Ο εφιάλτης μιας χαλαρής Ένωσης - Free Sunday
Ο εφιάλτης μιας χαλαρής Ένωσης

Ο εφιάλτης μιας χαλαρής Ένωσης

Υπάρχουν λόγοι να πιστεύουμε ότι λαϊκιστικές και άλλες περιθωριακές πολιτικές δυνάμεις θα αναλάβουν τη διαμόρφωση του πολιτικού τοπίου της Ευρώπης προς μια γραμμή που θα βάζει τον φιλελευθερισμό και την παγκοσμιοποίηση απέναντι σε εσωστρεφείς και τοπικιστικές θεωρήσεις; Θα εγκαταλείψουν σταδιακά τα mainstream κόμματα την υποστήριξή τους στις θεμελιώδεις αρχές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των πολιτικών ελευθεριών, της ισότητας και της διαφάνειας υπό τον πανικό του λαϊκιστικού κύματος που μοιάζει να καταπίνει τις ευρωπαϊκές χώρες;

Ο λαϊκισμός βρίσκεται σε άνοδο και παρ’ ότι είναι απίθανο οι εκφραστές του να κερδίσουν τις ψήφους που χρειάζονται ώστε να κυβερνήσουν την Ευρώπη, υπάρχει ο κίνδυνος να το κάνουν επιβάλλοντας τη ρητορική τους στον ευρωπαϊκό πολιτικό λόγο. Να γίνει δηλαδή η ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή λαϊκιστική «δι’ αντιπροσώπου», αν οι πολιτικές ελίτ δεν αντιμετωπίσουν τα βαθύτερα αίτια του φαινομένου. Προς το παρόν οι ηγέτες της κεντροδεξιάς και της κεντροαριστεράς μοιάζουν να αγκαλιάζουν τα δημαγωγικά εργαλεία των δεξιών λαϊκιστών, για να μαζέψουν μερικές ψήφους ακόμη. Είναι πάντως προφανές ότι αυτή η τακτική δεν κερδίζει. Στην χώρα μας η Χρυσή Αυγή μπήκε στο Κοινοβούλιο όταν ο κυρίαρχος λόγος εμφορήθηκε από ρατσιστικά αφηγήματα. Το ίδιο ανακάλυψε πρόσφατα ο πρωθυπουργός της Σλοβακίας Ρόμπερτ Φίτσο, όταν στις κοινοβουλευτικές εκλογές στις 5 Μαρτίου, και αφού είχε παίξει δυνατά το αντιμεταναστευτικό χαρτί, ενισχύθηκαν τα ακροδεξιά κόμματα περισσότερο από το δικό του. Εάν οι ψηφοφόροι θέλουν να «μυρίσουν» την ξενοφοβία, συνήθως επιλέγουν το αυθεντικό κόμμα που την εκφράζει.

Εύκολος λαϊκισμός

Ωστόσο, η πρόσφατη εμπειρία του Φίτσο δεν φαίνεται να πείθει τους mainstream πολιτικούς ότι πρέπει να σταματήσουν να αντιγράφουν τη γλώσσα του δεξιού λαϊκισμού. Οι αντιδράσεις των κυβερνήσεων στη μεγάλη εισροή προσφύγων μοιάζουν να κινούνται στον ρυθμό του φόβου που προκαλεί η άνοδος του λαϊκισμού. Στις χώρες που θα έχουν σύντομα εκλογές η κατάσταση είναι ακόμη χειρότερη, με τους ακροδεξιούς λαϊκιστές να διαμορφώνουν τη συζήτηση για το προσφυγικό με τους δικούς τους όρους. Η φοβία της επικράτησής τους εμποδίζει την ανάδειξη εναλλακτικών λύσεων κι αυτό με τη σειρά του δίνει στους λαϊκιστές ακόμα περισσότερα «πυρομαχικά» σε μια συζήτηση που πολύ απέχει από τις ευρωπαϊκές αρχές και αξίες πάνω στις οποίες στηρίχτηκε το όραμα της Ενωμένης Ευρώπης. Επισημαίνεται συχνά ότι τα καθεστώτα του Όρμπαν στην Ουγγαρία και του Καζίνσκι στην Πολωνία θα αποτύγχαναν να εκπληρώσουν τα κριτήρια της Κοπεγχάγης για τα υπό ένταξη κράτη της Ε.Ε.

