Ο κορονοϊός αλλάζει πολιτική-οικονομία - Free Sunday
Ο κορονοϊός αλλάζει πολιτική-οικονομία

Ο κορονοϊός αλλάζει πολιτική-οικονομία

Ο κορονοϊός εκτός από σοβαρή απειλή για τη δημόσια υγεία είναι και ένα κορυφαίο οικονομικό και πολιτικό γεγονός.

«Παγώνει» για ένα διάστημα την οικονομική δραστηριότητα, ενώ δημιουργείται η εντύπωση ότι η μελλοντική οικονομική κανονικότητα θα έχει αρκετές διαφορές σε σχέση με την προ κορονοϊού κανονικότητα.

Θεωρώ ότι είναι μεγαλύτερης σημασίας οι αλλαγές που φέρνει ο κορονοϊός στην κοινωνική συμπεριφορά των πολιτών και στην αντίληψη που έχουν για την εξουσία. Σύμφωνα με έρευνα της Opinion Poll, 61,5% των πολιτών δηλώνουν ότι δεν έχουν ανησυχήσει τόσο πολύ στη ζωή τους όσο με την πανδημία κορονοϊού. Η ανησυχία και ο φόβος μπροστά στην απειλή διαμορφώνουν την κοινή γνώμη σε εντελώς διαφορετική βάση απ’ ό,τι κατά το παρελθόν.

Περνάει από μια εποχή γενικής αμφισβήτησης σε μια περίοδο αναγκαστικής συσπείρωσης.

Αλλάζει και η αντίληψη των περισσότερων πολιτών για την πολιτική.

Η άνοδος Μητσοτάκη

Σε αυτό το διαφορετικό πλαίσιο αναδεικνύονται τα ηγετικά χαρακτηριστικά του πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη και ενισχύονται συνεχώς η δημόσια εικόνα και η επιρροή του.

Τα ποσοστά που δίνει η έρευνα της Opinion Poll είναι πραγματικά εντυπωσιακά. Το 85% των πολιτών εγκρίνει, σύμφωνα με τη συγκεκριμένη έρευνα, τους χειρισμούς του. Τα λεγόμενα πρωθυπουργικά χαρακτηριστικά του έχουν εκτοξευτεί στο 51%, με το ανάλογο ποσοστό του κ. Τσίπρα να είναι στο 20%.

Η ευρύτερη αποδοχή που έχει εξασφαλίσει ο κ. Μητσοτάκης ενισχύει και τα δημοσκοπικά ποσοστά της ΝΔ. Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, κινείται στο 40% σε ό,τι αφορά την πρόθεση ψήφου, με τον ΣΥΡΙΖΑ να είναι στο 20%.

Το ποσοστό της ΝΔ είναι πλέον διπλάσιο του ΣΥΡΙΖΑ και αυτό δείχνει την αλλαγή εποχής και νοοτροπίας. Παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση δέχεται μεγάλη πίεση από μια δυσάρεστη έως επικίνδυνη πραγματικότητα που εξελίσσεται συνεχώς λόγω κορονοϊού, οι πολίτες συσπειρώνονται γύρω από αυτήν. Η παραδοσιακή νεοελληνική γκρίνια και η αμφισβήτηση των θεσμών θεωρούνται πλέον από τους περισσότερους πολίτες εντελώς ξεπερασμένες από την πραγματικότητα.

Στην αλλαγή της αντίληψης για την πολιτική και στην ενίσχυση της θέσης της ΝΔ έχει παίξει καθοριστικό ρόλο η συμπεριφορά του κ. Μητσοτάκη. Είναι ο ίδιος στα εύκολα και στα δύσκολα, ακούραστος, μεθοδικός και αξιοπρεπής.

Διάφορα γεγονότα που θα μπορούσαν να τινάξουν στον αέρα τη διακυβέρνηση Μητσοτάκη μετατρέπονται με πρωτοβουλία του ιδίου σε πολιτικά ατού της κυβερνητικής παράταξης.

