Μανώλης Μητσιάς: «Η Ελλάδα ποτέ δεν σταμάτησε να παράγει πολιτισμό» - Free Sunday
Μανώλης Μητσιάς: «Η Ελλάδα ποτέ δεν σταμάτησε να παράγει πολιτισμό»

Μανώλης Μητσιάς: «Η Ελλάδα ποτέ δεν σταμάτησε να παράγει πολιτισμό»

Πάντα αναρωτιέμαι για καλλιτέχνες όπως εσείς, που η μουσική τους είναι συνώνυμη με το ελληνικό τραγούδι, αν αισθάνεστε θεσμός. Φορτισμένη λέξη τον τελευταίο καιρό βέβαια… Έχετε «συνείδηση» πως είστε ο Μητσιάς;

Όχι, δεν έχω τέτοια συνείδηση. Ένα πράγμα μόνο ξέρω, να κάνω καλά αυτό το οποίο πιστεύω και αγαπώ από μικρό παιδί. Αυτό που με εκφράζει απόλυτα ως άνθρωπο, ως καλλιτέχνη, ως πολίτη μιας χώρας. Ο τραγουδιστής, που είναι μέρος του πολιτισμού, είναι υποχρεωμένος να λέει τραγούδια που ανεβάζουν πολιτιστικά τον τόπο και όχι μόνο τραγούδια της κοιλιάς, για να χορεύει ο κόσμος και τίποτα παραπάνω. Το τραγούδι έχει πολλές διαστάσεις. Και αυτό προσπαθώ να κάνω εγώ.


Εννοείτε πως ο τραγουδιστής, ο καλλιτέχνης, έχει επιλογές. Εσείς, δηλαδή, στην αρχή της καριέρας σας αρνηθήκατε κάποια τραγούδια;

Από μικρό παιδί διαλέγω τα τραγούδια μου. Η δική μου γενιά μεγάλωσε με τραγούδια καθαρά λαϊκά, αγωνιστικά. Τραγούδια που πρωταγωνιστούσαν στις μεγάλες διαδηλώσεις. Είμαι μέλος αυτού του πολιτισμού. Της γενιάς του ’60, της λαμπάδας των διεκδικήσεων. Αλίμονο, λοιπόν, με αυτά που ζούσαμε, αν άφηνα τον εαυτό μου επιρρεπή στα εμπορικά κελεύσματα. Μπορεί και να μην υπήρχα σήμερα. Ξέρετε πόσοι εμπορικοί τραγουδιστές με σουξεδάκια μετά από έξι χρόνια εξαφανίστηκαν; Δεν θα ήθελα ποτέ να γίνω ένας τέτοιος τραγουδιστής. Ήθελα αυτά που θα τραγουδώ να έχουν ένα πολιτιστικό νόημα, να τα αγαπάει ο λαός και να αντέξουν στον χρόνο.


Και πώς ο καλλιτέχνης μπορεί να καταλάβει ποια τραγούδια θα αντέξουν στον χρόνο;

Όταν είσαι από νεαρή ηλικία πολιτικοποιημένος, όπως εγώ, που ανήκα στη Νεολαία Λαμπράκη, ψάχνεις αλλιώτικα τραγούδια. Εγώ επιδίωξα να συνεργαστώ όχι με τους εμπορικούς καλλιτέχνες, αλλά με τον Χατζιδάκι, τον Θεοδωράκη, τον Γκάτσο. Με τέτοιου επιπέδου ανθρώπους. Αυτοί οι άνθρωποι ήταν η σφραγίδα της πολιτιστικής ανάταξης της χώρας μετά τον πόλεμο.

Σήμερα υπάρχει πολιτικό τραγούδι;

Δεν ξέρω, ωστόσο και το ερωτικό τραγούδι μπορεί να είναι πολιτικό. Μην εννοούμε πολιτικό τραγούδι μόνο το «Στ’ άρματα». Υπάρχουν τραγούδια που μέσα από την ερωτική διάθεση ανοίγουν άλλους ορίζοντες.

Τι έχετε ετοιμάσει στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο;

Παρουσιάζουμε δύο νέους καλλιτέχνες, τον Σταύρο Σιόλα, έναν σπουδαίο δημιουργό, και τη Γεωργία Νταγάκη, επίσης δημιουργό και λυράρισσα. Ήθελα ο δικός τους ήχος να συνδυαστεί με τα δικά μου τραγούδια.

Αισθάνεστε την υποχρέωση να αναδεικνύετε νέους καλλιτέχνες;

Δεν είναι θέμα υποχρέωσης, είναι θέμα ανάγκης. Ανάγκης

ανανέωσης του ελληνικού τραγουδιού. Αυτό προσπαθώ. Αλλά ναι, έχετε δίκιο, έχω και την υποχρέωση να δίνω βήμα ώστε να ακουστεί η φωνή της νέας γενιάς. Είναι άδικο να μονοπωλεί τον χώρο η δική μου γενιά.