Όμως οι φαινομενικά «εύκολες» απαντήσεις που δίνουν σε θέματα που απασχολούν τους πολίτες –να σηκώσουμε τείχη για να κρατήσουμε τους μουσουλμάνους έξω, να πολεμήσουμε τον ελεύθερο ανταγωνισμό– ασκούν πίεση στις πολιτικές ελίτ, εγκλωβίζοντας την πολιτική κουλτούρα σε κινήσεις που απηχούν τα χαμηλότερα ένστικτα των πολιτών και στερούν το οξυγόνο της λογικής από τη χάραξη πολιτικής. Υπό τις παρούσες συνθήκες το όνειρο μιας δυνατής φιλελεύθερης Ευρώπης στον 21ο αιώνα μοιάζει να απομακρύνεται.

Το σοκ της οικονομικής κρίσης που πέρασε η Ευρωζώνη και το προσφυγικό ζήτημα εκθέτουν τα σοβαρά προβλήματα της Ε.Ε. Μετά από χρόνια κωλυσιεργίας οι χώρες της Ευρωζώνης έχουν αποκαταστήσει μια σχετική σταθερότητα στο κοινό νόμισμα, προχωρώντας, μεταξύ άλλων, στη δημιουργία μιας τραπεζικής ένωσης. Ωστόσο, οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν έχουν αντιμετωπίσει ακόμη τη θεμελιώδη αντίφαση στην ύπαρξη μιας νομισματικής ένωσης που όμως δεν ακολουθεί κοινή οικονομική πολιτική. Την ίδια στιγμή το συνεχιζόμενο κύμα μετανάστευσης προς την Ευρώπη θέτει πρόσθετα ερωτηματικά ως προς τη δυνατότητα της Ε.Ε. να λειτουργήσει ως μια πραγματική πολιτική ένωση παρά ως μια χαλαρή συνομοσπονδία κυρίαρχων κρατών.

Πεδίο κρίσεων η Ε.Ε.

Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η Ε.Ε. βρίσκεται σε μια διαρκή κατάσταση διαχείρισης κρίσεων, από τον κίνδυνο κατάρρευσης της Ευρωζώνης μέχρι τα κύματα μεταναστών χωρίς χαρτιά και τα αναβαθμισμένα τρομοκρατικά χτυπήματα, όπως πιστοποιείται από τις πρόσφατες επιθέσεις στις Βρυξέλλες. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, αντιμετωπίζει πλέον και την πραγματική πιθανότητα της βρετανικής εξόδου, ή Brexit, μέσω του δημοψηφίσματος στο Ηνωμένο Βασίλειο τον Ιούνιο. Κανείς δεν ξέρει τι αποτέλεσμα θα είχε ένα πανευρωπαϊκό δημοψήφισμα για την ιδέα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Ας πάρουμε ως παράδειγμα τη ζώνη του Σένγκεν, η οποία περιλαμβάνει σχεδόν όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. Η περιώνυμη συνθήκη θεωρείται ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα του μπλοκ, καθώς επιτρέπει την ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων και αγαθών εντός των συνόρων του. Και όμως, τα μέλη της δεν έχουν ένα κοινό ομοσπονδιακό σύστημα για τον έλεγχο των εξωτερικών συνόρων, ούτε κοινή ακτοφυλακή και τελωνειακές υπηρεσίες, αλλά ούτε και ενιαίο φορέα για την επεξεργασία των αιτημάτων ασύλου των προσφύγων. Όλα αυτά, δυστυχώς, γίνονται απολύτως εμφανή στον τρόπο που το προσφυγικό αγγίζει την Ελλάδα, αλλά φέρνουν στην επιφάνεια και τις αντιφάσεις στις σχέσεις των κρατών.

