Αβεβαιότητα στη Βρετανία μετά τη συμφωνία για το Brexit - Free Sunday
Αβεβαιότητα στη Βρετανία μετά τη συμφωνία για το Brexit

Αβεβαιότητα στη Βρετανία μετά τη συμφωνία για το Brexit

Τις παραιτήσεις τους στην πρωθυπουργό Μέι, υπέβαλαν σήμερα το πρωί, μετά την εγκριση της συμφωνίας για το Brexit από το Υπουργικό Συμβούλιο πέντε υπουργοί στον απόηχο της δημοσιοποίησης του προσχεδίου συμφωνίας μεταξύ Βρυξελλών και Λονδίνου για τους όρους εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ε.Ε.

Πρόκειται για τον υπουργό Brexit, Ντομινίκ Ράαμπ, την υφυπουργό Brexit, Σουέλα Μπράβρμαντον, τον υπουργό Βόρειας Ιρλανδίας, Σεϊλές Βάρα, την υπουργό Παιδείας, Αν-Μαρί Τρεβέλιαν, και την υπουργό Εργασίας και Ασφάλισης, Έσθερ Μτσβέι.

Ο Ράαμπ δήλωσε ότι για λόγους συνείδησης «δεν μπορεί να στηρίξει το προσχέδιο για το Brexit», ενώ ο κ.Βάρα υποστήριξε ότι το Ηνωμένο Βασίλειο «αξίζει καλύτερα πράγματα» από αυτό που προσφέρει η συμφωνία,  το κείμενο των 585 σελίδων της οποίας δόθηκε στη δημοσιότητα, σκιαγραφώντας τη σχέση της Βρετανίας με τους 27 μετά την επίσημη έξοδό της από την κοινότητα τον Μάρτιο του 2019.

Η συμφωνία, εφόσον επικυρωθεί, εξασφαλίζει την άρση της αβεβαιότητας, ενώ σηματοδοτεί όμως παράλληλα το τέλος της εύκολης πρόσβασης στην ενιαία εσωτερική αγορά.

Θα βασίζεται στο υπάρχον σύστημα πρόσβασης στην χρηματαγορά της ΕΕ -γνωστή ως «ισοδυναμία»- μια αποδυναμωμένη σχέση που αξιωματούχοι των Βρυξελλών τόνιζαν από την αρχή ότι είναι ο καλύτερος διακανονισμός που η Βρετανία μπορεί να αναμένει.

Μια τέτοια συμφωνία θα δίνει στο Ηνωμένο Βασίλειο ένα παρόμοιο επίπεδο πρόσβασης στην ΕΕ, όπως αυτή έχουν μεγάλες αμερικανικές και εταιρείες της Ιαπωνίας, συνδέοντάς την παράλληλα με πολλούς κανόνες του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τα χρόνια που ακολουθούν.

«Δεσμεύσεις στη διατήρηση της οικονομικής σταθερότητας, της ακεραιότητας της αγοράς, την προστασία επενδυτών και στον θεµιτό ανταγωνισµό, και παράλληλα σεβασμός στα κανονιστικά συστήµατα των μερών, την αυτονομία της διαδικασίας λήψης αποφάσεων και τη δυνατότητά τους να λαμβάνουν αποφάσεις ισοδυναµίας όσον αφορά το δικό τους συμφέρον» υπογραμμίζε το κείμενο του σχεδίου συμφωνίας, 585 σελίδων, που δόθηκε στη δημοσιότητα.

Επιπρόσθετα, Λονδίνο και Βρυξέλλες κατέληξαν σε μια λύση για την αποτροπή σκληρών συνόρων μεταξύ της Βόρειας Ιρλανδίας και της Ιρλανδίας.

Με βάση το κείμενο της συμφωνίας, κάθε τέτοια συμφωνία περιφρούρησης, που θα δει τη Βρετανία και την ΕΕ να εγκαθιδρύουν ένα ενιαίο τελωνειακό έδαφος, θα είναι προσωρινή και οι δύο πλευρές θα επιδιώξουν να πετύχουν μια συμφωνία για τις μελλοντικές του σχέσεις έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020, για να εξασφαλίσουν ότι μια περιφρούρηση δεν θα είναι απαραίτητη.

Η Μέι είχε ξεκαθαρίσει από αρκετά νωρίς ότι ο χρηματοπιστωτικός τομέας δεν θα πρέπει να περιμένει ειδική μεταχείριση σε σχέση με τους άλλους κλάδους. Και η Ε.Ε. ξεκαθάριζε πως το Σίτι δεν μπορεί να έχει και την πίτα ολόκληρη και το σκύλο χορτάτο. Αν ήθελε να διατηρήσει δικαιώματα διαβατηρίου, θα έπρεπε να υπόκειται στο εποπτικό πλαίσιο της κοινότητας. Η συμφωνία προσφέρει τελικά σε τράπεζες και χρηματοοικονομικούς οργανισμούς με βρετανική έδρα καθεστώς ισοδυναμίας (equivalence)- μία σχέση που πόρρω απέχει από τα δικαιώματα διαβατηρίου και την πλήρη πρόσβαση, που απολαμβάνουν σήμερα. Είναι όμως μάλλον ό,τι καλύτερο μπορούσε να πετύχει η Βρετανία.

Υπό αυτές τις συνθήκες όσα πιστωτικά ιδρύματα είχαν ήδη εκκινήσει μία διαδικασία μεταφοράς δραστηριοτήτων και θέσεων εργασίας, έχοντας επιλέξει τη Φραγκφούρτη, το Δουβλίνο, το Παρίσι ή άλλη ευρωπαϊκή πόλη, δύσκολα θα αλλάξουν τα σχέδιά τους. Η μαζική αιμορραγία, όμως, που θα έφερνε ένα no deal σίγουρα αποτρέπεται.

