Από το Μισισίπι με αγάπη - Free Sunday
Από το Μισισίπι με αγάπη

Από το Μισισίπι με αγάπη

Έντονες αντιδράσεις προκάλεσε πριν από μερικές μέρες η απόφαση του Ρεπουμπλικάνου κυβερνήτη της Πολιτείας του Μισισίπι, Φιλ Μπράιαντ, να υπογράψει νόμο ο οποίος επιτρέπει σε ιδιωτικές και δημοτικές επιχειρήσεις να μην εξυπηρετούν ομοφυλόφιλους ή τρανσέξουαλ εάν η κουλτούρα των τελευταίων δεν συνάδει με τα θρησκευτικά τους «πιστεύω».
Ο νόμος επιτρέπει σε εκκλησιαστικά ιδρύματα και ιδιωτικές επιχειρήσεις να αρνούνται να εξυπηρετήσουν ανθρώπους αν θεωρούν ότι η νοοτροπία αυτών παραβιάζει τις θρησκευτικές πεποιθήσεις τους. Θα είναι νόμιμο, δηλαδή, πλέον για κάθε ιδιοκτήτη επιχείρησης να αρνείται να εξυπηρετήσει κάποιον που ίσως του φαίνεται διαφορετικός. Ο κυβερνήτης του Μισισίπι, που βρίσκεται στον αμερικανικό Νότο, εξήγησε μέσω ανάρτησης στο Facebook πως υπέγραψε τον εν λόγω νόμο προκειμένου «να προστατέψει τις θρησκευτικές πεποιθήσεις και τους ηθικούς φραγμούς ατόμων και επιχειρήσεων». Ανέφερε μάλιστα πως ο νόμος «ενισχύει το δικαίωμα άσκησης της θρησκευτικής ελευθερίας, σύμφωνα με την Πρώτη Τροπολογία του Συντάγματος των ΗΠΑ» και συνέχισε τονίζοντας πως «γάμος είναι ή θα έπρεπε να αναγνωρίζεται ως η ένωση ενός άνδρα και μιας γυναίκας», προσθέτοντας ότι οι σεξουαλικές σχέσεις θα πρέπει να φυλάσσονται μόνο για μια τέτοια ένωση.
Όπως ήταν φυσικό, η απόφαση του κυβερνήτη προκάλεσε αλυσιδωτές αντιδράσεις μεταξύ πολλών οργανώσεων και πολυεθνικών επιχειρήσεων. Η πρόεδρος της Ένωσης Κοινωνικών Ελευθεριών Τζένιφερ Κόλινς δήλωσε πως «πρόκειται για μια θλιβερή μέρα για την Πολιτεία του Μισισίπι και για χιλιάδες πολίτες της, οι οποίοι θα μπορούν πλέον να απομακρύνονται από επιχειρήσεις, να τους στερούν την έκδοση άδειας γάμου, την αγορά σπιτιού, την πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες ή ακόμα και περίθαλψη, αν δεν συμφωνούν με τη νοοτροπία ή την ιδιοσυγκρασία τους».

Αποχωρούν οι επιχειρήσεις
Πολυεθνικές επιχειρήσεις και εταιρείες πληροφορικής και τεχνολογιών ήταν από τους πρώτους που αντέδρασαν, επισημαίνοντας έμμεσα ότι αν τυχόν υπογραφούν παρόμοιοι νόμοι και σε άλλες Πολιτείες του αμερικανικού Νότου, δεν θα διστάσουν να απομακρύνουν τις έδρες τους από αυτές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η εταιρεία online πληρωμών PayPal, η οποία είχε ανακοινώσει μία μεγάλη επένδυση, αξίας 3,6 εκατ. δολαρίων, στην Πολιτεία της Βόρειας Καρολίνας, η οποία θα πρόσφερε περισσότερες από 400 νέες θέσεις εργασίας μέχρι το τέλος του 2017. Η PayPal απέσυρε το επενδυτικό της σχέδιο αμέσως μόλις υπεγράφη ο νόμος του κυβερνήτη Μπράιαντ, διότι η Πολιτεία της Βόρειας Καρολίνας φάνηκε ότι στήριζε την απόφαση του τελευταίου, υπογράφοντας με τη σειρά της δικό της νόμο που ενισχύει τη νοοτροπία των κοινωνικών διακρίσεων. Η PayPal εξήγησε ότι τέτοιου τύπου νόμοι αντιτίθενται στην κουλτούρα της εταιρείας, η οποία επιθυμεί να διατηρεί τους πελάτες της ικανοποιημένους. «Το να γίνει κάποιος εργοδότης στη Βόρεια Καρολίνα, όπου οι πελάτες και οι υπάλληλοί του δεν θα έχουν τα ίδια δικαιώματα απέναντι στον νόμο, είναι τουλάχιστον απαράδεκτο για την εταιρεία μας» τόνισε ο πρόεδρος της PayPal, Νταν Σούλμαν, ο οποίος πρόσθεσε πως ήδη συζητούν με άλλες Πολιτείες, προκειμένου να μεταφέρουν τα επενδυτικά τους σχέδια. Οι τελευταίες εξελίξεις στις Πολιτείες που ελέγχονται από τους Ρεπουμπλικάνους αναδεικνύουν ένα τεράστιο χάσμα μεταξύ μεγάλων επιχειρήσεων και πολιτικών, αναφέρουν σε πρόσφατο δημοσίευμά τους οι «New York Times». Στην Ιντιάνα και στο Άρκανσο, που επίσης ελέγχονται από Ρεπουμπλικάνους, έχουν αναδυθεί παρόμοια θέματα από τη στιγμή που το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ νομιμοποίησε τον γάμο μεταξύ των ομοφυλόφιλων. Η πίεση που ασκείται στους κυβερνήτες από τους ψηφοφόρους και το κόμμα να περάσουν νόμους που αντιτίθενται στα δικαιώματα των γκέι είναι τεράστια και έρχεται σε αντίθεση με την κουλτούρα των μεγαλύτερων επιχειρήσεων στις ΗΠΑ, που αναζητούν πλέον πιο δημοκρατικές πολιτείες για να κάνουν τις επενδύσεις τους.