Πέρασε με χαρακτηριστική άνεση τη δοκιμασία του Έβρου. Μπόρεσε να αποκρούσει την επιθετικότητα του Ερντογάν, να επιτύχει την εθνική συσπείρωση στη βάση ότι δεν έχουμε να κάνουμε με μια απλή διαχείριση του προσφυγικού-μεταναστευτικού αλλά με την αντιμετώπιση μιας ασύμμετρης απειλής σχεδιασμένης από τον ίδιο τον Πρόεδρο της Τουρκίας.

Με την αποφασιστική στάση του ο πρωθυπουργός κέρδισε και την ευρύτερη αναγνώριση της Ε.Ε. Είναι χαρακτηριστικό ότι η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Φον ντερ Λάιεν, αποκάλεσε την Ελλάδα «ασπίδα» της Ε.Ε. σε ό,τι αφορά το προσφυγικό-μεταναστευτικό. Οι Ευρωπαίοι είδαν στον Μητσοτάκη τον ηγέτη ο οποίος εγγυάται ότι δεν θα έχουμε επανάληψη των γεγονότων του 2015-2016, με τον Ερντογάν να εκβιάζει με ένα πλήθος εξαθλιωμένων προσφύγων και μεταναστών και την Ε.Ε. να υφίσταται τις κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες από τις ανεξέλεγκτες ροές.

Ο κ. Μητσοτάκης και άλλα κυβερνητικά στελέχη, όπως ο κ. Χρυσοχοΐδης, κέρδισαν την ευρύτερη αναγνώριση της κοινής γνώμης με τη στάση τους στον Έβρο. Στη συνέχεια ο πρωθυπουργός ενίσχυσε περισσότερο τη δημόσια εικόνα του επιβάλλοντας πειθαρχία στην εκκλησιαστική ιεραρχία, η οποία θεώρησε ότι οι κανόνες που ισχύουν για τους πολίτες, σε ό,τι αφορά την προστασία της δημόσιας υγείας από τον κορονοϊό, μπορεί να μην ισχύουν για τους πιστούς, εφόσον αυτοί προστατεύονται από την πίστη τους.

Ύστερα από μια αξιοπρεπή αλλά αυστηρή παρέμβαση του κ. Μητσοτάκη οι ιεράρχες υποχρεώθηκαν να προσαρμοστούν στις κυβερνητικές αποφάσεις και στη λαϊκή απαίτηση. Σύμφωνα με την έρευνα της Opinion Poll, πάνω από το 50% των πολιτών εγκρίνουν τους περιορισμούς που επιβλήθηκαν στη λειτουργία των εκκλησιών. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης όχι μόνο τόλμησε να διαφωνήσει με την ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος αλλά επέβαλε τους όρους του, ενισχύοντας ταυτόχρονα το πολιτικό του κεφάλαιο.

Σωστά μηνύματα έστειλε ο Μητσοτάκης και με τις επιλογές επιστημόνων που έκανε για τον συντονισμό της αντιμετώπισης του κορονοϊού. Οι καλές επιλογές του προσωποποιούνται στον καθηγητή κ. Τσιόδρα, ο οποίος με τον ήρεμο και αποφασιστικό τρόπο που παρεμβαίνει δημιουργεί μια νέα κοινωνική δυναμική, ενώ αυξάνει τις πιθανότητες να περιορίσουμε κάπως τον αριθμό των θανάτων από τον κορονοϊό.

Συνοψίζοντας, μπορούμε να πούμε ότι η πολιτική «απογείωση» του Μητσοτάκη σε συνθήκες μεγάλης δοκιμασίας αλλάζει τον συσχετισμό των δυνάμεων και την πολιτική δυναμική. Η επιτυχία του οφείλεται στην προσωπικότητα και στις επιλογές του, αλλά και σε ένα επικοινωνιακό, πολιτικό λάθος στρατηγικής σημασίας που έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ.

Ο Τσίπρας και οι άλλοι

Με πρωτοβουλία του κ. Τσίπρα η επικοινωνία και η προπαγάνδα του ΣΥΡΙΖΑ εστίασαν στη δαιμονοποίηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Κοινωνικά αδίστακτος νεοφιλελεύθερος, επίδοξος μιμητής του Πινοσέτ σε κοινωνικά ζητήματα, υπηρέτης της δεξιάς πτέρυγας της ΝΔ και απολογητής της άκρας Δεξιάς, εγκλωβισμένος στη Δεξιά του Κυρίου κ.λπ.

