ΗΠΑ και ΔΝΤ απέναντι στη Γερμανία - Free Sunday
ΗΠΑ και ΔΝΤ απέναντι στη Γερμανία

ΗΠΑ και ΔΝΤ απέναντι στη Γερμανία

Όσοι στη χώρα μας μπήκαν στον κόπο να διαβάσουν την ομιλία της επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ στη Φρανκφούρτη την Τρίτη 5 Απριλίου και δεν περιορίστηκαν στα όσα αφορούσαν την Ελλάδα στην κοινή συνέντευξη Τύπου λίγο αργότερα με την καγκελάριο Μέρκελ είχαν μία ακόμη πανηγυρική επιβεβαίωση ότι το χάσμα ανάμεσα στο Ταμείο και στο Βερολίνο βαθαίνει χρόνο με τον χρόνο, παρά την αποδεδειγμένη βούληση των δύο πλευρών να κρατήσουν τη διένεξη στο πλαίσιο της συγκρουσιακής συγκατοίκησης και να μην επιτρέψουν να πάρει τη μορφή ανεξέλεγκτης μετωπικής σύγκρουσης.

Κριστίν vs Άνγκελα
Η ομιλία της Λαγκάρντ ήταν στα όρια της πολιτικής ορθότητας, καθώς επί της ουσίας ήταν ένα ανηλεές κατηγορητήριο για τη Γερμανία:
• Η Γερμανία αναδείχθηκε ως το εμπόδιο στο να στραφεί η Ευρωζώνη προς την ανάπτυξη, στο να αποδώσουν οι ενέργειες του επικεφαλής της ΕΚΤ Μ. Ντράγκι με μέτρα αύξησης της ζήτησης, ώστε να απορροφηθεί το σοκ της πτώσης του ρυθμού ανάπτυξης της Κίνας, που ήδη έχει σοβαρές αλυσιδωτές παρενέργειες στη Βραζιλία και στη Ρωσία.
• Η ομιλία της Λαγκάρντ μας θυμίζει την πλήρη απομόνωση στην οποία βρέθηκε ο Σόιμπλε στην πρόσφατη σύνοδο των υπουργών Οικονομικών της G-20 στη Σανγκάη, όπου μόνος εναντίον όλων καυτηρίασε την ποσοτική χαλάρωση ως θρυαλλίδα της επόμενης παγκόσμιας κρίσης και επέμεινε στην άποψή του ότι η δημοσιονομική εξυγίανση σε συνδυασμό με διαρθρωτικές αλλαγές είναι η μόνη επιλογή για επιστροφή σε σταθερή ανάπτυξη.
• Η ομιλία Λαγκάρντ προαναγγέλλει την ακόμη χειρότερη απομόνωση στην οποία θα βρεθεί η Γερμανία σε μία εβδομάδα, στην εαρινή σύνοδο του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας στην Ουάσινγκτον.

