Στη σκιά του Ερντογάν - Free Sunday
Στη σκιά του Ερντογάν
Δυναμική επιστροφή του Τούρκου ηγέτη στο προσκήνιο μέσω ΝΑΤΟ και Μπάιντεν

Στη σκιά του Ερντογάν

Το τελευταίο διάστημα, ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης βρίσκεται άθελά του στην πολιτική, διπλωματική σκιά του Ερντογάν. Αυτή η δυσάρεστη κατάσταση προβλέπεται να συνεχιστεί μέχρι τον Ιούνιο του 2023, οπότε είναι προγραμματισμένες οι προεδρικές εκλογές στην Τουρκία. Επίσης, ο πόλεμος στην Ουκρανία προβλέπεται να έχει συνέχεια, οπότε η στρατηγική αναβάθμιση της Τουρκίας θα επηρεάζει τις εξελίξεις.

Δυναμική επιστροφή

Στη Σύνοδο Κορυφής της Μαδρίτης, ο Ερντογάν εξασφάλισε τη θεαματική επιστροφή του στον κλειστό κύκλο των ηγετών της Συμμαχίας.

Η εικόνα που προσπάθησε να δώσει το Μαξίμου μαζί με τα συνεργαζόμενα ΜΜΕ για έναν Ερντογάν αμήχανο, απομονωμένο και υποχρεωμένο να κάνει υποχωρήσεις δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα.

Χαρακτηριστικό το πρωτοσέλιδο των «Financial Times»: «Σύνοδος Κορυφής, ο Ερντογάν και ο Μπάιντεν βρίσκουν κοινό σκοπό, καθώς οι ΗΠΑ σκληραίνουν τις άμυνες».

Το πρωτοσέλιδο θέμα συνοδεύεται από τη φωτογραφία των δύο χαμογελαστών ηγετών που έθεσαν τις βάσεις για ένα νέο ξεκίνημα στις σχέσεις Τουρκίας - ΗΠΑ και Τουρκίας - ΝΑΤΟ.

Οι παρεμβάσεις του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ, Στόλτενμπεργκ, μας είχαν προετοιμάσει για τα νατοϊκά ανοίγματα στην κατεύθυνση της Τουρκίας και την ικανοποίηση των βασικών αιτημάτων του Ερντογάν, προκειμένου να συμφωνήσει στη διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς Φινλανδία και Σουηδία.

Με βάση τη μεγάλη νατοϊκή εικόνα, η Τουρκία είναι ένας εξαιρετικά πολύτιμος σύμμαχος στην αντιπαράθεση με τη Ρωσία, γύρω από την κρίση της Ουκρανίας. Έτσι, θέματα που σε άλλες περιόδους θα είχαν τεράστια σημασία, όπως η συστηματική καταπάτηση ανθρώπινων και δημοκρατικών δικαιωμάτων στην Τουρκία, η φοβερή καταπίεση της μεγάλης κουρδικής μειονότητας, οι συνεχείς προκλήσεις σε βάρος Ελλάδας και Κύπρου, το διπλό παιχνίδι με τη Ρωσία στο θέμα της εισβολής των ρωσικών στρατευμάτων στην Ουκρανία μετατρέπονται τώρα σε μικρότερης σημασίας θέματα που πρέπει να ρυθμιστούν.

Οι ηγεσίες των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ δεν ζητούν από την Τουρκία να γίνει ένας συνεπής σύμμαχος. Τους ικανοποιεί το γεγονός ότι η Τουρκία δεν παίρνει την απόφαση να περάσει στην άλλη πλευρά και παραμένει –τυπικά τουλάχιστον– μέλος της Συμμαχίας του ΝΑΤΟ. Κατά τα άλλα, μπορεί να συνεχίσει να μην εφαρμόζει το εμπάργκο σε βάρος της Ρωσίας, να αναπτύσσει τη στρατιωτική συνεργασία μαζί της, ο Ερντογάν να μοιράζεται με τον Πούτιν εδάφη και επιρροή σε διάφορες χώρες και να συνεχίσει να παίζει τον ρόλο του ουδέτερου μεσολαβητή μεταξύ των δύο πλευρών.

