Οι μεταλλάξεις επιβάλλουν αλλαγή στρατηγικής - Free Sunday
Οι μεταλλάξεις επιβάλλουν αλλαγή στρατηγικής
Η Ελλάδα πρέπει να φύγει μπροστά στα ζητήματα της οικονομίας

Οι μεταλλάξεις επιβάλλουν αλλαγή στρατηγικής

Οι μεταλλάξεις του COVID-19 αλλάζουν για μία ακόμη φορά τους οικονομικούς υπολογισμούς στα κράτη-μέλη της Ε.Ε.

Όταν ξεκίνησε η δοκιμασία της πανδημίας τον Μάρτιο του 2020, η εκτίμηση των περισσότερων ευρωπαϊκών κυβερνήσεων ήταν ότι θα είχαμε μια γρήγορη ανάκαμψη της οικονομίας σε σχήμα V και πως το καλοκαίρι του 2020 θα είχαμε αφήσει τα πιο δύσκολα πίσω μας.

Βρισκόμαστε στο καλοκαίρι του 2021 και η πανδημία εξακολουθεί να κυριαρχεί στους οικονομικούς υπολογισμούς και στον σχεδιασμό. Όλοι λειτουργούν σε συνθήκες μεγάλης αβεβαιότητας και έχει αρχίσει να μεγαλώνει το χάσμα μεταξύ όσων έχουν δυναμικές εξωστρεφείς οικονομίες με μεγάλες δημοσιονομικές δυνατότητες και εκείνων –όπως η Ελλάδα– που είναι φορτωμένοι διαρθρωτικά προβλήματα, αδυναμίες, ελλείμματα και χρέη.

Πήγαμε καλά, είμαστε ευάλωτοι

Περίπου 18 μήνες μετά την έναρξη της πανδημίας, το γενικό συμπέρασμα είναι ότι η Ελλάδα πήγε καλά στην αντιμετώπισή της, αλλά με το πέρασμα του χρόνου έγινε πιο ευάλωτη στον ιό και τις μεταλλάξεις του.

Αν δούμε τους θανάτους ανά εκατομμύριο κατοίκους σε όλη τη διάρκεια της πανδημίας, η Ελλάδα έχει από τις καλύτερες ευρωπαϊκές επιδόσεις, γεγονός που εξηγεί –σε μεγάλο βαθμό– τη δημοτικότητα του πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη και της κυβέρνησης της ΝΔ.

Τη χειρότερη επίδοση σε ό,τι αφορά τους θανάτους ανά εκατομμύριο κατοίκους στην Ε.Ε., σε όλη τη διάρκεια της πανδημίας, έχει η Ουγγαρία με 3.071. Ακολουθούν η Τσεχία με 2.842, η Βουλγαρία με 2.602, η Σλοβακία με 2.295, το Βέλγιο με 2.194 και τη χειρότερη εξάδα της Ε.Ε. συμπληρώνει η Ιταλία με 2.119.

Η Ισπανία καταγράφει, σε όλη τη διάρκεια της πανδημίας , 1.721 θανάτους ανά εκατομμύριο κατοίκους, η Πορτογαλία 1.672 και η Γαλλία 1.630.

Η Ελλάδα είναι σε μία καλύτερη κατηγορία, με 1.192 θανάτους ανά εκατομμύριο κατοίκους. Λίγο χειρότερη από εμάς είναι η Αυστρία με 1.208 και λίγο καλύτερη η Γερμανία με 1.098.

Οι απώλειες μεγαλώνουν με το πέρασμα του χρόνου, αλλά η ευρωπαϊκή κατάταξη δεν προβλέπεται να αλλάξει κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, όπου παρατηρείται περιορισμός των θανάτων λόγω εμβολιασμού και θερμοκρασίας.

Παρά το γεγονός ότι πηγαίνουμε καλά στο σύνολο της περιόδου της πανδημίας, το τελευταίο οκτάμηνο έχουμε γίνει πιο ευάλωτοι. Η κοινωνική κόπωση με τα περιοριστικά μέτρα έφερε αυτό που αποκάλεσα πρόωρη χαλάρωση, με αποτέλεσμα να μειωθεί η απόσταση των πολύ καλών επιδόσεων με τις επιδόσεις των περισσότερων χωρών της Ε.Ε.

