Τα προβλήματα του Ερντογάν μεγαλώνουν το ρίσκο - Free Sunday
Τα προβλήματα του Ερντογάν μεγαλώνουν το ρίσκο
Η εναλλακτική πολιτική πρόταση είναι κι αυτή δυσάρεστη για την Ελλάδα

Τα προβλήματα του Ερντογάν μεγαλώνουν το ρίσκο

Όλα δείχνουν ότι η Τουρκία έχει μπει σε περίοδο σχετικής πολιτικής αστάθειας. Ο πρόεδρος Ερντογάν και η κυβέρνησή του δυσκολεύονται να διαχειριστούν την οικονομία. Έχοντας συμπληρώσει 19 χρόνια στην εξουσία –ξεπέρασε ήδη κατά τρία χρόνια το ρεκόρ της Μέρκελ– ο Ερντογάν έχει αρχίσει να εμφανίζει σημάδια κόπωσης. Έχει αναπτυχθεί μια φιλολογία για την υγεία του 67χρονου ηγέτη, αλλά μεγαλύτερη σημασία για το μέλλον της Τουρκίας έχουν οι αλλεπάλληλοι λαθεμένοι χειρισμοί του.

Μεγάλη ζημιά

Με τις πρωτοβουλίες που παίρνει ο Ερντογάν κάνει μεγάλη ζημιά στην τουρκική οικονομία και στη διεθνή εικόνα της χώρας. Κρατάει στη φυλακή σαν «τρομοκράτη» τον βαθύπλουτο αντικαθεστωτικό Καβαλά, ο οποίος είναι γνωστός διεθνώς και για τη φιλανθρωπική του δράση. Δέκα πρεσβευτές Δυτικών χωρών ζήτησαν από τον Τούρκο πρόεδρο να αφήσει ελεύθερο τον Καβαλά σαν ελάχιστο δείγμα προσαρμογής στους κανόνες κράτους Δικαίου.

Ο Ερντογάν αντέδρασε δυναμικά, απείλησε τους πρεσβευτές με απέλαση και τελικά τους υποχρέωσε σε μία φραστική υποχώρηση για να αποτραπεί η μετωπική σύγκρουση. Η ζημιά στην τουρκική διπλωματία ήταν τόσο μεγάλη, ώστε λέγεται ότι ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας απείλησε με παραίτηση σε περίπτωση που προχωρούσε η απέλαση των πρεσβευτών.

Το κλίμα στις σχέσεις Τουρκίας - Δύσης χάλασε σε μία περίοδο κατά την οποία ο Ερντογάν τρέχει για να «μπαλώσει» το προβληματικό τουρκικό εξοπλιστικό πρόγραμμα.

Στην αρχή ο Ερντογάν κινήθηκε γρήγορα και δυναμικά, έβαλε την Τουρκία στο πρόγραμμα συμπαραγωγής των αμερικανικών μαχητικών 5ης γενιάς F-35 και δέσμευσε τους Αμερικανούς να του πουλήσουν εκατό F-35 προκειμένου να αποκτήσει την απόλυτη υπεροχή έναντι της Ελλάδας.

Το φιλόδοξο πρόγραμμα υπερεξοπλισμού της Τουρκίας υπονομεύτηκε από τον ίδιο τον Ερντογάν με την απόφασή του να προμηθευτεί τους ρωσικούς πυραύλους S-400. Οι Αμερικανοί, όπως ήταν φυσικό, αντέδρασαν εξαιτίας της σοβαρής πιθανότητας να διαρρεύσει η τεχνολογία τους μέσω των παράλληλων εξοπλιστικών προγραμμάτων της Τουρκίας, σε μία αντίπαλη δύναμη.

Έβγαλαν την Τουρκία από το πρόγραμμα συμπαραγωγής των F-35 και ματαίωσαν την «πώληση του αιώνα». Το λάθος του Τούρκου προέδρου έδωσε την ευκαιρία στον Μητσοτάκη να αποκαταστήσει την ισορροπία δυνάμεων με την Τουρκία στηριζόμενος κυρίως στα εξοπλιστικά προγράμματα και την υποστήριξη της Γαλλίας.

Ο ηγέτης της Τουρκίας, στην προσπάθειά του να περιορίσει τη ζημιά που ο ίδιος προκάλεσε, ζήτησε και πέτυχε συνάντηση με τον Αμερικανό Πρόεδρο, Μπάιντεν, στα πλαίσια της Συνόδου G20 που πραγματοποιήθηκε στη Ρώμη.

