Κίνδυνος αποσταθεροποίησης λόγω πληθωρισμού - Free Sunday
Κίνδυνος αποσταθεροποίησης λόγω πληθωρισμού
Αμηχανία στην Ε.Ε. και στις ΗΠΑ

Κίνδυνος αποσταθεροποίησης λόγω πληθωρισμού

Η δυναμική επιστροφή του πληθωρισμού έχει αιφνιδιάσει τις κεντρικές τράπεζες και τις κυβερνήσεις στην Ε.Ε. και στις ΗΠΑ.

Μετά από μία μεγάλη περίοδο κατά την οποία κρίθηκε αναγκαία η χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής και η αύξηση των δημοσίων δαπανών για να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος του αποπληθωρισμού, μεγαλώνουν οι πιέσεις για την προσαρμογή της πολιτικής που ακολουθείται στη νέα πραγματικότητα.

Ενδεικτική της αμηχανίας των αρμοδίων ήταν η προγραμματισμένη εμφάνιση της επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Κριστίν Λαγκάρντ, στην Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στην οποία συμμετέχω σαν πλήρες μέλος για όγδοη χρονιά.

Η Λαγκάρντ προσπάθησε να υπερασπιστεί την πολιτική της ΕΚΤ αποδίδοντας τις πληθωριστικές πιέσεις σε συγκεκριμένους παράγοντες και επιμένοντας ότι είναι προσωρινές.

Η ανάλυση της ΕΚΤ

Η επικεφαλής της ΕΚΤ δήλωσε ικανοποιημένη με την πορεία της οικονομίας της Ευρωζώνης, εφόσον το τρίτο τρίμηνο του 2021 το ΑΕΠ στην Ευρωζώνη αυξήθηκε κατά 2,2% και αναμένεται να ξεπεράσει τα προ κρίσης επίπεδα γύρω στα τέλη του χρόνου.

Όπως χαρακτηριστικά είπε, μετά τη μεγάλη χρηματοπιστωτική κρίση χρειάστηκαν επτά χρόνια για να καλύψει το ΑΕΠ της Ευρωζώνης την πτώση που παρατηρήθηκε. Αυτή τη φορά η συνδυασμένη δημοσιονομική και νομισματική πολιτική οδήγησε στην κάλυψη του χαμένου εδάφους μέσα σε δύο χρόνια.

Η Λαγκάρντ εξέφρασε πάντως τον προβληματισμό της για την πορεία του πληθωρισμού. Είπε σχετικά: «Σε ό,τι αφορά τον πληθωρισμό, το ποσοστό αυξήθηκε περισσότερο απ’ ό,τι εκτιμούσαμε τον Σεπτέμβριο και έφτασε στο 4,1% τον Οκτώβριο. Η άνοδος στον πληθωρισμό οφείλεται σε τρεις βασικές δυνάμεις.

Η πρώτη από αυτές είναι οι τιμές της ενέργειας. Τον Οκτώβριο ο πληθωρισμός στην ενέργεια ήταν υπεύθυνος για το μισό του συνολικού πληθωρισμού. Η δεύτερη είναι ότι η ανάκαμψη στη ζήτηση, η οποία έχει σχέση με το εκ νέου άνοιγμα της οικονομίας, ξεπερνά την περιορισμένη προσφορά και έτσι πιέζει προς τα επάνω τις τιμές. Και η τρίτη είναι ότι η αντιστροφή της προσωρινής μείωσης του γερμανικού ΦΠΑ τον περασμένο χρόνο ανεβάζει μηχανικά το ποσοστό του πληθωρισμού.

Ο τελευταίος παράγοντας θα σταματήσει να συμβάλει στον υπολογισμό του πληθωρισμού από τον Ιανουάριο του 2022 αλλά οι άλλοι δύο μπορεί να διαρκέσουν περισσότερο».

