Η μετεωρική άνοδος και η ατιμωτική πτώση ενός φιλόδοξου πρωθυπουργού - Free Sunday
Η μετεωρική άνοδος και η ατιμωτική πτώση ενός φιλόδοξου πρωθυπουργού
Η σύζυγος του πρωθυπουργού της Μάλτας, Τζόζεφ Μουσκάτ, Μισέλ.

Η μετεωρική άνοδος και η ατιμωτική πτώση ενός φιλόδοξου πρωθυπουργού

Στα μέσα του 2017 ο πρωθυπουργός της Μάλτας, Τζόζεφ Μουσκάτ, βρισκόταν στις καλύτερες ημέρες της πολιτικής του καριέρας. Μόλις 43 χρονών, είχε κλείσει τέσσερα χρόνια ως πρωθυπουργός και είχε κερδίσει –βελτιώνοντας τα ποσοστά του και ξεπερνώντας το 55%– τις πρόωρες εκλογές τις οποίες είχε προκηρύξει έναν χρόνο πριν από τη λήξη της πενταετούς θητείας του, όταν η σύζυγός του είχε κατηγορηθεί για παράνομες οικονομικές δραστηριότητες.

Αυτό μάλλον δεν τον είχε ακουμπήσει πολιτικά, διότι ο 43χρονος Mαλτέζος πολιτικός είχε φτάσει να συζητηθεί ως πιθανός διάδοχος του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, σε περίπτωση που δεν ανανεωνόταν η θητεία του Ντόναλντ Τουσκ.

Ακόμη και η συμπερίληψη σε μια τέτοια συζήτηση του ονόματος ενός πολιτικού από τη μικρότερη χώρα της Ε.Ε. –τόσο σε έκταση, καθώς είναι μόλις 316 τετραγωνικά χιλιόμετρα, όσο και σε πληθυσμό, που δεν ξεπερνά τις 500.000– ήταν εντυπωσιακή, καθώς έδειχνε ότι ο Τζόζεφ Μουσκάτ είχε καταφέρει να ξεπεράσει τα σύνορα της χώρας του.

Ο Μουσκάτ, που ξεκίνησε ως δημοσιογράφος, υποστηρικτής της Ε.Ε. στο ευρωσκεπτικιστικό Εργατικό Κόμμα, εξελέγη ευρωβουλευτής στα 30 του και ανέλαβε την ηγεσία του Εργατικού Κόμματος μετά την τρίτη διαδοχική ήττα του κόμματος από το Εθνικιστικό Κόμμα, στις εκλογές του 2008. Έναν χρόνο αργότερα οδήγησε το κόμμα του στη νίκη, στις ευρωεκλογές του 2009, και τέσσερα χρόνια μετά, το 2013, στην εξουσία.

Φιλελεύθερος πολιτικά και κοινωνικά, μέσα σε τέσσερα χρόνια κατάφερε να μειώσει το έλλειμμα, να κατεβάσει την ανεργία στο ιστορικό χαμηλό του 4%, να οδηγήσει την οικονομία να τρέχει με ανάπτυξη 6% και να αυξήσει μισθούς και συντάξεις.

Και όταν εκλήθη να δώσει εξηγήσεις για τις κατηγορίες που ενέπλεκαν τον ίδιο και τη σύζυγό του σε υποθέσεις διαφθοράς, είπε απλώς ότι πρόκειται για «τη μητέρα όλων των ψευδών».

Και κέρδισε.

Η Ντάφνε Αν Καρουάνα Γκαλίτσια

Όταν, στις 19 Οκτωβρίου 2017, το νοικιασμένο Peugeot 108 που οδηγούσε εξερράγη λίγα μέτρα από το σπίτι της σε ένα χωριουδάκι στη βόρεια Μάλτα, η δημοσιογράφος Ντάφνε Αν Καρουάνα Γκαλίτσια ήταν 53 ετών.

Είχε εμπλακεί στην ερευνητική δημοσιογραφία από τα μέσα της δεκαετίας του 1980. Από το 2008 είχε το προσωπικό της blog, Running Commentary (Τρέχοντες Σχολιασμοί), και είχε ήδη 48 μηνύσεις και αγωγές για όσα είχε γράψει.

