Οι τουρμπίνες που στροβιλίζουν πολιτικά τον Καναδά και ενεργειακά την Ευρωπαϊκή Ένωση - Free Sunday
Οι τουρμπίνες που στροβιλίζουν πολιτικά τον Καναδά και ενεργειακά την Ευρωπαϊκή Ένωση

Οι τουρμπίνες που στροβιλίζουν πολιτικά τον Καναδά και ενεργειακά την Ευρωπαϊκή Ένωση

Βαθιά ανησυχία και φόβους για διαρκή διακοπή της ροής φυσικού αερίου προς τη Γερμανία μέσω του αγωγού Nord Stream 1 προκάλεσε στην Ευρωπαϊκή Ένωση η ρωσική απόφαση να κλείσει προσωρινά για δέκα ημέρες, μέχρι τις 21 Ιουλίου, κάθε ροή. 

Η ρωσική εταιρεία GAZPOM απέδωσε την απόφαση στην ανάγκη να συντηρηθεί ο αγωγός, ο οποίος αποτελείται από ένα ζευγάρι υπεράκτιων αγωγών φυσικού αερίου κάτω από τη Βαλτική Θάλασσα που μεταφέρουν αέριο από το Βίμποργκ της βορειοδυτικής Ρωσίας, κοντά στην Φινλανδία, στο Λούμπμιν, πόλη που βρίσκεται στο ομόσπονδο κράτος του Μέκλενμπουργκ-Βορπόμερν στην βορειοανατολική Γερμανία και από εκεί, πάλι με αγωγούς, σε άλλους προορισμούς στην Δυτική Ευρώπη.

Στην ίδια πόλη καταλήγει και ο Nord Stream 2, o οποίος ξεκινά από την ρωσική πόλη Ουστ Λούγκα στην ίδια περιοχή, αλλά δεν πιστοποιήθηκε μετά από την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.

Ο Nord Stream 1, o οποίος μεταφέρει ετησίως 55 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου είναι ιδιοκτησία τηςNord Stream AG, την πλειοψηφία των μετοχών της οποίας ελέγχει η GAZPROM, θυγατρική της οποίας είναι η εταιρεία που διαχειρίζεται τον Nord Stream 2, ο οποίος έχει ίδια χωρητικότητα.Το 2021 ο αγωγός μετέφερε 59,2 δισεκατομμύρια κυβικά, περίπου 7,5% επιπλέον.

Ο Nord Stream 1,ο οποίος έχει μήκος 1222 χιλιόμετρα και είναι ο μεγαλύτερος υποθαλάσσιος αγωγός στον κόσμο, ολοκληρώθηκε και εγκαινιάστηκε την διετία Μάιος 2011-Οκτώβριος 2012, ενώ ο Nord Stream 2 ολοκληρώθηκε τον Σεπτέμβριο 2021.

 

Οι τουρμπίνες

 

To 2009, η Siemens Energy προμήθευσε τη Ρωσία με τουρμπίνες αερίου για τον σταθμό συμπίεσης του αγωγού. Πρόκειται για μηχανήματα που κατασκευάσθηκαν στον Καναδά και ήταν σε χρήση για περισσότερα από δέκα χρόνια όταν ετέθη το ζήτημα της επισκευής και της συντήρησης, για τις οποίες η Siemens είπε ότι μπορούν να γίνουν μόνο στο εργοστάσιο της στο Μόντρεαλ του Καναδά. 

 

Στον Καναδά

 

Ο συγκεκριμένος εξοπλισμός βρισκόταν στον Καναδά επί δύο χρόνια όταν έγινε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Σχεδόν αμέσως, ο Καναδάς συμμετείχε στις κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία, με αποτέλεσμα να είναι αδύνατη η παράδοση του στους Ρώσους μετά την ολοκλήρωση των επισκευών.

 

Το θέμα έθεσε τον προηγούμενο Ιούνιο στη σύνοδο των επτά ισχυρότερων χωρών του κόσμου ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σόλτς, ο οποίος φέρεται να πίεσε τον πρωθυπουργό του Καναδά να επιτρέψει την επιστροφή του εξοπλισμού. Ο Σολτς, όπως και άλλοι δυτικοί ηγέτες, εμφανίστηκε προβληματισμένος για το αν οι περικοπές που μείωσαν τη ροή στο 40% ήταν τεχνικό ζήτημα λόγω των επισκευών ή ήταν πολιτική επιλογή.