Το Λονδίνο θα πρέπει να δώσει μάχη για να διατηρήσει τα πρωτεία, που κρατάει εδώ και χρόνια ως χρηματοικονομικό κέντρο. Σήμερα το Σίτι φιλοξενεί τις κορυφαίες τράπεζες του πλανήτη, τους μεγαλύτερους παίχτες Ευρώπης, Ασίας και ΗΠΑ. Οι οργανισμοί στη βρετανική πρωτεύουσα διαχειρίζονται περί τα τρισ. ευρώ, δηλαδή το 37% του χρηματοοικονομικού ενεργητικού της Ευρώπης (ποσοστό διπλάσιο σε σχέση με τον κοντινότερο ανταγωνιστή, το Παρίσι). Κυρίαρχος είναι ο ρόλος του Λονδίνου και στον ευρωπαϊκό τομέα επενδυτικής τραπεζικής, μία αγορά 5,2 τρισ. ευρώ.

Επί μήνες μεγάλες εταιρείες κάθε κλάδου, φαρμακευτικές, βιομηχανίες τροφίμων, αεροπορικές, ναυτιλιακές, αλλά και ο αγροτικός τομέας, προετοιμάζονταν για το χειρότερο σενάριο: ένα «άτακτο», χαοτικό Brexit, που σήμαινε επιβολή δασμών και μεγάλες ανατιμήσεις σε ευρεία γκάμα προϊόντων, ελέγχους στα τελωνεία, καθυστερήσεις και προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα, πανικό στις εξαγωγές. Ο χειρότερος εφιάλτης μάλλον δεν γίνεται πραγματικότητα. Το πιο σημαντικό είναι το θα διασφαλιστεί μία ικανή μεταβατική περίοδος. Ωστόσο πολλά θα εξαρτηθούν από τις λεπτομέρειες της εμπορικής συμφωνίας, που θα υπογράψει η Βρετανία με την Ε.Ε. ως τρίτη χώρα πια.

Η συμφωνία αναμένεται να γίνει δεκτή με ανακούφιση από τις αγορές μετοχών και ομολόγων συνολικά της ηπείρου. Στην αγορά συναλλάγματος προβλέπεται να δώσει ώθηση στην στερλίνα, η οποία εξακολουθεί να βρίσκεται 14% χαμηλότερα σε σχέση με τα επίπεδα, στα οποία κυμαινόταν τον Ιούνιο του 2016, όταν διενεργήθηκε το δημοψήφισμα. Οι επενδυτές ωστόσο έχοντας μάθει από τις εκπλήξεις του 2016, μάλλον θα αποφύγουν προς το παρόν τα μεγάλα ανοίγματα. Θα περιμένουν έως ότου η βρετανική Βουλή εγκρίνει τη συμφωνία του διαζυγίου, πιθανότατα το Δεκέμβριο.

Με την αβεβαιότητα και τα σενάρια χάους να μπαίνουν στην άκρη, η βρετανική οικονομία θα έχει τη δυνατότητα να ξαναβρεί τους ρυθμούς της. Το ινστιτούτο Berenberg υπολογίζει ότι η ανάπτυξη μπορεί να ανεβάσει ταχύτητα στο 2% το 2019 από 1,3% φέτος. Για πόσο όμως θα διατηρηθεί η δυναμική; Το ερώτημα δεν μπορεί εύκολα να απαντηθεί. Το 44% των βρετανικών εξαγωγών κατευθύνονται σήμερα στην κοινότητα. Βεβαίως η Βρετανία θα επιδιώξει διμερείς εμπορικές συμφωνίες με ΗΠΑ, Αυστραλία, Ινδία, Κίνα. Μεσοπρόθεσμα η ανάπτυξη θα εξαρτηθεί από το πόσο γρήγορα θα πετύχει το Λονδίνο να κλείσει τις συμφωνίες αυτές.

Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ ανέφερε στο τουίτερ ότι είναι αρκετά χαρούμενος για την επίτευξη μιας πρώτης συμφωνίας και για το προσχέδιο που έχει γίνει.

Λίγο αργότερα η Τερέζα Μέι μίλησε στον Βρετανικό λαό για αυτό το προσχέδιο συμφωνίας Ο ηγέτης της αντιπολίτευσης, επικεφαλής του Εργατικού Κόμματος, Τζέρεμι Κόρμπιν ανέφερε πως είναι μια κακή συμφωνία.

Η Σκωτσέζα πρωθυπουργός Νίκολα Στέρτζον δήλωσε ότι το σχέδιο συμφωνίας Λονδίνου -Βρυξελλών για το Brexit είναι κακό για την οικονομία της Σκωτίας, προσθέτοντας ότι η έγκριση του σχεδίου αυτού θα είναι δύσκολο να επιτευχθεί.

«Είναι προφανές ότι (η Μέι) µετά βίας μπορεί να ενώσει το υπουργικό της συμβούλιο για αυτή τη συμφωνία και επίσης είναι ολοένα και περισσότερο σαφές ότι θα παλέψει να κερδίσει την πλειοψηφία για αυτήν στο κοινοβούλιο», είπε με ανακοίνωσή της.

«Αν αυτή η συμφωνία απορριφθεί όντως από το κοινοβούλιο τότε η βρετανική κυβέρνηση θα πρέπει να επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για να διασφαλίσει μια καλύτερη», συμπλήρωσε η ηγέτης του Εθνικού Κόμματος της Σκωτίας (SNP).