Ο κορoνοϊός συντηρεί την οικονομική αβεβαιότητα - Free Sunday
Ο κορoνοϊός συντηρεί την οικονομική αβεβαιότητα
Η παγκόσμια οικονομία εξαρτάται άμεσα από την εξέλιξή του

Ο κορoνοϊός συντηρεί την οικονομική αβεβαιότητα

Στην Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στην οποία είμαι για δεύτερη πενταετία πλήρες μέλος, παρουσιάζουν τις εκτιμήσεις τους για την πορεία της ευρωπαϊκής και της παγκόσμιας οικονομίας ισχυροί ευρωπαϊκοί παράγοντες. Η Λαγκάρντ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ο Ρέγκλινγκ του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, ο πρόεδρος του Eurogroup, οι υπουργοί Οικονομικών των κρατών που ασκούν την προεδρία του Συμβουλίου, και άλλοι πολλοί.

Αυτό που μου έκανε εντύπωση το τετράμηνο Μαρτίου – Ιουνίου 2020 είναι ότι εμφανίζονται οι ίδιοι παράγοντες στην Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων, κάνοντας ολοένα χειρότερες εκτιμήσεις για την πορεία της ευρωπαϊκής και της παγκόσμιας οικονομίας.

 

Χειρότερα σενάρια

Έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η συνεχής επιδείνωση της προοπτικής της οικονομίας δεν οφείλεται τόσο σε οικονομικούς, δημοσιονομικούς χειρισμούς όσο στη διαπίστωση ότι κανείς τελικά δεν ξέρει πώς ακριβώς θα εξελιχθεί η πανδημία. Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και οι διεθνείς οργανισμοί δουλεύουν βάσει σεναρίων με τη δυναμική να εκδηλώνεται υπέρ της πραγματοποίησης των χειρότερων από αυτά.

Στις αναλύσεις που γίνονται σε κλειστό κύκλο με παράγοντες και ειδικούς ξεκινήσαμε από τη θεωρία της ανάκαμψης σε σχήμα V, δηλαδή μεγάλη πτώση της οικονομίας και γρήγορη κάλυψη των απωλειών για να καταλήξουμε στο σενάριο της ανάκαμψης σε σχήμα Κ.

Σχεδόν όλοι πλέον συμφωνούν ότι η κάλυψη των απωλειών στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν θα πάρει τουλάχιστον δύο χρόνια ενώ σε κλάδους της οικονομίας που πλήττονται ιδιαίτερα σκληρά από την πανδημία, όπως ο τουρισμός, η επάνοδος στο προ-κορωνοϊού επίπεδο δραστηριότητας θα χρειαστεί τρία έως πέντε χρόνια.

Όσο περισσότερο διαρκεί η οικονομική κρίση που σχετίζεται με την πανδημία τόσο μεγαλύτερες θα είναι οι νέες κοινωνικές ανισότητες που θα δημιουργηθούν. Μπορεί η πανδημία να είναι μία συμμετρική απειλή με την έννοια ότι χτυπάει όλες τις οικονομίες του κόσμου οι συνέπειες όμως είναι ασύμμετρες. Υπάρχουν οικονομίες με μεγάλες δημοσιονομικές δυνατότητες που αντιδρούν πιο δυναμικά στην κρίση και περιορίζουν τις οικονομικές και κοινωνικές απώλειες. Υπάρχουν τομείς της οικονομίας όπως ο τουρισμός που δέχονται ισχυρά πλήγματα και υποβαθμίζονται στο διεθνή καταμερισμό της εργασίας και άλλοι τομείς, κυρίως της ψηφιακής οικονομίας, που αξιοποιούν τις νέες τάσεις που δημιουργεί η πανδημία και φεύγουν μπροστά. Υπάρχουν επαγγελματικές και κοινωνικές τάξεις οι οποίες ήταν στο όριο πριν την πανδημία και τώρα κινδυνεύουν με απόλυτη φτωχοποίηση και περιθωριοποίηση. Υπάρχουν χώρες με αξιόλογα συστήματα υγείας που συμβάλλουν στην αντιμετώπιση του κορωνοϊού και χώρες που δεν έχουν τέτοιες δυνατότητες και απλά αφήνουν τα πράγματα να εξελιχθούν.

