Η Ε.Ε. στη γεωπολιτική σκιά των δικτατόρων - Free Sunday
Η Ε.Ε. στη γεωπολιτική σκιά των δικτατόρων
Οι «27» δεν ξέρουν πώς να αντιμετωπίσουν Πούτιν, Λουκασένκο και Ερντογάν

Η Ε.Ε. στη γεωπολιτική σκιά των δικτατόρων

Στο ξεκίνημα της πρώτης πενταετούς θητείας μου στο Ευρωκοινοβούλιο, είχα εντυπωσιαστεί από τη δήλωση του τότε προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Γιούνκερ, ότι θα δημιουργήσει μία «πολιτική Επιτροπή».

Είχε συγκεντρώσει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή αρκετούς έμπειρους πολιτικούς, επιδιώκοντας να ενισχύσει τον πολιτικό ρόλο της νέας Επιτροπής. Δυστυχώς, δεν κατάφερε πολλά πράγματα, παρά το γεγονός ότι έχει προσωπικό «μύθο» στους θεσμούς της Ε.Ε. και στην ευρωπαϊκή διπλωματία. Οι αλλεπάλληλες κρίσεις που εκδηλώθηκαν κατά τη διάρκεια της πενταετίας Γιούνκερ δεν ενίσχυσαν τη θεσμική λειτουργία της Ε.Ε., αντίθετα οδήγησαν σε περισσότερη διακρατική συνεργασία σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.

Στο ξεκίνημα της δεύτερης πενταετούς θητείας μου, η νέα πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Φον ντερ Λάιεν, μας παρουσίασε τη νέα σύνθεση της Επιτροπής, υποστηρίζοντας ότι θα είναι μία «γεωπολιτική Επιτροπή», η οποία θα έχει τη δυνατότητα να παίξει ρόλο στις διεθνείς σχέσεις σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο, ανταγωνιστικό, και σε περιπτώσεις, επικίνδυνο κόσμο. Αυτήν τη φορά δεν εντυπωσιάστηκα.

Έχοντας παρακολουθήσει πώς η «πολιτική Επιτροπή» του Γιούνκερ αποδυναμώθηκε και χρεώθηκε από τα κράτη-μέλη όλα τα δεινά της Ε.Ε., από την οικονομική κρίση μέχρι το προσφυγικό-μεταναστευτικό και το Brexit, ήξερα ότι οι δηλώσεις Φον ντερ Λάιεν περί «γεωπολιτικής Επιτροπής» δεν είχαν σχέση με την ευρωπαϊκή πραγματικότητα.

Άλλωστε, η έμπειρη και επαρκής, κατά την άποψή μου, Φον ντερ Λάιεν, δεν είχε τον προσωπικό ευρωπαϊκό «μύθο» του Γιούνκερ, ο οποίος μπορούσε να σε παρασύρει σε κάποιου είδους ευρωπαϊκό οραματισμό σε πείσμα της δύσκολης πραγματικότητας.

Διαφορετικοί δικτάτορες

Σχετικά γρήγορα φάνηκε ότι η Ε.Ε. δεν έχει τις προϋποθέσεις να παίξει το παραδοσιακό παιχνίδι της γεωπολιτικής επιρροής. Αντίθετα, το υφίσταται από άλλους υποδεέστερους αλλά πιο αποφασισμένους διεθνείς παίκτες, όπως είναι ο Πούτιν, ο Λουκασένκο και ο Ερντογάν.

Οι δύο πρώτοι είναι μετασοβιετικοί δικτάτορες και το μοντέλο διακυβέρνησής τους δεν είναι ελκυστικό, ούτε προς εξαγωγή. Απλά, αποσκοπεί στην προσωπική πολιτική επιβίωσή τους και στην εξυπηρέτηση του βαθιά αντιδημοκρατικού, ολιγαρχικού συστήματος που εκπροσωπούν.

Ο Λουκασένκο δεν έχει γεωπολιτικές φιλοδοξίες, αμυνόμενος όμως έναντι του λαού της Λευκορωσίας προσπαθεί να εμφανίσει εαυτόν θύμα της Δύσης και πρώτο στόχο σε ένα γεωπολιτικό παιχνίδι που αποσκοπεί στην αποσταθεροποίηση του ίδιου του Πούτιν. Με τον τρόπο αυτόν, θέλει να κινητοποιήσει τη Ρωσία υπέρ του καθεστώτος του, στην αντιπαράθεσή με την Ε.Ε.