Το τελευταίο διάστημα η μετάλλαξη Δέλτα έχει αρχίσει να επηρεάζει αρνητικά την επιδημιολογική μας εικόνα. Η Ελλάδα βρίσκεται πολύ ψηλά στη στατιστική των θανάτων ανά εκατομμύριο κατοίκους στη διάρκεια του τελευταίου επταήμερου. Έχει τη δεύτερη χειρότερη επίδοση με 4,01, με την Πορτογαλία να είναι πρώτη με 4,58. Αξίζει να σημειωθεί ότι πριν εμφανιστεί η μετάλλαξη Δέλτα, η Πορτογαλία είχε εντυπωσιακό υγειονομικό πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστικών τουριστικών προορισμών.

Ο αριθμός των θανάτων είναι χαμηλός για όλες τις χώρες της Ε.Ε. αυτή την περίοδο, αλλά κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με ακρίβεια τη συνέχεια, γιατί παρατηρείται μεγάλη αύξηση στον αριθμό των νέων κρουσμάτων. Το χειρότερο πρόβλημα –ανάλογα με τον πληθυσμό τους– έχουν η Ισπανία με 17.088 νέα κρούσματα την τελευταία εβδομάδα, η Πορτογαλία με 17.173 νέα κρούσματα και η Ελλάδα με 13.823 νέα κρούσματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Γερμανία –με οκταπλάσιο πληθυσμό από την Ελλάδα– κατέγραψε την τελευταία εβδομάδα 4.745 νέα κρούσματα.

Ένα πρώτο συμπέρασμα είναι ότι οι χώρες με αναπτυγμένο διεθνή τουρισμό μπορεί να είναι πιο ευάλωτες στη μετάλλαξη Δέλτα. Αυτό πάντως δεν ισχύει –προς το παρόν– για την Ιταλία, όπου την τελευταία εβδομάδα καταγράφηκαν 7.979 νέα κρούσματα.

Πλήγμα για τον τουρισμό

Οι περισσότεροι ειδικοί προβλέπουν εκρηκτική αύξηση των νέων κρουσμάτων στην Ελλάδα μέσα στον Αύγουστο. Παρά τη διαφαινόμενη αύξηση των κρουσμάτων, κανείς δεν ξέρει πώς ακριβώς θα εξελιχθούν τα πράγματα.

Το πρώτο κρίσιμο ερώτημα έχει να κάνει με το αν η αύξηση των κρουσμάτων θα οδηγήσει σε αύξηση στις εισαγωγές στα νοσοκομεία, στις ΜΕΘ και στον αριθμό των θανάτων. Μπορεί να μην έχει δημιουργηθεί το λεγόμενο τείχος ανοσίας, είναι βέβαιο όμως ότι το ολοένα αυξανόμενο ποσοστό των εμβολιασμένων περιορίζει τις συνέπειες.

Το δεύτερο κρίσιμο ερώτημα είναι πέρα από ποιο σημείο θα αποφασίσουν τα κράτη που αποτελούν τις μεγάλες τουριστικές αγορές για τη χώρα μας να πάρουν νέα περιοριστικά μέτρα για να μειωθεί ο κίνδυνος για τη δημόσια υγεία.

Ακόμη κι αν δεν μετατραπεί η αύξηση των νέων κρουσμάτων σε περισσότερες εισαγωγές σε ΜΕΘ και περισσότερους θανάτους, είναι λογικό να περιμένουμε να αντιδράσουν για να στείλουν το μήνυμα στην κοινή γνώμη των χωρών τους ότι προστατεύουν αποτελεσματικά τη δημόσια υγεία. Μπορεί να το κάνουν και σε μια προσπάθεια να τονώσουν τον εσωτερικό τουρισμό και να ενισχύσουν την ανάκαμψη.

Η επιδείνωση του ευρωπαϊκού οικονομικού περιβάλλοντος λόγω της μετάλλαξης Δέλτα συμπίπτει χρονικά με τη δυναμική ανάκαμψη του ελληνικού τουρισμού. Την πρώτη εβδομάδα του Ιουλίου 2021 οι διεθνείς πτήσεις στο «Ελευθέριος Βενιζέλος» ήταν αυξημένες κατά 74% σε σχέση με την αντίστοιχη εβδομάδα του 2020 και μειωμένες κατά 30% σε σχέση με την αντίστοιχη εβδομάδα του 2019, το οποίο αποτέλεσε έτος τουριστικών ρεκόρ.

Κορυφαίοι επαγγελματίες του κλάδου προέβλεπαν ισχυρό τουριστικό Αύγουστο και Σεπτέμβριο και προετοίμαζαν την παράταση της τουριστικής περιόδου τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο. Τελικά έχουμε πιο γρήγορη και δυναμική τουριστική ανάκαμψη, η οποία όμως μπορεί να απειληθεί σε διάστημα λίγων εβδομάδων, αν συνεχιστεί η εντυπωσιακή αύξηση των νέων κρουσμάτων.

