Το εργοστάσιο του ψεύδους - Free Sunday
Το εργοστάσιο του ψεύδους

Το εργοστάσιο του ψεύδους

Οι ψευδείς ειδήσεις ή αλλιώς «fake news» που κατακλύζουν το διαδίκτυο μέσω των κοινωνικών δικτύων ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση για το έτος 2017 σύμφωνα με το «Digital News Report 2017» του Ινστιτούτου του Reuters. Τα fake news οδήγησαν τους Ευρωπαίους πολίτες, και όχι μόνο, στο να χάσουν την εμπιστοσύνη τους απέναντι στο διαδίκτυο και στις πληροφορίες που διαχέονται από αυτό.

Έλλειμμα εμπιστοσύνης

Σύμφωνα με την ετήσια αναφορά του Reuters, μόλις ένα 24% των πολιτών από τις 36 χώρες που εξετάστηκαν (μέσα σε αυτές οι χώρες της Ευρώπης, οι ΗΠΑ, η Τουρκία, η Ιαπωνία, ο Καναδάς, χώρες της Λατινικής Αμερικής, η Αυστραλία κ.ά.) θεωρεί ότι τα κοινωνικά δίκτυα μπορούν να διακρίνουν από μόνα τους το αληθινό γεγονός από το ψευδές. Μετά τις αναφορές για τα fake news που «αλλοίωσαν» το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών προερχόμενα από Ρώσους χρήστες, παρατηρείται μια μείωση σε όσους επιλέγουν τα κοινωνικά δίκτυα για την ενημέρωσή τους, ενώ, σύμφωνα με την ίδια αναφορά, περίπου οι μισοί πολίτες, ένα ποσοστό της τάξης του 40%, θεωρούν ότι τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης εξακολουθούν να κάνουν καλή δουλειά ως προς τη μετάδοση ειδήσεων.

Τη μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στις ενημερωτικές πλατφόρμες, είτε πρόκειται για διαδίκτυο είτε για παραδοσιακά ΜΜΕ, έχουν οι Φινλανδοί, οι οποίοι σε ποσοστό 62% εμπιστεύονται τους ενημερωτικούς διαύλους της χώρας τους, ενώ το μικρότερο ποσοστό εμπιστοσύνης στα μίντια τρέφουν οι Έλληνες και οι Βορειοκορεάτες: μόλις 23% θεωρούν έγκυρα αυτά που βλέπουν, ακούν και διαβάζουν. Το εν λόγω ζήτημα έχει να κάνει εν πολλοίς με το από πού αντλεί την ενημέρωσή του ο κάθε πολίτης.

Η περίπτωση της Ελλάδας

Στην Ελλάδα το 69% των χρηστών του internet επιλέγει τα κοινωνικά δίκτυα για την ενημέρωσή του, τη στιγμή που αυτά έχουν κατηγορηθεί ουκ ολίγες φορές τα τελευταία δύο χρόνια ότι αδυνατούν να περιορίσουν και να εξαλείψουν τα fake news και τις θεωρίες συνωμοσίας. Σύμφωνα με το Reuters,«στις ιστοσελίδες που εμφανίζουν τη μεγαλύτερη επισκεψιμότητα στην Ελλάδα βλέπουμε πολλές ειδήσεις που προάγουν θεωρίες συνωμοσίας τόσο σε θέματα υγείας όσο και σε σημαντικά ζητήματα πολιτικής». Φαίνεται, λοιπόν, πως οι Έλληνες χρήστες του διαδικτύου είναι πιο επιρρεπείς στη διείσδυση των fake news, ακριβώς επειδή εξακολουθούν να επιλέγουν ως επί το πλείστον το Facebook και το Twitter για την κύρια ενημέρωσή τους.

Ψεύτικα προφίλ, πληρωμένα trolls και αυτοματοποιημένα bots συνθέτουν μια «βαριά» βιομηχανία που απειλεί την αξιοπιστία του διαδικτύου αλλά και την ίδια τη δημοκρατία.

