Βαρομετρικό χαμηλό στον Ατλαντικό - Free Sunday
Βαρομετρικό χαμηλό στον Ατλαντικό

Βαρομετρικό χαμηλό στον Ατλαντικό

Δεν θα ήταν υπερβολή να χαρακτηρίσουμε αυτή την ψυχροπολεμική ομίχλη ως αναγνωριστικές αψιμαχίες, καθώς και οι δύο πλευρές, τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ευρώπη, είτε για να βρεθούν σε αντιπαράθεση είτε για να αναζητήσουν μια νέα ισορροπία, θα πρέπει πρώτα απ’ όλα να καταγράψουν την έξοδό τους, η καθεμία πλευρά, από τις δικές τους κρίσεις.

Το εσωτερικό μέτωπο του Τραμπ

Στις ΗΠΑ η μεγάλη πρόκληση είναι αν θα διαμορφωθεί νέα ισορροπία και σύνθεση ανάμεσα στον Τραμπ και τους θεσμούς και μηχανισμούς του πολιτικού συστήματος ή αν η χώρα θα οδηγηθεί σε θεσμική κρίση, με επιτροπές του Κογκρέσου να διερευνούν είτε την ανάμειξη του Κρεμλίνου στην εκλογή Τραμπ, είτε παραβατική συμπεριφορά σε χρηματοπιστωτικές συναλλαγές στο παρελθόν του πρώην επιχειρηματία και νυν Προέδρου, είτε κάποιο ροζ σκάνδαλο ενός πολιτικού που στη ρητορική του έχει καταπατήσει κάθε έννοια πολιτικής ορθότητας.

Πρέπει, δηλαδή, πρώτα να επιβεβαιωθεί αν ο Τραμπ έχει διασφαλίσει την ομαλή και αδιατάρακτη εξάσκηση των καθηκόντων του ή αν η εκλογή του είναι το πρελούδιο μιας θεσμικής κρίσης, στην εξέλιξη της οποίας θα αμφισβητηθεί ακόμη και αυτή η ίδια η παραμονή του στον Λευκό Οίκο.

Η ευχή της Ε.Ε. και η αβεβαιότητα

Χειρότερη είναι η κατάσταση στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, στην Ευρώπη, όπου η εκλογή Τραμπ έχει μια ευεργετική συνέπεια, τουλάχιστον σε επίπεδο διακηρύξεων, καθώς υπάρχει μια δυναμική αναζήτησης συσπείρωσης μέσω της ενδυνάμωσης και της εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Με άλλα λόγια, σήμερα διατυπώνεται η ευχή η Ε.Ε. των «27», που δεν μπόρεσε να διαμορφώσει κοινή στάση απέναντι στην πρόκληση του προσφυγικού αλλά και στις σχέσεις με τη Ρωσία, να βρει έναν κοινό παρονομαστή απέναντι στην πρόκληση Τραμπ.

Το ερώτημα που τίθεται, πέραν της στήριξης του σκληρού Brexit από τον Τραμπ, είναι πώς θα λειτουργήσει η ανατρεπτική ρητορική Τραμπ στους εσωτερικούς συσχετισμούς των χωρών-μελών της Ε.Ε. που αντιμετωπίζουν από τον Μάρτιο έως τον Σεπτέμβριο έναν κύκλο εκλογικών αναμετρήσεων.

Θα λειτουργήσουν η συσπείρωση και η ευχή της ευρωπαϊκής ενδυνάμωσης για να αντιμετωπιστεί ο σκληρός εθνικισμός Τραμπ ως ανάχωμα απέναντι στη Λεπέν στη Γαλλία, στον Βίλντερς στην Ολλανδία, στον Γκρίλο στην Ιταλία και στην Εναλλακτική στη Γερμανία ή, αντίθετα, θα προσδώσουν ενισχυμένη κυβερνητική αξιοπιστία στα κάθε είδους και έκφανσης αντισυστημικά μορφώματα;

Το ερώτημα είναι κρίσιμο και, δυστυχώς, μέχρι στιγμής η απάντηση που αρθρώνεται ενισχύει την αβεβαιότητα: Η νίκη του Brexit στη Βρετανία, που πριν από έναν χρόνο ήταν αδιανόητη, εκτιμάται ότι έδωσε αξιοπιστία στην εξίσου αδιανόητη πριν από μερικούς μήνες νίκη του Τραμπ. Η συνέχεια είναι γνωστή: για τον Τραμπ η Βρετανία του Brexit είναι ο αυτονόητος προνομιακός πέραν του Ατλαντικού σύμμαχος, αλλά και για τη Μέι είναι προφανές ότι η αλλαγή φρουράς στον Λευκό Οίκο έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην επιλογή του σεναρίου του σκληρού Brexit.