Είχε ερευνήσει θέματα κυβερνητικής διαφθοράς, οικογενειοκρατίας, προστασίας, ξεπλύματος βρόμικου χρήματος, δεσμών μεταξύ τυχερών παιχνιδιών και οργανωμένου εγκλήματος, το πρόγραμμα παροχής υπηκοότητας έναντι επενδύσεων και πληρωμές από την κυβέρνηση του Αζερμπαϊτζάν.

Το 2016 και το 2017 αποκάλυψε αμφιλεγόμενες και ευαίσθητες πληροφορίες μαζί με κατηγορίες που σχετίζονταν με Mαλτέζους πολιτικούς και τα Panama Papers.

Στις 22 Φεβρουαρίου 2016 υπαινίχθηκε ότι ο τότε υπουργός Ενέργειας και αργότερα υπουργός Τουρισμού Κόνραντ Μίτσι είχε δεσμούς με τον Παναμά και τη Νέα Ζηλανδία, κάτι που ο ίδιος ο υπουργός επιβεβαίωσε δύο ημέρες μετά, ισχυριζόμενος ότι το καταπίστευμα στη Νέα Ζηλανδία ήταν για να διαχειρίζεται την οικογενειακή περιουσία.

Μία ημέρα μετά, στις 25 Φεβρουαρίου 2016, αποκάλυψε ότι ο διευθυντής του πρωθυπουργικού γραφείου, Κιθ Σέμπρι, ήταν ιδιοκτήτης παρόμοιου καταπιστεύματος και δύο μήνες αργότερα ότι οι εταιρείες τους συνδέονταν.

Το 2017 έγραψε ότι μια άλλη παναμέζικη εταιρεία ανήκε στη σύζυγο του πρωθυπουργού, Μισέλ Μουσκάτ, και αποκάλυψε την ύπαρξη μιας εταιρείας με το όνομα 17 Black, η οποία είχε προωθήσει 2 εκατ. ευρώ στον Σέμπρι. Στην τελευταία της ανάρτηση πριν δολοφονηθεί έγραφε: «Ο απατεώνας Σέμπρι ήταν στο δικαστήριο σήμερα ισχυριζόμενος ότι δεν είναι απατεώνας» και κατέληγε: «Υπάρχουν απατεώνες όπου κι αν κοιτάξεις. Η κατάσταση είναι απελπιστική».

Μετά τη δολοφονία

Αμέσως μετά τη δολοφονία της, η οποία προκάλεσε παγκόσμια συγκίνηση αλλά και αγανάκτηση, ο πρωθυπουργός δεσμεύτηκε ότι θα κάνει τα πάντα για να αποκαλυφθούν οι δολοφόνοι. Ζήτησε μάλιστα τη βοήθεια ξένων υπηρεσιών, ανάμεσα στις οποίες και το FBI.

Δύο μήνες αργότερα συνελήφθησαν τρεις άνθρωποι με την κατηγορία της εμπλοκής στον φόνο. Όμως τόσο η οικογένειά της όσο και η διεθνής πολιτική και δημοσιογραφική κοινότητα δεν ήταν ικανοποιημένες από την εξέλιξη των ερευνών, καθώς ήταν προφανές ότι οποιαδήποτε αναφορά στη δολοφονημένη δημοσιογράφο τούς ενοχλούσε.

Μάλιστα φρόντισαν να απομακρύνουν έναν αυτοσχέδιο χώρο μνήμης και τιμής στο όνομά της.

Η κινητοποίηση δεκάδων εθελοντών δημοσιογράφων, που δημιούργησαν την ομάδα Daphne Project, οδήγησε την άνοιξη του 2018 στην αποκάλυψη ότι η εταιρεία 17 Black ανήκε στον Γιόργκεν Φένεκ, έναν από τους πιο πλούσιους ανθρώπους στη Μάλτα, που ασχολείται κυρίως με καζίνα και ξενοδοχεία και είναι επικεφαλής του Tumas Business Group και της μαλτογερμανοαζερικής εταιρείας Electrogas.