Η πλάνη του Twitter

Πριν από μερικές μέρες οι «New York Times» δημοσίευσαν ένα εκτενές ρεπορτάζ για το τεράστιο «εργοστάσιο των followers» που έχει στηθεί στο Twitter και υπακούει στους χρήστες που πληρώνουν. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, μία αμερικανική εταιρεία ονόματι Devumi προσφέρει έναντι πληρωμής αύξηση των followers, retweets, κοινοποιήσεις, ακόμα και endorsements στο LinkedIn σε όσους επιθυμούν να φαίνονται δημοφιλείς στα κοινωνικά δίκτυα. Η εν λόγω εταιρεία έκλεβε διαρκώς την ταυτότητα άλλων χρηστών, ακόμη και ανηλίκων, οι οποίοι είχαν καιρό να χρησιμοποιήσουν το προφίλ τους και δημιουργούσαν ένα ψεύτικο προφίλ ενός υπαρκτού χρήστη χωρίς την άδεια του τελευταίου. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα της 17χρονης Αμερικανίδας Τζέσικα Ρίτσλι η οποία διατηρούσε ένα προφίλ στο Twitter και την ίδια στιγμή η Devumi είχε κλέψει τη φωτογραφία της και τα βιογραφικά της στοιχεία, είχε διαφοροποιήσει ελαφρώς το username της ώστε να μην αντιλαμβάνεται κάποιος τη διαφορά μεταξύ fake και αληθινού προφίλ και χρησιμοποιούσε το ψεύτικο προφίλ για να κάνει like και να ακολουθεί όσους πλήρωναν για να αυξήσουν την επιρροή τους στο κοινωνικό δίκτυο.

Οι «New York Times» αναφέρουν πως τουλάχιστον 55.000 λογαριασμοί του Twitter που χειριζόταν η Devumi είχαν φωτογραφίες, στοιχεία και άλλες προσωπικές πληροφορίες από αληθινούς χρήστες του Twitter. Από τους 48 εκατομμύρια ενεργούς χρήστες του Twitter, ένα ποσοστό της τάξης του 15% είναι αυτοματοποιημένα προφίλ που μιμούνται τις κινήσεις αληθινών χρηστών. Όσον αφορά το Facebook, οι εκτιμήσεις είναι πως περί τα 60 εκατομμύρια προφίλ δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα αλλά είναι bots, αυτοματοποιημένοι λογαριασμοί που απλώς μιμούνται τον μέσο χρήστη. Μετά την έρευνα της εφημερίδας αποδείχθηκε πως η Devumi είχε πάνω από 200.000 πελάτες οι οποίοι πλήρωναν για τέτοιες υπηρεσίες. Πλήρωναν δηλαδή για να αυξήσουν followers, likes, retweets και shares. Αθλητές, ηθοποιοί, τηλεοπτικές περσόνες, πολιτικοί, δημοσιογράφοι, συγγραφείς, όποιος ήθελε να περάσει στη σφαίρα των influencers και δεν είχε την υπομονή να χτίσει σταδιακά το δικό του κοινό πλήρωνε αδρά για να κερδίσει μερικές χιλιάδες followers.

Ψεύτικοι influencers

Η απατηλή εικόνα των αγορασμένων followers ίσως να φαίνεται αθώα ή φυσιολογική, ωστόσο δημιουργεί μια πλάνη που τείνει να γίνει θεσμός στο διαδίκτυο. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Captiv8, εταιρείας που συνδέει τους influencers των κοινωνικών δικτύων με το μάρκετινγκ, κάποιος με 100.000 followers στο Twitter μπορεί να κερδίσει έως και 2.000 δολάρια για ένα προωθητικό tweet. Ένας influencer με 1 εκατομμύριο followers –είτε αληθινούς είτε ψεύτικους– μπορεί να αποκομίσει έως και 20.000 δολάρια από την προβολή ενός προϊόντος μέσω του λογαριασμού του. Οι πολλοί followers λειτουργούν ως θέλγητρο για τους χρήστες. «Βλέπεις πολλούς followers, βλέπεις πολλά retweets, θεωρείς πως αυτό το άτομο είναι σημαντικό και έχουν βαρύτητα τα λεγόμενά του. Έτσι, έχεις περισσότερες πιθανότητες να το ακολουθήσεις, να κάνεις share αυτά που δημοσιεύει και γενικά να το θεωρείς αυθεντία» ισχυρίζεται ο ιδρυτής της γνωστής εταιρείας SEO, της Moz.

Η σύμβουλος δημοσίων σχέσεων των Δημοκρατικών στις ΗΠΑ Χίλαρι Ρόουζεν ήταν ανάμεσα στους πελάτες της Devumi, έχοντας αγοράσει πάνω από 500.000 followers για να ενισχύσει το Twitter της. Ο ηθοποιός της σειράς «Sons of Anarchy» Ράιαν Χερστ είχε αγοράσει περισσότερους από 750.000 followers, δίνοντας κάτι λιγότερο από 4.000 δολάρια. Ένας πρώην παίκτης του «American Idol», ο Κλέι Άικεν, είχε πληρώσει την εταιρεία Devumi για να προωθήσει ένα παράπονό του σε Facebook και Twitter εναντίον της εταιρείας Volvo. Τα bots της Devumi είχαν κοινοποιήσει το παράπονό του τουλάχιστον 5.000 φορές και ο απλός χρήστης αποκόμιζε την αίσθηση ότι η αρνητική δήλωση έναντι της Volvo αντιπροσώπευε 5.000 χρήστες και όχι μόνο έναν, όπως ήταν η πραγματικότητα.

