Προτάσεις για δυναμική ανάκαμψη της οικονομίας - Free Sunday
Προτάσεις για δυναμική ανάκαμψη της οικονομίας
«Πράσινα» ομόλογα, δάνειο από ΕΜΣ, bad bank, «κούρεμα» χρεώσεων.

Προτάσεις για δυναμική ανάκαμψη της οικονομίας

Με τον εμβολιασμό να βρίσκεται σε καλό δρόμο μπορούμε να ελπίζουμε ότι από το δ΄ τρίμηνο του 2021 η οικονομία θα αρχίσει να λειτουργεί ξανά σε κανονικές συνθήκες.

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι θα έρθουν αυτόματα η οικονομική ανάκαμψη και στη συνέχεια η δυναμική ανάπτυξη. Η ελληνική οικονομία υπέστη πρωτοφανή καθίζηση στη διάρκεια της δεκαετίας των μνημονίων και εξακολουθεί να πέφτει με εντυπωσιακό ρυθμό εξαιτίας της πανδημίας.

Τα προβλήματα μπροστά μας

Προς το παρόν, συμμετέχουμε στη γενικευμένη πτώση της οικονομικής δραστηριότητας στην Ε.Ε. εξαιτίας του Covid-19. Προς τα τέλη του χρόνου όμως, όταν θα έχουμε σε γενικές γραμμές αφήσει πίσω μας την πανδημία, θα φανεί το δυναμικό κάθε ευρωπαϊκής οικονομίας.

Η πρόγνωση δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντική για την Ελλάδα. Η μεγάλη αδυναμία μας φάνηκε στο γ΄ τρίμηνο του 2020, όταν οι άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες ανέκαμψαν πολύ πιο δυναμικά από την ελληνική. Η μεγάλη εξάρτησή μας από τον τουρισμό, και μάλιστα σε ποσοστό 90% από τους τουρίστες του εξωτερικού, δεν μας επέτρεψε να ανακάμψουμε με τον ίδιο ρυθμό με τους Ευρωπαίους εταίρους και ανταγωνιστές. Στη συνέχεια ήρθε η ύφεση του δ΄ τριμήνου –εξαιτίας της πανδημίας– να καλύψει προσωρινά τις διαφορές στο οικονομικό δυναμικό. Το ελληνικό ΑΕΠ έπεσε γύρω στο 10% το 2020 και μόνο η Ισπανία, σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά στοιχεία της, μας ξεπέρασε, με πτώση του ΑΕΠ κατά 11%.

Η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας δεν θα είναι εύκολη υπόθεση, γιατί ο τουριστικός τομέας θα χρειαστεί χρόνια για να συνέλθει από το σοκ της πανδημίας, ενώ ο βιομηχανικός τομέας έχει μικρή συμμετοχή στη διαμόρφωση του ΑΕΠ και δεν είναι αρκετά εξωστρεφής.

Μια διαχείριση ρουτίνας απλώς θα αναδείξει τα συγκριτικά μας μειονεκτήματα και θα μείνουμε ακόμη πιο πίσω στον οικονομικό ανταγωνισμό στο εσωτερικό της Ε.Ε. Πρέπει, λοιπόν, να πάρουμε πρωτοβουλίες έξω από το συμβατικό πλαίσιο για να κάνουμε τη διαφορά.

Ηλεκτροκίνηση σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη

Έχω διατυπώσει στην Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ και με αλλεπάλληλες δημόσιες παρεμβάσεις την πρόταση για ηλεκτροκίνηση στα λεωφορεία και τα ταξί στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη.

Η κυβέρνηση εξακολουθεί να ταλαιπωρείται με την προμήθεια εκατοντάδων μεταχειρισμένων λεωφορείων με κινητήρες ντίζελ για να καλύψει τα κενά στις αστικές συγκοινωνίες. Πρόκειται για λάθος επιλογή, εφόσον οι κινητήρες ντίζελ στα αστικά κέντρα θεωρούνται απειλή για τη δημόσια υγεία και συμβάλλουν στην αύξηση της θνησιμότητας.