Ελεγχόμενη ένταση
Όμως η σκληρή αυτή αντιπαράθεση είναι βέβαιο ότι δεν θα γίνει για το ορατό μέλλον μετωπική σύγκρουση για μια σειρά από λόγους:
• Η ηρεμία των αγορών είναι από εύθραυστη έως εικονική και ουδείς θα μπορούσε να διακινδυνεύσει το στοίχημα για ελεγχόμενη αντίδρασή τους στην περίπτωση περαιτέρω κλιμάκωσης της αντιπαράθεσης ΗΠΑ-ΔΝΤ και Γερμανίας.
• Η Ουάσινγκτον έχει ως στρατηγική προτεραιότητα την προώθηση και ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων για τη Διατλαντική Εταιρική Σχέση Εμπορίου και Επενδύσεων, πιο γνωστή ως συνθήκη ΤΤΙΡ, μια κοινή αγορά Βόρειας Αμερικής - Ε.Ε., στο πλαίσιο της οποίας προσδοκά ότι η εναρμόνιση του Βερολίνου με τις επιλογές του Λευκού Οίκου και της Fed θα είναι από δεδομένη έως αυτόματη.
• Το Βερολίνο, και ειδικότερα ο Σόιμπλε, έχει ως προτεραιότητα να αποφύγει κάθε μορφή αναταράξεων και αποσταθεροποίησης εντός της Ε.Ε.-Ευρωζώνης και ακόμη περισσότερο μια κλιμάκωση της αντιπαράθεσης με ΗΠΑ-ΔΝΤ μέχρι να συντρέξουν οι προϋποθέσεις για το οριστικό κλείδωμα της Ευρωζώνης στα ασφυκτικά πλαφόν ελλειμμάτων του Συμφώνου Σταθερότητας με την αφαίρεση από την Κομισιόν της αρμοδιότητας ελέγχου της εφαρμογής των συνθηκών προς όφελος μιας ανεξάρτητης αρχής που θα αποτελείται από τεχνοκράτες και θα λειτουργεί με λογιστικούς αυτοματισμούς. Απ’ ό,τι φαίνεται, η Γερμανία έχει διασφαλίσει την προσυπογραφή της Γαλλίας, όπως μαρτυρούν η έκδοση και οι πανηγυρικές παρουσιάσεις του κοινού βιβλίου των υπουργών Οικονομικών των δύο χωρών, Σαπέν και Σόιμπλε, «Μαζί και διαφορετικοί»!

Γεωπολιτική αιτία
Όλα τα παραπάνω είναι η τροπή που πήραν επί της ουσίας οι σχέσεις ΗΠΑ-Γερμανίας μετά την έναρξη της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, το φθινόπωρο του 2008, έπειτα από τη χρεοκοπία της Lehman Brothers. Η σύγκρουση είναι βαθύτερη, ο πυρήνας της είναι γεωπολιτικός και η έναρξή της καταγράφεται την περίοδο 1989-1990, με την πτώση του Τείχους και την ενοποίηση της Γερμανίας, αλλά και ακόμη παλιότερα, από την εποχή της πρώτης ενοποίησης, το 1870-1871.
Οι Ολλανδοί, αναφερόμενοι στο στίγμα και στο ειδικό βάρος της χώρας τους, συνηθίζουν να λένε ότι αμφιταλαντεύονται αν είναι οι μικρότεροι από τους μεγάλους ή, αντίθετα, τους συμφέρει να είναι οι μεγαλύτεροι από τους μικρούς. Οι Γερμανοί, με τη σειρά τους, διαπιστώνουν διαχρονικά με αμηχανία ότι είναι πολύ μεγάλοι για την Ευρώπη και πολύ μικροί για τον κόσμο, αλλά μετά το 1990 διατυπώνουν και ένα άλλο δίλημμα: Υπ’ αριθμόν δύο, μετά τις ΗΠΑ, σε έναν ηγεμονικό συνεταιρισμό ή παράλληλες-ταυτόχρονες ειδικές σχέσεις με την Ουάσινγκτον και με τη Μόσχα, που διασφαλίζουν και την ηγεμονία στην Ευρώπη και μια βαρύνουσα κατά περίπτωση παρουσία σε παγκόσμιο επίπεδο;