Αυτή η περιγραφή του βασικού πολιτικού αντιπάλου του ΣΥΡΙΖΑ συγκρούεται βάναυσα με την πραγματικότητα και τα βασικά πολιτικά χαρακτηριστικά του κ. Μητσοτάκη και καταλήγει να λειτουργεί υπέρ του.

Οι πολίτες συγκρίνουν τον Μητσοτάκη στην εξουσία με την περιγραφή του από τον ΣΥΡΙΖΑ και καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι είναι ακόμη καλύτερος απ’ ό,τι πραγματικά είναι.

Το τελευταίο διάστημα παρατηρείται ένας διχασμός στον ΣΥΡΙΖΑ. Ο πρόεδρος του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, κ. Τσίπρας, ρίχνει τους τόνους, σεβόμενος την ανησυχία του ελληνικού λαού αλλά και αναγνωρίζοντας ότι σε αυτή τη φάση ο Μητσοτάκης μοιάζει πολιτικά άτρωτος. Προτιμά, λοιπόν, να πάει την αντιπαράθεση σε βάθος χρόνου, όταν του το επιτρέψουν οι συνθήκες, παρά να μετρήσει και να σπαταλήσει δυνάμεις σε μια περίοδο κατά την οποία το πολιτικό πλεονέκτημα ανήκει στον πρωθυπουργό.

Τα περισσότερα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, όμως, δεν ακολουθούν τη γραμμή Τσίπρα, επιμένουν στη δαιμονοποίηση του Μητσοτάκη και της κυβέρνησης και ορισμένοι προσθέτουν σε αυτή μια μεγάλη δόση ρεβανσισμού. Είναι φανερό ότι βρίσκονται εκτός τόπου και χρόνου και λίγοι τούς δίνουν σημασία. Η επιλογή τους μπορεί να βασίζεται στην αδυναμία σωστής ανάλυσης της πολιτικής κατάστασης ή και στην προσπάθεια συσπείρωσης του σκληρού πυρήνα του ΣΥΡΙΖΑ. Όποια και να είναι τα κίνητρά τους, σε αυτή τη φάση δουλεύουν, αντικειμενικά, για τον Μητσοτάκη και την κυβέρνηση.

Η επιστροφή της πολιτικής

Η πολιτική άνοδος του Μητσοτάκη σε συνθήκες κρίσης λειτουργεί σαν καταλύτης και στην επιστροφή της πολιτικής και του σεβασμού προς το κράτος. Οι πολίτες έχουν σταματήσει να χλευάζουν το πολιτικό σύστημα και περνάνε σταδιακά από τον κυνισμό του «όλοι ίδιοι είναι» στην αναγνώριση του ρόλου της κυβερνητικής ηγεσίας και γενικότερα των πολιτικών στελεχών που κινούνται στο πνεύμα της νέας εποχής.

Αυτή η εξέλιξη έχει τεράστια σημασία για τις μελλοντικές εξελίξεις, γιατί δημιουργεί τις προϋποθέσεις για μια νέου τύπου συσπείρωση, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η απειλή του κορονοϊού και στη συνέχεια να οργανωθεί η οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη σε διαφορετική βάση.

Η αλλαγή νοοτροπίας φαίνεται και από τη θερμή υποδοχή των αστυνομικών των ΜΑΤ από τους κατοίκους του Έβρου. Ένα σώμα το οποίο αντιμετωπιζόταν εχθρικά από μεγάλο τμήμα της κοινής γνώμης για δεκαετίες μετατρέπεται τώρα σε σύμβολο της αποτελεσματικότητας του κράτους και της προστασίας της εθνικής κυριαρχίας και των δικαιωμάτων του πολίτη.

Στην αλλαγή της αντίληψης για την πολιτική συμβάλλει και ο συμβολισμός της ανάδειξης της κ. Σακελλαροπούλου στην Προεδρία της Δημοκρατίας. Περάσαμε από το γνωστό πολιτικό παιχνίδι και τον πολιτικό βερμπαλισμό του παλιού κατεστημένου που τροφοδοτούσε την κρίση αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος σε μια γυναίκα που συμβολίζει τη ρήξη με το παρελθόν και τις δυνατότητες της νέας εποχής.

