Οικονομία και κοινωνία σε κλοιό μεγάλων συμφερόντων - Free Sunday
Οικονομία και κοινωνία σε κλοιό μεγάλων συμφερόντων
Το Δημόσιο αδυνατεί να επιβάλει όρους σε μεγάλες εταιρείες και funds

Οικονομία και κοινωνία σε κλοιό μεγάλων συμφερόντων

Κοινό χαρακτηριστικό υποθέσεων που κυριαρχούν στην επικαιρότητα είναι η προβολή της οικονομικής ισχύος μεγάλων επιχειρήσεων και funds σε βάρος των καλώς εννοούμενων συμφερόντων φορολογουμένων και καταναλωτών.

Η υπόθεση της Novartis, τα «καπέλα» και τα προβλήματα στην ενέργεια και όσα συνέβησαν στην Αττική Οδό οδηγούν στο ίδιο συμπέρασμα.

Σκάνδαλο χωρίς τιμωρία

Η υπόθεση της Novartis μπήκε στο αρχείο σε ό,τι αφορά τον Άδωνι Γεωργιάδη και τον Δημήτρη Αβραμόπουλο. Η Δικαιοσύνη ολοκλήρωσε την έρευνα σε σχέση με τα πολιτικά πρόσωπα που είχαν κατηγορηθεί επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και έτσι η υπόθεση έκλεισε σε ό,τι αφορά το πολιτικό της σκέλος.

Παραμένει όμως η διαχειριστική διάσταση, με την οποία αποφεύγουν να ασχοληθούν οι ελληνικές κυβερνήσεις και οι αρμόδιες αρχές.

Η Novartis είχε αναπτύξει ένα τεράστιο κύκλωμα υπερσυνταγογράφησης στη χώρα μας, με το οποίο ζημίωσε το Ελληνικό Δημόσιο εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ.

Η ελβετική πολυεθνική, η οποία είναι εισηγμένη στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης και γι’ αυτό υπόκειται στην αμερικανική νομοθεσία, υποχρεώθηκε να καταβάλει πρόστιμα εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων στις αμερικανικές αρχές για τις εμπορικές πρακτικές που εφάρμοσε στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες.

Έχουμε, λοιπόν, το παράδοξο να αποζημιώνει η Novartis τις ΗΠΑ για όσα έκανε στην Ελλάδα και να μην υφίσταται οποιαδήποτε οικονομική συνέπεια στη χώρα μας.

Κατά την άποψή μου, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ απέφυγε να στραφεί κατά της εταιρείας και του κυκλώματός της, γιατί είχε άλλες πολιτικές προτεραιότητες. Προσπάθησε να φέρει σε δύσκολη θέση τους πολιτικούς αντιπάλους της αξιοποιώντας το σκάνδαλο της Novartis και αδιαφόρησε για την προστασία του δημόσιου συμφέροντος.

Αν κρίνουμε από δηλώσεις αρμόδιων υπουργών, η κυβέρνηση της ΝΔ σκέφτηκε να καλύψει το κενό διεκδικώντας αποζημίωση από τη Novartis. Δεν έχει πάρει ακόμη τη σχετική πρωτοβουλία. Πιθανόν να δυσκολεύεται να ορίσει τη διαδικασία διεκδίκησης ή να θέλει να αποφύγει τελικά μια αναμέτρηση με την ελβετική πολυεθνική για να μη χαλάσει το επενδυτικό, επιχειρηματικό κλίμα.

Ανάλογη προσέγγιση είχε υιοθετηθεί στο παρελθόν έναντι της Siemens, προκειμένου να μη δυσαρεστηθεί η γερμανική κυβέρνηση την περίοδο της ελληνικής κρίσης στην Ευρωζώνη. Στην αρχή, το Δημόσιο στράφηκε δυναμικά κατά της Siemens για τις υπερτιμολογήσεις που είχαν τεκμηριωθεί, στη συνέχεια όμως περιορίστηκε εντυπωσιακά ο ζήλος του. Έτσι, φτάσαμε σε έναν ευνοϊκό για την εταιρεία συμβιβασμό με πολύ περιορισμένες αποζημιώσεις, ορισμένες με τη μορφή επενδύσεων, την πραγματοποίηση των οποίων κανείς δεν ήλεγξε.