Κανένας εκπρόσωπος της Devumi δεν έκανε κάποια δήλωση πριν ή μετά το ρεπορτάζ. Το Twitter μπλόκαρε το προφίλ της εταιρείας την περασμένη Κυριακή, μετά το δημοσίευμα των «New York Times», ενώ ο εισαγγελέας της Νέας Υόρκης ανακοίνωσε ότι πρόκειται να ξεκινήσει έρευνα για τη συγκεκριμένη εταιρεία και τους πελάτες της, καθώς και για παρόμοια περιστατικά διαδικτυακής απάτης.

Την περασμένη Πέμπτη έγινε γνωστό πως περισσότεροι από 1 εκατομμύριο followers εξαφανίστηκαν από τα προφίλ διαφόρων χρηστών του Twitter. Εικάζεται ότι ήταν ψεύτικα προφίλ και bots που χειριζόταν η Devumi, η οποία εξαφανίστηκε σαν φάντασμα μετά τη δημοσιοποίηση των δραστηριοτήτων της.

Ο κίνδυνος των fake news

Η διασπορά των fake news είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που έχουν να αντιμετωπίσουν τα κοινωνικά δίκτυα και κυρίως το Facebook. Ο ιδρυτής του, Μαρκ Ζάκερμπεργκ, έχει ανακοινώσει πως μια δυναμική ομάδα προσπαθεί χρησιμοποιώντας αλγόριθμους να περιορίσει έως να εξαλείψει τη διάδοση ψευδών ειδήσεων. Ο κίνδυνος που αντιμετωπίζουν οι σύγχρονες κοινωνίες από τη διασπορά των fake news έγινε εμφανής τον περασμένο Ιανουάριο, όταν η CIA, το FBI και η NSA στις ΗΠΑ ανακοίνωσαν πως είχαν στοιχεία ότι Ρώσοι χάκερ είχαν λάβει εντολή να καταστρέψουν την προεκλογική εκστρατεία της Χίλαρι Κλίντον και κατ’ επέκταση να βοηθήσουν τον Ντόναλντ Τραμπ να εκλεγεί Πρόεδρος μέσω μιας στοχευμένης εκστρατείας στο διαδίκτυο και στα social media. Τον περασμένο Απρίλιο το Facebook δημοσίευσε μια αναφορά σύμφωνα με την οποία είχε «διαγράψει 470 ψεύτικα προφίλ και fan pages που φαινόταν ότι λειτουργούσαν στη Ρωσία».

Δημοσίευμα των «New York Times» τον περασμένο Σεπτέμβριο έκανε λόγο για ένα ψεύτικο προφίλ ενός χρήστη με όνομα Melvin Redick, ο οποίος τον Ιούνιο του 2016 καλούσε τους χρήστες να επισκεφτούν το site DCLeaks. Εν καιρώ αποδείχθηκε ότι το εν λόγω προφίλ ήταν ψεύτικο, ωστόσο, σύμφωνα με την εφημερίδα, τα posts του ψεύτικου Redick «ήταν τα πρώτα σημάδια μιας άνευ προηγουμένου ξένης παρέμβασης στη δημοκρατία των ΗΠΑ». Στο Twitter και στο Facebook αποτυπώματα Ρώσων χρηστών ανακαλύφθηκαν σε ψεύτικους λογαριασμούς, οι οποίοι πόσταραν συνεχώς μηνύματα και δημοσιεύματα κατά της Χίλαρι Κλίντον. Κατά την ημέρα των εκλογών, όπως αναφέρει το δημοσίευμα, ένα μεγάλο γκρουπ ψεύτικων προφίλ στο Twitter ενίσχυσε το hashtag #WarAgainstDemocrats, το οποίο χρησιμοποιήθηκε από τα bots περισσότερες από 1.700 φορές.

Ο Κλίντον Γουότς, πρώην πράκτορας του FBI που συμμετείχε στις έρευνες για τα fake news, χαρακτήρισε την «ασθένεια» των κοινωνικών δικτύων ως «καρκίνο των bots» που διαρκώς μεγαλώνει. Ανέφερε, ωστόσο, πως το Facebook έχει κάνει δουλειά προς την κατεύθυνση της μείωσης της διασποράς ψευδών ειδήσεων, ενώ το Twitter δεν έχει κάνει τίποτα, με αποτέλεσμα από το 2016 κι έπειτα τα ψεύτικα προφίλ να έχουν διπλασιαστεί.