Με δυο λόγια, η οικονομική κρίση που συνδέεται με την πανδημία παίρνει παράταση και ίσως το βασικό σενάριο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), που προβλέπει ότι θα αφήσουμε οριστικά πίσω μας την πανδημία το 3ο τετράμηνο του 2022, αποδειχθεί υπερβολικά αισιόδοξο.

Τα ποσοστά εμβολιασμού σε χώρες με λιγότερα οικονομικά μέσα παραμένουν εξαιρετικά χαμηλά, για παράδειγμα στο σύνολο της Αφρικής υπολογίζεται μόλις στο 1%. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν μεγάλα περιθώρια για νέες μεταλλάξεις του COVID-19, που θα ξεκινήσουν από τις χώρες της περιφέρειας για να καταλήξουν στην Ε.Ε. Επειδή, μάλιστα, οι πληθυσμοί των χωρών της περιφέρειας είναι πιο νεανικοί και γι’ αυτό έχουν μεγαλύτερες αντοχές, οι μεταλλάξεις της πανδημίας μπορεί να βάλουν σε νέες περιπέτειες τη «γερασμένη» Ε.Ε. παρά τα υψηλά ποσοστά εμβολιασμού και τα αναπτυγμένα συστήματα Υγείας.

Μόνο με επίθεση

Η Ελλάδα, με μεγάλη οικονομική εξάρτηση από τον τουρισμό και τις υπηρεσίες, δείχνει καταδικασμένη να μείνει κι άλλο πίσω στον εσωτερικό οικονομικό ανταγωνισμό της Ε.Ε. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι τις τρεις μεγαλύτερες πτώσεις στο ΑΕΠ κατέγραψαν το 2020 η Ισπανία, η Ιταλία και η Ελλάδα.

Σε διάστημα εβδομάδων θα αρχίσει η ροή των σημαντικών κονδυλίων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης προς την Ελλάδα, η οποία θα διαρκέσει μέχρι τα τέλη του 2026, με τη μορφή δωρεάν χρηματοδότησης και χαμηλότοκων δανείων, που αναμένεται να ξεπεράσουν όλα μαζί τα 30 δισ. ευρώ.

Η πανδημία έριξε το ελληνικό ΑΕΠ κατά 8,2% το 2020 και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης είναι σχεδιασμένο με τέτοιο τρόπο ώστε να μας εξασφαλίσει πρόσθετη αύξηση του ΑΕΠ κατά περίπου 7% μέχρι τα τέλη του 2026.

Πρόκειται για εξαιρετικά σημαντική ευρωπαϊκή παρέμβαση, που ανοίγει νέους δρόμους σε ό,τι αφορά την έμπρακτη ευρωπαϊκή αλληλεγγύη και τη σταδιακή αμοιβαιοποίηση του χρέους.

Το επενδυτικό μας έλλειμμα όμως είναι τεράστιο, όπως και τα διαρθρωτικά μας προβλήματα. Το οικονομικό μας μέλλον δεν θα κριθεί τόσο από την επικουρική παρέμβαση της Ε.Ε., αλλά από τη δυνατότητά μας να αναπτύξουμε τη δική μας οικονομική δυναμική ξεπερνώντας τα διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας και τους δημοσιονομικούς περιορισμούς.

Κατά την άποψή μου, αν παίξουμε οικονομική άμυνα θα βγούμε αξιοπρεπώς χαμένοι στον εσωτερικό ανταγωνισμό της Ε.Ε. Πρέπει να περάσουμε στην οικονομική επίθεση δημιουργώντας νέες δυνατότητες και βελτιώνοντας την οικονομική μας δυναμική.

Οι βασικές προτάσεις

Από την άνοιξη του 2020 διατυπώνω σχετικές προτάσεις εκτιμώντας ότι τα σενάρια που προβάλλουν τα περισσότερα κυβερνητικά στελέχη και οι ειδικοί είναι υπερβολικά αισιόδοξα. Η παράταση της πανδημίας και η νέα δοκιμασία για την ελληνική οικονομία και ειδικά για τον τουρισμό και τις υπηρεσίες φαίνεται να δικαιώνουν τις αρχικές εκτιμήσεις μου και να ενισχύουν τη σημασία των προτάσεων που έχω διατυπώσει.

