρμη τις παραγωγές μιούζικαλ;
Ναι, πράγματι, είναι κι αυτός ένας από τους λόγους. Το μιούζικαλ, αν και ως προς τη θεματολογία του μοιάζει αφελές, είναι λαϊκό και εντυπωσιακό, έχει την ικανότητα να μαγεύει το κοινό με τα φώτα, τα χρώματα, τη μουσική. Ο θεατής ξεχνιέται από τα προβλήματά του, παρασύρεται στους ρυθμούς του. Αν σκεφτούμε πως το μιούζικαλ επανήλθε στην αθηναϊκή σκηνή πριν από περίπου επτά χρόνια, με το «Κλουβί με τις τρελές», σε σκηνοθεσία Φασουλή, με τον Γιάννη Μπέζο, περίπου την εποχή που ξεκινούσε η κρίση, ναι, μπορούμε να το συνδέσουμε με την οικονομική κρίση. Από την άλλη, όλα είναι και θέμα εκπαίδευσης. Έτσι, καθώς οι επιχειρηματίες είδαν πως το μιούζικαλ «πουλάει», επέμειναν, επένδυσαν σε όλο και μεγαλύτερες παραγωγές κι έτσι το κοινό εκπαιδεύτηκε στο μιούζικαλ, το αγκάλιασε, το αγάπησε και το ζητούσε.

Μιλήστε μας για τον ρόλο σας, τον Όσκαρ…
Είναι ένας ρόλος που αγάπησα πάρα πολύ. Ένας ντροπαλός, συνεσταλμένος λογιστής, σχεδόν δειλός, με πολλές φοβίες – υπάρχει και μια ξεκαρδιστική σκηνή πάνω στην κλειστοφοβία που αντιμετωπίζει. Αυτός ο άνθρωπος ερωτεύεται την Τσάριτι, μια κοπέλα συνοδό κυρίων, κάτι που ποτέ δεν θα τολμούσε να φανταστεί στη ζωή του.

Έχετε συναντήσει τέτοιους ανθρώπους; Ανθρώπους που ενάντια σε όλα τα προγνωστικά κάνουν τελικά την «επανάστασή» τους;
Ναι. Εμένα! Γεννήθηκα και μεγάλωσα σε νησί, τη Σαλαμίνα, σε έναν πολύ κλειστό κύκλο, και ήμουν πολύ εσωστρεφής. Το να κάνω αυτό που πραγματικά αγαπούσα, να ασχοληθώ με τη μουσική και την ηθοποιία επαγγελματικά, ήταν μια μικρή επανάσταση. Είχα, βέβαια, στήριξη από τους δικούς μου ανθρώπους, αλλά δεν είχα απολύτως καμία σχέση με τον χώρο.

Κι έτσι ένα αουτσάιντερ συνεργάζεται σήμερα με τον Τσετ Γουόκερ. Μιλήστε μας γι’ αυτόν…
Η συνεργασία με αυτό τον άνθρωπο ήταν ένα όνειρο. Ο Τσετ Γουόκερ έχει μια συγκλονιστική ιστορία. Υπήρξε μαθητής και φίλος του Μπομπ Φος, του μεγαλύτερου χορογράφου του Μπρόντγουεϊ και των μιούζικαλ στο θέατρο και τον κινηματογράφο. Ο Φος έκανε τομές στη χορογραφία. Ο Γουόκερ στα πολύ νιάτα του έλαβε μέρος στο «Sweet Charity» υπό την καθοδήγηση του Φος και έκτοτε, νομίζω, το έχει σκηνοθετήσει δέκα φορές. Χόρεψε σε τέσσερα μιούζικαλ του μέντορά του, ενώ είναι ο ιθύνων νους πίσω από το περίφημο μιούζικαλ «Fosse» (1999), που προτάθηκε για εννέα Tоny και βραβεύτηκε με τέσσερα, ενώ έχει, επίσης, βραβευτεί με το βραβείο Φρεντ Αστέρ για τις χορευτικές του ικανότητες. Οι χορογραφίες που θα δείτε είναι φανταστικές, ίσως οι δυσκολότερες που υπάρχουν σε μιούζικαλ. Ο ίδιος είναι ένας υπέροχος άνθρωπος και δάσκαλος. Σου λέει πράγματα που στοχεύουν στο κέντρο. Πράγματα που εκκολάπτονται μέσα σου όσο δουλεύεις τον ρόλο και ανθίζουν τόσο φυσικά, που σε κάνουν να απορείς «πώς το έκανα αυτό εγώ;». Το δε εντυπωσιακότερο ήταν πως δεν υπήρξε μία φορά που να φώναξε ή να πρόσβαλε κάποιον. Ξέρετε, στις γενικές πρόβες επικρατεί ένας πανικός: να συντονιστούν οι ηθοποιοί με τους τεχνικούς, να μπουν τα σκηνικά με τα βαγονέτα, τα φώτα… Κι όμως, αυτός ο άνθρωπος, που ήταν από το πρωί μέχρι το βράδυ στο θέατρο και έπρεπε να συντονίσει αυτό τον πολυπληθή θίασο, δεν υπήρξε ούτε μια στιγμή δυσάρεστος, αγενής ή προσβλητικός. Θεωρώ πως είμαι πάρα πολύ τυχερός που τον γνώρισα και δούλεψα μαζί του.