Ο Ερντογάν, δικτάτορας κι αυτός όπως εύστοχα τον αποκάλεσε ο πρωθυπουργός της Ιταλίας, Μάριο Ντράγκι, είναι μια πιο σύνθετη περίπτωση από τους δύο μετασοβιετικούς δικτάτορες. Καταρχήν, το τουρκικό πολιτικό σύστημα έχει στοιχεία δημοκρατικού ανταγωνισμού. Υπάρχουν οργανωμένα κόμματα που διεκδικούν την εξουσία παρά τον αυταρχισμό της εξουσίας, ο οποίος εκδηλώνεται διαχρονικά και δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο του Ερντογάν.

Επίσης, το πολιτικό σύστημα, με τη μορφή που του έχει δώσει ο Ερντογάν, μπορεί να είναι αποκρουστικό για τους ευρωπαϊκούς λαούς, ασκεί όμως κάποια επιρροή στους πληθυσμούς μουσουλμανικών, αραβικών χωρών. Είναι σίγουρα λιγότερο αυταρχικό από τα δικά τους συστήματα και, όπως έδειξε η Αραβική Άνοιξη, η Τουρκία θα μπορούσε –υπό προϋποθέσεις– να προβληθεί σαν πρότυπο σχετικής δημοκρατικής εξέλιξης. Ο ίδιος ο Ερντογάν αυτοπροβάλλεται σαν πολιτικός ηγέτης του σουνιτικού Ισλάμ, ενώ δεν περνάει από το μυαλό του Πούτιν ή του Λουκασένκο ότι μπορούν να προβάλλουν το δικό τους μοντέλο εξουσίας σαν διεθνές πρότυπο.

 Ο συμβολισμός της αδυναμίας

Ο Πούτιν κινείται με γεωπολιτικά κριτήρια στην Ουκρανία, την οποία αποσταθεροποίησε το 2014 μετά τη φιλοευρωπαϊκή της στροφή. Συνέβαλε στην επικράτηση ρωσόφωνων αυτονομιστών στην ανατολική Ουκρανία, προχώρησε στην προσάρτηση της Κριμαίας –αγνοώντας τις αντιδράσεις της Ε.Ε. και των ΗΠΑ– και εξακολουθεί να ασκεί τεράστια επιρροή στις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις της χώρας.

Ο Ρώσος ηγέτης παίζει ένα ευρύτερο γεωπολιτικό παιχνίδι με τον Ερντογάν μέσα από μια σχέση η οποία χαρακτηρίστηκε από τη γαλλική «Le Monde» ως «κτηνώδης συνεννόηση». Από τον νότιο Καύκασο και τη Συρία, μέχρι τη Λιβύη και τη Μαύρη Θάλασσα, οι δύο ισχυροί άνδρες υποστηρίζουν αντίπαλες πλευρές σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες, αλλά βρίσκουν πάντα τον τρόπο να συνεννοηθούν. Είναι αντίπαλοι, με την έννοια ότι προσπαθούν να αναβιώσουν το παρελθόν της ρωσικής και της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ταυτόχρονα, όμως, είναι συνεργάτες γιατί καλύπτουν τα εντυπωσιακά γεωπολιτικά κενά που αφήνει η «γεωπολιτική» της Ε.Ε. και των ΗΠΑ, που περιορίζουν την παρουσία τους σε στρατηγικά ευαίσθητες περιοχές.

Επομένως, αντί να έχουμε μία «γεωπολιτική» Επιτροπή που να περνάει το μήνυμα της διεθνοπολιτικής ισχύος της Ε.Ε., έχουμε ένα άθροισμα Ευρωπαίων παραγόντων, οι οποίοι στην αντίληψη του Πούτιν και του Ερντογάν δεν μπορούν να σταθούν εμπόδιο στις γεωπολιτικές τους φιλοδοξίες.

Ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αρμόδιος για τις Εξωτερικές Σχέσεις, Μπορέλ, ταπεινώθηκε επιδεικτικά από τους Ρώσους όταν κατά τη διάρκεια επίσημης επίσκεψής του στη Μόσχα –τον Φεβρουάριο του 2021– οι ρωσικές Αρχές απέλασαν τρεις Ευρωπαίους διπλωμάτες, έναν Γερμανό, έναν Πολωνό κι έναν Σουηδό, με το πρόσχημα ότι πήραν μέρος σε συγκέντρωση υποστήριξης του αντικαθεστωτικού ακτιβιστή Ναβάλνι.