Η επικεφαλής της ΕΚΤ εκτιμά ότι θα σημειωθεί ουσιαστική αποκλιμάκωση των τιμών της ενέργειας το πρώτο μισό του 2022 και πως με το πέρασμα του χρόνου τα «μποτιλιαρίσματα» στην προσφορά θα ξεπεραστούν με αποτέλεσμα να υποχωρήσουν οι τιμές αγαθών και υπηρεσιών. Κατέληξε υπογραμμίζοντας ότι ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει το 2022, αλλά αυτό θα πάρει περισσότερο απ’ ό,τι είχε αρχικά εκτιμηθεί.

Σκληρή κριτική

Ο πληθωρισμός αποδεικνύεται υψηλότερος και πιο επίμονος από τις αρχικές εκτιμήσεις της ΕΚΤ. Αυτό οδηγεί στην κλιμάκωση της κριτικής από τους εκπροσώπους των κεντρικών τραπεζών και πολιτικών δυνάμεων χωρών όπως η Γερμανία και η Ολλανδία.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ο επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας της Γερμανίας (Bundesbank), Βάιντμαν, αποφάσισε να εγκαταλείψει τη θέση του πέντε χρόνια πριν τη λήξη της νέας θητείας του, θεωρώντας ότι η Λαγκάρντ δεν παίρνει υπόψη της την κριτική που της ασκεί και δεν μπορεί να παίξει τον ρόλο που επιβάλλει το αξίωμά του.

Από τη Γερμανία, την Ολλανδία και άλλες εξαιρετικά οικονομικά αναπτυγμένες χώρες της Ε.Ε. ζητείται από τη διοίκηση της ΕΚΤ να ασκήσει μια πιο περιοριστική νομισματική πολιτική και να προετοιμάσει το έδαφος για σταδιακή άνοδο των επιτοκίων ώστε να καταπολεμηθεί ο πληθωρισμός.

Οι διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης συνασπισμού στη Γερμανία ανέδειξαν τις πιέσεις για σταδιακό περιορισμό των δημόσιων δαπανών και του δημόσιου χρέους και ενίσχυση της δημοσιονομικής πειθαρχίας στην Ευρωζώνη.

Σε γενικές γραμμές, η χαλαρή νομισματική πολιτική και η μεγάλη αύξηση των δημοσίων δαπανών για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας αντιμετωπίζονται σαν παράγοντες που συμβάλλουν στην άνοδο του πληθωρισμού. Με βάση την ανάλυση της Λαγκάρντ αυτό δεν ισχύει.

Στη σχετική συζήτηση πήρα κι εγώ μέρος προσπαθώντας να ισορροπήσω μεταξύ της αναγκαιότητας, ιδιαίτερα για την Ελλάδα, μιας χαλαρής δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής και της αναγνώρισης ότι αυτή η χαλαρότητα ενισχύει όντως τις πληθωριστικές πιέσεις.

Το έκανα αναφερόμενος σε έρευνα της McKinsey, σύμφωνα με την οποία η χαλαρή νομισματική πολιτική και τα εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια συμβάλλουν στη σημαντική αύξηση των τιμών των ακινήτων που παρατηρείται στις περισσότερες χώρες της Ευρωζώνης. Με βάση την ίδια μελέτη, συμβάλλει επίσης στην αύξηση των ενοικίων εφόσον οι πολίτες, ιδιαίτερα οι νέοι, δυσκολεύονται να αποκτήσουν το δικό τους σπίτι εξαιτίας της μεγάλης ανόδου των τιμών.

Στηρίχθηκα στη μελέτη της McKinsey για να δείξω ότι η χαλαρή νομισματική πολιτική και τα χαμηλά επιτόκια μπορεί να έχουν και αρνητικές κοινωνικές επιπτώσεις. Όπως είπα, ο αποκλεισμός των περισσότερων νέων από την αγορά ακινήτων λόγω μεγάλης ανόδου των τιμών τους αλλά και η γενικότερη δυσκολία να διεκδικήσουν ένα καλό βιοτικό επίπεδο εξηγούν, σε μεγάλο βαθμό, την απομάκρυνσή τους από την πολιτική.