Την κατάσταση περιπλέκει η μετατροπή του Μπάιντεν σε έναν πρόεδρο που πολιορκείται από προβλήματα και βλέπει τη δημοτικότητά του να υποχωρεί συνεχώς. Ο Μπάιντεν ακολουθεί την πορεία Δημοκρατικών προέδρων που έχασαν τον έλεγχο των εξελίξεων. Ιδεαλιστής στο ξεκίνημα, με πολύ αυστηρούς κανόνες τους οποίους στη συνέχεια παρακάμπτει σε μια προσπάθεια να αντιμετωπίσει τα προβλήματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά τη συμφιλίωση με τον Ερντογάν θα επιχειρήσει, με την επίσκεψή του στη Σαουδική Αραβία, να τα βρει και με τον διάδοχο του θρόνου, τον οποίο οι αμερικανικές υπηρεσίες θεωρούν υπεύθυνο για τη δολοφονία του αντικαθεστωτικού δημοσιογράφου Κασόγκι. Από εκεί που ο Μπάιντεν δεν ήθελε καμία επαφή με τον διάδοχο του θρόνου Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν, θεωρώντας τον βάρβαρο και αιμοδιψή, τώρα προσπαθεί να συνεννοηθεί μαζί του προκειμένου να σπάσει η Σαουδική Αραβία τη συνεννόηση του ΟΠΕΚ με τη Ρωσία, να αυξήσει την παραγωγή πετρελαίου και να συμβάλλει στη μείωση της διεθνούς τιμής του «μαύρου χρυσού».

Από τα χαμόγελα με τον Ερντογάν, ο Μπάιντεν θα περάσει στα χαμόγελα με τον Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν, αλλά η αλλαγή πολιτικής μπορεί να έχει μεγάλο πολιτικό κόστος.

Πρώτον, η αριστερή πτέρυγα των Δημοκρατικών εμφανίζεται βαθιά δυσαρεστημένη. Δεν πρόκειται να κινηθεί κατά του προέδρου, η απογοήτευσή της όμως μπορεί να οδηγήσει τους Δημοκρατικούς σε μεγαλύτερη ήττα στις εκλογές του Νοεμβρίου, για μερική ανανέωση του Κογκρέσου και της Γερουσίας.

Δεύτερον, δημιουργείται μία εικόνα πολιτικής ασυνέπειας και στρατηγικής αδυναμίας του Μπάιντεν –εφόσον κάνει τα αντίθετα από αυτά στα οποία είχε δεσμευτεί– που μπορεί να ενισχύσει τους Ρεπουμπλικάνους και ιδιαίτερα τον Τραμπ.

Τρίτον και σημαντικότερο, τα χαμόγελα του Μπάιντεν με τον Ερντογάν και τον Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν υποτίθεται ότι εξυπηρετούν την ενίσχυση, διεθνώς, της Δημοκρατίας έναντι του επιθετικού καθεστώτος της Ρωσίας και του αυταρχικού καθεστώτος της Κίνας. Η συνεργασία με εκπροσώπους αντιδημοκρατικών και καταπιεστικών καθεστώτων υπονομεύει τη βασική επιχειρηματολογία της Δύσης.

Δώδεκα μήνες αναταραχής

Από τη στιγμή που ο Ερντογάν εξασφάλισε την απόλυτη κατανόηση του ΝΑΤΟ και του προέδρου των ΗΠΑ, για λόγους στρατηγικής, μπορεί να συνεχίσει τη στρατηγική της έντασης για όσο διάστημα το κρίνει σκόπιμο.

Στο εσωτερικό, ο Ερντογάν αντιμετωπίζει μία σύνθετη κατάσταση, εξακολουθεί όμως να έχει σημαντικές εφεδρείες.

Στις δημοσκοπήσεις, το κόμμα του εμφανίζεται σε κάμψη, διατηρεί όμως προβάδισμα έναντι του κεμαλικού κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Σε ό,τι αφορά τις προεδρικές εκλογές, οι δημοσκοπήσεις τον εμφανίζουν να χάνει καθαρά μόνο σε περίπτωση που ο συνασπισμός έξι κομμάτων της αντιπολίτευσης που έχουν ενωθεί εναντίον του, αποφασίσει υπέρ της προεδρικής υποψηφιότητας του δεξιόστροφου δημάρχου της Άγκυρας ή του κεντρώου δημάρχου της Κωνσταντινούπολης.

Είναι πολύ δύσκολο όμως να δεχθούν οι ηγέτες των κομμάτων της αντιπολίτευσης να ξεχάσουν τις δικές τους προεδρικές φιλοδοξίες σε αναζήτηση του ιδανικού προεδρικού υποψηφίου. Το πιθανότερο είναι ότι στην τελική φάση της αναμέτρησης θα αναδειχθούν οι εσωτερικές αντιφάσεις της ενωμένης αντιπολίτευσης, με αποτέλεσμα να ενισχυθεί η θέση του Ερντογάν. Το είδαμε να συμβαίνει στην Ουγγαρία, όπου η ενωμένη αντιπολίτευση δεν μπόρεσε να αμφισβητήσει την κυριαρχία του Όρμπαν και είναι πολύ πιθανό να το δούμε να επαναλαμβάνεται στην Τουρκία.