Ζήτησε από τον Μπάιντεν να αποδεσμευτούν τα 1,5 δισ. δολάρια που είχε δώσει η Τουρκία σαν προκαταβολή για το πρόγραμμα συμπαραγωγής και να μετατραπεί σε προμήθεια μαχητικών αεροσκαφών 4ης γενιάς F-16, για να καλυφθεί, ως ένα βαθμό, η υστέρηση της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας έναντι της ελληνικής.

Ο Μπάιντεν όμως δεν του χαρίστηκε. Του εξήγησε ότι μια τέτοια απόφαση πρέπει να έχει και την έγκριση των δύο νομοθετικών σωμάτων των ΗΠΑ. Η πλειοψηφία των Δημοκρατικών στο Κογκρέσο αποκλείει τη διευκόλυνση του Ερντογάν από τις ΗΠΑ.

Το τρίτο θέμα που δημιουργεί δικαιολογημένα ερωτηματικά για την κατάσταση και το μέλλον του Ερντογάν είναι η απόφασή του να επιβάλει στη διοίκηση της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας μείωση των βασικών επιτοκίων, ενώ ο ετήσιος πληθωρισμός που έχει σκαρφαλώσει στο 19% και η μεγάλη αδυναμία της λίρας -η ισοτιμία της οποίας έχει πέσει περίπου στις 10 λίρες προς 1 δολάριο ΗΠΑ- επιβάλλουν την αντίθετη κίνηση, την αύξηση των βασικών επιτοκίων.

Προσβολές στη Δύση, καυγάς με τους Αμερικανούς για τα εξοπλιστικά, επιβολή ανορθόδοξης πολιτικής στην Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας, ο Ερντογάν δεν δείχνει να ελέγχει την κατάσταση.

Η λαϊκή δυσαρέσκεια

Οι περισσότεροι Τούρκοι δεν τον κρίνουν με βάση την ποιότητα των πρωτοβουλιών του, αλλά με βάση το αποτέλεσμα της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής του. Το τελευταίο διάστημα εμφανίζονται εξαιρετικά δυσαρεστημένοι. Σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά στοιχεία, το εισόδημα των μη προνομιούχων Τούρκων αλλά και της μεσαίας τάξης έχει μπει σε φάση συρρίκνωσης.

Ο Ερντογάν στήριξε την πολιτική του άνοδο και την παραμονή του στην εξουσία σε μια φιλολαϊκή πολιτική, την οποία είναι πλέον πρακτικά αδύνατον να χρηματοδοτήσει. Το 2003 το 35% των Τούρκων ήταν κάτω από το όριο της φτώχειας. Το 2017-2018 το σχετικό ποσοστό είχε πέσει κάτω από το 8% εξαιτίας της φιλολαϊκής πολιτικής του Τούρκου προέδρου. Μετά, όμως, ο δείκτης της φτώχειας άρχισε να ανεβαίνει και ήδη από το 2020 οι φτωχοί είχαν φτάσει στο 12% του συνόλου. Μέσα σε έναν χρόνο ο αριθμός τους αυξήθηκε κατά 1,5 εκατομμύριο, ενώ έχει δημιουργηθεί δυναμική επιστροφής στα κοινωνικά προβλήματα που βρήκε μπροστά του ο Ερντογάν όταν ανέλαβε την εξουσία.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις, 30% των Τούρκων πολιτών δηλώνουν ότι δεν τα βγάζουν πέρα.

Το ρήγμα που έχει δημιουργηθεί μεταξύ του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του Ερντογάν και της λαϊκής του βάσης προκάλεσε τη δημοσκοπική πτώση κατά 10 περίπου μονάδες σε σχέση με το αποτέλεσμα των εκλογών του 2018. Το κόμμα του Ερντογάν παραμένει πρώτο στις προτιμήσεις των πολιτών, αλλά «ψαλιδισμένο» στο 30%-33%. Ταυτόχρονα, ξεθώριασε η εικόνα του άτρωτου ηγέτη, εφόσον 50% των ερωτηθέντων εκτιμούν ότι ο Ερντογάν θα χάσει τις επόμενες εκλογές και 45% ότι θα τις κερδίσει.

Είναι πολύ νωρίς για να εκτιμήσουμε το αποτέλεσμα των βουλευτικών και των προεδρικών εκλογών του 2023. Το μόνο βέβαιο είναι ότι αλλάζει το πολιτικό σκηνικό και ο Ερντογάν και το κόμμα του γίνονται πιο ευάλωτοι.