Το αποτέλεσμα όλων αυτών των παραγόντων μπορεί να είναι μια αργή ανάκαμψη τύπου Κ όπου στην αρχή υφίστανται όλοι μεγάλες απώλειες εισοδήματος στη συνέχεια όμως επέρχεται μια κοινωνική διαφοροποίηση με πολλούς να συμμετέχουν στην ανάκαμψη αλλά και πολλούς να πέφτουν ακόμη πιο χαμηλά σε ό,τι αφορά το εισόδημα και το βιοτικό τους επίπεδο.

Για να ελεγχθεί η πορεία της ευρωπαϊκής και της παγκόσμιας οικονομίας πρέπει πρώτα να ελεγχθεί η πανδημία. Η επιστημονική κοινότητα αδυνατεί να δώσει σαφείς απαντήσεις για την ένταση και τη διάρκεια της απειλής για τη δημόσια υγεία που προσδιορίζει σε μεγάλο βαθμό το οικονομικό αποτέλεσμα.

 

Έλλειψη συγχρονισμού

Η αβεβαιότητα σε ό,τι αφορά τις εξελίξεις ενισχύεται από την έλλειψη συγχρονισμού στην εξάπλωση της πανδημίας στις διάφορες χώρες. Αλλού ξεκίνησε νωρίτερα και αλλού δημιουργεί μεγαλύτερα προβλήματα σε ό,τι αφορά τους θανάτους και τα κρούσματα. Μια ματιά στον πίνακα των θανάτων ανά εκατομμύριο κατοίκους (18 Ιουνίου) δείχνει πόσο διαφορετική είναι η κατάσταση από χώρα σε χώρα.

Στο Βέλγιο που φιλοξενεί και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς έχουμε παγκόσμιο ρεκόρ με 847 θανάτους εξαιτίας του κορωνοϊού ανά εκατομμύριο κατοίκους. Στη δεύτερη θέση είναι το Ηνωμένο Βασίλειο με 643 θανάτους ανά εκατομμύριο κατοίκους, ακολουθούμενο από την Ισπανία με 580, την Ιταλία με 570, τη Σουηδία με 495, τη Γαλλία με 440. Η πρώτη εξάδα είναι ευρωπαϊκή γεγονός που δείχνει ότι η Ευρώπη παραμένει το επίκεντρο της πανδημίας.

Στην 7η θέση έρχονται οι ΗΠΑ με 395 θανάτους ανά εκατομμύριο κατοίκους αλλά και μια πιο αρνητική   δυναμική  από αυτή που εκδηλώνεται στην Ευρώπη. Η Βραζιλία ανεβαίνει συνεχώς στον σχετικό πίνακα και βρίσκεται στους 222 θανάτους ανά εκατομμύριο κατοίκους.

Η Γερμανία θεωρείται το success story μεταξύ των μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών με 106 θανάτους ανά εκατομμύριο κατοίκους. Η Ελλάδα βρίσκεται στους 17 θανάτους, μία επιτυχία που αναγνωρίζεται διεθνώς.

Στην Ινδία που παρατηρείται έξαρση της πανδημίας είμαστε ακόμη στους 9 θανάτους ανά εκατομμύριο κατοίκους εξαιτίας του πληθυσμού που ξεπερνάει τα 1,3 δισ. αλλά και πιθανών προβλημάτων στα επίσημα στατιστικά στοιχεία.

Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι η Κίνα από όπου ξεκίνησε η πανδημία αναφέρει μόλις 3,3 θανάτους ανά εκατομμύριο κατοίκους εξαιτίας και του τεράστιου πληθυσμού της που ξεπερνά τα 1,4 δισ.

Από τα παραπάνω στοιχεία προκύπτει μία πολύ μπερδεμένη κατάσταση με άλλες χώρες να καταγράφουν μεγάλο αριθμό θανάτων, άλλες να βρίσκονται αρκετά πίσω στο σχετικό πίνακα αλλά να έχουν αρχίσει να ανεβαίνουν εξαιτίας της μεγάλης αύξησης των κρουσμάτων και άλλες όπως η Κίνα να έχουν πλησιάσει τον απόλυτο έλεγχο της πανδημίας με πολύ μικρό αριθμό θανάτων ανά εκατομμύριο κατοίκους.