Η ενίσχυση της εμπιστοσύνης των πολιτών στον πρωθυπουργό, στην κυβέρνηση και στο κράτος είναι εντυπωσιακή αν σκεφτούμε την κρίση αξιοπιστίας που διέρχονται λόγω κορονοϊού άλλες δημοκρατίες. Για παράδειγμα, Τραμπ και Τζόνσον δεν μπόρεσαν, σε πρώτη φάση, να χαράξουν ολοκληρωμένη στρατηγική για την αντιμετώπιση του κορονοϊού και τώρα τρέχουν να καλύψουν το χαμένο έδαφος. Ο Τραμπ με επιτυχία, απ’ ό,τι φαίνεται, που βασίζεται κυρίως στις οικονομικές πρωτοβουλίες του, ενώ ο Τζόνσον παραμένει σε κατάσταση πολιτικής σύγχυσης. Από την πλευρά του, ο Μακρόν, ο οποίος κινήθηκε δυναμικά και προσπάθησε να δώσει και ευρωπαϊκή διάσταση στην αντίδραση για τον κορονοϊό, δεν φαίνεται να έχει τις πολιτικές εφεδρείες και τις αντοχές του Μητσοτάκη. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε πρόσφατη έρευνα της κοινής γνώμης (Elabe) 73% των Γάλλων εκτιμούν ότι η κυβέρνηση «άργησε πολύ» να πάρει τα αναγκαία μέτρα και μόνο το 27% καταλήγει στο συμπέρασμα ότι έκανε το καλύτερο δυνατό.

Η στροφή της Λαγκάρντ

Έχοντας ενισχύσει εντυπωσιακά τη θέση του στο εξωτερικό, ο Μητσοτάκης αναπτύσσει εντυπωσιακές πρωτοβουλίες υπέρ των καλώς εννοούμενων ευρωπαϊκών και εθνικών συμφερόντων στην Ε.Ε.

Σε διάστημα μίας εβδομάδας μπόρεσε, υποστηριζόμενος από τον κ. Στουρνάρα, να επιτύχει στροφή 180 μοιρών της επικεφαλής της ΕΚΤ, κ. Λαγκάρντ, σε ό,τι αφορά τα ελληνικά ομόλογα. Στην αρχή η Κριστίν Λαγκάρντ ήταν υπέρ μιας περιορισμένης παρέμβασης της ΕΚΤ, ρίχνοντας το μπαλάκι στις διστακτικές κυβερνήσεις και στη δημοσιονομική πολιτική τους. Τόνισε μάλιστα, απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου, ότι δεν είναι υποχρέωση της ΕΚΤ να παίρνει μέτρα για τον περιορισμό των λεγόμενων spreads.

Η έλλειψη σημαντικών πρωτοβουλιών εκ μέρους της και η δήλωση για τα spreads δημιούργησαν την εντύπωση ότι άφησε την Ιταλία και την Ελλάδα στο έλεος των αγορών. Σε διάστημα λίγων ημερών το επιτόκιο του δεκαετούς ομολόγου του ελληνικού Δημοσίου εκτοξεύτηκε σε πάνω από 4%, ενώ στα μέσα Φεβρουαρίου, προ κορονοϊού, ήταν κάτω από 1%.

Μητσοτάκης και Στουρνάρας έδρασαν άμεσα και αποτελεσματικά και συνέβαλαν στη στροφή 180 μοιρών που πραγματοποίησε στην πολιτική της η ΕΚΤ. Το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης έγινε από μίζερο εξαιρετικά φιλόδοξο και για πρώτη φορά εντάχθηκε σε αυτό η Ελλάδα, αν και δεν πληροί τα κριτήρια, εφόσον τα ομόλογά της δεν έχουν αποκτήσει ακόμα επενδυτική βαθμίδα. Στη συνέχεια η επικεφαλής της ΕΚΤ πλησίασε ακόμα περισσότερο τις ελληνικές θέσεις, καταργώντας τους περιορισμούς που ισχύουν στην αγορά ομολόγων συγκεκριμένων χωρών. Με βάση αυτούς τους περιορισμούς, η ΕΚΤ θα μπορούσε να αγοράσει ελληνικά ομόλογα μέχρι το ύψος των 12 δισ. ευρώ, ενώ τώρα μπορεί να αγοράσει όσα ομόλογα κρίνει σκόπιμο. Η Τράπεζα της Ελλάδος παρεμβαίνει ήδη, εκ μέρους της ΕΚΤ, στη δευτερογενή αγορά και αγοράζει ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου, με αποτέλεσμα το επιτόκιο του δεκαετούς ομολόγου να έχει υποχωρήσει στο 2%.