Οι σχέσεις με τη Μόσχα

Καθοριστικής σημασίας για την εξέλιξη των σχέσεων των ΗΠΑ με την Ε.Ε. και τις κυριότερες ευρωπαϊκές δυνάμεις, πέραν των ανατροπών και αλλαγών που θα φέρει ο εκλογικός κύκλος, είναι και η εξέλιξη των σχέσεων Ουάσινγκτον-Μόσχας.

Είναι βέβαιο ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται σε αναζήτηση νέων εσωτερικών και διεθνών ισορροπιών, μια περιδίνηση η οποία έχει επαναληφθεί πολλές φορές: Τόσο στην ανάληψη της Προεδρίας από τον Κλίντον τον Ιανουάριο του 1993, όσο και σε αυτήν από τον Ομπάμα το 2009 είχε αναζητηθεί μια επανιεράρχηση προτεραιοτήτων, με την ευρύτερη περιοχή Ασίας-Ειρηνικού να φωτίζεται ως το προνομιακό πεδίο στο οποίο διακυβεύονται ύψιστα ζωτικά συμφέροντα των ΗΠΑ. Ειδικότερα σε ό,τι αφορά τον Ομπάμα, στην αρχή της θητείας του του είχαν αποδοθεί προθέσεις αποστασιοποίησης όχι μόνο από την Ευρώπη αλλά και από την ευρύτερη Μέση Ανατολή.

Η πραγματικότητα, αμείλικτη, είναι αυτή τελικά που καθορίζει την ατζέντα: Επί Κλίντον έγιναν δύο στρατιωτικές επεμβάσεις στην πρώην Γιουγκοσλαβία –στη Βοσνία το 1995 και στο Κόσοβο το 1999– και ξεκίνησε η διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς, ενώ επί Ομπάμα η Ουάσινγκτον ανέδειξε ως προτεραιότητα την ανάσχεση των τζιχαντιστών στη Συρία και στο Ιράκ, αλλά και την αποτροπή μετατροπής της πρώην ΕΣΣΔ σε ζώνη αποκλειστικής ρωσικής επιρροής με αφορμή τη σύγκρουση στην Ουκρανία.

Οι ΗΠΑ στήριζαν και επιθυμούσαν διαχρονικά την ευρωπαϊκή συνεργασία και ολοκλήρωση στον βαθμό που εξασφάλιζε σταθερότητα σε έναν από τους δύο πόλους της Διατλαντικής Σχέσης και ανησυχούσαν όταν υπήρχαν μηνύματα για πλήρη χειραφέτηση.

Ενδογενής ευρωπαϊκή κρίση

Σήμερα η φαντασμαγορική και μακράν της πολιτικής ορθότητας ρητορική Τραμπ δεν θα πρέπει να δημιουργεί ψευδαισθήσεις: Η ρητορική του Προέδρου των ΗΠΑ δεν μπορεί να επηρεάσει μια κρίση που κλυδωνίζει την Ε.Ε. και η οποία είναι ενδογενής και έχει ως σημεία αναφοράς τη γερμανική ενοποίηση του 1989-1990 και την προσπάθεια για ταυτόχρονη διεύρυνση και εμβάθυνση που ακολούθησε, με την ΟΝΕ, να συνοδεύεται από την ταυτόχρονη πολιτική ενοποίηση που προβλεπόταν από το Μάαστριχτ. 

Αν τον Ιούνιο η παρέμβαση Ομπάμα υπέρ της παραμονής της Βρετανίας στην Ε.Ε. δεν απέτρεψε το Brexit, έτσι και σήμερα η πρόβλεψη Τραμπ ότι θα ακολουθήσουν κι άλλες αποχωρήσεις είναι μάλλον διαπίστωση μιας ολόπλευρης ευρωπαϊκής κρίσης παρά πλήγμα σε μια ήδη θρυμματισμένη ευρωπαϊκή ενότητα.