Το άμεσο πέρασμα στην ηλεκτροκίνηση των λεωφορείων και των ταξί στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη εξασφαλίζει τα ακόλουθα πλεονεκτήματα. Πρώτον, αναβαθμίζει τις συγκοινωνίες και προστατεύει τη δημόσια υγεία. Δεύτερον, εξασφαλίζει τις προϋποθέσεις για γρήγορη ανάπτυξη της υποδομής της ηλεκτροκίνησης. Τρίτον, κάνει πιο εύκολη την ανάπτυξη βιομηχανιών παραγωγής μπαταριών και ηλεκτροκίνητων οχημάτων στην Ελλάδα, ιδιαίτερα σε περιοχές που δοκιμάζονται από το κλείσιμο μονάδων της ΔΕΗ στα πλαίσια της απολιγνιτοποίησης.

Χρηματοδότηση με «πράσινα» ομόλογα

Το ιταλικό Δημόσιο προχώρησε στην έκδοση «πράσινων» ομολόγων με περίοδο ωρίμανσης που φτάνει έως το 2045. Βγήκε στις αγορές για 8,5 δισ. ευρώ, είχε προσφορές 80 δισ. ευρώ και τελικά εξέδωσε «πράσινα» ομόλογα ύψους 8,5 δισ. ευρώ με απόδοση για τους επενδυτές 1,58%.

Πρόκειται για τη μεγαλύτερη έκδοση «πράσινων» ομολόγων από ευρωπαϊκό κράτος.

Τα ομόλογα αυτού του είδους χρηματοδοτούν αποκλειστικά επενδυτικά προγράμματα που συμβάλλουν στην προστασία του περιβάλλοντος. Ο δανειολήπτης είναι υποχρεωμένος να εξηγεί στους επενδυτές πώς ακριβώς διαχειρίζεται τα χρήματα.

Έχει δημιουργηθεί σε επίπεδο τραπεζών, funds και γενικότερα επενδυτών μια δυναμική ενίσχυσης των περιβαλλοντικών επενδύσεων στο χαρτοφυλάκιό τους.

Η Ιταλία θα επενδύσει τα 8,5 δισ. ευρώ στις συγκοινωνίες με χαμηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα, στην ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και στην προστασία της βιοποικιλότητας.

Η Γαλλία έχει εκδώσει 11 «πράσινα» ομόλογα από το 2017, ύψους 27 δισ. ευρώ, η Γερμανία έχει εκδώσει 2 «πράσινα» ομόλογα. Εκδόσεις έχουν πραγματοποιήσει η Πολωνία, η Ιρλανδία, η Σουηδία και η Ολλανδία, ενώ η Ισπανία προετοιμάζεται να εκδώσει το β΄ εξάμηνο του 2021 «πράσινα» ομόλογα εικοσαετούς διάρκειας για να αντλήσει 5-10 δισ. ευρώ.

Η Ελλάδα οφείλει να εκδώσει τα δικά της «πράσινα» ομόλογα για να χρηματοδοτήσει προγράμματα πράσινης μετάβασης, όπως είναι η ηλεκτροκίνηση σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, και για να καλύψει το τεράστιο κόστος της γρήγορης απολιγνιτοποίησης που έχει αποφασιστεί. Τα κονδύλια που θα διατεθούν γι’ αυτόν τον σκοπό από το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης είναι σημαντικά, αλλά δεν επαρκούν.

Πιο κοντά σε Ιταλία, Ντράγκι

Η Ιταλία αξιοποίησε και το κλίμα εμπιστοσύνης εξαιτίας του σχηματισμού της κυβέρνησης Ντράγκι για την έκδοση των «πράσινων» ομολόγων. Το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης πρέπει να συντονιστεί με τον υπουργό Οικονομικών της Ιταλίας, Ντανιέλε Φράνκο. Πρόκειται για έναν τεχνοκράτη που έχει την εμπιστοσύνη του Ντράγκι και ήταν υπεύθυνος του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.