Στην κάλπη για το Brexit

Πέρα από αυτά, η πιθανότητα ενός Brexit αποτελεί ακόμη μια σοβαρή απειλή για την επιβίωση της Ένωσης. Το Συντηρητικό Κόμμα εμφανίζεται διχασμένο ενόψει της ψηφοφορίας. Από τη μια ο δήμαρχος του Λονδίνου Μπόρις Τζόνσον που εκστρατεύει για βγει η χώρα του από την Ευρώπη, από την άλλη ο πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον που θέλει την παραμονή. Όταν το 2013 υποσχέθηκε στους συμπατριώτες του δημοψήφισμα για το θέμα, ο Κάμερον ήταν βέβαιος ότι το στρατόπεδο της παραμονής θα κέρδιζε άνετα. Ωστόσο, η χαμηλή διαφορά στις δημοσκοπήσεις δείχνει ότι μπορεί να μην υπολόγισε σωστά. Σε μια προσπάθεια να σώσει τη βρετανική ένταξη, ο Κάμερον έχει εξασφαλίσει ένα πακέτο παραχωρήσεων από τους εταίρους του στην Ε.Ε., οι οποίες περιλαμβάνουν την εξαίρεση του Ηνωμένου Βασιλείου από οποιαδήποτε δέσμευση για «διαρκώς στενότερη ένωση», καθώς και τη δέσμευση της Ε.Ε. να μειώσει τη γραφειοκρατία. Αυτές οι παραχωρήσεις, ανεξαρτήτως του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος για το Brexit, δημιουργούν σε ολοένα και περισσότερα κράτη-μέλη την επιθυμία να επιλέξουν το είδος της ένωσης που θέλουν.

 Μια Ευρώπη πολλών ταχυτήτων θα είχε ως αποτέλεσμα την ενίσχυση του ευρωσκεπτικισμού και αυτό οφείλει να κινητοποιήσει εκείνα τα μεγάλα τμήματα της κοινωνίας που έχουν χάσει όχι μόνο την εμπιστοσύνη τους στις ελίτ αλλά και την πεποίθηση ότι το διακύβευμα στη σημερινή πολιτική σκακιέρα είναι σοβαρό.

Η προσφυγική κρίση και ο φόβος για το Ισλαμικό Κράτος έχουν ωθήσει ψηφοφόρους στα χέρια δεξιών κομμάτων. Ένα τέτοιο κόμμα ήδη έχει πάρει την εξουσία στην Πολωνία, ενώ και άλλα, από τη Σλοβακία και τη Σουηδία μέχρι την Αυστρία και τη Γαλλία, βλέπουν τις ψήφους τους να αυξάνονται ξαφνικά.
Την ώρα που το ευρωσκεπτικιστικό Κόμμα της Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου (UKIP) εκμεταλλεύτηκε αμέσως τις επιθέσεις στις Βρυξέλλες για να δηλώσει ότι «απέδειξαν πως οι χαλαροί έλεγχοι στα σύνορα αποτελούν απειλή για την ασφάλειά μας», η πιο σοβαρή απειλή έρχεται από το ακροδεξιό Εθνικό Μέτωπο στη Γαλλία και την επικεφαλής του Μαρίν Λεπέν, που θα έχει ίσως την ευκαιρία να διεκδικήσει την προεδρία το 2017, λόγω της φύσης του γαλλικού εκλογικού συστήματος, με το δεύτερό του γύρο.

Από την άλλη, βλέπουμε και ανερχόμενους πολιτικούς αστέρες να παίζουν με τη φωτιά, όπως το νεαρότερο πρόσωπο της αυστριακής συντηρητικής πολιτικής σκηνής, τον 29 ετών υπουργό Εξωτερικών Σεμπάστιαν Κουρτς, ο οποίος ηγείται της δεξιάς λαϊκιστικής έκκλησης να κλείσουν τα σύνορα της χώρας. Κι ενώ ο ίδιος θα μπορούσε να καθοδηγείται από προσωπική φιλοδοξία, με τον τρόπο του τραβά το κόμμα του προς τα δεξιά της ξενοφοβίας.

Κάποιοι θεωρούν ότι τέτοιοι συντηρητικοί ελιγμοί είναι προσπάθειες προκειμένου να σταματήσουν οι πραγματικοί λαϊκιστές της άκρας Δεξιάς. Η Αυστρία έχει μάθει με δύσκολο τρόπο ότι δύσκολα κάποιος λαϊκίζει πιο επιτυχημένα από τον πραγματικό λαϊκιστή, όπως απέδειξε το Κόμμα της Ελευθερίας του Γεργκ Χάιντερ, που συγκυβερνούσε στην Αυστρία από το 2000 έως το 2005. Σήμερα το κόμμα βρίσκεται και πάλι στις πρώτες θέσεις των δημοσκοπήσεων. Αλλά ακόμη και χωρίς νίκη, οι ακραίες θέσεις των κομμάτων αυτών έχουν μπολιάσει ήδη την κυρίαρχη ιδεολογία, που επηρεάζεται από τον φόβο της ήττας.