Άλλωστε, στα θέματα που μας ενδιαφέρουν, η αντιπολίτευση είναι σε πολλές περιπτώσεις πιο επιθετική σε βάρος της Ελλάδας από τον Ερντογάν. Χαρακτηριστικές οι δηλώσεις του ηγέτη του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Κιλιντζάρογλου, ο οποίος απευθυνόμενος στον Ερντογάν τον προέτρεψε να αμφισβητήσει την κυριαρχία ελληνικών νησιών έχοντας την πλήρη υποστήριξη της ενωμένης αντιπολίτευσης.

Η πολιτική αντοχή του Ερντογάν δοκιμάζεται από τη δύσκολη οικονομική και κοινωνική κατάσταση. Ο επίσημος ετήσιος πληθωρισμός είναι της τάξης του 75% και πλήττει σκληρότερα τα φτωχότερα στρώματα που δίνουν τις μεγάλες εκλογικές νίκες στον Ερντογάν.

Η τουρκική οικονομία όμως εμφανίζεται δυναμική σε διεθνές επίπεδο και εκσυγχρονίζεται –σε αντίθεση με τη δική μας– με εντυπωσιακό ρυθμό. Το δημόσιο χρέος δεν είναι υψηλό και η δημοσιονομική κατάσταση της χώρας θεωρείται καλή.

Αυτό σημαίνει ότι στην τελική προεκλογική ευθεία ο Ερντογάν μπορεί να ενισχύσει τη θέση του με παροχές σε αυτούς που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη ή με τη σταθεροποίηση του εθνικού νομίσματος, το οποίο διολισθαίνει συνεχώς εξαιτίας της νομισματικής πολιτικής που εφαρμόζεται με εντολή Ερντογάν.

Πρόβλημα για Μητσοτάκη

Η νατοϊκή ενίσχυση της θέσης του Ερντογάν δημιουργεί σοβαρό πολιτικό πρόβλημα στον Μητσοτάκη. Ο πρωθυπουργός ενισχύθηκε πολιτικά με την αποτελεσματική διαχείριση της κρίσης στον Έβρο τον Φεβρουάριο-Μάρτιο του 2020 και την ανάδειξη της τουρκικής επιθετικότητας στους ευρωπαϊκούς θεσμούς.

Τελευταία, όμως, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις εξελίσσονται με τρόπο που μπορεί να προκαλέσει πολιτικό κόστος στον Μητσοτάκη και στη ΝΔ.

Αποδείχθηκε εντελώς άστοχη η πρωτοβουλία Μητσοτάκη να επισκεφθεί τον Ερντογάν στην Τουρκία, σε μια προσπάθεια να περάσουν οι διμερείς σχέσεις σε «ήρεμα νερά».

Ο Ερντογάν αξιοποίησε το άνοιγμα Μητσοτάκη για να επαναφέρει στην Ε.Ε. τη λεγόμενη θετική ατζέντα σε σχέση με την Τουρκία, συνεχίζοντας παράλληλα την πολιτική των προκλήσεων σε βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου.

Με τη στάση του ο Μητσοτάκης συνέβαλε σε μια θεωρητική εξομάλυνση των σχέσεων με την Τουρκία, με αποτέλεσμα να σταματήσουν να ασκούνται σοβαρές πιέσεις για μια αποφασιστική στάση της Ε.Ε. και των ΗΠΑ κατά των τουρκικών προκλήσεων.

Με την επίσημη συμφιλίωση Ερντογάν και Μπάιντεν στο πλαίσιο της Συνόδου Κορυφής στη Μαδρίτη, μεγάλωσε το πολιτικό πρόβλημα της κυβερνητικής ηγεσίας. Φάνηκε η αστοχία Μητσοτάκη στον χειρισμό εθνικών θεμάτων. Αποδείχθηκε εξωπραγματική η κυβερνητική θέση για... απομονωμένο Ερντογάν σε κατάσταση διπλωματικής αμηχανίας. Ενισχύθηκε η επιχειρηματολογία Σαμαρά κατά της πολιτικής του κατευνασμού, την οποία διατύπωσε και από το βήμα του Συνεδρίου της ΝΔ. Ενθαρρύνθηκαν διάφορες δυνάμεις της λεγόμενης πατριωτικής Δεξιάς στην προσπάθειά τους να διεκδικήσουν εκλογικό ποσοστό από τη ΝΔ.

Το «δώρο» με τους Κούρδους

Στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ, η Σουηδία και η Φινλανδία άλλαξαν την προσέγγισή τους στο Κουρδικό, προκειμένου να ικανοποιηθεί ο Ερντογάν και να άρει το βέτο του στην ένταξη των δύο χωρών στη Συμμαχία.