Με τον Ντράγκι στην πρωθυπουργία η Ιταλία αναμένεται να πάρει ενδιαφέρουσες πρωτοβουλίες, εφόσον ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) έχει δημιουργική οικονομική σκέψη, ισχυρή διεθνή διασύνδεση και τέλεια γνώση του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Ένα κοινό χαρακτηριστικό Ελλάδας και Ιταλίας είναι το υπέρογκο δημόσιο χρέος. Όπως όμως μας εξηγούσε ο Μάριο Ντράγκι ως πρόεδρος της ΕΚΤ στις τριμηνιαίες παρουσιάσεις της πολιτικής της ΕΚΤ στην Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δεν έχει σημασία μόνο το ύψος των δημοσίων δαπανών αλλά και η ποιότητά τους. Το δημοσιονομικό έλλειμμα και το δημόσιο χρέος γίνονται διαχειρίσιμα όταν οι δημόσιες δαπάνες έχουν ενισχυμένη την επενδυτική διάσταση και συμβάλλουν στη δυναμική ανάπτυξη της οικονομίας.

Ελλάδα-Ιταλία-συμμαχία, λοιπόν, σε αναζήτηση αναπτυξιακής στρατηγικής που θα μειώσει το δημόσιο χρέος, όχι σε απόλυτους αριθμούς, αλλά ως ποσοστό επί του ΑΕΠ.

Για το ΕΣΥ και την Παιδεία

Μια άλλη πρόταση που δεν κουράζομαι να επαναλαμβάνω είναι η προσφυγή του ελληνικού Δημοσίου στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ) για σύναψη δανείου που θα αναλογεί στο 2% του ΑΕΠ για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας στο ΕΣΥ και στο εκπαιδευτικό σύστημα.

Μπορούμε να εξασφαλίσουμε γύρω στα 3,4 δισ. ευρώ με μορφή δανείων με περίπου μηδενικό επιτόκιο, σε συνεννόηση με τον Κλάους Ρέγκλινγκ, επικεφαλής του ΕΜΣ. Τους τελευταίους μήνες ενισχύθηκαν οι αρμοδιότητες του ΕΜΣ –ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την προώθηση της τραπεζικής ένωσης– και η συνεννόηση μαζί του μπορεί να μας διευκολύνει και σε άλλα θέματα.

Με βάση τα αποτελέσματα του τελευταίου Ευρωβαρόμετρου, η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη έχει κάνει –πιεζόμενη από την πανδημία– μια εντυπωσιακή στροφή υπέρ της καταπολέμησης των κοινωνικών ανισοτήτων και της ενίσχυσης της δημόσιας υγείας και της εκπαίδευσης.

Η προσφυγή στον ΕΜΣ θα στείλει το σωστό πολιτικό και κοινωνικό μήνυμα και θα συμβάλει στην ανάπτυξη της οικονομίας σε νέες βάσεις.

Αν η κυβέρνηση κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση, θα πρέπει να αξιοποιήσει την πρόσθετη χρηματοδότηση για την οργάνωση ενός μεγάλης κλίμακας brain gain, που θα φέρει πολλές χιλιάδες επιστήμονες και ειδικούς που εγκατέλειψαν την Ελλάδα κατά τη διάρκεια της μνημονιακής περιόδου πίσω στην πατρίδα. Η μαζική παρουσία αυτών των νέων στα ΑΕΙ, στην έρευνα, στα δημόσια έσοδα και στον ψηφιακό μετασχηματισμό του κράτους είναι βέβαιο ότι θα βελτιώσει τη δυναμική της οικονομίας.

Το κόστος του χρήματος

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΚΤ, το κόστος δανεισμού για τις επιχειρήσεις στην Ευρωζώνη έμεινε αμετάβλητο τον Ιανουάριο. Με βάση τα επίσημα στοιχεία, ο σύνθετος δείκτης κόστους νέων δανείων σε επιχειρήσεις είναι 1,51% και το μέσο επιτόκιο στα στεγαστικά δάνεια για τα νοικοκυριά είναι στο 1,33%.

Η «Καθημερινή» έχει δημοσιεύσει (9/1/2021) μια σύγκριση των επιτοκίων δανεισμού στην Ελλάδα, στην Ιταλία, στην Ισπανία, στην Πορτογαλία και στην Ευρωζώνη στο σύνολό της.