Η Λαγκάρντ επέμεινε στις θέσεις της για τις δυνάμεις που ενισχύουν τις πληθωριστικές πιέσεις, φτάνοντας στα όρια του δογματισμού, γνωρίζοντας ότι δεν υπάρχει δυνατότητα τακτικής υποχώρησης. Αν δεχθεί ότι η επιχειρηματολογία της είναι προβληματική θα πρέπει να εγκαταλείψει τη χαλαρή νομισματική πολιτική που ασκεί η ΕΚΤ τους αμέσως επόμενους μήνες. Οι αγορές προεξοφλούν ότι η ΕΚΤ θα αρχίσει να αυξάνει τα επιτόκια εντός του πρώτου εξαμήνου του 2022, αλλά η Λαγκάρντ επιμένει ότι αυτό δεν πρόκειται να συμβεί.

Με βάση την ανάλυση που κάνει, ενδεχόμενο «πρόωρο» σφίξιμο της νομισματικής πολιτικής για να αντιμετωπιστούν οι πληθωριστικές πιέσεις θα μπορούσε να σπάσει τη δυναμική της ανάκαμψης και να δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα στην οικονομία της Ευρωζώνης.

Θεωρώ ότι κρίσιμος μήνας για την αναμέτρηση που βρίσκεται σε εξέλιξη είναι ο Ιανουάριος του 2022. Αν πράγματι υποχωρήσει ο πληθωρισμός στη Γερμανία με βάση τους υπολογισμούς που κάνει η Λαγκάρντ για τον ΦΠΑ, τότε θα δημιουργηθεί κλίμα συνεννόησης και συμβιβασμού. Αν όμως ενισχυθούν, για διάφορους λόγους, οι πληθωριστικές πιέσεις στη Γερμανία στις αρχές του 2022, τότε η Λαγκάρντ θα βρεθεί αντιμέτωπη με τη νέα κυβέρνηση της Γερμανίας και τον νέο επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας της Γερμανίας. Ιδιαίτερα αν επιβεβαιωθούν οι πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες ο ηγέτης των Φιλελευθέρων, Λίντνερ, γνωστός για τις σκληρές θέσεις του για την οικονομία, αναλάβει το υπουργείο Οικονομικών το οποίο διεκδικεί σαν προϋπόθεση συμμετοχής του κόμματός του στον νέο κυβερνητικό συνασπισμό.

Χειρότερα στις ΗΠΑ

Τα προβλήματα με τον πληθωρισμό αποδεικνύονται μεγαλύτερα στις ΗΠΑ απ’ ό,τι στην Ε.Ε. Τον Οκτώβριο ο ετήσιος πληθωρισμός στις ΗΠΑ έφτασε στο 6,2%, το υψηλότερο ποσοστό από το 1990.

Στις ΗΠΑ, ο πληθωρισμός προκαλεί ήδη πολιτικές ανακατατάξεις. Η κυβέρνηση Μπάιντεν κατηγορείται ότι δεν αντελήφθη έγκαιρα τον πληθωριστικό κίνδυνο με αποτέλεσμα να δεχθούν ισχυρό πλήγμα η οικονομία, πολλές επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.

Ο εξαιρετικά υψηλός πληθωρισμός θεωρείται ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους υποχωρεί η δημοτικότητα του Μπάιντεν και των Δημοκρατικών και ενισχύουν τις θέσεις τους οι Ρεπουμπλικάνοι. Οι Δημοκρατικοί γνώρισαν μεγάλες ήττες στις πρόσφατες τοπικές και πολιτειακές εκλογές, ενώ η δημοτικότητα του Μπάιντεν κινείται ήδη κάτω από το ψυχολογικό φράγμα του 40%. Αυτό δίνει την ευκαιρία στους Ρεπουμπλικάνους να διεκδικήσουν τον έλεγχο του Κογκρέσου στις εκλογές για τη μερική αναπλήρωση των εδρών του που θα πραγματοποιηθούν το 2022.