Λόγω της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας η αδυναμία του ενός μετατρέπεται σε κόστος για όλους. Για παράδειγμα, η Ελλάδα που έχει πάρα πολύ καλές επιδόσεις στο πρώτο κύμα της πανδημίας δεν μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά τον τουριστικό τομέα της οικονομίας της εφόσον το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ιταλία και η Γαλλία χώρες με μεγαλύτερο πρόβλημα σε ό,τι αφορά την πανδημία είναι αμέσως μετά τη Γερμανία οι καλύτερες αγορές για τις τουριστικές υπηρεσίες μας. Αντίστοιχα οι γερμανικές εξαγωγές πλήττονται από τις χειρότερες επιδόσεις άλλων χωρών ενώ μέχρι και η Κίνα, η οποία έχει ελέγξει την πανδημία και φιλοδοξεί να έχει αύξηση του ΑΕΠ και το 2020, δυσκολεύεται στην παραγωγή και στις εξαγωγές της εξαιτίας των μεγαλύτερων προβλημάτων άλλων χωρών αλλά και των εντάσεων που δημιουργεί η πανδημία ιδιαίτερα στις σχέσεις με τις ΗΠΑ.

 

Απέχουμε από τον πλήρη έλεγχο

Από την αρχή της κρίσης φάνηκε η μεγάλη διαφορά στην αποτελεσματικότητα της πολιτικής που εφαρμόζεται μεταξύ της Κίνας και των χωρών της Άπω Ανατολής από τη μία πλευρά και της ΕΕ και των ΗΠΑ από την άλλη.

Η Κίνα και οι χώρες της Άπω Ανατολής μεταξύ των οποίων η Νότια Κορέα, η Σιγκαπούρη, η Ταϊβάν εμφανίστηκαν καλύτερα προετοιμασμένες έχοντας αξιοποιήσει τα διδάγματα από προηγούμενες κρίσεις όπως την επιδημία του SARS το 2002 – 2003, του MERS από το 2012 μέχρι σήμερα ή ακόμη της γρίπης των χοίρων 2009 – 2010.

Αντέδρασαν πιο γρήγορα, με μεγαλύτερη πειθαρχία και καλύτερο σύστημα. Στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ είμαστε ακόμη πολύ πίσω σε ό,τι αφορά τα διαγνωστικά τεστ, την ιχνηλασιμότητα και το lockdown των περιοχών στις οποίες παρατηρούνται πολλά κρούσματα.

Το πρόβλημα είναι ότι ακόμα και στην Κίνα και τη Νέα Ζηλανδία χώρες τις οποίες επί αρκετές εβδομάδες τα νέα κρούσματα ήταν μηδενικά ή ελάχιστα παρατηρείται επανεμφάνιση του κορονοϊού. Στο Πεκίνο εκδηλώθηκε αρκετά σοβαρό πρόβλημα σε μία μεγάλη αγορά τροφίμων με τους αρμόδιους να θεωρούν ότι τα νέα κρούσματα μπορεί να οφείλονται σε εισαγόμενο από την Ευρώπη σολομό, κατηγορία την οποία βέβαια απορρίπτουν οι Ευρωπαίοι αρμόδιοι και δείχνει το κλίμα καχυποψίας που έχει δημιουργηθεί μεταξύ ΗΠΑ, Κίνας και ΕΕ σε μια περίοδο που είναι φανερό ότι μόνο μέσω της συνεργασίας μπορούμε να φτάσουμε στην όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της πανδημίας.

Η χαλάρωση των μέτρων ιδιαίτερα στην ΕΕ και τις ΗΠΑ δίνει νέες ευκαιρίες στον κορονοϊό. Θεωρείται όμως οικονομικά, κοινωνικά και κυρίως πολιτικά αναπόφευκτη.