Τα fake news απειλούν κάθε τομέα της έγκυρης ενημέρωσης. Στην πολιτική και στα θέματα υγείας, ωστόσο, φαίνεται πως έχουν τη μεγαλύτερη επιρροή. Από συγκεκριμένη πολιτική προπαγάνδα μέχρι και το αντιεμβολιαστικό κίνημα, πολλές ψευδείς ειδήσεις που έχουν αρνητικά αποτελέσματα στην καθημερινότητα των πολιτών αντιμετωπίζονται σαν αυθεντικές ειδήσεις, σαν γεγονότα και όχι σαν απάτη. Υπάρχει όμως και η αντίθετη άποψη, σαν αυτήν που εκφράζει η καθηγήτρια Δημοσιογραφίας και Social Media στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας Κάρεν Νορθ: «Το Twitter λειτουργεί σαν δίκτυο μετάδοσης. Κάποιοι λένε κάτι και όλοι μπορούν να το ακούσουν. Όταν οι πληροφορίες είναι ψευδείς, οι άνθρωποι μπορούν απλώς να τις αγνοήσουν ή να κάνουν την προσωπική τους έρευνα».

Από τα fake news στα fake videos

Ενώ ακόμη αναζητείται ο αλγόριθμος που θα «κόβει» τις ψευδείς ειδήσεις από τα κοινωνικά δίκτυα, μια νέα πρόκληση έρχεται να κλυδωνίσει και πάλι το διαδίκτυο: τα fake videos, τα οποία δημιουργούνται από πολύ απλές και εύχρηστες εφαρμογές, αρκεί να έχει κάποιος το κατάλληλο υλικό. Λόγου χάρη, πολλοί χρήστες παίρνουν πορνό βίντεο και μέσω της εφαρμογής αλλάζουν τα πρόσωπα των αληθινών ηθοποιών βάζοντας όποιο πρόσωπο επιθυμούν, αρκεί να έχουν αρκετές φωτογραφίες του. Ένα βίντεο της ηθοποιού Γκαλ Γκαντό να πρωταγωνιστεί δήθεν σε πορνό γνωστοποίησε το νέο πρόβλημα στην κοινότητα του internet.

Μέσω αυτής της εφαρμογής μπορεί κάποιος που έχει φωτογραφίες ενός ανθρώπου να τις εντάξει σε ένα βίντεο πορνό μέσω της κατάλληλης εφαρμογής και το αποτέλεσμα να φαίνεται αληθινό. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ενισχύεται και η εγκληματική τακτική του «revenge porn», όπου ένας δυσαρεστημένος πρώην μπορεί λ.χ. να δημιουργήσει ένα ψεύτικο βίντεο πορνό χρησιμοποιώντας φωτογραφίες της πρώην του και είτε να την απειλεί ότι θα την εκθέσει είτε απλώς να το προωθήσει στα κοινωνικά δίκτυα. Δεν είναι λίγοι οι Χολιγουντιανοί σταρ που τελευταία έχουν πέσει θύματα των fake videos και δυσκολεύονται να αποδείξουν ότι αυτό που οι χρήστες βλέπουν δεν είναι αληθινό.

Στον πόλεμο κατά των fake news, τα οποία συνήθως διασπείρονται από ψεύτικα προφίλ, έχουν μπει για τα καλά ιστοσελίδες που καθημερινά κάνουν φύλλο και φτερό το internet, ερευνώντας «περίεργες» ειδήσεις και ψάχνοντας την αλήθεια πίσω από αυτές. Είναι, λοιπόν, εν μέρει στην ευχέρεια του χρήστη να αναζητήσει την αλήθεια σε μια είδηση και εν συνεχεία να τη διαδώσει χρησιμοποιώντας το προφίλ που διατηρεί σε Facebook ή Twitter. Είναι επίσης στην ευχέρεια του χρήστη να επιδείξει την απαιτούμενη ωριμότητα ώστε να μην επηρεάζεται από την ποσότητα των followers, likes και shares και να αμφισβητεί οτιδήποτε φαίνεται περίεργο, είναι ανυπόγραφο ή προέρχεται από αμφιβόλου εγκυρότητας πηγή. Η αλήθεια διαδίδεται ταυτόχρονα με τα fake news, απλώς πρέπει κανείς να την αναζητήσει.