Όποιοι και να είναι οι λόγοι για τους οποίους το ελληνικό Δημόσιο δεν στράφηκε ακόμη κατά της Novartis, αυτό που μετράει είναι το οικονομικό και το κοινωνικό αποτέλεσμα. Η ελβετική πολυεθνική προκάλεσε μεγάλη ζημιά στα δημόσια οικονομικά και η ατιμωρησία της περνάει το μήνυμα στην κοινωνία ότι είναι ανυπεράσπιστη έναντι των μεγάλων συμφερόντων.

Ό,τι θέλουν οι παραχωρησιούχοι

Αυτά που συνέβησαν στην Αττική Οδό οφείλονται σε ακραία καιρικά φαινόμενα αλλά και στην ακραία κοινωνική ανευθυνότητα των παραχωρησιούχων.

Οι Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) εφαρμόστηκαν με έναν χαρακτηριστικά ελληνικό τρόπο. Στην αρχή θεωρήθηκαν η σωστή απάντηση στους μειοδοτικούς διαγωνισμούς για τα μεγάλα έργα και στην προβληματική κρατική διαχείριση των μεγάλων οδικών αξόνων που κατασκευάζονταν.

Στη συνέχεια, όμως, αποδείχτηκε ότι το πρόβλημα δεν ήταν ιδεολογικό-πολιτικό, «κακό» Δημόσιο έναντι «καλών» παραχωρησιούχων, αλλά περισσότερο ελληνικό. Με τις επιλογές που κάνουν οι κυβερνήσεις, το χαμηλό επίπεδο της Δημόσιας Διοίκησης και το διαρκές πάρε-δώσε μεταξύ εξουσίας και μεγάλων συμφερόντων, οι μόνιμοι χαμένοι είναι οι φορολογούμενοι και όσοι χρησιμοποιούν τους βασικούς οδικούς άξονες, ανεξάρτητα από το αν επικρατεί η δημόσια ή ιδιωτική κατασκευή και διαχείριση των δημόσιων έργων.

Εδώ και δεκαετίες αναδεικνύω, όποιον ρόλο και να έχω στον δημόσιο βίο, απαράδεκτες πρακτικές οι οποίες ευδοκιμούν στη χώρα μας. Ποιος δεν θυμάται –για παράδειγμα– ότι πληρώναμε διόδια προτού κατασκευαστούν οι νέοι οδικοί άξονες. Ο δρόμος δεν υπήρχε, αλλά εμείς ρίχναμε τα διόδια στον κουμπαρά των μεγαλοεργολάβων για να χρηματοδοτήσουμε την κατασκευή του.

Στη συνέχεια, διαστρεβλώθηκε εντελώς η έννοια της σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Θεωρητικά, το Δημόσιο απαλλάσσεται από την ανάγκη χρηματοδότησης της κατασκευής του οδικού άξονα, με τους κατασκευαστές να αναλαμβάνουν το συνολικό κόστος. Έτσι υποτίθεται ότι περιορίζεται η επιβάρυνση στον κρατικό προϋπολογισμό και κινητοποιούνται ιδιωτικά κεφάλαια υπέρ της ανάπτυξης.

Οι ΣΔΙΤ στην Ελλάδα χρηματοδοτήθηκαν με την… προκαταβολή των διοδίων, με ευρωπαϊκές και κρατικές επιδοτήσεις και με δανειακά κεφάλαια με κρατική εγγύηση. Καταφέραμε, λοιπόν, να έχουμε ΣΔΙΤ χωρίς συμμετοχή ιδιωτικών κεφαλαίων και να δώσουμε στους παραχωρησιούχους το δικαίωμα εκμετάλλευσης των οδικών αξόνων, παρά το γεγονός ότι εμείς πληρώσαμε την κατασκευή τους.