Για τις ανακυκλούμενες πιστώσεις το επιτόκιο στην Ευρωζώνη ήταν 1,84%, στην Ελλάδα ήταν 4,44%, στην Ιταλία 2,66%, στην Ισπανία 1,48% και στην Πορτογαλία 2,46%.

Για τα δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο έως 250.000 ευρώ το επιτόκιο στην Ευρωζώνη ήταν 2,01%, στην Ελλάδα 6%, στην Ιταλία 2,32%, στην Ισπανία 1,64% και στην Πορτογαλία 2,8%.

Για δάνεια άνω των 250.000 ευρώ και έως 1 εκατ. ευρώ το επιτόκιο ήταν 1,58% στην Ευρωζώνη, στην Ελλάδα 3,69%, στην Ιταλία 1,43%, στην Ισπανία 1,28% και στην Πορτογαλία 1,8%.

Η διαφορά των επιτοκίων είναι συντριπτική σε βάρος της ελληνικής οικονομίας. Είναι πολύ δύσκολο να ανταγωνιστούμε τους Ευρωπαίους εταίρους με τέτοιο συγκριτικό μειονέκτημα στο κόστος χρηματοδότησης, το οποίο προστίθεται στην αδυναμία του ελληνικού τραπεζικού συστήματος να χρηματοδοτήσει επαρκώς την πραγματική οικονομία.

Υπάρχουν διάφορες ερμηνείες για το εντυπωσιακό «καπέλο» στα επιτόκια δανεισμού των ελληνικών επιχειρήσεων και των νοικοκυριών. Η συνεχής χρηματοδότηση των λεγόμενων επιχειρήσεων-ζόμπι, το ευρωπαϊκό ρεκόρ των ελληνικών τραπεζών στα κόκκινα δάνεια, η δυσχέρεια στην άντληση νέων κεφαλαίων, το πολυάριθμο προσωπικό και το υψηλό κόστος λειτουργίας προβάλλονται ως οι βασικές αιτίες για τα υπερβολικά υψηλά επιτόκια δανεισμού.

Είναι πολύ δύσκολο να περάσει η οικονομία σε φάση δυναμικής ανάκαμψης και στη συνέχεια ανάπτυξης χωρίς επαρκή χρηματοδότηση με ανταγωνιστικούς όρους.

Υποστηρίζω με συνέπεια την πρόταση Στουρνάρα για τη δημιουργία μιας bad bank, που θα βοηθήσει στη διαχείριση των κόκκινων δανείων και θα εξασφαλίσει τις προϋποθέσεις για μια πιο ανταγωνιστική χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας.

Το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης διστάζει να υιοθετήσει την πρόταση Στουρνάρα, φοβούμενο ένα πρόσθετο κόστος της τάξης των 8-10 δισ. ευρώ και τη διαχείριση των σχέσεων με τους βασικούς μετόχους των ελληνικών συστημικών τραπεζών. Κατά τη διάρκεια της κρίσης του 2015 μπόρεσαν να τις ελέγξουν συμμετέχοντας στην ανακεφαλαιοποίησή τους με ένα ποσό της τάξης των 5 δισ. ευρώ και δεν φαίνονται διατεθειμένοι να επενδύσουν σημαντικά περισσότερα κεφάλαια για την καλύτερη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος, ούτε να δουν το ποσοστό συμμετοχής τους να περιορίζεται.

Επιβάλλονται συνεννοήσεις και αμοιβαία επωφελείς συμβιβασμοί γύρω από τη δημιουργία της bad bank. Διαφορετικά, η κερδοφορία του τραπεζικού μας συστήματος θα εξασφαλιστεί με όρους που θα κάνουν ακόμη πιο δύσκολη τη δυναμική ανάκαμψη και στη συνέχεια ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.

Κουλτούρα χρεώσεων

Το δημόσιο χρέος κινείται σε επίπεδα ρεκόρ, γύρω στο 208% του ΑΕΠ, αλλά θα παραμείνει βιώσιμο αν διατηρηθούν τα επιτόκια δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου, αλλά και το κόστος εξυπηρέτησής του, σε χαμηλά επίπεδα και υπάρξει δυναμική και σταθερή ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.