Αυτή η επιτυχημένη και τολμηρή κίνηση Μητσοτάκη-Στουρνάρα προστίθεται σε άλλες επιτυχίες του πρωθυπουργού και του οικονομικού επιτελείου. Έτσι, η Ελλάδα απαλλάχθηκε από την υποχρέωση του υπερπλεονάσματος του 3,5% του ΑΕΠ, όπως και από τους βασικούς περιορισμούς του Συμφώνου Σταθερότητας.

Εκτός από την εντυπωσιακή ένταξή της με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης εξασφάλισε και τη δυνατότητα μιας νέας πιστωτικής γραμμής, ύψους 2% του ΑΕΠ, από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και την αξιοποίηση των σημαντικών υπολοίπων του ΕΣΠΑ χωρίς τις γνωστές αυστηρές προϋποθέσεις.

Αν και η Ελλάδα παραμένει η χώρα με το πιο υπερχρεωμένο Δημόσιο της Ε.Ε., οι ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες, σε συνδυασμό με τις διαπραγματευτικές επιτυχίες της κυβέρνησης και της Τράπεζας της Ελλάδος, δημιούργησαν τον αναγκαίο δημοσιονομικό χώρο για την υποστήριξη της ελληνικής οικονομίας αυτή την περίοδο.

Έτσι, όπως τόνισε ο υπουργός Οικονομικών, κ. Σταϊκούρας, σε συνέντευξή του στον τηλεοπτικό ΣΚΑΪ, οι δημοσιονομικές παρεμβάσεις της κυβέρνησης ανέρχονται ήδη στο 2,5% του ΑΕΠ, με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο να κινείται στο 2% του ΑΕΠ. Πρόκειται για μεγάλη πολιτική και οικονομική επιτυχία, αν σκεφτούμε ότι λόγω της υπερχρέωσης του ελληνικού Δημοσίου είμαστε η χώρα της Ευρωζώνης με τις περισσότερες δεσμεύσεις και περιορισμούς.

Πρωτοβουλία για ευρωομόλογο

Αξιοποιώντας την ευρωπαϊκή επιρροή του, ο Μητσοτάκης πήρε πρωτοβουλία, μαζί με άλλους οκτώ ηγέτες χωρών της Ευρωζώνης, υπέρ της έκδοσης ευρωομολόγου με στόχο τη χρηματοδότηση της προσπάθειας αντιμετώπισης των συνεπειών του κορονοϊού. Στις εννέα υπογραφές περιλαμβάνονται οι υπογραφές του Μακρόν, του Κόντε και του Σάντσεθ. Με την Ιταλία, τη Γαλλία και την Ισπανία να πιέζουν προς αυτή την κατεύθυνση, η συμμετοχή στο εγχείρημα του Κυριάκου Μητσοτάκη αποκτά ξεχωριστή σημασία. Από το ΕΛΚ υπάρχουν μόνο δύο μεγάλες υπογραφές, του Μητσοτάκη και του πρωθυπουργού της Ιρλανδίας, Βαράντκαρ. Ο δεύτερος, αν και εξαιρετικά ικανός, προέρχεται από εκλογική ήττα και δεν έχει πλέον την επιρροή και την ακτινοβολία του Έλληνα πρωθυπουργού.

Με την κίνησή του αυτή ο Μητσοτάκης έδειξε ότι πρωταγωνιστεί στον χώρο του ΕΛΚ, πως διατηρεί την αυτονομία του σε σχέση με ισχυρές προσωπικότητες της ευρωπαϊκής κεντροδεξιάς, όπως η καγκελάριος Μέρκελ, και έχει στενές επαφές με ηγέτες που κινούνται στον φιλελεύθερο και σοσιαλιστικό, σοσιαλδημοκρατικό χώρο.