Συνέβησαν και άλλα απίθανα και όμως ελληνικά με τις Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα. Κάθε φορά που σημειωνόταν μεγάλη καθυστέρηση στα έργα, τις περισσότερες φορές με ευθύνη του Δημοσίου, το οποίο είχε αναλάβει εξωπραγματικές δεσμεύσεις, οι κατασκευαστικές εταιρείες έπαιρναν ένα μεγάλο πριμ επιτάχυνσης των έργων που καθυστερούσαν.

Την περίοδο των μνημονίων, οπότε μειώθηκε η κυκλοφορία στις εθνικές οδούς, εφόσον ο κόσμος δεν είχε την οικονομική δυνατότητα, καταβλήθηκαν τεράστιες αποζημιώσεις στους παραχωρησιούχους για τη μείωση της ροής των οχημάτων.

Ο κατάλογος των διευκολύνσεων των παραχωρησιούχων σε βάρος του δημόσιου συμφέροντος είναι ατελείωτος και έχει σχέση με όλες τις κυβερνητικές περιόδους.

Αυτή η νοοτροπία και αυτές οι πρακτικές οδήγησαν στην ασυδοσία του παραχωρησιούχου της Αττικής Οδού, ο οποίος συνδυάζει το ρεκόρ κερδών με την πλήρη αδιαφορία για την εξασφάλιση της λειτουργίας του βασικού οδικού άξονα σε ακραίες καιρικές συνθήκες. Ο πρωθυπουργός δήλωσε ότι η εταιρεία που διαχειρίζεται την Αττική Οδό θα βρεθεί αντιμέτωπη με τις συνέπειες του νόμου. Δυστυχώς, όμως, αν κρίνουμε με βάση όσα συμβαίνουν εδώ και δεκαετίες, ο νόμος θα είναι κομμένος και ραμμένος στα μέτρα της. Σχεδόν πάντα οι νομικοί σύμβουλοι των μεγάλων εταιρειών ξέρουν καλύτερα από τους νομικούς συμβούλους του Δημοσίου και σχεδόν πάντα οι κυβερνήσεις νομοθετούν ύστερα από παρεμβάσεις και «οχλήσεις» των μεγάλων συμφερόντων.

Οι ακραίες καταστάσεις στην Αττική Οδό λόγω της προβληματικής αντιμετώπισης της κακοκαιρίας προκάλεσαν σοκ στην κοινή γνώμη και ανέδειξαν τη διαχρονική κακομεταχείριση φορολογούμενων και οδηγών από τους παραχωρησιούχους.

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται και μία άλλη εξέλιξη που μπορεί να ρίξει κι άλλο το επίπεδο των προσφερόμενων υπηρεσιών. Ορισμένοι από τους οδικούς άξονες περνάνε από τις κατασκευαστικές εταιρείες του κλάδου στα funds του εξωτερικού που ενδιαφέρονται για τη μεγιστοποίηση του κέρδους, χωρίς να αναλαμβάνουν απαραίτητα μακροπρόθεσμη επενδυτική δέσμευση και χωρίς να έχουν σχέση με το αντικείμενο.

Ρεκόρ ακρίβειας στην ενέργεια

Ένα άλλο ζήτημα που κυριαρχεί στην επικαιρότητα είναι η μεγάλη αύξηση στο κόστος της ενέργειας. Πρόκειται για διεθνές φαινόμενο το οποίο όμως εκδηλώνεται στην πατρίδα μας με τον αναπόφευκτο… ελληνικό τρόπο.

Έχουμε καταφέρει να έχουμε την υψηλότερη ή τη δεύτερη υψηλότερη τιμή χονδρικής στην ενέργεια στην Ε.Ε. των «27». Αυτό είναι καταδικαστικό για τη βιομηχανία μας, η οποία πλήττεται διαχρονικά από το υψηλό ενεργειακό κόστος, με αποτέλεσμα να μένει πίσω στον διεθνή ανταγωνισμό.