Ο διπλωματικός διασυρμός της Ε.Ε. ολοκληρώθηκε τον Απρίλιο του 2021 στην Άγκυρα, όταν ο Ερντογάν υποδέχθηκε στο Προεδρικό Μέγαρο τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου –Μισέλ– και την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής –Φον ντερ Λάιεν– με έναν απαξιωτικό για την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τρόπο, ο οποίος ανέδειξε και τις εσωτερικές αντιπαλότητες που έχουν αναπτυχθεί στους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Το τελικό αποτέλεσμα ήταν το λεγόμενο Sofagate, με τον Ερντογάν και τον Μισέλ να κάθονται σε προεδρικές πολυθρόνες και τη Φον ντερ Λάιεν να υποχρεώνεται να καθίσει σε έναν καναπέ, στο περιθώριο της εικόνας των δύο ηγετών.

Ο συμβολισμός έχει πάντα τη σημασία του και αναδεικνύει τη γεωπολιτική αδυναμία –ορισμένες φορές στα όρια της ανυπαρξίας– της Ε.Ε.

Παιχνίδι επιρροής στην Ουκρανία

Της κρατικής αεροπειρατείας του αεροσκάφους της Ryanair, που εκτελούσε την πτήση Αθήνα-Βίλνιους, από το καθεστώς Λουκασένκο με στόχο τη σύλληψη του αντικαθεστωτικού δημοσιογράφου του διαδικτύου Προτάσεβιτς, είχε προηγηθεί μία περίοδος έντασης στα σύνορα Ρωσίας - Ουκρανίας.

Ο πρόεδρος της Ουκρανίας –Ζελένσκι– επιχείρησε μία σκλήρυνση της πολιτικής του Κιέβου έναντι της Μόσχας, απογοητευμένος από τη μεταχείρισή του από τον Πούτιν, παρά τα θετικά μηνύματα που έστειλε στον Ρώσο πρόεδρο.

Σαν απάντηση –και για να περάσει το μήνυμα στην Ε.Ε. και στον πρόεδρο Μπάιντεν– το Κρεμλίνο έστειλε στρατεύματα στα σύνορα των δύο χωρών. Πάνω από 100.000 στρατιωτικοί έλαβαν μέρος σε ασκήσεις ετοιμότητας και, κατά την άποψη των Ουκρανών, δεν αποσύρθηκαν από τα σύνορα, απλά αναδιπλώθηκαν σε κάποια απόσταση.

Ο Πούτιν δεν επηρεάζεται από τις οικονομικές κυρώσεις που επέβαλε η Ε.Ε. στη Ρωσία μετά την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014 και εξακολουθεί να ασκεί μεγάλη επιρροή στις εξελίξεις στην Ουκρανία. Η χώρα δεν μπορεί να απαλλαγεί από το μοντέλο των μετασοβιετικών ολιγαρχών, το οποίο ξέρει να διαχειρίζεται καλά το καθεστώς Πούτιν.

Ένας από τους ισχυρότερους ολιγάρχες είναι ο Μεντβέντσουκ, επικεφαλής της φιλορωσικής Πλατφόρμας Αντιπολίτευσης –του δεύτερου σημαντικότερου κόμματος της Ουκρανίας–, που κατέγραψε στις εκλογές του Ιουλίου του 2019 ποσοστό 13% και εξασφάλισε 43 έδρες.