Προς το παρόν, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ και οι συνεργάτες του προσπαθούν να βελτιώσουν την κατάσταση επιταχύνοντας τις εισαγωγές συγκεκριμένων ειδών και διαπραγματευόμενοι με τον ΟΠΕΚ και τη Ρωσία μια πολιτική που θα συμβάλει στη μείωση των διεθνών τιμών του πετρελαίου. Σκέφτονται επίσης ένα άνοιγμα προς την Κίνα με την κατάργηση των πρόσθετων δασμών που επιβλήθηκαν λόγω της τεράστιας ανισορροπίας στο διμερές εμπόριο υπέρ των Κινέζων.

Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν έχει αποδώσει και οι μεγάλες αυξήσεις στα καύσιμα, στο κόστος της θέρμανσης και στα τρόφιμα «ροκανίζουν» πολιτικά τους Δημοκρατικούς. Ο Μπάιντεν κατάφερε να περάσει από τα νομοθετικά σώματα ένα φιλόδοξο πρόγραμμα βελτίωσης των υποδομών, ύψους 1,2 τρισ. δολαρίων. Προωθεί επίσης ένα εξαιρετικά φιλόδοξο κοινωνικό πρόγραμμα –το οποίο έχουν τεράστια ανάγκη οι ΗΠΑ– ύψους 1,7 τρισ. δολαρίων. Με την άνοδο του πληθωρισμού ενισχύονται οι αντιρρήσεις των Ρεπουμπλικάνων οι οποίοι υποστηρίζουν ότι η αύξηση των δημοσίων δαπανών θα φέρει μεγαλύτερη ακρίβεια. Υπάρχει και ένα Δημοκρατικός γερουσιαστής που έχει αρχίσει να έχει δεύτερες σκέψεις, γεγονός που μπορεί να στερήσει από τον Μπάιντεν την οριακή πλειοψηφία στη Γερουσία και να τον εμποδίσει στην εφαρμογή του οικονομικού, κοινωνικού προγράμματός του.

Σύνδεση με την πανδημία

Εντύπωση προκάλεσε η παρέμβαση της υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ, Τζάνετ Γέλεν, η οποία συνέδεσε τον υψηλό πληθωρισμό με τη δοκιμασία της πανδημίας. Δήλωσε σχετικά: «Η πανδημία ορίζει τη δυναμική για την οικονομία και τον πληθωρισμό. Αν θέλουμε να μειώσουμε τον πληθωρισμό νομίζω ότι το σημαντικότερο πράγμα που έχουμε να κάνουμε είναι να συνεχίσουμε να προοδεύουμε κατά της πανδημίας.»

Η Γέλεν έχει διατελέσει και πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ και οι παρεμβάσεις της για τα οικονομικά ζητήματα θεωρούνται μεγάλης σημασίας από τους αναλυτές και τους επιχειρηματίες.

Η σύνδεση που κάνει μεταξύ πληθωρισμού και πανδημίας δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντική για την οικονομία, εφόσον η πανδημία προβλέπεται να διαρκέσει, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), τουλάχιστον μέχρι τα τέλη του 2022.

Παρά τις προσπάθειες Μπάιντεν –ο οποίος εγκατέλειψε την παθητική στάση του Τραμπ σχετικά με την πανδημία– τα πράγματα δεν εξελίσσονται ικανοποιητικά για τις ΗΠΑ.

Ο αριθμός των θανάτων από την πανδημία έχει ξεπεράσει τις 750.000 προκαλώντας δικαιολογημένο προβληματισμό για την αποτελεσματικότητα του αμερικανικού «μοντέλου». Η Κίνα, η άλλη υπερδύναμη, καταγράφει λιγότερους από 5.000 θανάτους από την πανδημία, με τετραπλάσιο πληθυσμό από τις ΗΠΑ.

Με βάση τα στοιχεία της 17ης Νοεμβρίου 2021, οι ΗΠΑ είχαν 1.621 θανάτους σε 24ωρη βάση, 7.387 θανάτους σε εβδομαδιαία βάση και πάνω από 550.000 νέα κρούσματα την τελευταία εβδομάδα, ενώ η Κίνα είναι σε κατάσταση συναγερμού γιατί κατέγραψε 318 νέα κρούσματα στη διάρκεια της τελευταίας εβδομάδας με μηδέν θανάτους.