Το προηγούμενο Σάββατο, η καναδική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα εκδώσει μια χρονικά περιορισμένη και ανακλήσιμη άδεια για να εξαιρεθεί η επιστροφή των τουρμπίνων από τις κυρώσεις στη Ρωσία και να διατηρηθεί η εξαίρεση για δυο χρόνια.

 

Κι ενώ όλοι νόμιζαν ότι η συζήτηση γίνεται για μία τουρμπίνα, εκπρόσωπος Τύπου του υπουργού Φυσικών πόρων αποκάλυψε ότι οι τουρμπίνες ήταν έξι.

Η απόφαση προκάλεσε αντιδράσεις στον Καναδά, καθώς η συντηρητική αντιπολίτευση έκανε λόγο για σημαντική παράκαμψη των αποφάσεων των κυβερνήσεων σε όλο τον κόσμο να τιμωρήσουν και να απομονώσουν το καθεστώς Πούτιν, το Παγκόσμιο Ουκρανικό Συνέδριο, που έχει την έδρα του στην Οτάβα του Καναδά, χαρακτήρισε την απόφαση για την εξαίρεση παράνομη και αδικαιολόγητη και προσέφυγε στο ανώτατο δικαστήριο ζητώντας να ακυρωθεί. 

Παράλληλα, η Ουκρανία εξέφρασε την απογοήτευση της κυβέρνησής της για την διετή εξαίρεση,λέγοντας ότι τα έσοδα από το αέριο και το πετρέλαιο υποστηρίζουν ευθέως τον ρωσικό στρατό. «Αν η Gazprom πάρει ό,τι θέλει, θα είναι ένα επικίνδυνο προηγούμενο», είπε.

 

Δεν θα γυρίσουν ποτέ, δεν θα ανοίξει ποτέ;

 

Όμως, την ίδια στιγμή, η ρωσική εταιρεία έδινε άλλη εκδοχή, διαψεύδοντας με επίσημη ανακοίνωση όλους όσους καταλόγιζαν στον Καναδά παραβίαση των κυρώσεων:

«Η Gazprom δεν έχει στηνκατοχή της κανένα έγγραφο που επιτρέπει στη Siemens να βγάλει από τον Καναδά τον κινητήρα της τουρμπίνας αερίου. Υπό αυτές τις συνθήκες, δεν είναι δυνατό να εξαγάγουμε αντικειμενικό συμπέρασμα σε ό,τι αφορά την εξέλιξη της κατάστασης σχετικά με τη λειτουργία με πλήρη ασφάλεια του αγωγού».

Όταν, μάλιστα, ανακοινώθηκε η διακοπή λειτουργίας του Nord Stream 1 για δέκα ημέρες, από τις 11 έως τις 21 Ιουλίου, η ερμηνεία που κυριάρχησε στο Βερολίνο ήταν ότι ο αγωγός δεν θα επαναλειτουργήσει ποτέ.

Την ανησυχία και τους φόβους επιδείνωσε η περικοπή στο 40% των ροών προς την Ιταλία, η οποία συνέπεσε με την άρση της εμπιστοσύνης του κινήματος των «Πέντε Αστέρων», το οποίο έχει κατηγορηθεί ότι εξαρτάται από τη Μόσχα, στην κυβέρνηση Ντράγκι. Στο συμπέρασμα ότι δεν θα επαναληφθούν οι ροές είχαν καταλήξει και οι πρόεδροι των γαλλικών και των ιταλικών εργοδοτικών οργανώσεων Medef και Confidustria, Ζοφρουά Ρου ντε Μπεζιέ και Κάρλο Μπονόμι αντίστοιχα, οι οποίοι σε κοινή επιστολή τους προς τον πρόεδρο Μακρόν και τον πρωθυπουργό Μάριο Ντράγκι τους κάλεσαν να «ανακοινώσουν αντιδημοφιλή μέτρα» για να προετοιμάσουν την κοινή γνώμη για «πλήρη περικοπή» του ρωσικού φυσικού αερίου που θα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των τιμών.

«Είναι προφανές ότι δεν θα έχουμε άλλο ρωσικό αέριο μέχρι το τέλος του έτους, είτε από επιλογή μας, είτε από επιλογή των Ρώσων», δήλωσε ο κ.ντε Μπεζιέ σε ένα τελείως διαφορετικό πολιτικό πλαίσιο από αυτό των πολιτικών που προσπαθούν, στην καλύτερη περίπτωση, να μεταθέσουν τις επιπτώσεις από την ενεργειακή κρίση στο μέλλον.