Το βλέμμα της Ουάσινγκτον
Μετά την ενοποίηση του 1990 οι ΗΠΑ δύο φορές, διά στόματος δύο Προέδρων, του Τζορτζ Μπους πατρός και του Μπιλ Κλίντον, πρόσφεραν θέση ισότιμου εταίρου στην ενιαία Γερμανία, που την προσδιόρισαν με τον όρο «συνέταιροι στην ηγεμονία» (Partners in Leadership), μια πολιτικά ορθή διατύπωση μιας ειδικής σχέσης, όπου προφανώς το Βερολίνο θα ήταν ο ήσσων εταίρος.
Η Γερμανία του Κολ και στη συνέχεια του Σρέντερ δεν έδειξε να συγκινείται από την προσφορά: Η ολοένα και μεγαλύτερη, με πολιορκητικό κριό την ΟΝΕ, μετάλλαξη της Ε.Ε. σε γερμανική Ευρώπη και η ειδική σχέση με τη Ρωσία, που θεμελιώθηκε επί Γκορμπατσόφ και πήρε νέα δυναμική με τον Πούτιν, φάνηκαν να επιτρέπουν χειραφέτηση από την Ουάσινγκτον και μάλιστα σε μια στιγμή που η ομπρέλα ασφαλείας των ΗΠΑ ήταν άχρηστη, καθώς δεν υπήρχε πλέον απειλή από την Ανατολή.
Όλα τα παραπάνω αποτυπώθηκαν συμβολικά και ανάγλυφα στην ανοιχτή σύγκρουση του Βερολίνου και του γαλλογερμανικού άξονα στη συνέχεια κατά της απόφασης του Τζορτζ Μπους υιού να εισβάλει στο Ιράκ, την άνοιξη του 2003. Η πρόκληση κλιμακώθηκε με την τριμερή συνάντηση Σρέντερ-Πούτιν-Σιράκ που ακολούθησε. Μια «ωραία ατμόσφαιρα» που κράτησε χρόνια, με αποκορύφωμα τη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι την άνοιξη του 2008, όταν Σαρκοζί και Μέρκελ έβαλαν βέτο στη διεύρυνση της Συμμαχίας με χώρες της πρώην ΕΣΣΔ πέραν των τριών Βαλτικών.

Η ρωσική διάσταση
Έτσι, ΗΠΑ και Γερμανία βρέθηκαν απέναντι ως προς τη διαχείριση της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης από την αρχή, με τη Ρωσία να στηρίζει ανεπιφύλακτα τη σκληρή πολιτική των Μέρκελ-Σόιμπλε. Ποιος σήμερα θυμάται τον Πούτιν το καλοκαίρι του 2012 να συνιστά στη Γερμανία να μην αποδεχτεί την έκδοση ευρωομολόγου με το επιχείρημα ότι η αμοιβαιοποίηση του κινδύνου θα αδυνάτιζε την ισχύ της ως μεγάλης δύναμης;
Οι ΗΠΑ, πρώτον, επένδυσαν στην οριακή συμπίεση των αντοχών της Ε.Ε.-Ευρωζώνης από τη σκληρή δημοσιονομική πολιτική του Βερολίνου και, δεύτερον, πίεσαν με πολιορκητικό κριό το ΔΝΤ, που ενεπλάκη από την ίδια τη Μέρκελ στα προγράμματα μνημονιακών διασώσεων.
Δεν θα μπορούσε να υπάρξει καλύτερη εικονογράφηση της σύγκρουσης Γερμανίας-ΗΠΑ από την κοινή συνέντευξη Τύπου το καλοκαίρι του 2012 του τότε υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ Τ. Γκάιτνερ και του Β. Σόιμπλε. Ο Γκάιτνερ επανέλαβε με οξύτητα τις προτροπές προς το Βερολίνο για εγκατάλειψη της λιτότητας, για να πάρει πληρωμένη απάντηση από τον Σόιμπλε, που επισήμανε ότι αυτοί που δημιούργησαν την κρίση δεν νομιμοποιούνται να δίνουν συμβουλές για την αντιμετώπισή της.
Το 2013-2014 η Γερμανία παρασύρθηκε και εξαναγκάστηκε να αποστασιοποιηθεί από την ειδική σχέση με τη Μόσχα λόγω Ουκρανίας. Την ίδια περίοδο η γερμανική Ευρώπη φωτίστηκε ως εικονική πραγματικότητα, με τον Νότο στα πρόθυρα της χρεοκοπίας και της πολιτικής αποσταθεροποίησης, τη Γαλλία βραχυκυκλωμένη και την Ανατολική Ευρώπη εξεγερμένη πρώτα για την Ουκρανία και μετά για το προσφυγικό.
Αν πρόκειται στο ορατό μέλλον να υπάρξει ένας συνολικός συμβιβασμός ΗΠΑ-Γερμανίας, είναι βέβαιο ότι οι όροι θα είναι πολύ πιο δυσμενείς πλέον για το Βερολίνο από τις γενναιόδωρες προσφορές των Μπους και Κλίντον.