Ο Νοέμβριος των αποκαλύψεων

Δεκαοκτώ μήνες αργότερα, στις 14 Νοεμβρίου 2019, σε μια επιχείρηση της αστυνομίας για ξέπλυμα χρήματος, συνελήφθη ένας υπάλληλος του Φένεκ, ο 41χρονος οδηγός ταξί Μέλβιν Τέουμαν, ο οποίος προσφέρθηκε να αποκαλύψει λεπτομέρειες για τη δολοφονία της δημοσιογράφου, εάν λάμβανε αμνηστία.

Έξι ημέρες αργότερα, στις 20 Νοεμβρίου 2019, το Ναυτικό της χώρας συνέλαβε τον Φένεκ ενώ ετοιμαζόταν να εγκαταλείψει τη χώρα με τη θαλαμηγό του. Κατά την ανάκριση στην οποία υπεβλήθη, κατονόμασε τον Σέμπρι ως τον εγκέφαλο πίσω από τη δολοφονία της δημοσιογράφου και τον κατηγόρησε ότι προσπάθησε να τον επηρεάσει να δείξει τον υπουργό Επενδύσεων, Κρις Καρντόνα, ως υπεύθυνο για τη δολοφονία.

Στις 25 Νοεμβρίου ο Μουσκάτ εισηγήθηκε να παρασχεθεί αμνηστία στον Τέουμαν και την επομένη Σέμπρι, Μίτσι και Καρντόνα παραιτήθηκαν. Μάλιστα ο Σέμπρι αμέσως μετά την παραίτησή του συνελήφθη, ανακρίθηκε και αφέθηκε ελεύθερος, γεγονός που προκάλεσε την οργή της οικογένειας.

Την Πέμπτη 28 Νοεμβρίου ο πρωθυπουργός συγκάλεσε το Υπουργικό Συμβούλιο, το οποίο τον στήριξε και απέρριψε την πρόταση να χορηγηθεί ασυλία στον Φένεκ με αντάλλαγμα να αποκαλύψει τους εντολείς της δολοφονίας της δημοσιογράφου.

Την Παρασκευή 29 Νοεμβρίου στη Βαλέτα οργανώθηκε η έκτη από τη σύλληψη του Φένεκ διαδήλωση με αίτημα την αποκάλυψη της αλήθειας για τη δολοφονία της Γκαλίτσια, η οικογένεια της οποίας, όπως και το Εθνικιστικό Κόμμα της αντιπολίτευσης, κατηγορούν πλέον ευθέως τον πρωθυπουργό για παρέμβαση στην έρευνα με στόχο να προστατέψει τον Σέμπρι.

«Τουλάχιστον δύο μάρτυρες και πολλαπλά στοιχεία εμπλέκουν τον Σέμπρι στη δολοφονία της συζύγου και μητέρας μας» κατήγγειλαν σε ανακοίνωσή τους ο σύζυγος της δημοσιογράφου και τα τρία παιδιά τους, κατηγορώντας έναν πρωθυπουργό που «συνεχίζει να πιέζει τους δικαστές, τους ενόρκους και τον εκτελεστή των ποινών σε μια έρευνα που εμπλέκει τρεις από τους στενότερους συνεργάτες του».

Δύο ημέρες αργότερα ο Μουσκάτ ανακοίνωσε επισήμως ότι θα παραμείνει πρωθυπουργός έως τις 12 Ιανουαρίου, οπότε θα συγκληθούν τα όργανα του κόμματος για να εκλέξουν τον νέο ηγέτη.

«Έλεγε πάντα ότι θα φύγει σύντομα και τώρα αισθάνεται ότι έχει έρθει η ώρα, αλλά θέλει πρώτα να βγει το πόρισμα της έρευνας για τη δολοφονία της Καρουάνα Γκαλίτσια, υπό την εποπτεία του, όπως είχε υποσχεθεί» έλεγαν στελέχη του Εργατικού Κόμματος.