Για παράδειγμα, στην αλήθεια που ζήτησαν οι Γάλλοι και οι Ιταλοί εργοδότες, Γερμανοί και Αυστριακοί αντιπαραθέτουν την αλληλεγγύη μεταξύ των χωρών μελών στην οποία εντάσσουν την αμοιβαία υποστήριξη στη χρήση των εγκαταστάσεων αποθήκευσης φυσικού αερίου, τη διαφοροποίηση του εφοδιασμού με φυσικό αέριο και τη διαμετακόμιση επίσης σε περίπτωση έλλειψης φυσικού αερίου. Όμως, οι δυο χώρες μάλλον συμμερίζονται την προφανώς δυσμενή εκτίμηση των εργοδοτών για το τέλος του χρόνου, γιατί στην κοινή δήλωση των δυο υπουργών Οικονομικών, καλούν επίσης «όλα τα κράτη μέλη της Ε.Ε. να συνάψουν όλες τις εκκρεμείς συμφωνίες αλληλεγγύης τοσυντομότερο δυνατό και, αν είναι δυνατόν, πριν από τον Οκτώβριο του 2022». 

 

Οι ελληνικές συνεργασίες 

 

Στο πλαίσιο αυτό, μία παρόμοια συμφωνία συνεργασίας για το φυσικό αέριο ανακοίνωσαν ότι θα υπογράψουν η Γερμανία με άλλη γειτονική της χώρα, την Τσεχία, ενώ τους τελευταίους μήνες, η Ελλάδα, όπως επιβεβαίωσε επίσημα ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στην Κομοτηνή, έχοντας δίπλα του τον υπηρεσιακό Βούλγαρο ομόλογο του, Κίριλ Πετρόφ, τροφοδοτεί τη Βουλγαρία με φυσικό αέριο αφότου η Μόσχα έκλεισε τη στρόφιγγα.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΔΕΣΦΑ,το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους, σημειώθηκε αύξηση των εξαγωγών φυσικού αερίου κατά 134,33%, καθώς από 3,67 Τεραβατώρες(TWh) ανέβηκαν σε 8,60 TWh.

Η συνολική ζήτηση φυσικού αερίου (εγχώρια κατανάλωση και εξαγωγές) αυξήθηκε κατά 3,84%–2,44TWh– φτάνοντας στις 38,91 έναντι 37,47 TWh κατά την αντίστοιχη περσινή περίοδο.

Όμως, την ίδια στιγμή, η εγχώρια κατανάλωση μειώθηκε κατά 3,49 TWh,10,33%, από 33,80TWh στις 30,31 χωρίς μέχρι στιγμής όμως να υπάρχει κάποια αξιόπιστη ερμηνεία για τους λόγους της μείωσης της εγχώριας κατανάλωσης και συγκεκριμένα τι αποθάρρυνε τους καταναλωτές.

Το 22,10% της συνολικής ζήτησης αφορούσε σε εξαγωγές φυσικού αερίου, κυρίως προς τη Βουλγαρία από το σημείο διασύνδεσης στο Σιδηρόκαστρο, ενώ μικρές ποσότητες φυσικού αερίου εξήχθησαν και προς την Ιταλία μέσω της Νέας Μεσημβρίας και του αγωγού TAP. Από αυτές τις σχεδόν 39 TWh, λιγότερο από το 1/3 είναι εισαγωγές από την Ρωσία, οι οποίες το πρώτο εξάμηνο του 2022 μειώθηκαν 21,3% και έπεσαν στις 13,3TWh από 16,9 TWh την αντίστοιχη περυσινή περίοδο, ενώ τους δυο τελευταίους μήνες του εξαμήνου ήταν σε μονοψήφια ποσοστά, αλλά δεν αξιολογείται ακόμη καθώς η ΔΕΠΑ επέλεξε να απορροφήσει συγκεκριμένεςποσότητες αζερικού αερίου που έρχεται μέσω του TAP, γιατί κινδύνευε να τις χάσει αν και τις είχε πληρώσει, ενώ η συμφωνία με τη ρωσική Gazprom δίνει την ευελιξία να πληρώσει σήμερα και να τις δώσει στην κατανάλωση έστω και δυο χρόνια αργότερα. 

Το κυβερνητικό επιτελείο δείχνει πιο αισιόδοξο ότι δεν θα υπάρξει έλλειμμα τροφοδοσίας καθώςεπισημαίνει τη μεγάλη αύξηση των εισαγωγών με πλοία, η οποία υπερδιπλασιάστηκε.