Τα πράγματα είναι πιο δύσκολα σε ό,τι αφορά το ιδιωτικό χρέος, με τις οφειλές των ιδιωτών στις τράπεζες, στην κοινωνική ασφάλιση και στην εφορία να σπάνε κάθε προηγούμενο ρεκόρ.

Η κυβέρνηση προβάλλει ως δεύτερη ευκαιρία διάφορες διευκολύνσεις για τη μεσο-μακροπρόθεσμη εξόφληση των οφειλών. Στην Ε.Ε., όμως, η δεύτερη ευκαιρία ορίζεται διαφορετικά. Προσφέρεται η ευκαιρία σε όσους χρεοκόπησαν χωρίς η χρεοκοπία τους να είναι δόλια να ξαναμπούν στον επαγγελματικό στίβο, αφού πρώτα απαλλαγούν από τις υποχρεώσεις στις οποίες δεν μπορούν να ανταποκριθούν.

Η Ε.Ε. διστάζει να δώσει το πράσινο φως για να πάρει η λεγόμενη δεύτερη ευκαιρία στη χώρα μας ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά. Φοβάται μήπως τέτοιου είδους διευκολύνσεις αποβούν σε βάρος της λεγόμενης κουλτούρας πληρωμών, η οποία ευνοεί τη συνέπεια των οφειλετών.

Η ελληνική πραγματικότητα είναι διαφορετική από την ευρωπαϊκή. Μελέτες της Τράπεζας της Ελλάδος κατά την περίοδο των μνημονίων έδειξαν ότι περίπου οι μισοί μικρομεσαίοι βρέθηκαν σε οικονομική αδυναμία εξαιτίας της κρίσης που εκδηλώθηκε το 2010 και πως, από αυτούς, το 80% προσπάθησε όσο μπορούσε, ενώ ένα 20% είχε τις προδιαγραφές της δόλιας πτώχευσης.

Το πρόβλημα, λοιπόν, δεν είναι γενικά με την κουλτούρα πληρωμών, αλλά με το 20% των λεγόμενων στρατηγικών κακοπληρωτών, στους οποίους πρόσφερε κάλυψη για μεγάλο χρονικό διάστημα το τραπεζικό σύστημα.

Προτού περάσουμε στη βελτίωση της κουλτούρας πληρωμών πρέπει να περάσουμε στην κουλτούρα χρεώσεων. Οι τράπεζες χρέωσαν τους οφειλέτες που βρίσκονταν σε δύσκολη θέση κυριολεκτικά ό,τι ήθελαν. Δεν υπάρχει άλλη χώρα της Ε.Ε. με τέτοια οικονομική κακομεταχείριση των οφειλετών από τις τράπεζες. Μπορεί το «κούρεμα» του ιδιωτικού χρέους να αντιμετωπίζεται αρνητικά από τους Ευρωπαίους εταίρους, αλλά νομίζω ότι μπορούμε να φτάσουμε στο ίδιο περίπου αποτέλεσμα μέσω του αναγκαίου «κουρέματος» των χρεώσεων που έχουν γίνει, ιδιαίτερα σε βάρος των δανειοληπτών που δυσκολεύονται.

Μέσα από την εφαρμογή καλών ευρωπαϊκών πρακτικών μπορούμε να δούμε τις οφειλές των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών να περιορίζονται σημαντικά.

Ανάλογες καταχρηστικές πρακτικές έχει χρησιμοποιήσει το ελληνικό Δημόσιο σε βάρος επιχειρήσεων και φυσικών προσώπων, αυξάνοντας τις υποχρεώσεις τους προς αυτό σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα.

Χρειαζόμαστε έξυπνες κινήσεις

Ένα από τα προβλήματα που έχει δημιουργήσει η πανδημία είναι η δυσλειτουργία της Δικαιοσύνης και το ουσιαστικό μπλοκάρισμα των πλειστηριασμών. Έτσι, οι τράπεζες δυσκολεύονται να διαχειριστούν τα κόκκινα δάνεια και τα περιουσιακά τους στοιχεία, ενώ και οι οφειλέτες, τα ακίνητα των οποίων δεν εκπλειστηριάζονται, βρίσκονται παγιδευμένοι σε μια στασιμότητα που δημιουργεί με το πέρασμα του χρόνου νέες υποχρεώσεις.