Θριαμβευτής των εκλογών ήταν το κόμμα του προέδρου Ζελένσκι –«Υπηρέτης του Λαού»– με ποσοστό 43,1% και 254 έδρες. Αντίθετα, το κόμμα «Ευρωπαϊκή Αλληλεγγύη» –του πρώην προέδρου Ποροσένκο– περιορίστηκε στο 8,1% και σε 25 έδρες, χάνοντας 107 έδρες. Η ουκρανική Βουλή έχει 450 έδρες, εκ των οποίων οι 26 μένουν κενές εξαιτίας της κατάστασης που υπάρχει στις ανατολικές περιοχές της χώρας, όπου έχουν επικρατήσει οι ρωσόφωνοι αυτονομιστές.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο πρώην πρόεδρος Ποροσένκο –που προσπάθησε να εκφράσει την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας– είναι κι αυτός ολιγάρχης, ο οποίος είχε παίξει κατά το παρελθόν το παιχνίδι της Ρωσίας σε κυβερνητικό επίπεδο. Σε μία εντυπωσιακή συνέντευξή του στη γαλλική Le Figaro (29-30 Μαΐου 2021) συνόψισε την άποψή του για τον ρόλο του προέδρου Ζελένσκι ως εξής: «Γεγονός είναι ότι η Δικαιοσύνη δεν είναι ανεξάρτητη υπό τον κ. Ζελένσκι. Τίποτα δεν συνέβη (σε ό,τι αφορά την κάθαρση) στη διάρκεια των δύο ετών του Ζελένσκι, γιατί είναι προϊόν των ολιγαρχών. Δούλευε στο κανάλι της τηλεόρασης του πιο ισχυρού ολιγάρχη της χώρας, Κολομοΐσκι, εναντίον του οποίου οι ΗΠΑ επέβαλαν πρόσφατα κυρώσεις. Δέχθηκε εκατομμύρια δολάρια από αυτόν κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του για το προεδρικό αξίωμα. Ο κ. Ζελένσκι διατάσσει έρευνες, με πολιτικά κίνητρα, σε βάρος φιλοδυτικών αντιπολιτευόμενων πολιτικών, όπως εγώ. Έχει χάσει την εμπιστοσύνη των διεθνών εταίρων μας. Η κατάσταση είναι επικίνδυνη. Ο Μεντβέντσουκ και το κόμμα του ακολουθούν φιλορωσική και αντιουκρανική πολιτική, κάτι το οποίο είναι απαράδεκτο. Αποτελεί de facto τον εκπρόσωπο του Πούτιν στην Ουκρανία, ο οποίος είναι ένας δολοφόνος που επιτίθεται στη χώρα μας. Ο Μεντβέντσουκ υποστήριξε τον Ζελένσκι κατά τη διάρκεια της εκστρατείας για τις προεδρικές εκλογές».

Υπό την πίεση του προέδρου Μπάιντεν αλλά και δυνάμεων της αντιπολίτευσης –όπως το κόμμα του Ποροσένκο–, ο πρόεδρος Ζελένσκι στράφηκε τελικά κατά του ολιγάρχη Μεντβέντσουκ, στον οποίο έχει επιβληθεί κατ’ οίκον περιορισμός, ενώ πρόκειται να δικαστεί για «προδοσία». Η κυβέρνηση της Ουκρανίας προχώρησε και στο κλείσιμο τριών τηλεοπτικών καναλιών που ήλεγχε ο Μεντβέντσουκ, με το σκεπτικό ότι προπαγάνδιζαν τις θέσεις της Ρωσίας στο θέμα της Κριμαίας και των ανατολικών περιοχών της χώρας, που έχουν αυτονομηθεί.

Το ολιγαρχικό πολιτικό σταυρόλεξο της Ουκρανίας γίνεται ακόμη πιο σύνθετο εξαιτίας του γεγονότος ότι ο Πούτιν έχει βαφτίσει την κόρη του ρωσόφιλου ολιγάρχη, ο οποίος διώκεται.

Η αναφορά στους πρωταγωνιστές της πολιτικής ζωής της Ουκρανίας αναδεικνύει πόσους τρόπους επηρεασμού της κατάστασης έχει, ή μπορεί να αποκτήσει ο Πούτιν, και πόσο ακατάλληλη είναι η Ε.Ε. να λειτουργήσει αποτελεσματικά σε ένα τόσο σύνθετο και σε περιπτώσεις επικίνδυνο περιβάλλον.

Οι κυρώσεις στον Λουκασένκο

Η κρατική αεροπειρατεία που οργάνωσε ο Λουκασένκο ήρθε να διευρύνει το σκηνικό έντασης που παρατηρείται στην Ουκρανία.

Η Ε.Ε. αντέδρασε στην ουσιαστική απαγωγή του 26χρονου αντικαθεστωτικού δημοσιογράφου του διαδικτύου που επέβαινε στην πτήση της Ryanair και της 23ρονης Ρωσίδας φίλης του, με κλιμακούμενες κυρώσεις.

Ευρωπαϊκές κυρώσεις σε παράγοντες του καθεστώτος Λουκασένκο επέβαλε η Ε.Ε. μετά τις εκλογές βίας και νοθείας του περασμένου Αυγούστου.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Λουκασένκο φυλάκισε αυτόν που θεωρούσε βασικό του αντίπαλο, με αποτέλεσμα να κατέβει στις προεδρικές εκλογές η σύζυγος του φυλακισθέντος αντιπάλου του. Το ποσοστό της περιορίστηκε στο 9%, αλλά μετατράπηκε σε σύμβολο της αντιπολίτευσης και της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας, εξαιτίας της βίας και νοθείας που εξασφάλισε τη «θριαμβευτική» επανεκλογή του Λουκασένκο ύστερα από 26 χρόνια πολιτικής κυριαρχίας του.

Εκατοντάδες χιλιάδες κατέβηκαν στους δρόμους και το καθεστώς αντιμετώπισε τις λαϊκές κινητοποιήσεις με τον παραδοσιακό σοβιετικό τρόπο. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι μυστικές υπηρεσίες στη Λευκορωσία εξακολουθούν να έχουν το όνομα της σοβιετικής KGB, ενώ ο Ρώσος πρόεδρος –πρώην στέλεχος ο ίδιος της KGB– λειτουργεί με την ίδια μεθοδολογία, αλλά με διαφορετική επωνυμία σε ό,τι αφορά τις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες.

Οι «27» συμφώνησαν γρήγορα στην επιβολή πρόσθετων κυρώσεων σε βάρος του καθεστώτος Λουκασένκο. Τα αεροσκάφη της κρατικής αεροπορικής εταιρείας της Λευκορωσίας δεν θα γίνονται δεκτά σε ευρωπαϊκά αεροδρόμια, ενώ συνίσταται στις ευρωπαϊκές αεροπορικές εταιρείες να αποφεύγουν τον εναέριο χώρο της Λευκορωσίας. Οι αεροπορικές συγκοινωνίες, μεταφορές αναλογούν σε πάνω από το 2% του ΑΕΠ της Λευκορωσίας και το πλήγμα, εκτός από συμβολικό, είναι και ουσιαστικό.

Δρομολογούνται επίσης κλαδικές κυρώσεις οι οποίες, αν αποφασιστούν, θα δημιουργήσουν μεγάλο πρόβλημα στην οικονομία της Λευκορωσίας. Με βάση τα στοιχεία του ΔΝΤ, η οικονομία της είναι εξωστρεφής και οι εξαγωγές αγαθών αναλογούν στο 50% του ΑΕΠ. Οι τρεις πιο σημαντικοί κλάδοι, καύσιμα και ορυκτά, λιπάσματα και μέταλλα είναι προσανατολισμένοι κυρίως στις αγορές της Ε.Ε., του Ηνωμένου Βασιλείου, της Ουκρανίας και των ΗΠΑ. Επίσης, οι κυρώσεις θα μπορούσαν να προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα στο διεθνές εμπόριο που διεξάγεται μέσω Ουκρανίας, εφόσον, σύμφωνα με ορισμένους υπολογισμούς, το 90% των προϊόντων που εξάγονται από την Κίνα στην Ευρώπη σιδηροδρομικώς περνάνε από το σιδηροδρομικό δίκτυο της Λευκορωσίας.

Η στρατηγική της Ε.Ε. στηρίζεται κυρίως σε στοχευμένες κυρώσεις σε βάρος οργανισμών και παραγόντων αντιδημοκρατικών ή επιθετικών καθεστώτων. Σε γενικές γραμμές ο κανόνας, ο οποίος όμως επιδέχεται εξαιρέσεις, είναι να αποφεύγονται κυρώσεις σε βάρος ολόκληρων κλάδων της οικονομίας για να μην πληρώνουν τον λογαριασμό οι πολίτες.

Με τη μέθοδο που εφαρμόζονται οι κυρώσεις, είναι ενοχλητικές για τα καθεστώτα και τους παράγοντες τους, σίγουρα όμως δεν δημιουργούν μεγάλη πίεση. Υπάρχει ένα ευρύτερο θέμα για το εάν τελικά οι κυρώσεις οδηγούν στη σωστή κατεύθυνση. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η στρατηγική των Ευρωπαίων και κυρίως των Γερμανών έναντι του ανατολικού μπλοκ συνοψιζόταν στη φράση «αλλαγή μέσω των επαφών». Είχε επικρατήσει τότε η άποψη ότι όσο περισσότερο αναπτύσσονταν οι οικονομικές συναλλαγές με τα κράτη του ανατολικού συνασπισμού, τόσο μεγάλωναν οι πιθανότητες για σταδιακό περιορισμό των αυταρχικών χαρακτηριστικών των σοβιετικού τύπου καθεστώτων.