Η ανησυχία της κοινή γνώμης έχει μετατοπιστεί από το θέμα της υγείας στο θέμα της οικονομικής καθημερινότητας. Σε πολύ λίγες χώρες, όπως το Βέλγιο, έχουν επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό τα στατιστικά της θνησιμότητας. Σε χώρες όπως η Ελλάδα η απειλή έχει αρχίσει να μοιάζει μακρινή – ενώ δεν είναι – λόγω του μικρού αριθμού των θανάτων εξαιτίας του κορονοϊού. Από το ξεκίνημα της πανδημίας στη χώρα μας έχουμε κάτι λιγότερο από δύο θανάτους την ημέρα ενώ χάνονται καθημερινά πάνω από 320 συμπολίτες μας από άλλες ασθένειες και αιτίες.

Η κοινωνική κρίση για την επαναλειτουργία της οικονομίας ενισχύεται με το πέρασμα του χρόνου και αυτό επηρεάζει τις αποφάσεις των κυβερνήσεων και τη στάση των κομμάτων της αντιπολίτευσης.

Την περίοδο που ακολούθησε το τριήμερο του Αγίου Πνεύματος, οπότε άρχισε η χαλάρωση των μέτρων στην Ελλάδα, παρατηρείται σταθερή αύξηση των κρουσμάτων σε ημερήσια βάση γεγονός το οποίο προκαλεί δικαιολογημένο προβληματισμό. Από τη μια έχουμε την προσπάθεια να περιοριστεί η οικονομική ζημιά της πανδημίας και από την άλλη την πιθανή ενίσχυση της απειλής για τη δημόσια υγεία.

Η προσπάθεια να βρεθεί η κατάλληλη ισορροπία μεταξύ δημόσιας υγείας και οικονομίας δημιουργεί ένα κλίμα αβεβαιότητας και ανασφάλειας το οποίο επηρεάζει τις οικονομικές επιδόσεις. Δεν μπορούμε να κάνουμε ασφαλή πρόγνωση για την εξέλιξη της πανδημίας και των οικονομικών συνεπειών της μπορούμε όμως να θεωρούμε βέβαιη τη συνέχιση της δυσλειτουργίας της οικονομίας για όσο διάστημα δεν φτάνουμε στον απόλυτο έλεγχο του κορονοϊού. Οι εξελίξεις στην Κίνα και τη Νέα Ζηλανδία, χώρες που είναι πολύ μπροστά από εμάς στην αντιμετώπιση του κορονοϊού, δείχνουν ότι έχουμε τεράστια απόσταση να καλύψουμε για να πλησιάσουμε τον απόλυτο έλεγχο.

 

Το επόμενο κύμα

Η Ελλάδα είναι μία από τις χώρες που τα πήγαν πολύ καλά στην αντιμετώπιση του πρώτου κύματος της πανδημίας έχει μπροστά της όμως το δεύτερο ενδεχομένως και το τρίτο κύμα. Οι ειδικοί τονίζουν ότι το ερώτημα σε ό,τι αφορά το δεύτερο κύμα δεν είναι «εάν» αλλά «πότε».

Απαντώντας σε σχετικό ερώτημα της Καθημερινής (ρεπορτάζ Πέννυς Μπουλούτζα) ο Θεοκλής Ζαούτης, καθηγητής παιδιατρικής και επιδημιολογίας στην Ιατρική σχολή του πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια των ΗΠΑ έδωσε την ακόλουθη απάντηση σε ό,τι αφορά το ενδεχόμενο εκδήλωσης δεύτερου κύματος πανδημίας: «Ωστόσο, πολλοί επιδημιολόγοι εκτιμούν ότι θα υπάρξει και δεύτερο κύμα. (…) το «κακό» σενάριο, που αφορά ένα πιο φονικό «επιδημικό κύμα» το φθινόπωρο και το χειμώνα, βασίζεται στην εμπειρία από την ισπανική γρίπη, πριν από έναν αιώνα. Παρότι αρχικά ξεκίνησε με ένα μικρό κύμα στις αρχές του 1918 ακολούθησε μία κορύφωση την άνοιξη του ιδίου έτους και ύστερα ένα τρίτο μεγάλο κύμα, στις αρχές του 1919. Υπάρχουν και άλλα σενάρια όπως το να δούμε μία σειρά από μικρότερα κύματα εντός του 2021 ή ακόμη και το σενάριο της αργής αλλά σταθερής ισοπέδωσης της μετάδοσης του ιού, κάτι που δεν έχουμε ξαναδεί σε προηγούμενες πανδημίες».