Είναι φανερό λοιπόν ότι οι ΗΠΑ έχουν μεγάλη απόσταση να καλύψουν για να φτάσουν στο τέλος της δοκιμασίας της πανδημίας. Αν η θεωρία της Γέλεν –η οποία συνδέει τον πληθωρισμό με την πανδημία– είναι σωστή, τότε ο πληθωρισμός θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα για το σύνολο του 2022 με αποτέλεσμα να υποχρεωθεί η Ομοσπονδιακή Τράπεζα να προχωρήσει σε σταδιακή αύξηση επιτοκίων για να τον περιορίσει.

Η εικόνα των κεντρικών τραπεζών που ταλαντεύονται για το αν και πότε θα κάνουν λιγότερο χαλαρή τη νομισματική πολιτική τους και να αυξήσουν τα βασικά επιτόκιά τους προβληματίζει όλους τους παράγοντες της οικονομίας. Διανύουμε μία περίοδο κατά την οποία τα χρηματιστήρια σπάνε ιστορικά ρεκόρ στη βάση απεριόριστης προσφοράς χρήματος και εξαιρετικά χαμηλών ή και αρνητικών επιτοκίων. Κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα αν τα μέτρα για τον περιορισμό του πληθωρισμού θα οδηγήσουν σε μία επιτυχημένη προσαρμογή ή στο σπάσιμο κάποιας χρηματιστηριακής ή άλλης «φούσκας» με τις γνωστές συνέπειες από τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008-2009.

Πολιτική αναστάτωση

Η ενίσχυση των πληθωριστικών πιέσεων προκαλεί πολιτική αναστάτωση σε μια σειρά χωρών. Απειλείται το «κοινωνικό συμβόλαιο» που χαρακτηρίζει την περίοδο της αντιμετώπισης της πανδημίας. Οι κυβερνήσεις δαπανούν τεράστια ποσά για να στηρίξουν το εισόδημα των νοικοκυριών σε περίοδο κρίσης.

Τώρα βρίσκονται σε μία αντίστροφη πορεία. Αδυνατούν να στηρίξουν το λαϊκό εισόδημα λόγω δημοσιονομικών περιορισμών. Έχουν εξαντλήσει τον λεγόμενο δημοσιονομικό χώρο, έχουν αυξήσει θεαματικά το δημόσιο χρέος και δεν έχουν σχέδιο άμεσης αντιμετώπισης των πληθωριστικών πιέσεων.

Χαρακτηριστικό το παράδειγμα της Ισπανίας, όπου νοικοκυριά και επιχειρήσεις βρίσκονται αντιμέτωπες με αύξηση του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας κατά 62,8%, του ντίζελ κατά 30,5%, της βενζίνης κατά 26,5%, ακόμη και του ελαιόλαδου κατά 26%.

Παρατηρούνται ήδη οι πρώτες μαζικές διαμαρτυρίες, ενώ οι ιδιοκτήτες φορτηγών θα ακινητοποιήσουν, σε ένδειξη διαμαρτυρίας, τα φορτηγά τους για τρεις ημέρες κατά τη διάρκεια της χριστουγεννιάτικης περιόδου, μεγαλώνοντας τα ήδη μεγάλα προβλήματα στις παραδόσεις εμπορευμάτων.

Τα κυβερνητικά στελέχη, όπως και οι κεντρικοί τραπεζίτες φοβούνται ότι ο πληθωρισμός μπορεί να γίνει αυτοτροφοδοτούμενος ύστερα από τη διεκδίκηση, εκ μέρους των εργαζομένων, αντισταθμιστικών αυξήσεων στις αποδοχές τους.

Η αύξηση κατά 2% του κατώτατου μισθού που έχει προγραμματίσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη για τις αρχές του 2022 έχει ήδη ξεπεραστεί από τις εντυπωσιακές ανατιμήσεις βασικών αγαθών και υπηρεσιών. Η πρόσφατη αύξηση του κατώτατου μισθού εντός του 2022, για την οποία έχει δεσμευτεί η κυβέρνηση, δεν πρόκειται να αλλάξει το κοινωνικό κλίμα γιατί θα είναι περιορισμένη σε σχέση με τις αυξήσεις τιμών που βρίσκονται σε εξέλιξη. Η θεωρία Λαγκάρντ ότι η έξαρση του πληθωρισμού είναι προσωρινή δεν λύνει τα προβλήματα των επιχειρήσεων σε οικονομίες με σοβαρά διαρθρωτικά προβλήματα, όπως η ελληνική.