Ο Πούτιν, ο Λουκασένκο και φυσικά ο Ερντογάν γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι Ευρωπαίοι δεν είναι ενωμένοι στο ζήτημα των μεγάλης κλίμακας κυρώσεων και πως οι Γερμανοί, οι οποίοι έχουν πρωταγωνιστικό οικονομικό ρόλο στην Ε.Ε., δείχνουν σταθερή προτίμηση σε συμβολικές κυρώσεις που δεν στέκονται εμπόδιο στην ενίσχυση της εξωστρέφειας και της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της οικονομίας τους. Έτσι, έχουμε το παράδοξο να έχει δεσμευτεί η Ε.Ε. σε οικονομικές κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας, αμέσως μετά την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014, και το γερμανικό πολιτικό σύστημα να επενδύει στην ανάπτυξη της ενεργειακής συμμαχίας με τη Ρωσία μέσω του αγωγού φυσικού αερίου NORDSTREAM-2. Η καγκελάριος Μέρκελ υποστήριξε με συνέπεια την κατασκευή του αγωγού, ενώ ο σοσιαλδημοκράτης πρώην καγκελάριος Σρέντερ πέρασε από την πολιτική στα διοικητικά συμβούλια των ενεργειακών κολοσσών της Ρωσίας.

Η προώθηση του NORDSTREAM-2 από τους Γερμανούς χριστιανοδημοκράτες και σοσιαλδημοκράτες καθησυχάζει τους δικτάτορες και υπονομεύει τη διαπραγματευτική θέση της Ουκρανίας έναντι της Ρωσίας. Περιορίζει τη σημασία του δικού της δικτύου φυσικού αερίου, από το οποίο μέχρι τώρα περνάει ο κύριος όγκος του ρωσικού φυσικού αερίου που κατευθύνεται στην Ε.Ε. Δημιουργεί ανασφάλεια στην Πολωνία και στις δημοκρατίες της Βαλτικής που έχουν πληρώσει ακριβά τη ρωσική και σοβιετική ηγεμονία.

Και ο Ερντογάν από την πλευρά του γνωρίζει ότι μπορεί να κινηθεί ελεύθερα, δυναμικά και, σε περιπτώσεις, επιθετικά χωρίς να κινδυνεύει από σαρωτικές οικονομικές κυρώσεις από την πλευρά της Ε.Ε.

Δύσκολη η συνεννόηση Πούτιν - Λουκασένκο

Η Le Monde χαρακτήρισε τη σχέση Πούτιν - Ερντογάν «κτηνώδη συνεννόηση». Η συνεργασία Λουκασένκο - Πούτιν δεν είναι τόσο άγρια, αλλά δεν είναι και εύκολη.

Ο Λουκασένκο θεωρεί τον εαυτό του απόλυτο κυρίαρχο της Λευκορωσίας και δεν θέλει ενίσχυση της ρωσικής επιρροής. Από την πλευρά του, ο Πούτιν θα ήθελε να προχωρήσει η συμφωνία του 1999 που προβλέπει ουσιαστική ενοποίηση της οικονομίας των δύο χωρών, χωρίς όμως να πληρώσει έναν τεράστιο οικονομικό λογαριασμό για να στηρίξει το καθεστώς Λουκασένκο.

Ο τελευταίος, πριν σκληρύνει τη θέση του μετά τις εκλογές βίας και νοθείας του Αυγούστου 2020, είχε επιχειρήσει κατά διαστήματα να περιορίσει την επιρροή της Ρωσίας ή να εκμαιεύσει ανταλλάγματα από τον Πούτιν, παίζοντας το σενάριο της μελλοντικής προσέγγισης της Λευκορωσίας με την Ε.Ε.

Από τη στιγμή όμως που ο δικτάτορας της Λευκορωσίας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι μεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις που ακολούθησαν τη «θριαμβευτική» επανεκλογή του μπορούσαν να απειλήσουν την κυριαρχία, τη δική του και του γιου του, τον οποίο φαίνεται να προετοιμάζει για διάδοχο, απευθύνθηκε στη Μόσχα.

Παρουσίασε τη δική του λαϊκή αμφισβήτηση σαν μεθόδευση της δημοκρατικής Ευρώπης, η οποία στη συνέχεια θα επαναλαμβανόταν σε μεγαλύτερη κλίμακα σε βάρος του καθεστώτος Πούτιν, και άρχισε να προβοκάρει καταστάσεις εκτιμώντας ότι η Μόσχα ήταν υποχρεωμένη να τον στηρίξει.

Προς το παρόν, οι εξελίξεις φαίνεται να δικαιώνουν την επιλογή του. Ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας Λαβρόφ προσπάθησε να καλύψει την κρατική αεροπειρατεία σε βάρος του αεροσκάφους της Ryanair αναφερόμενος σε ανάλογη πρωτοβουλία που είχαν πάρει οι Ευρωπαίοι το 2013, σε βάρος του αεροσκάφους που μετέφερε τον τότε πρόεδρο της Βολιβίας Μοράλες. Το υποχρέωσαν σε αλλαγή πορείας και προσγείωση σε ευρωπαϊκό αεροδρόμιο για έλεγχο.