Κίνδυνοι για την τοπική οικονομία
Περισσότερες από 120 μεγάλες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στις ΗΠΑ υπέγραψαν δικό τους ψήφισμα προς τον κυβερνήτη του Μισισίπι ζητώντας να αποσύρει τον νόμο. O πρόεδρος της Google Ventures, Μπιλ Μάρις, δήλωσε πως δεν πρόκειται να πραγματοποιήσει άλλες επενδύσεις στην Πολιτεία του Μισισίπι αν δεν αποσυρθεί ο εν λόγω νόμος. Μεταξύ των 120 εταιρειών είναι η Apple, το Facebook και η Τράπεζα της Αμερικής με έδρα τη Βόρεια Καρολίνα. Η εταιρεία παραγωγής Lionsgate, που γυρίζει το μιούζικαλ «Dirty Dancing» στη Βόρεια Καρολίνα, επίσης σκέφτεται να αποχωρήσει ως ένδειξη διαμαρτυρίας, λέγοντας πως «θα πιεστούμε πολύ να συνεχίσουμε τη συνεργασία μας αν δεν αποσυρθούν οι νόμοι που ενισχύουν τις κοινωνικές διακρίσεις». Ταυτόχρονα, η φαρμακευτική εταιρεία Braeburn, που είχε προγραμματίσει επένδυση ύψους 20 εκατ. δολαρίων στη Βόρεια Καρολίνα, δήλωσε μέσω εκπροσώπου της ότι «έχουν δεύτερες σκέψεις».
Τον κώδωνα του κινδύνου κρούουν οι δημοτικές αρχές των Πολιτειών που κυβερνώνται από Ρεπουμπλικάνους, φοβούμενες πως με την αποχώρηση των εταιρειών θα αντιμετωπίσουν τεράστια οικονομικά προβλήματα και υψηλά ποσοστά ανεργίας. Η δήμαρχος της πόλης Σάρλοτ –από τις πιο εύρωστες στη Βόρεια Καρολίνα– κάλεσε τον κυβερνήτη να αναλάβει την ευθύνη των πράξεών του και να αφουγκραστεί τον επιχειρηματικό κλάδο της Πολιτείας προτού χαθούν περισσότερες δουλειές.
Η βιομηχανία του θεάματος και οι ιθύνοντες του Χόλιγουντ επίσης δηλώνουν ότι θα σταθούν εμπόδιο στην υιοθέτηση νόμων που ενισχύουν την κοινωνική προκατάληψη και τον ρατσισμό και είναι έτοιμοι να μποϊκοτάρουν όποιες Πολιτείες υπογράψουν νόμους παρόμοιους με αυτούς του Μισισίπι. Την ίδια αντίληψη έχουν και οι εταιρείες υψηλής τεχνολογίας, πληροφορικής και διαδικτύου, των οποίων η κουλτούρα εκ των πραγμάτων είναι φιλελεύθερη. Πάντως, οι κυβερνήτες των Πολιτειών Τζόρτζια και Ιντιάνα αναγκάστηκαν να απορρίψουν παρόμοιους νόμους, υπό τον φόβο του «οικονομικού αποκλεισμού» από τις μεγάλες εταιρείες της χώρας, ενώ ο Πρόεδρος Ομπάμα, που επίσης εξέφρασε την αντίθεσή του απέναντι στους νόμους του Μισισίπι και της Βόρειας Καρολίνας, σύμφωνα με δημοσιεύματα, εξετάζει ακόμη και το ενδεχόμενο να κόψει κυβερνητικά κονδύλια στις Πολιτείες εξαιτίας της ενίσχυσης των κοινωνικών διακρίσεων.