Παρουσίασε την έκδοση ευρωομολόγου ως μια πολιτική και οικονομική αναγκαιότητα που ξεπερνά τις ανάγκες της χρηματοδότησης. Στην αντίληψή του, η έκδοση ευρωομολόγου για την αντιμετώπιση των συνεπειών του κορονοϊού θα στείλει το σωστό μήνυμα στις αγορές, θα ενισχύσει τη θέση της οικονομίας χωρών με ιδιαίτερα προβλήματα, όπως η ελληνική, θα δημιουργήσει νέα δυναμική για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη των πολιτών στην Ε.Ε.

Η συζήτηση για την έκδοση ευρωομολόγου γίνεται σήμερα σε εντελώς διαφορετική βάση απ’ ό,τι κατά τη διάρκεια της προηγούμενης οικονομικής κρίσης. Τότε υπήρχε ο λεγόμενος ηθικός κίνδυνος, να επιβαρυνθούν δηλαδή κράτη με καλή δημοσιονομική διαχείριση εξαιτίας άλλων κρατών της Ευρωζώνης, που βρέθηκαν σε αδιέξοδο λόγω της υπέρμετρης αύξησης των δημόσιων δαπανών, της χρηματοδότησης παροχών με δανεικά ή σοβαρών προβλημάτων στο τραπεζικό τους σύστημα. Αυτή τη φορά χώρες όπως η Ελλάδα έχουν όλα τα πιστοποιητικά καλής δημοσιονομικής συμπεριφοράς και αντιμετωπίζουν μια απειλή για την οικονομία τους για την οποία δεν έχουν καμία ευθύνη.

Το αίτημα, λοιπόν, για την έκδοση ευρωομολόγου –αποκλειστικά για την αντιμετώπιση των συνεπειών του κορονοϊού– είναι πολύ πιο ισχυρό απ’ ό,τι κατά το παρελθόν.

Παρ’ όλα αυτά, εξακολουθεί να προσκρούει σε αντιρρήσεις διαφόρων κυβερνήσεων και πολιτικών κομμάτων. Οι Χριστιανοδημοκράτες και οι Σοσιαλδημοκράτες που βρίσκονται στην κυβέρνηση Μέρκελ, οι Φιλελεύθεροι που ασκούν την εξουσία στην Ολλανδία, οι Κεντροδεξιοί και οι Πράσινοι της Αυστρίας, οι Σοσιαλιστές και οι Κεντρώοι της Φινλανδίας λένε «όχι» στην έκδοση του ευρωομολόγου, θεωρώντας ότι η αμοιβαιοποίηση ευρωπαϊκού χρέους θα τους εκθέσει στην αντίληψη των φορολογούμενων πολιτών των χωρών τους και θα ενισχύσει τα ποσοστά της άκρας Δεξιάς, που επιμένει αντιευρωπαϊκά. Ο πολιτικός συλλογισμός τους είναι βάσιμος, αλλά χάνει τη μεγάλη ευρωπαϊκή εικόνα. Εάν σε αυτή τη φάση αφεθεί οικονομικά αβοήθητη η Ιταλία, που απειλείται από τον κορονοϊό και έχει συμπληρώσει εικοσαετία οικονομικής στασιμότητας, είναι πιθανό οι Ιταλοί να στραφούν προς τον αντιευρωπαϊσμό της άκρας Δεξιάς, που εκφράζεται κυρίως από τη Λέγκα και τον Σαλβίνι. Ενδεχόμενη πολιτική ανατροπή στην Ιταλία εξαιτίας της έλλειψης ευρωπαϊκής αλληλεγγύης μέσω ευρωομολόγου μπορεί να σημάνει και το ουσιαστικό τέλος της Ε.Ε. Ένα Italexit από την Ευρωζώνη και την Ε.Ε. μετά το Brexit θα είναι ένα πολιτικό πλήγμα από το οποίο δύσκολα θα συνέλθει η Ε.Ε.

Ο κεντροαριστερός πρωθυπουργός της Ιταλίας, Κόντε, επιμένει, πολύ σωστά, στην έκδοση του ευρωομολόγου, γιατί γνωρίζει ότι στην αντίθετη περίπτωση θα ενισχυθούν εντυπωσιακά οι δυνάμεις που αμφισβητούν τη συμμετοχή της Ιταλίας στην Ευρωζώνη και στην Ε.Ε.