Τις θέσεις του Λαβρόφ επανέλαβε ο Πούτιν στη συνάντηση που είχε με τον Λουκασένκο στο Σότσι, την τρίτη μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2021, όπου οι δύο ηγέτες εμφανίστηκαν έτοιμοι να αναπτύξουν τη συνεργασία μεταξύ των χωρών τους. Οι Ρώσοι δείχνουν ανοχή ακόμη και στο γεγονός ότι, μαζί με τον Προτάσεβιτς, συνελήφθη και η Ρωσίδα φίλη του. Δεν απαίτησαν την απελευθέρωση της, απλώς ανέφεραν ότι η Ρωσία θα φροντίσει για τη νομική εκπροσώπησή της. Προφανώς, στην αντίληψη της Μόσχας, οι αντικαθεστωτικοί της Λευκορωσίας έχουν τις ίδιες μεθόδους και την ίδια νοοτροπία με τους αντικαθεστωτικούς της Ρωσίας και μπορεί να συνδέονται σε περιπτώσεις με αυτούς.

Η εκτίμηση των δυτικών αναλυτών είναι ότι ο Πούτιν δεν είχε άμεση εμπλοκή στην κρατική αεροπειρατεία που οργάνωσε και εκτέλεσε το καθεστώς Λουκασένκο και πως ο τελευταίος σωστά εκτίμησε ότι ο Ρώσος Πρόεδρος ήταν υποχρεωμένος να τον υποστηρίξει και να τον καλύψει στο μέτρο του δυνατού, παρά τις όποιες διεθνοπολιτικές αντιδράσεις.

Η μεθοδολογία των δικτατόρων

Ο Λουκασένκο προσέβαλε την Ε.Ε., γιατί έδειξε ότι οι πτήσεις μεταξύ ευρωπαϊκών πρωτευουσών δεν είναι ασφαλείς και πως οι Ευρωπαίοι πολίτες μπορεί να απειληθούν από μυστικές υπηρεσίες τρίτων χωρών που αναπτύσσουν δραστηριότητα στα κράτη-μέλη της Ε.Ε.

Η Τουρκία και η Ρωσία έχουν ένα πλούσιο παρελθόν επιβολής του δικού τους «νόμου» σε τρίτες χώρες, μέσω της δράσης των μυστικών υπηρεσιών τους.

Για παράδειγμα, ο Ερντογάν προκάλεσε το 2018 κυβερνητική κρίση στο Κόσοβο και παραίτηση του υπουργού Εσωτερικών, όταν οι τουρκικές μυστικές υπηρεσίες «επαναπάτρισαν» με το ζόρι έξι Τούρκους υποστηρικτές του Γκιουλέν.

Το ίδιο επαναλήφθηκε κατά τη διάρκεια της λευκορωσικής κρίσης, εφόσον οι τουρκικές μυστικές υπηρεσίες «επαναπάτρισαν» ανιψιό του Γκιουλέν, ο οποίος ζούσε και εργαζόταν επί χρόνια στην Κένυα. Από την Κένυα βρέθηκε στην Τουρκία και αντιμετωπίζει την κατηγορία της τρομοκρατίας, εφόσον ο Ερντογάν θεωρεί ότι ο πρώην σύμμαχος του Γκιουλέν, πνευματικός ηγέτης εκατομμυρίων Τούρκων και αυτοεξόριστος δισεκατομμυριούχος στις ΗΠΑ, ηγείται τρομοκρατικής οργάνωσης που είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στο στρατιωτικό πραξικόπημα του 2016.

Οι μυστικές υπηρεσίες της Τουρκίας βαρύνονται και με δολοφονίες «τρομοκρατών» σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τη δολοφονία τριών γυναικών, ανώτατων στελεχών του απαγορευμένου στην Τουρκία PKK, το 2013 στο Παρίσι. Ο δολοφόνος συνελήφθη και αντιμετωπίστηκε από τις γαλλικές Αρχές σαν πράκτορας της τουρκικής MIT που είχε διεισδύσει στους κύκλους των Κούρδων του Παρισιού, με εντολή να εξοντώσει τα στελέχη που ήταν υπεύθυνα για τις διεθνείς επαφές του PKK. Οι Τούρκοι είχαν επιλέξει για αυτή την αποστολή έναν άνθρωπο ο οποίος είχε καρκίνο σε τελικό στάδιο και ο οποίος συνελήφθη, αλλά πέθανε στα τέλη του Δεκεμβρίου του 2016 στις γαλλικές φυλακές.