Είναι επίσης οικονομικά και κοινωνικά σκληρό για τα νοικοκυριά και τις πολύ μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις που δυσκολεύονται να τα φέρουν βόλτα.

Η ελληνική ιδιαιτερότητα εκφράζεται στον τρόπο λειτουργίας του Χρηματιστηρίου Ενέργειας, που είναι πολύ πιο κερδοσκοπικός απ’ ό,τι σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Υπάρχουν κι ένα σωρό άλλες ρυθμίσεις που καταλήγουν σε εντυπωσιακά «καπέλα» σε βάρος των καταναλωτών και σε όφελος των επιχειρήσεων του κλάδου.

Και στην ενέργεια παρατηρείται η μεταφορά μετοχών ή και του ελέγχου από τους παραγωγούς και τις ειδικευμένες εταιρείες κρατικών συμφερόντων σε funds του εξωτερικού και όχι σε μεγάλες επιχειρήσεις του ενεργειακού τομέα με λογική σταθερών και μακροπρόθεσμων επενδυτών.

Είναι αξιοσημείωτο ότι εταιρείες που αξιοποίησαν πλήρως τις ελληνικού τύπου ΣΔΙΤ αποκτούν τώρα εντυπωσιακή παρουσία στον ενεργειακό τομέα με τις ελληνικού τύπου ρυθμίσεις και διευκολύνσεις.

Στις συνθήκες που περιγράψαμε, οι λογαριασμοί του ηλεκτρικού έχουν μετατραπεί σε εφιάλτη για νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Η κυβέρνηση επιδοτεί με σημαντικά ποσά τους καταναλωτές ενέργειας, σε μια προσπάθεια να περιορίσει την επιβάρυνσή τους. Παρά τη δέσμευση σημαντικών ποσών, μέχρι σήμερα της τάξης του 1,4 δισ. ευρώ, καταλήγει να καλύπτει μικρό μόνο μέρος των αυξήσεων. Αυτή η προσωρινή «λύση» βασίζεται στην αισιόδοξη εκτίμηση ότι οι τιμές της ενέργειας θα υποχωρήσουν διεθνώς και πως η ελληνική αγορά θα καταφέρει να ισορροπήσει σε πιο ανταγωνιστικές τιμές.

Προς το παρόν, συνεχίζεται η κακομεταχείριση νοικοκυριών και επιχειρήσεων από τις εταιρείες του ενεργειακού τομέα.

Δεν υπάρχουν περιθώρια

Ενώ είναι φανερό ότι η ανάπτυξη θα στηριχθεί κυρίως σε ιδιωτικές επενδύσεις –το Δημόσιο μείωσε δραστικά τη δεκαετία της κρίσης το επενδυτικό του πρόγραμμα–, πρέπει να επιβληθούν κάποιοι βασικοί όροι καλής λειτουργίας των επιχειρήσεων και των αγορών, για να προστατευτούν επιτέλους φορολογούμενοι και καταναλωτές.

Η ελληνική οικονομία και η κοινωνία δεν αντέχουν να σηκώνουν πρόσθετα βάρη εξαιτίας ιδιοτελούς κακοδιαχείρισης. Η εισοδηματική αντοχή των περισσότερων νοικοκυριών είναι περιορισμένη ύστερα από χρόνια λιτότητας και προσαρμογής και οι ελληνικές επιχειρήσεις –ιδιαίτερα η βιομηχανία– μένουν ολοένα πιο πίσω στη μάχη του διεθνούς ανταγωνισμού.

Οι κανόνες του παιχνιδιού πρέπει να αλλάξουν σε όφελος της οικονομίας και της κοινωνίας. Διαφορετικά, δεν θα μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε πλήρως και τις ευκαιρίες που έχουμε εξασφαλίσει με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης.