Ελβετία: Ένας ταξικός παράδεισος - Free Sunday
Ελβετία: Ένας ταξικός παράδεισος

Ελβετία: Ένας ταξικός παράδεισος

Ακριβώς πεντακόσια χρόνια μετά την έκδοση του μυθιστορήματος «Ουτοπία» του Βρετανού διανοητή Τόμας Μορ, που επινόησε τον όρο για να περιγράψει ένα φανταστικό νησί όπου δεν υπάρχουν δικηγόροι, λόγω της απλότητας των νόμων, όπου οι κοινωνικές εκδηλώσεις γίνονται σε δημόσια θέα, η κοινοκτημοσύνη υποσκελίζει την ιδιωτική ιδιοκτησία, οι άνδρες και οι γυναίκες εκπαιδεύονται εξίσου, υπάρχει σχεδόν πλήρης θρησκευτική ανοχή και όλοι έχουν ένα ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, οι Ελβετοί απάντησαν με ένα εκκωφαντικό «όχι».
Οι Ελβετοί ψηφοφόροι, που συχνά καλούνται να συμμετάσχουν σε δημοψηφίσματα για θέματα που αφορούν τον δήμο, το καντόνι τους, αλλά και για ομοσπονδιακά ζητήματα, απέρριψαν με συντριπτική πλειοψηφία την πρόταση ομάδας διανοουμένων για ένα εγγυημένο βασικό εισόδημα για το σύνολο του πληθυσμού της χώρας.

Στην κάλπη σχεδόν το 77% εναντιώθηκε στην πρόταση που ήθελε όλους τους Ελβετούς πολίτες, καθώς και τους αλλοδαπούς που είναι κάτοικοι Ελβετίας για τουλάχιστον πέντε χρόνια, να λαμβάνουν το μίνιμουμ εισόδημα. Οι υποστηρικτές του σχεδίου που κατάφεραν να συγκεντρώσουν τις 100.000 υπογραφές που απαιτούνται για να προκηρυχτεί ένα δημοψήφισμα θεωρούν ότι η παροχή ενός τέτοιου εισοδήματος θα βοηθούσε στην καταπολέμηση της φτώχειας και της ανισότητας, σε έναν κόσμο όπου οι καλές θέσεις εργασίας με σταθερούς μισθούς όλο και μειώνονται, όπως υποστηρίζουν.

Καμία έκπληξη

Το αποτέλεσμα βεβαίως δεν αποτελεί έκπληξη, καθώς στις δημοσκοπήσεις πριν από την ψηφοφορία περισσότερο από το 70% των Ελβετών ψηφοφόρων είχε δηλώσει την εναντίωσή του στην πρόταση, ενώ τόσο η ελβετική κυβέρνηση όσο και σχεδόν όλα τα πολιτικά κόμματα της χώρας είχαν προτρέψει τους ψηφοφόρους να απορρίψουν την πρωτοβουλία. Οι επικριτές του σχεδίου το περιγράφουν ως «ένα μαρξιστικό όνειρο», προειδοποιώντας για το υψηλό κόστος αλλά και τη βλάβη που θα προκαλούνταν στην οικονομία όταν οι άνθρωποι θα παρατούσαν μαζικά τις δουλειές τους για να κάθονται. «Αν πληρώνετε ανθρώπους για να μην κάνουν τίποτα, δεν θα κάνουν τίποτα» υποστηρίζει στoν «Guardian» ο Σαρλ Βιπλόζ, καθηγητής Οικονομικών στο Graduate Institute της Γενεύης.

Αντιθέτως, ο Ραλφ Κούντιγκ, ένας από τους επικεφαλής της καμπάνιας που υποστήριξε μέχρι τέλους την πρόταση, πιστεύει ότι «για αιώνες κάτι τέτοιο θεωρούνταν ότι ανήκει σε μια ουτοπία, η οποία σήμερα δεν έχει γίνει μόνο δυνατή αλλά και απαραίτητη». Ο Κούντιγκ ήξερε ότι είχε μικρές πιθανότητες να περάσει η πρωτοβουλία αυτή αλλά τονίζει ότι «ακόμη και η ευρεία δημόσια συζήτηση που άρχισε γι’ αυτό το σημαντικό θέμα είναι νίκη».

Η ομάδα πίσω από την πρωτοβουλία είχε προτείνει την καταβολή 2.500 ελβετικών φράγκων (2.275 ευρώ) τον μήνα για κάθε ενήλικα και 625 φράγκα (570 ευρώ) για κάθε παιδί. Οι αρχές υπολόγισαν το ετήσιο κόστος του πλάνου στα 25 εκατ. φράγκα, που θα απαιτούσαν περικοπές ή αύξηση φόρων. Ο μέσος μισθός στην Ελβετία μπορεί να φτάνει τα 6.000 ελβετικά φράγκα, ωστόσο το κόστος ζωής κινείται σε ανάλογα ύψη, ενώ δεν λείπουν τα ανέκδοτα με πολίτες που ταξιδεύουν σε γειτονικές χώρες για να προμηθευτούν αγαθά από τα εκεί σούπερ μάρκετ. Η Ελβετία είναι προφανώς μια ειδική περίπτωση, με πολύ χαμηλή ανεργία και πολλούς ξένους σε πολύ καλές θέσεις εργασίας – θα μπορούσε κάποιος να την περιγράψει ως ένα «ουτοπικό νησί» στο κέντρο της Ευρώπης, μακριά από τα προβλήματα που μαστίζουν τις άλλες χώρες.