Δεν δίνω ιδιαίτερη σημασία στο γεγονός, γιατί είμαστε η χώρα των «δικαιωμένων», είναι φανερό όμως ότι η οικονομική μας στρατηγική πρέπει να προσαρμοστεί στην αντοχή και την ευελιξία του COVID-19 και να γίνει πιο επιθετική.

Πρώτον, το ελληνικό Δημόσιο πρέπει να εκδώσει «πράσινο» ομόλογο, ακολουθώντας το παράδειγμα της Ιταλίας και του Μάριο Ντράγκι, για να χρηματοδοτήσει καλύτερα και ταχύτερα την απολιγνιτοποίηση και γενικότερα την πράσινη μετάβαση.

Δεύτερον, η έκδοση «πράσινου» ομολόγου της τάξης των 5 δισ. ευρώ πρέπει να συνδυαστεί με πλήρη ηλεκτροκίνηση λεωφορείων και ταξί στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη και την προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων στον κλάδο των ηλεκτρικών αυτοκινήτων, λεωφορείων, μπαταριών.

Χωρίς μια νέου τύπου βιομηχανία, η ελληνική οικονομία δύσκολα θα αναπτυχθεί δυναμικά. Το ζητούμενο δεν είναι μόνο να τονωθεί η δραστηριότητα την περίοδο 2021-2026 με τη βοήθεια των ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων –Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης και ενισχυμένο ΕΣΠΑ– αλλά να επιτευχθεί παραγωγική αναδιάρθρωση και ο εκσυγχρονισμός της οικονομίας μας.

Τρίτον, η κυβέρνηση πρέπει να προσφύγει στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM) για να εξασφαλίσει –όπως έχει δικαίωμα– δάνεια με προνομιακό επιτόκιο ύψους 2% του ΑΕΠ, τα οποία θα χρηματοδοτήσουν αποκλειστικά την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας στην Υγεία και την Εκπαίδευση.

Δεν ξέρουμε πώς ακριβώς θα εξελιχθούν τα πράγματα, είναι βέβαιο όμως ότι οι ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις δεν καλύπτουν πλήρως τις ανάγκες μας στην Υγεία και την Εκπαίδευση.

Τέταρτον, η κυβέρνηση πρέπει να αλλάξει στάση και να υιοθετήσει την πρόταση Στουρνάρα για τη δημιουργία bad bank. Το κόστος για το Δημόσιο είναι τεράστιο, της τάξης των 8 ως 10 δισ. ευρώ. Οι οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες, όμως, από τη συνεχιζόμενη αδυναμία των τραπεζών να χρηματοδοτήσουν επαρκώς και με ανταγωνιστικά επιτόκια την πραγματική οικονομία είναι μεγαλύτερης κλίμακας.

Πέμπτον, η κυβέρνηση πρέπει να αρχίσει να βάζει τάξη στα δημόσια οικονομικά, ιδιαίτερα στο ασφαλιστικό-συνταξιοδοτικό. Το σχετικό έλλειμμα είναι σε επίπεδα-ρεκόρ σαν ποσοστό επί του ΑΕΠ, ενώ απ’ ότι φαίνεται θα δοθούν επιπλέον 2,5 δισ. ευρώ για αναδρομικά και αυξήσεις στις συντάξεις.

Όλα είναι θέμα προτεραιοτήτων και βασική προτεραιότητά μας πρέπει να είναι η οργάνωση και χρηματοδότηση της δυναμικής ανάκαμψης της οικονομίας για να μετατραπεί στη συνέχεια σε σταθερή ανάπτυξη.

Είναι βέβαιο ότι από τα τέλη του 2022 θα αυξηθούν οι ευρωπαϊκές πιέσεις για επιστροφή σε κάποιου είδους δημοσιονομική αυστηρότητα. Είναι καλύτερα να κινηθούμε μόνοι μας προς αυτή την κατεύθυνση με βάση τις ανάγκες της οικονομίας μας, παρά να περιμένουμε να εκδηλωθεί η ευρωπαϊκή παρέμβαση.

Με την πανδημία να αποδεικνύεται πιο δύσκολος αντίπαλος απ’ ό,τι είχε εκτιμηθεί, πρέπει να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για ταχύτερη και δυναμικότερη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Το μέλλον μας δεν θα κριθεί από το ύψος του δημόσιου χρέους, το οποίο κινείται ήδη σε επίπεδα-ρεκόρ 208% του ΑΕΠ, αλλά από τον ρυθμό ανάπτυξης που θα επιτύχουμε σε βάθος χρόνου.