Στην ίδια έρευνα ο Νικόλαος Σύψας καθηγητής Παθολογικής Φυσιολογίας Λοιμώξεων του ΕΚΠΑ έδωσε τη δική του απάντηση στο κρίσιμο ερώτημα: «Παρά τη σταδιακή άρση των περιοριστικών μέτρων και την επιστροφή της κανονικότητας, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας προειδοποίησε για πιθανό δεύτερο κύμα της επιδημίας το φθινόπωρο ή και νωρίτερα το καλοκαίρι (…) οι αιτίες ενός δεύτερους κύματος είναι ότι ο ιός παραμένει στην κοινότητα, η πλειονότητα των ανθρώπων δεν έχει αναπτύξει ανοσία, η ανοσία όταν υπάρχει δεν διαρκεί για πάντα και ενδεχομένως ο ιός αλλάζει μέσω μεταλλάξεων και γίνεται περισσότερο μεταδοτικός. Επομένως, παρά την αβεβαιότητα, το ερώτημα δεν είναι αν θα έχουμε δεύτερο κύμα, αλλά πότε».

Οι γνώμες των ειδικών συγκλίνουν ότι το καλοκαίρι οι κλιματολογικές συνθήκες, ανοιχτοί χώροι, ανοιχτά παράθυρα και υψηλή θερμοκρασία, προστατεύουν ως ένα βαθμό τον πληθυσμό στην Ελλάδα αλλά λόγω του τουρισμού θα αυξηθεί αναπόφευκτα το εισαγόμενο ρίσκο.

Από τη στιγμή που το δεύτερο κύμα θεωρείται αναπόφευκτο συντηρείται η αβεβαιότητα σε ό,τι αφορά την οικονομία. Δεν μπορεί να λειτουργήσει κοντά στο πλήρες δυναμικό της ενώ όλοι, από τους καταναλωτές και τους αποταμιευτές μέχρι τους επενδυτές, είναι διστακτικοί γιατί δεν θέλουν να βρεθούν εκτεθειμένοι στις οικονομικές συνέπειες ενός δεύτερου κύματος. Ειδικά για τον τουρισμό αυτές μπορεί να είναι πολύ μεγάλες εάν το άνοιγμα της τουριστικής αγοράς συνδυαστεί με καταστάσεις και εξελίξεις που θα επιβάλλουν στη συνέχεια το μερικό ή συνολικό κλείσιμό της.

 

Η θεραπεία και τα εμβόλια

Το δεύτερο κύμα, όποτε εκδηλωθεί, θα μας βρει καλύτερα προετοιμασμένους και έτσι μπορούμε να θεωρούμε βέβαιο ότι θα περιοριστούν οι απώλειες από τον κορονοϊό. Η πρόοδος όμως σε ό,τι αφορά τη δημόσια υγεία δεν προβλέπεται να είναι τέτοια ώστε να εξαφανίσει όλες τις δυσλειτουργίες στην οικονομία.

Αντιμέτωποι με αυτή τη σύνθετη κατάσταση πολιτικοί, όπως ο πρόεδρος Τραμπ, αισθάνονται την ανάγκη να προβλέπουν ότι θα έχουμε στη διάθεσή μας το εμβόλιο για τον κορονοϊό ακόμη και πριν τα τέλη του 2020.

Η επικεφαλής επιστήμονας του ΠΟΥ Σουμίγια Σουαμινατάν θεωρεί αυτού του είδους τα πολιτικά σενάρια υπερβολικά αισιόδοξα. Κατά την άποψή της ένα καλό σενάριο είναι η εξασφάλιση του εμβολίου για δεκάδες εκατομμύρια εντός του 2021 με τη διανομή να γίνεται κυρίως μεταξύ όσων απασχολούνται στην υγεία και την κάλυψη μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού να περιμένει μέχρι το 2022. Εκτιμά ότι η πλήρης επικράτηση επί του Covid-19 μπορεί να πάρει τέσσερα έως πέντε χρόνια.