Και η συνεργασία με τη Σμαράγδα Καρύδη;
Αυτή η γυναίκα είναι έρωτας. Έχω συνεργαστεί με πολλές πρωταγωνίστριες αλλά η Σμαράγδα είναι μακράν η καλύτερη. Είναι ένα αστέρι. Είναι συνάδελφος με σίγμα κεφαλαίο. Ένα άτομο γλυκό και ηθικό, και στη ζωή και στη σκηνή.

Μοιράζεστε και την ίδια αγάπη για τα ζώα…
Ναι, αυτός είναι άλλος έρωτας. Σταμάτησα πριν από δύο χρόνια να τρώω κρέας, γιατί θεωρώ πως η κρεατοφαγία είναι ενάντια στη φύση του ανθρώπου και στα δικαιώματα των ζώων. Διαβάζοντας, μάλιστα, κείμενα του Πλούταρχου, που ισχυρίζεται, ανάμεσα σε άλλα, πως βάζουμε στο κρέας καρυκεύματα για να χαθεί η μυρωδιά του πτώματος και όχι για νοστιμιά, σιγουρεύτηκα για την επιλογή μου. Επιπλέον, το κρέας, σήμερα, είναι πολύ βλαβερό για την υγεία του ανθρώπου, αφού δεν ξέρουμε τι τοξίνες και τι αντιβιοτικά έχουν χορηγηθεί σε αυτά τα ζώα μέχρι να φτάσουν στο πιάτο μας. Δεν τρώμε, βέβαια, μόνο τις τοξίνες αλλά και ενεργειακά τον τρόμο που έζησε αυτό το ζώο όταν το έσφαζαν.

Από τα ελληνικά νησιά έχουν περάσει η Σούζαν Σάραντον και ο Μάντι Πάτινκιν, για να προσελκύσουν το ενδιαφέρον του κόσμου σχετικά με το προσφυγικό ζήτημα, τις τελευταίες μέρες ήρθε και η Αντζελίνα Τζολί, και όλοι τους χειροκροτήσαμε για την πρωτοβουλία. Από την άλλη, ενοχληθήκαμε με το εξώφυλλο του «Down Town» με τους επώνυμους Έλληνες που πόζαραν ως μετανάστες. Εσείς ενοχληθήκατε;
Όχι, δεν ενοχλήθηκα. Ήταν ένα μήνυμα. Δεν ήταν κακό που έγινε. Και η Σούζαν Σάραντον ένα μήνυμα ήθελε να περάσει. Να σας πω και κάτι: δεν ξέρουμε αν έχουν πάει ή τι έχουν προσφέρει οι Έλληνες καλλιτέχνες. Ξέρουμε; Εγώ π.χ. έχω αγοράσει και έχω προσφέρει πράγματα, και θα το ξανακάνω, ωστόσο δεν το έχω «διαφημίσει». Τώρα, όμως, που με ρωτάτε, απαντάω. Οπότε αυτό μπορεί να ισχύει και για άλλους.