Το Μαξίμου επενδύει στην ιδεολογική και πολιτική ασυναρτησία - Free Sunday
Το Μαξίμου επενδύει στην ιδεολογική και πολιτική ασυναρτησία

Το Μαξίμου επενδύει στην ιδεολογική και πολιτική ασυναρτησία

Σε μια προσπάθεια να αλλάξει την πολιτική ατζέντα από την σκληρή οικονομική και κοινωνική καθημερινότητα των περισσότερων συμπολιτών μας, το Μαξίμου έχει μετατραπεί σε μηχανισμό ιδεολογικής και πολιτικής σύγχυσης. Βασική επιδίωξη είναι να γίνει η πολιτική αποκρουστική για τον μέσο πολίτη ώστε να μπορέσει ο ΣΥΡΙΖΑ και τα μόλις 15.000 μέλη του να κερδίσουν πολιτικό χρόνο για να αναπτύξουν το κομματικό κράτος.

Η ιδεολογική και πολιτική σύγχυση που σκόπιμα προσπαθεί να δημιουργήσει η κυβερνητική ηγεσία θα ήταν διασκεδαστική εάν δεν ήταν επικίνδυνη για την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα του πολιτικού συστήματος.

Μερικά συγκεκριμένα παραδείγματα στον σχηματισμό της γενικής εικόνας της κυβερνητικής στρατηγικής.

Διάφορα κυβερνητικά στελέχη, όπως ο πρόεδρος της Βουλής κ. Βούτσης, συντονίζουν την επίθεση κατά του τρίπτυχου πατρίδα-θρησκεία-οικογένεια αποδίδοντάς το, για τους δικούς τους λόγους, στη δικτατορία. Είναι άλλο η συνθηματολογία του καθεστώτος των Συνταγματαρχών, η οποία στηρίχτηκε στην κατάχρηση αυτών των εννοιών, και άλλο το ουσιαστικό περιεχόμενό τους που πρέπει να προσδιορίζει σε μεγάλο βαθμό τις βασικές πολιτικές επιλογές μας. Την ίδια ώρα όμως, η κυβέρνηση ψηφίζει νόμους που ικανοποιούν οικονομικά αιτήματα της Εκκλησίας επειδή ενδιαφέρεται για την ψήφο των πιστών. Έτσι, την ώρα που η κυβέρνηση κλιμάκωνε την αντιεκκλησιαστική της επιχειρηματολογία ψήφιζε νόμο με τον οποίο απαλλάσσονται τα ακίνητα που είναι στην ιδιοκτησία των Ιερών Μονών του Αγίου Όρους από την καταβολή ΕΝΦΙΑ. Το εντυπωσιακό είναι ότι η απαλλαγή από ΕΝΦΙΑ ισχύει και για το real estate των μονών που βρίσκεται εκτός Αγίου Όρους. Σε απλά ελληνικά, για όλες τις επενδύσεις των Ιερών Μονών σε ακίνητα, όπου κι αν βρίσκονται στην Ελλάδα.

Ιδεολογικά και πολιτικά αλλοπρόσαλλη είναι και η «αριστερή» στροφή που στηρίζεται στις πρωτοβουλίες του υπουργού Παιδείας κ. Γαβρόγλου. Τα ΜΜΕ έχουν ασχοληθεί με τη στρατιωτική θητεία που εξαγόρασε ο πατριώτης κ. Γαβρόγλου, δεν έχουν ασχοληθεί όμως με το γεγονός ότι εδώ και πολλά χρόνια κοσμεί με την παρουσία του το Ίδρυμα Λάτση. Από την μια δηλαδή συνεργάζεται με το αζημίωτο με αυτό που καταγγέλλουν σαν πλουτοκρατία και από την άλλη προωθεί τη διάλυση των προβληματικών ΑΕΙ και ΤΕΙ στο όνομα μιας αριστερής στροφής που έχει σαν βασικό στόχο την αριστεία, την αξιολόγηση και τη σύνδεση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας.

Σε αυτή τη φάση, η κυβερνητική πολιτική χαρακτηρίζεται από εντυπωσιακές αντιφάσεις. Στο ζήτημα των χρυσορυχείων της Χαλκιδικής η κυβέρνηση διαβεβαιώνει τους Καναδούς επενδυτές ότι ενδιαφέρεται για τη μεγάλη επένδυση, ταυτόχρονα όμως την υπονομεύει επειδή φοβάται τις αντιδράσεις της αριστερής πτέρυγας του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ αξιοποιεί και τις καλές υπηρεσίες του κ. Καμμένου, ο οποίος κατηγόρησε δημόσια τους επενδυτές για… ξέπλυμα χρήματος.

Ο κ. Τσίπρας και οι συνεργάτες του έχουν βάλει την υπογραφή τους στο τρίτο πρόγραμμα-μνημόνιο για την προώθηση της αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων, ενώ κάνουν ό,τι μπορούν για να συντηρήσουν την εκλογική τους πελατεία στον χώρο υπονομεύοντας τη διαδικασία της αξιολόγησης. Κατηγορούν μάλιστα τη ΝΔ, η οποία θεωρεί, πολύ σωστά, αναγκαία την αξιολόγηση για την αναδιοργάνωση της δημόσιας διοίκησης, ότι επιδιώκει… απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων.

Ενδεικτική της ιδιοτελούς ιδεολογικής και πολιτικής σύγχυσης η οποία χαρακτηρίζει την κυβερνητική ηγεσία είναι και η απόδοση στη ΝΔ χαρακτηρισμών που είναι πιο κοντά στην πολιτική Τσίπρα απ’ ό,τι στις επιλογές της ΝΔ, οι οποίες είναι όλες στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής κεντροδεξιάς. Έτσι, ο πρωθυπουργός υπογράφει μαζικές ιδιωτικοποιήσεις σε βάθος χρόνου αλλά θεωρεί ότι η ΝΔ είναι «νεοφιλελεύθερη» και το Μαξίμου επιχειρεί μια πολιτική αναπαλαίωση στηριγμένη στην τεχνητή πόλωση χαρακτηρίζοντας ταυτόχρονα τη ΝΔ σαν κόμμα… του χθες.

Μέσα από τον ιδιοτελή πολιτικό παραλογισμό των ανώτατων κυβερνητικών στελεχών αναδεικνύεται μια στρατηγική που ρίχνει την ποιότητα του πολιτικού βίου και μεγαλώνει τον οικονομικό και κοινωνικό λογαριασμό της προσαρμογής.