Μπορεί τον Μάρτιο οι Ελβετοί να απέρριψαν την πρόταση του ακροδεξιού Λαϊκού Κόμματος να απελαύνονται όσοι αλλοδαποί παραβιάζουν τον νόμο, πρακτικά για οποιοδήποτε αδίκημα, ακόμη και για παραβίαση του ορίου ταχύτητας, ωστόσο τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερα δημοψηφίσματα με ξενοφοβική, ακροδεξιά ατζέντα φτάνουν στις κάλπες, ενώ πρώτη είδηση έγινε η απόφαση του χωριού Όμπερβιλ-Λίλι, μόνο 15 χιλιόμετρα από τη Ζυρίχη, να πληρώσουν οι εκατομμυριούχοι κάτοικοί του –300 τον αριθμό– πρόστιμο ύψους 260.000 ευρώ στην ελβετική κυβέρνηση παρά να δεχτούν τους δέκα πρόσφυγες που αναλογούσαν στο χωριό. Η ιδιαιτερότητα μιας χώρας όπου το 25% των κατοίκων είναι ξένης υπηκοότητας περιπλέκεται από την κυριαρχία του ευρωσκεπτικιστικού Ελβετικού Λαϊκού Κόμματος (SVP) στην ελβετική πολιτική σκηνή. Την ίδια ώρα η Ελβετία χάνει ένα από τα ατού που την έχουν μετατρέψει σε θησαυροφυλάκιο του πλανήτη.

Μετά το κραχ του 1929 η Ελβετία έκανε όλες τις απαραίτητες κινήσεις ώστε να μετατραπεί σε φορολογικό παράδεισο. Στις αρχές της δεκαετίας του 1930, όταν η Αυστρία και η Γερμανία βίωναν τη μια χρεοκοπία μετά την άλλη, η Ελβετία έλαβε μέτρα για να καταστήσει το τραπεζικό της σύστημα ασφαλέστερο. Για τον σκοπό αυτό η κυβέρνηση ψήφισε το 1934 τον νόμο περί τραπεζών, με τον οποίο ενίσχυσε τη μυστικότητα του τραπεζικού κλάδου και τη νομική προστασία του απορρήτου. Ο νόμος καλούσε τις τράπεζες να τηρούν «απόλυτη σιωπή» σε σχέση με τους λογαριασμούς απέναντι σε όλες τις κυβερνήσεις, συμπεριλαμβανομένης της ελβετικής.

Τραπεζικά μυστικά

To καθεστώς φορολογικού παραδείσου της Ελβετίας απειλείται τα τελευταία χρόνια και ιδιαίτερα μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση, με τις δυτικές κυβερνήσεις να κάνουν ό,τι μπορούν για να ενισχύσουν τα ταμειακά τους διαθέσιμα και να τονώσουν τα έσοδά τους. Δεν είναι λίγες οι κυβερνήσεις που αποφάσισαν να δουν τον «ελέφαντα στο δωμάτιο» και να εντείνουν τις προσπάθειές τους για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Αυτό έχει οδηγήσει σε μια σειρά συμφωνιών μεταξύ της Ελβετίας και χωρών όπως οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία για την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τα χρήματα που φυλάσσονται στο ελβετικό τραπεζικό σύστημα. Ο κόσμος πιέζει την Ελβετία να αλλάξει το καθεστώς άκρας τραπεζικής μυστικότητας και αυτό την οδηγεί σε μια κρίση οικονομικής ταυτότητας.

Με τη στρατηγική γεωγραφική θέση της, όμως, δεν θα αφήσει τις Άλπεις να μπουν εμπόδιο στον κομβικό ρόλο που θέλει να έχει στην Ευρώπη. Μόλις πριν από λίγες μέρες εγκαινιάστηκε η Σήραγγα Βάσης Γκόταρντ, ένα τούνελ που περνά κάτω από τις Ελβετικές Άλπεις και είναι η μεγαλύτερη και βαθύτερη σιδηροδρομική σήραγγα του κόσμου, με μήκος 57 χιλιόμετρα. Μετά από δύο δεκαετίες έργων έρχεται να απλοποιήσει τις μεταφορές, καθώς φορτηγά που μετέφεραν εμπορεύματα μέσω των δρόμων των Άλπεων θα δώσουν πλέον τη θέση τους σε υπερταχείες φορτίου. Το έργο είχε εγκριθεί το 1992 με δημοψήφισμα και αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου αναδιάρθρωσης του σιδηροδρομικού δικτύου που στοίχισε συνολικά πάνω από 12 δισ. ευρώ και χρηματοδοτείται από έσοδα από τον ΦΠΑ, τέλη σε φορτηγά και κρατικό δανεισμό που θα αποπληρωθεί εντός δέκα ετών.