Προς το παρόν, ο πληθωρισμός στην Ελλάδα είναι από τους χαμηλότερους στην Ε.Ε. Αναμένονται όμως σημαντικές ανατιμήσεις για να προσαρμοστούμε στην τάση που επικρατεί στην Ε.Ε. αλλά και εξαιτίας του εισαγόμενου πληθωρισμού σε ό,τι αφορά τις βιομηχανικές τιμές και το χονδρεμπόριο.

Με εισαγόμενο πληθωρισμό της τάξης του 25% οι περισσότερες ελληνικές επιχειρήσεις θα γίνουν λιγότερο ανταγωνιστικές, ενώ θα υποχρεωθούν να περάσουν το επιπλέον κόστος στους καταναλωτές. Πολλές από τις ελληνικές επιχειρήσεις δέχονται μεγάλη πίεση από τον διεθνή ανταγωνισμό, είναι οικονομικά οριακές και δεν μπορούν να στηριχθούν σε σημαντικό τραπεζικό δανεισμό.

Επομένως, η άνοδος του πληθωρισμού επιβαρύνει την κατάστασή τους και μπορεί να οδηγήσει σε μία αμυντική αντίδραση των καταναλωτών και την επιβράδυνση της εντυπωσιακής ανάκαμψης που καταγράφεται, με ετήσιο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ κατά 7%.

Η ελληνική κυβέρνηση έχει περιορισμένες δυνατότητες αντίδρασης στις πληθωριστικές πιέσεις. Εξαρτώνται σε πολύ μεγάλο βαθμό από το κόστος των καυσίμων και της ενέργειας και η ελληνική οικονομία έχει τεράστια εξάρτηση από τα εισαγόμενα καύσιμα και ένα χρηματιστηριακό σύστημα προσδιορισμού των χονδρικών τιμών της ενέργειας, το οποίο στις σημερινές συνθήκες λειτουργεί υπέρ των κερδοσκόπων και σε βάρος της πραγματικής οικονομίας.

Ανάλογα φαινόμενα παρατηρούνται και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αλλά οι προσπάθειες αμφισβήτησης του συστήματος προσδιορισμού των τιμών πέφτουν στο κενό. Οι περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, όπως και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θεωρούν ότι το σύστημα έχει λειτουργήσει ικανοποιητικά και δέχονται μόνο κάποιες βελτιώσεις του.

Η κυβέρνηση της Ισπανίας, η οποία προσπάθησε να φορολογήσει τα υπερκέρδη που αντλούν οι εταιρείες στον τομέα της ενέργειας εξαιτίας της δυσλειτουργίας του συστήματος προσδιορισμού των τιμών της ενέργειας, υποχρεώθηκε να περιορίσει δραστικά τις απαιτήσεις της, φοβούμενη μείωση των επενδύσεων αυτών των εταιρειών στις οποίες στηρίζεται, σε μεγάλο βαθμό, η πράσινη ενεργειακή μετάβαση.

Με μεγάλη ενεργειακή εξάρτηση και πολλές μικρομεσαίες και πολύ μικρές επιχειρήσεις με περιορισμένη οικονομική αντοχή στις πληθωριστικές πιέσεις, η ελληνική οικονομία μπαίνει σε μια γκρίζα περιοχή. Από τη μια έχουμε τους εξαιρετικά ικανοποιητικούς ρυθμούς οικονομικής ανάκαμψης και από την άλλη την αβεβαιότητα που συνδέεται με τις πληθωριστικές πιέσεις, τη σοβαρή πιθανότητα σταδιακής εγκατάλειψης της χαλαρής νομισματικής πολιτικής και αύξησης των επιτοκίων και την έξαρση της πανδημίας.