Μια λύση που έχει συζητηθεί δημόσια χωρίς όμως πρακτικό αποτέλεσμα είναι η λειτουργία των αρμόδιων δικαστηρίων με τηλεδιάσκεψη και απόλυτη ασφάλεια σε συνθήκες πανδημίας.

Η καθυστέρηση στην απονομή δικαιοσύνης είναι ένας από τους παράγοντες που λειτουργούν αποθαρρυντικά για τους επενδυτές. Όταν μια αστική διαφορά χρειάζεται χρόνια για να επιλυθεί δικαστικά, είναι λογικό να προτιμούν εναλλακτικούς επενδυτικούς προορισμούς.

Συντάξεις και κόστος Δημοσίου

Τα ΜΜΕ μάς βομβαρδίζουν με ρεπορτάζ για αυξήσεις σε ορισμένες κατηγορίες συντάξεων και καταβολή αναδρομικών για κύριες και επικουρικές συντάξεις.

Το 2020 η συνταξιοδοτική δαπάνη στην Ελλάδα έσπασε κάθε προηγούμενο ρεκόρ ως ποσοστό επί του ΑΕΠ. Κινδυνεύουμε να ζήσουμε μια επανάληψη της κρίσης που εκδηλώθηκε εξαιτίας της μεγάλης αύξησης της συνταξιοδοτικής δαπάνης μετά την ένταξή μας στην ΟΝΕ και μέχρι το 2010.

Αυξήσεις συντάξεων και αναδρομικά να «παγώσουν» μέχρι να βγούμε από την κρίση της πανδημίας και να ορθοποδήσει η οικονομία. Το κρυφό χρέος με τη μορφή συντάξεων και εφάπαξ που καθυστερεί να καταβάλει, για προφανείς λόγους, το Δημόσιο πρέπει να μηδενιστεί, σύμφωνα με τις υποδείξεις των Ευρωπαίων εταίρων και πιστωτών. Να θυμίσουμε ότι είχαμε αναλάβει την υποχρέωση να το μηδενίσουμε ταυτόχρονα με την έξοδο από το μνημόνιο τον Αύγουστο του 2018, ενώ συνέχισε να αυξάνεται όλο το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε. Πρέπει επίσης να παρθούν σοβαρές αποφάσεις για την επιστροφή του συνταξιοδοτικού κόστους, ως ποσοστού επί του ΑΕΠ, στα προ πανδημίας επίπεδα.

Τέλος, επιβάλλεται σοβαρός έλεγχος στις δαπάνες του Δημοσίου και της τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης. Πολλοί διαχειριστές του δημόσιου χρήματος αντιλαμβάνονται την ανάγκη να αυξηθούν οι δημόσιες δαπάνες για τη στήριξη της οικονομίας σαν ένα είδος λευκής επιταγής που οδηγεί στην κακοδιαχείριση των δαπανών του Δημοσίου.

Οι δημοσιονομικοί κανόνες της ΟΝΕ έχουν μπει στο «ψυγείο» για το 2021, και απ’ ό,τι φαίνεται και για το 2022, λόγω των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι πρέπει να μας αφήσει αδιάφορους η αύξηση του δημοσιονομικού ελλείμματος και του δημόσιου χρέους, ιδιαίτερα όταν οι δημόσιες δαπάνες δεν έχουν την ποιοτική διάσταση που περιγράφει ο Ντράγκι.

Αν δεν βελτιωθεί η δημοσιονομική διαχείριση και δεν ενθαρρυνθεί μια στροφή προς τη χρηματοδότηση επενδύσεων, θα βρεθούμε σε πολύ δύσκολη θέση σε ό,τι αφορά την αξιοποίηση των κονδυλίων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης. Θα συνεχιστεί η γνωστή πρακτική να «βαφτίζουμε» δαπάνες για να καλύψουμε άμεσες ανάγκες και διαχειριστικές τρύπες. Θα χάσουμε πολλά ευρωπαϊκά κονδύλια εξαιτίας της αδυναμίας μας να εξασφαλίσουμε, όπου επιβάλλεται, την αναγκαία συγχρηματοδότηση.