Πώς, από ένα τέτοιο ρεπερτόριο, διαλέγετε τα τραγούδια που θα παρουσιάσετε;

Πράγματι, είναι ένα δύσκολο σημείο, όμως κάποια τραγούδια, τα

οποία στην πορεία των 46 χρόνων που τραγουδάω έχουν ξεχωρίσει απ’ όλα τα άλλα, κάνουν αυτή τη δουλειά πιο εύκολη. Επίσης, δέχομαι τις επιθυμίες του κόσμου, όχι τις παραγγελιές, οπότε συντονίζομαι.


Υπάρχει κάποιο τραγούδι που δεν εξαιρείται ποτέ από το πρόγραμμά σας;

Βεβαίως. Η «Πιρόγα», η «Ελευσίνα», ο «Γιάννης ο φονιάς», το

«Ποτέ», ο «Τρελός».


Είναι τα τραγούδια που αγαπάτε εσείς ίδια με αυτά που ζητάει ο κόσμος;

Αν δεν τα ξεχωρίζω εγώ, δεν τα ζητάει ο κόσμος.


Συχνά στις συνεντεύξεις σας αναφέρεστε στις πολιτικές και κοινωνικές περιστάσεις. Η σύγχρονη ελληνική καλλιτεχνική σκηνή θα έπρεπε να έχει πιο ενεργό ρόλο ως προς τις εξελίξεις;

Και βέβαια, το τραγούδι είναι μέρος της ζωής μας.


Εννοώ και με τη φυσική παρουσία των καλλιτεχνών. Ας πούμε, δίπλα στους πρόσφυγες βρέθηκαν πολλοί ξένοι καλλιτέχνες, να βοηθούν π.χ. στη σίτισή τους, αλλά όχι Έλληνες.

Κοιτάξτε, από το site μου έστειλα ανοιχτή πρόσκληση σε

διάφορους φορείς να διοργανώσουμε συναυλίες, τα έσοδα των οποίων να διατίθενται εκεί. Δεν επικοινώνησε κανείς.


Παρακολουθήσατε την υπόθεση Γιαν Φαμπρ;

Με ενόχλησε πάρα πολύ ως Έλληνα. Δεν κατάλαβα, δεν έχουμε Έλληνες καλλιτέχνες να αναλάβουν; Δηλαδή οι Βέλγοι τι έχουν να παρουσιάσουν πέρα από τις κατακτήσεις στην Αφρική; Κατ’ αρχάς, προσβλήθηκα πολύ με τον Βέλγο, που το πρώτο πράγμα που σκέφτηκε να κάνει ήταν να βάλει τους γυμνούς χορευτές να χορεύουν στη μουσική του Μίκη. Ε, αυτό ήταν ντροπή. Ένας Έλληνας διευθυντής χρειαζόταν, που να έχει τα μάτια του και τα αυτιά του ανοιχτά.

Παράγουμε εμείς οι Έλληνες, σήμερα, πολιτισμό;

Παράγουμε. Η Ελλάδα ποτέ δεν σταμάτησε να παράγει πολιτισμό. «Η Ελλάς επορεύθη διαμέσου των αιώνων ποντάροντας πάντα στις εξαιρέσεις της» έλεγε ο Γκάτσος. Αυτές πρέπει να ψάξουμε να βρούμε και όχι όσα μας σερβίρουν η τηλεόραση και το ραδιόφωνο. Ακούω κάποια πράγματα που είναι ντροπή να ακούγονται.

Καθώς αναφέρεστε στην τηλεόραση, συχνά στα talent shows οι διαγωνιζόμενοι επιλέγουν δικά σας τραγούδια...

Μα είναι προγράμματα αυτά. Και ωραία τραγουδάνε, ε, και; Μετά τι γίνεται; Όλο αυτό γιατί το κάνουν; Για να βγουν στην τηλεόραση;


Ίσως οι νέοι τραγουδιστές αισθάνονται πως σήμερα οι νόμοι της μουσικής βιομηχανίας είναι πολύ σκληροί, πως η τηλεόραση είναι ένας εύκολος τρόπος να ακουστεί η φωνή τους…

Μα είναι δύσκολη η δουλειά του καλλιτέχνη, του τραγουδιστή. Όλοι σήμερα θέλουν να ασχοληθούν με το ποδόσφαιρο και το τραγούδι, γιατί νομίζουν πως θα βγάλουν χρήματα. Δεν είναι έτσι. Παλιά υπήρχε το «Να η ευκαιρία», αλλά στην επιτροπή ήταν ο Κατσαρός και ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, άνθρωποι υπεύθυνοι. Σήμερα ποιοι είναι αυτοί που κρίνουν; Με τι ασχολούνται; Με την κοπτοραπτική;