Με τις πρωτοβουλίες που παίρνει, ο Μητσοτάκης υπερασπίζεται αποτελεσματικά τα καλώς εννοούμενα εθνικά μας συμφέροντα, χαράσσει ευρωπαϊκή στρατηγική, ενισχύει την επιρροή του στις κυβερνήσεις και στις πολιτικές δυνάμεις της Ευρωζώνης.

Στην προσπάθεια υπέρ του ευρωομολόγου συμμετέχει και η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι οι δύο επόμενες εβδομάδες θα είναι κρίσιμες όχι μόνο για την έκδοση ευρωομολόγου αλλά και για την πορεία της Ε.Ε.

Αποκατάσταση ισορροπίας

Με την κρίση του κορονοϊού φαίνεται να φτάνει στο τέλος της μια περίοδος που ξεκίνησε με την πτώση του λεγόμενου υπαρκτού σοσιαλισμού και της Σοβιετικής Ένωσης και οδήγησε στον διαρκή θρίαμβο των οικονομικών, επιχειρηματικών συμφερόντων επί του πολιτικού συστήματος.

Το δυτικό σύστημα, απαλλαγμένο από τους περιορισμούς του ανταγωνισμού με το ανατολικό μπλοκ, έκανε μια επιλογή υπέρ των επιχειρηματικών συμφερόντων και σε βάρος της πολιτικής εξουσίας.

Πανίσχυρες επιχειρήσεις, επενδυτές κάθε είδους, συστημικές τράπεζες, διεθνείς οργανισμοί και πιστωτές, διεθνείς αξιολογητές, επέβαλαν ο ένας μετά τον άλλον τους όρους τους σε ένα πολιτικό σύστημα που έμοιαζε αποδυναμωμένο σε σχέση με την εξουσία του χρήματος.

Τώρα όλα αυτά αμφισβητούνται. Ακόμη και οι πιο ισχυρές επιχειρήσεις και οι τράπεζες εξαρτώνται από την κρατική παρέμβαση για την επιβίωσή τους. Επειδή μάλιστα οι λαοί έχουν πίσω τους μια δεκαετία αυστηρής εισοδηματικής και δημοσιονομικής πολιτικής, είναι φανερό ότι αυτή τη φορά ο λογαριασμός θα πάει περισσότερο προς την πλευρά των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων και λιγότερο προς την πλευρά των εργαζομένων και των οικογενειών τους.

Καθημερινά η ελληνική κυβέρνηση παίρνει αποφάσεις για τις επιχειρήσεις που θα βοηθηθούν με βάση τους Κωδικούς Αριθμούς Δραστηριότητας (ΚΑΔ), ενώ στη συνέχεια θα περάσει στην αντιμετώπιση των προβλημάτων συγκεκριμένων επιχειρήσεων ανεξάρτητα από τον κλάδο στον οποίο υπάγονται, σε παρεμβάσεις για την ενίσχυση αλλά και για την αλλαγή του τρόπου λειτουργίας των τραπεζών, για την επιβολή νέων κανόνων σε ό,τι αφορά τη διαχείριση των δανείων που εξυπηρετούνται και αυτών που δεν εξυπηρετούνται.

Περνάμε, λοιπόν, σε μια περίοδο κρατικής παρέμβασης για τη στήριξη της οικονομίας, με την πολιτική εξουσία να ενισχύει θεαματικά τη θέση της έναντι των μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων.

Ο Μητσοτάκης είναι ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση για δύο βασικούς λόγους. Έχει διατηρήσει την αυτονομία του από τα μεγάλα συμφέροντα και το αποδεικνύει καθημερινά με τις επιλογές του. Γνωρίζει τον τρόπο λειτουργίας της οικονομίας και του ιδιωτικού τομέα και θα χρησιμοποιήσει το πολιτικό πλεονέκτημα που απέκτησε η πολιτική εξουσία έναντι της εξουσίας του χρήματος με δημιουργικό τρόπο. Θα ορίσει κανόνες που θα λειτουργούν υπέρ του κεντρικού συνόλου χωρίς να στέκονται εμπόδιο στη μελλοντική ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας και στην ενίσχυση, όπου αυτό επιβάλλεται, του δημόσιου τομέα.