Ο Πούτιν δεν διστάζει μπροστά σε τίποτα, προκειμένου να εξοντώσει ανθρώπους που θεωρεί επικίνδυνους για τα συμφέροντα του συστήματος εξουσίας της Ρωσίας.

Το 2018, δύο πράκτορες των στρατιωτικών υπηρεσιών πληροφοριών της Ρωσίας (GRU) εξόντωσαν με τη δηλητηριώδη χημική ουσία Νόβιτσοκ τον Σεργκέι Σκριπάλ, πρώην διπλό πράκτορα των ρωσικών υπηρεσιών, ο οποίος είχε εγκατασταθεί στο Ηνωμένο Βασίλειο. Οι δύο πράκτορες αναγνωρίστηκαν αλλά είχαν το θράσος να δώσουν συνέντευξη στη ρωσική τηλεόραση, όπου εμφανίστηκαν σαν απλοί τουρίστες οι οποίοι έτυχε να περάσουν από το Σόσμπερι, πόλη του Ηνωμένου Βασιλείου στην οποία δηλητηριάστηκε ο Σκριπάλ.

Η προκλητική εμφάνιση τους στη ρωσική τηλεόραση δημιούργησε ένα ντόμινο εξελίξεων που ανέδειξε τον τρόπο λειτουργίας του καθεστώτος Πούτιν σε ευρωπαϊκές χώρες. Οι ανακριτές που είχαν αναλάβει την υπόθεση των μεγάλων εκρήξεων τον Οκτώβριο του 2014, σε αποθήκες πυρομαχικών του τσεχικού στρατού, μπόρεσαν να ταυτοποιήσουν ότι δύο δήθεν ενδιαφερόμενοι για την αγορά στοκ πυρομαχικών –ο ένας εμφανίστηκε σαν πολίτης της Μολδαβίας και ο άλλος του Τατζικιστάν– ήταν τελικά οι δύο Ρώσοι πράκτορες που κατηγορήθηκαν στη συνέχεια ότι εξόντωσαν τον Σκριπάλ στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Οι Αρχές της Τσεχίας είχαν επιτρέψει την πώληση του πλεονάζοντος πολεμικού υλικού σε εταιρεία της Βουλγαρίας, η οποία έκανε αγορές πυρομαχικών για λογαριασμό της κυβέρνησης της Ουκρανίας. Στόχος των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών ήταν να διακοπεί, με κάθε τρόπο, η προμήθεια πυρομαχικών στην κυβέρνηση της Ουκρανίας η οποία προσπαθούσε εκείνη την περίοδο να απαντήσει στις επιθετικές κινήσεις των ρωσόφωνων αυτονομιστών που είχαν θέσει στον έλεγχό τους, με τη βοήθεια ρωσικών όπλων και ειδικών δυνάμεων, περιοχές της Ανατολικής Ουκρανίας.

Η ταυτοποίηση των δύο Ρώσων πρακτόρων προκάλεσε κρίση στις σχέσεις Πράγας - Μόσχας, με την Τσεχία να απελαύνει 18 Ρώσους διπλωμάτες και τη Ρωσία να απαντά με την απέλαση 20 Τσέχων διπλωματών και την ένταξη της Τσεχίας στη λίστα των «μη φιλικών χωρών» προς τη Ρωσία.

Και οι Γερμανοί έχουν ανοιχτούς λογαριασμούς με το καθεστώς Πούτιν για τη δολοφονία, στο Βερολίνο, Τσετσένων αυτονομιστών από πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών της Ρωσίας.

Επομένως, Πούτιν και Ερντογάν δεν προκαλούν την Ευρωπαϊκή Ένωση μόνο με τον αυταρχισμό τους στο εσωτερικό και τον επεκτατισμό τους στο εξωτερικό, αλλά και με τη χρήση των πιο ακραίων μεθόδων, ακόμη και σε κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στην Ουκρανία, στη Λευκορωσία και στις σχέσεις με το καθεστώς Πούτιν και το καθεστώς Ερντογάν αναδεικνύεται η γεωπολιτική αδυναμία, η οποία κατά διαστήματα αγγίζει τη γεωπολιτική ανυπαρξία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η «γεωπολιτική Επιτροπή», που υποσχέθηκε η Φον ντερ Λάιεν όταν ανέλαβε την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για μία πενταετία, ακούγεται ωραία σαν ευρωπαϊκό όραμα, δυστυχώς όμως δεν έχει σχέση με τη σκληρή διεθνοπολιτική πραγματικότητα.