Από το 2018, οπότε έχασε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, η κυβέρνηση Ερντογάν στηρίζεται στους ακροδεξιούς εθνικιστές του Μπαχτσελί. Ανεβαίνουν το κεντροαριστερό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα του Κιλιντζάρογλου και το δεξιό Καλό Κόμμα της Αξενέρ. Εμφανίζονται και τα δύο ανοιχτά σε συνεργασία και ορισμένοι αναλυτές θεωρούν ότι μαζί μπορούν να διεκδικήσουν πλειοψηφία στη Βουλή, ενώ αν συσπειρωθούν γύρω από την υποψηφιότητα του δημάρχου της Κωνσταντινούπολης ή του δημάρχου της Άγκυρας μπορούν να κερδίσουν και τις προεδρικές εκλογές.

Δρόμος χωρίς γυρισμό

Όμως η εξουσία στην Τουρκία αποτελεί, έτσι όπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα, δρόμο χωρίς γυρισμό για τον Ερντογάν. Με τις συστηματικές διώξεις σε βάρος πολιτικών του αντιπάλων και των Κούρδων και με τη δημιουργία μιας ασύλληπτης κλεπτοκρατίας στην οποία συμμετέχουν συγγενείς του, ο Ερντογάν δεν θεωρεί ρεαλιστικό το σενάριο της εκλογικής του ήττας.

Θα κάνει τα πάντα για να διατηρηθεί στην εξουσία, ακόμη κι αν η στρατηγική που θα επιλέξει συμβάλει στην αποσταθεροποίηση του πολιτικού συστήματος.

Με βάση αυτή την ερμηνεία, θα προκαλέσει κρίση στην εξωτερική πολιτική για να αποπροσανατολίσει και να συσπειρώσει τον κόσμο και θα τινάξει στον αέρα την ολοένα και πιο προβληματική οικονομία για να φέρει ένα καλό αποτέλεσμα στις εκλογές. Οι επικριτές του αποδίδουν τη μείωση των βασικών επιτοκίων των τραπεζών σε περίοδο υψηλού πληθωρισμού και συνεχούς διολίσθησης του εθνικού νομίσματος, στην προσπάθειά του να αποφύγει τη λαϊκή δυσαρέσκεια που συνδέεται με τα μέτρα προσαρμογής και να εξυπηρετήσει διαπλεκόμενους υποστηρικτές του που βαρύνονται με τεράστια επιχειρηματικά δάνεια.

Η παρουσία της Τουρκίας στη Σύνοδο των G20 αναδεικνύει την πρόοδο της τουρκικής οικονομίας, η οποία με ένα Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) υπερ-τετραπλάσιο του δικού μας αντιμετωπίζεται σαν αρκετά καλή και με θετική προοπτική.

Πίσω από την εντυπωσιακή άνοδο της τελευταίας 20ετίας κρύβονται σοβαρά διαρθρωτικά προβλήματα. Έχει επέλθει υπερχρέωση, σε συνάλλαγμα, των μεγάλων τουρκικών επιχειρήσεων, ενώ οι ξένες άμεσες επενδύσεις βρίσκονται σε μεγάλη πτώση. Έφτασαν τα 19 δισ. δολάρια το 2007 για να πέσουν σταδιακά στα 5,8 δισ. το 2020.

Χωρίς καλό σενάριο

Δεν υπάρχει καλό σενάριο για τις εξελίξεις στην Τουρκία. Σε πρώτη φάση, πρέπει να περιμένουμε δυναμικές έως επιθετικές πρωτοβουλίες του Ερντογάν για να συσπειρώσει τους δυσαρεστημένους ψηφοφόρους του.

Η Ελλάδα και η Ε.Ε. εκφράζουν ανησυχία και δυσαρέσκεια παρακολουθώντας την αύξηση των ροών προσφύγων και μεταναστών. Οι 380 πρόσφυγες και μετανάστες που μας έστειλαν με ένα σαπιοκάραβο το τουρκικό κράτος και παρακράτος αποτελεί προειδοποίηση γι’ αυτά που μπορεί να ακολουθήσουν. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Βούλγαροι, οι οποίοι συνήθως συνεννοούνται με τον Ερντογάν στο προσφυγικό-μεταναστευτικό στέλνοντας τον λογαριασμό στην Ελλάδα, ενίσχυσαν την αστυνομία τους με στρατό στα σύνορα με την Τουρκία σε αναμονή αύξησης των ροών μέσω Τουρκίας, ιδιαίτερα από το Αφγανιστάν.