Η αποκατάσταση της ισορροπίας σε όφελος της πολιτικής και σε βάρος της οικονομίας ενισχύει την εμπιστοσύνη στους δημοκρατικούς θεσμούς και διευκολύνει την επιστροφή των πολιτών στην πολιτική.

Μαραθώνιος

Η αλλαγή του οικονομικού και πολιτικού πλαισίου δεν οδηγεί αυτόματα στην επίλυση των προβλημάτων, δημιουργεί όμως τις προϋποθέσεις για μια δημιουργική και αποτελεσματική αντιμετώπισή τους. Το πρώτο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση είναι η εξέλιξη των κρουσμάτων κορονοϊού και των θανάτων. Είναι φανερό ότι στις επόμενες δύο-τρεις εβδομάδες τα πράγματα θα πάνε χειρότερα. Εάν κρίνουμε από αυτά που συμβαίνουν σε Ιταλία και Ισπανία, Γαλλία και τις τελευταίες ημέρες και στη Γερμανία, έχουμε μπροστά μας μια μεγάλη δοκιμασία. Δεν μπορούμε να την αποφύγουμε, μπορούμε όμως να την περιορίσουμε, έχοντας όσο το δυνατόν λιγότερες απώλειες.

Τα μέτρα της κυβέρνησης αποδεικνύονται αποτελεσματικά σε σύγκριση με αυτά που παίρνουν άλλες χώρες, έχουμε όμως σε Ε.Ε. και Ελλάδα βασικές ελλείψεις στην υποδομή, οι οποίες δυσκολεύουν την κατάσταση. Σύμφωνα με έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Ε.Ε. καλύπτει μόνο το 10% των αναγκών για ιατροφαρμακευτικό υλικό και εξοπλισμό που έχει σχέση με την αντιμετώπιση του κορονοϊού, με αποτέλεσμα να στρέφονται οι κυβερνήσεις προς την Κίνα και σε περιπτώσεις στην Ινδία για να καλύψουν τις ανάγκες τους.

Αυτό το μεγάλο κενό –τα ζητήματα υγείας δεν περιλαμβάνονται στις ευρωπαϊκές συνθήκες– είναι ανάγκη να καλυφθεί, εάν μας ενδιαφέρει μια ενωμένη Ευρώπη που θα προστατεύει πραγματικά τους πολίτες της.

Ο κυβερνητικός μαραθώνιος θα περάσει στη συνέχεια στον τομέα της οικονομίας, όπου θα υπάρξουν νέες παρεμβάσεις, για να αντέξει στην πρόκληση του κορονοϊού. Αυτές οι παρεμβάσεις θα είναι υποχρεωτικά εξαιρετικά δαπανηρές και είναι φανερό ότι η Ελλάδα μπαίνει ξανά σε πορεία υπερχρέωσης. Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με νέα πτώση του ΑΕΠ, ελπίζουμε προσωρινή, ενώ η τάση των επιτοκίων δανεισμού μας στις διεθνείς αγορές παραμένει ανοδική σε σχέση με τα προ κορονοϊού επίπεδα. Δεν είναι δύσκολο, λοιπόν, να προβλέψουμε ότι τα επόμενα δύο χρόνια θα έχουμε νέα αύξηση του χρέους του ελληνικού Δημοσίου ως ποσοστού επί του ΑΕΠ.

Επομένως η κυβέρνηση καλείται να συντηρήσει την ελληνική οικονομία για όσο διάστημα η πανδημία βρίσκεται σε έξαρση και στη συνέχεια να προσαρμοστεί, χωρίς μεγάλες κοινωνικές απώλειες, σε μια νέα κανονικότητα, που θα είναι πιο σύνθετη από τη δύσκολη προ κορονοϊού κανονικότητα.

Τίποτα δεν έχει κριθεί, έχουμε μπροστά μας μεγάλες δοκιμασίες στον τομέα της υγείας, της οικονομίας και της κοινωνίας, αλλά η διαμόρφωση της κοινής γνώμης σε νέα βάση και η αλλαγή του οικονομικού και πολιτικού πλαισίου επιτρέπουν βάσιμη αισιοδοξία ότι θα τα καταφέρουμε.