Υπογραμμίζει ότι ασφαλής πρόγνωση δεν μπορεί να γίνει εφόσον πολλά εξαρτώνται από τη συμπεριφορά του ιού, πώς θα μεταλλαχτεί, εάν θα γίνει περισσότερο επικίνδυνος και πιο μεταδοτικός.

Η ιστορία των εμβολίων δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντική αν και η επιστήμη έχει κάνει τεράστια πρόοδο τα τελευταία χρόνια. Έρευνα Ολλανδών επιστημόνων το 2013 είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η ανάπτυξη ενός εμβολίου παίρνει κατά μέσον όρο 10,7 χρόνια και μόνο 6% των προσπαθειών οδηγούνται σε επιτυχία από την αρχή μέχρι το τέλος.

Την αβεβαιότητα ενισχύει το γεγονός ότι η αναζήτηση του εμβολίου για τον Covid-19 διευκολύνεται από τις έρευνες που έγιναν για τους κορονοϊούς SARS και MERS οι οποίες όμως δεν κατέληξαν στην ανάπτυξη αξιόπιστου εμβολίου.

Υπάρχουν και ειδικές δυσκολίες σε σχέση με την ανάπτυξη του εμβολίου για τον Covid-19. Για να διαπιστωθεί εάν ένα εμβόλιο είναι ασφαλές και αποτελεσματικό χρειάζεται χρόνος με τις δοκιμές να γίνονται συνήθως σε νέους και υγιείς. Όμως η πανδημία αυτή τη φορά πλήττει κυρίως ηλικιωμένους.

Ακόμη και αν φτάσουμε σε ένα ασφαλές εμβόλιο το ερώτημα είναι πόσο αποτελεσματικό θα είναι. Θα αντιμετωπίζει τη διάδοση του ιού ή μόνο το πρόβλημα όσων θα νοσήσουν. Θα καλύπτει πλήρως όσους εμβολιαστούν από τον Covid-19 ή θα προστατεύει όσους νοσήσουν μόνο από τα πιο βαριά συμπτώματα της ασθένειας, όπως το εμβόλιο για τη γρίπη.

Σε ποιο ποσοστό θα προστατεύει τον πληθυσμό. Θα κινηθεί μεταξύ 40 – 60% σε ό,τι αφορά την αποτελεσματικότητα όπως είναι η στατιστική των περισσότερων εμβολίων ή θα πάει πιο ψηλά προς το 70% που θα θεωρηθεί μεγάλη επιτυχία.

Ανεξάρτητα πάντως από το πόσο αποτελεσματικό θα είναι φαίνεται ότι δεν θα υπάρξει πλήρης κάλυψη. Αναπτύσσεται ένας ανταγωνισμός μεταξύ ισχυρών κρατών και μεγάλων φαρμακευτικών εταιρειών για το ποιες θα φτάσουν πρώτες στην ανάπτυξη του εμβολίου και σε ποιους θα το διαθέσουν με τι οικονομικούς όρους χωρίς οι επιστήμονες να μπορούν να δώσουν απάντηση σε ό,τι αφορά τον χρόνο της ανάπτυξης και την αποτελεσματικότητα του εμβολίου.

Με την προοπτική του εμβολίου για τον Covid-19 να παραμένει αβέβαιη η έμφαση θα δοθεί για ένα απροσδιόριστο χρονικό διάστημα σε βασικά μέτρα προφύλαξης και στην ανάπτυξη θεραπευτικής αγωγής που θα φέρνει καλύτερα αποτελέσματα.

Καταγράφεται σημαντική πρόοδος σε ό,τι αφορά τη θεραπευτική αγωγή. Για παράδειγμα επιστήμονες του πανεπιστημίου της Οξφόρδης ανακοίνωσαν ότι η δεξαμεθαζόνη, ένα φτηνό σκεύασμα σε πλήρη επάρκεια που έχει αντιφλεγμονώδη δράση, μπορεί με την κατάλληλη δοσολογία να μειώσει τους θανάτους από Covid-19 κατά 33% στους διασωληνωμένους ασθενείς και κατά 20% σε εκείνους που υποστηρίζονται με οξυγόνο. Οι πανεπιστημιακοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι αν η δεξαμεθαζόνη είχε χορηγηθεί από την αρχή της πανδημίας στο Ηνωμένο Βασίλειο θα είχαν αποτραπεί τουλάχιστον 5.000 θάνατοι.