Πέρα από τις πρωτοβουλίες με διεθνοπολιτική διάσταση, ο Ερντογάν θα επενδύσει στην πόλωση στο εσωτερικό, η οποία θα μεγαλώσει τα προβλήματα της οικονομίας. Η καταπίεση των Κούρδων αναμένεται να ενταθεί για να πέσει το κόμμα που τους εκφράζει κάτω από το 10%, ποσοστό που εξασφαλίζει κοινοβουλευτική εκπροσώπηση.

Θα πρέπει να περιμένουμε ότι ο Ερντογάν θα κινητοποιήσει και τον κρατικό, κομματικό μηχανισμό που έχει δημιουργήσει για να περιορίσει, στο μέτρο του δυνατού, τα εκλογικά ποσοστά των αντιπάλων του και να ενισχύσει τη θέση του κόμματός του.

Δυστυχώς, ούτε η εναλλακτική λύση μπορεί να θεωρηθεί ικανοποιητική για την Ελλάδα. Ο Κιλιντζάρογλου κινείται στην παραδοσιακή κεμαλική γραμμή, σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα είναι ο βασικός αντίπαλος της Τουρκίας. Σε περίπτωση που επικρατήσει, θα εγκαταλείψει τη νεο-οθωμανική στρατηγική του Ερντογάν –στη βάση της οποίας η Τουρκία ανοίγει συνεχώς μέτωπα– και θα στραφεί κατά της Ελλάδας. Ακόμη χειρότερη είναι, σε ό,τι μας αφορά, η επικεφαλής του Καλού Κόμματος, Αξενέρ. Κατηγορεί τον Ερντογάν για… εθνικές υποχωρήσεις έναντι της Ελλάδας.

Έχουμε λοιπόν μπροστά μας μία περίοδο έντασης και αβεβαιότητας λόγω των προβλημάτων του Ερντογάν και στη συνέχεια μία ακόμη πιο δύσκολη περίοδο με φοβερή πόλωση στο εσωτερικό της Τουρκίας, επιδείνωση των προβλημάτων και πιθανό σχηματισμό μιας κυβέρνησης η οποία θα θέλει να περάσει και αυτή τις εξετάσεις αντιπαλότητας με τη χώρα μας.

Ο ρόλος της Ε.Ε.

Τις τετραετίες που πέρασαν η Ελλάδα ήταν δικαιολογημένα δυσαρεστημένη με την πολιτική της Μέρκελ και της Γερμανίας. Η κυβέρνηση της οικονομικά ισχυρότερης χώρας της Ε.Ε. έδειχνε απεριόριστη κατανόηση στις πρωτοβουλίες και στις προκλήσεις του Ερντογάν. Παράλληλα, όμως, η καγκελάριος Μέρκελ είχε βρει τον τρόπο να συνεννοείται, σε γενικές γραμμές, με τον Ερντογάν και να του ζητάει, τις κρίσιμες περιόδους, να μην ξεπερνάει τα όρια.

Με την αποχώρηση της Μέρκελ μπορεί να χαθεί ο εξισορροπητικός ρόλος της Γερμανίας, χωρίς απαραίτητα να ασκηθεί πίεση από τον επόμενο κυβερνητικό συνασπισμό, για να κρατήσει ο Ερντογάν μια πιο υπεύθυνη στάση.

Ο Σολτς, ο οποίος θα είναι κατά πάσα πιθανότητα ο επόμενος Καγκελάριος, έχει ανάλογες με τη Μέρκελ θέσεις έναντι της Τουρκίας, χωρίς τις διασυνδέσεις και την επιρροή της Καγκελαρίου. Οι Πράσινοι και οι Φιλελεύθεροι που θα συμμετέχουν, σύμφωνα με τις ενδείξεις, στον κυβερνητικό συνασπισμό θα ζητήσουν από τον Ερντογάν μεγαλύτερο σεβασμό των ανθρώπινων και δημοκρατικών δικαιωμάτων στην Τουρκία και καλύτερη μεταχείριση της κουρδικής μειονότητας. Δεν προβλέπεται όμως παρέμβασή τους για τη ματαίωση των γερμανικών προγραμμάτων εξοπλισμού της Τουρκίας, ή για δυναμική υποστήριξη της Αθήνας και της Λευκωσίας έναντι της Άγκυρας.