Βήμα-βήμα λοιπόν ενισχύουμε τη θέση μας έναντι του κορονοϊού η αβεβαιότητα όμως και η ανασφάλεια παραμένουν με αποτέλεσμα να επηρεάζεται αρνητικά η οικονομία.

 

Το παρελθόν και το μέλλον

Το πιθανότερο είναι ότι ο κορονοϊός ήρθε για να μείνει και πως θα αποκτήσει με το χρόνο ενδημικά χαρακτηριστικά.

Οι κρίσεις αυτής της κλίμακας προκαλούν εντυπωσιακές ανακατατάξεις.

Ο ιστορικός Αντώνης Λιάκος βγάζει τα ακόλουθα συμπεράσματα από την παγκόσμια και ελληνική ιστορία των πανδημιών (Βήμα, 29/03/2020): «Οι απαντήσεις εξαρτώνταν από τις αντιλήψεις της ιατρικής σε κάθε εποχή. Στις αρχές του 20ου αιώνα δινόταν μεγαλύτερη έμφαση στο περιβάλλον, ιδίως των πόλεων, που θεωρούνταν ανθυγιεινό και μολυσματικό, και στις συνθήκες διαβίωσης. Έγιναν συντονισμένες προσπάθειες από την αποξήρανση των ελών, την υδροδότηση και τις αποχετεύσεις, έως την αγορανομία και την εξυγίανση των συνθηκών εργασίας και κατοίκησης. Παράλληλα άρχισε να αναπτύσσεται ο εμβολιασμός, μια περισσότερο εξατομικευμένη αντιμετώπιση. Και τα δύο απαιτούσαν κοινωνική ιατρική. Για την Ελλάδα κρίσιμη ήταν η επιδημία του Δάγκειου πυρετού το 1928. Δρομολόγησαν εξελίξεις σε όλα αυτά, ακόμη και το ΙΚΑ σε αυτές οφείλεται». Από την πλευρά του ο Γιώργος Πρεβελάκης, ειδικός στη γεωπολιτική και εκπρόσωπος της Ελλάδας στον ΟΟΣΑ επισημαίνει (Βήμα, Κυριακή 26/04/2020): «Οι πανδημίες απετέλεσαν κατ’ επανάληψη τον καταλύτη για κοσμοϊστορικές αλλαγές. Η ανάδυση του σύγχρονου κράτους στη Δύση δεν είναι άσχετη με την επιδημία πανώλης τον 14ο αιώνα. Η πολεοδομία και οι σοσιαλιστικές ιδέες γεννήθηκαν στην Ευρώπη της Βιομηχανικής Επανάστασης, μετά τις σαρωτικές επιδημίες οι οποίες οφείλονταν στις άθλιες βιοτικές συνθήκες των προλεταρίων. Με την τρέχουσα υγειονομική κρίση βιώνουμε μία μεγάλη ιστορική καμπή, ανάλογη με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.»

Η πανδημία εξελίσσεται σε ένα κοσμοϊστορικό γεγονός που θα προκαλέσει ανακατατάξεις σε όλα τα επίπεδα. Μπορούμε να δούμε υποχώρηση της στρατηγικής θέσης των ΗΠΑ σε όφελος της Κίνας, μπορούμε επίσης να δούμε επιτάχυνση της ψηφιακής μετάβασης και αποδυνάμωση ολόκληρων τομέων της οικονομίας όπως είναι ο τουρισμός. Μπορεί να υπάρξουν και μεγάλες κοινωνικές αλλαγές υπό την πίεση των προκλήσεων που αντιμετωπίζουμε.

Αυτό που δεν πρόκειται να υπάρξει στο άμεσο μέλλον είναι η επιστροφή στην οικονομική κανονικότητα η οποία είναι πρακτικά αδύνατη εάν δεν αντιμετωπιστεί πλήρως η πανδημία. Τα μεγάλα οικονομικά προβλήματα και κυρίως η οικονομική αβεβαιότητα θα είναι μαζί μας για τα επόμενα χρόνια συμβάλλοντας σε πιθανές ευρύτερες ανακατατάξεις.