Οι οργανώσεις των Κούρδων της Συρίας, που πρωταγωνίστησαν στη διάλυση του Ισλαμικού Κράτους και μάχονται για την εδαφική ακεραιότητα της πατρίδας τους κατά των Τούρκων εισβολέων και των συνεργαζόμενων με αυτούς ισλαμιστών, χαρακτηρίστηκαν, για τις ανάγκες του σεναρίου, τρομοκράτες.

Στην πραγματικότητα, πρόκειται γι’ αυτούς που θριάμβευσαν επί των ισλαμιστών τρομοκρατών, οι οποίοι κατά περιόδους συνεργάστηκαν με διάφορους τρόπους με τον Ερντογάν, σε μια προσπάθεια να ανατραπεί το τυραννικό καθεστώς του Άσαντ.

Ξαφνικά, οι αγωνιστές κατά της ισλαμικής τρομοκρατίας άρχισαν να θεωρούνται από τη Φινλανδία και τη Σουηδία τρομοκράτες. Αυτή η εξέλιξη προσφέρει τεράστιο πολιτικό πλεονέκτημα στον Ερντογάν, στο εσωτερικό της Τουρκίας.

Για να συνεχίσει να είναι πολιτικά κυρίαρχος θέλει τη σταθερή υποστήριξη της εθνικιστικής άκρας Δεξιάς. Τα ποσοστά της υποχωρούν εξαιτίας της συνεργασίας της με τον Ερντογάν, αλλά ο χαρακτηρισμός των Κούρδων της Συρίας και των Κούρδων της Τουρκίας που συνδέονται με αυτούς –ιδιαίτερα του PKK– ως τρομοκράτες που πρέπει να «εξουδετερωθούν» καλύπτει πλήρως το ακροδεξιό, εθνικιστικό ακροατήριο.

Η συνέχιση της κυριαρχίας του Ερντογάν περνάει επίσης από την κλιμάκωση της καταπίεσης των Κούρδων της Τουρκίας, ώστε να υποχωρήσει το φιλοκουρδκικό κόμμα HDP κάτω από το όριο του 10% των ψήφων που εξασφαλίζει την κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Το HDP πηγαίνει καλά στις δημοσκοπήσεις, παρά τις επιφυλάξεις βασικών στελεχών του και την καθαίρεση δημάρχων που συνδέονται με αυτό. Από τη στιγμή που Σουηδία, Φινλανδία, τόσο προωθημένες σε ζητήματα ανθρωπίνων και δημοκρατικών δικαιωμάτων, δέχονται, στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, ότι οι Κούρδοι όπως και οι υποστηρικτές του Γκιουλέν βαρύνονται με την υποψία συμμετοχής σε τρομοκρατικές πράξεις, το καθεστώς Ερντογάν μπορεί να κινηθεί ακόμη πιο άνετα εναντίον του HDP.

Το αν η Τουρκία θα εισβάλει ξανά στη Συρία για να διευρύνει τη συνοριακή ζώνη που ήδη ελέγχει δεν εξαρτάται τόσο από τις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε., που δεν πρόκειται να προβάλουν αντιρρήσεις, αλλά από τη στάση που θα κρατήσουν η Ρωσία και το Ιράν. Οι δύο χώρες έχουν ισχυρή στρατιωτική παρουσία στη Συρία και στηρίζουν δυναμικά το καθεστώς Άσαντ. Έχουν στείλει μήνυμα στην Άγκυρα πως εναντιώνονται σε οποιαδήποτε προσπάθεια διεύρυνσης της συνοριακής ζώνης που αποτελείται από εδάφη της Συρίας και ελέγχεται από την Τουρκία.

Από την πλευρά του, ο Ερντογάν χρειάζεται την κατάληψη περισσότερων εδαφών της Συρίας για να περάσει το μήνυμα στο εσωτερικό της Τουρκίας ότι θα προωθηθεί ο επαναπατρισμός, υπό τουρκικό έλεγχο, των 4 εκατ. Σύρων προσφύγων που βρίσκονται στην Τουρκία. Η συγκέντρωσή τους σε μεγάλα αστικά κέντρα, ιδιαίτερα στην Κωνσταντινούπολη, προκαλεί κοινωνικές αντιδράσεις και τη δημοσκοπική κάμψη του κυβερνώντος κόμματος.

Πράσινο φως στους εξοπλισμούς

Η δεύτερη μεγάλη επιτυχία του Ερντογάν στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ έχει σχέση με την προετοιμασία του εδάφους για τον υπερεξοπλισμό της Τουρκίας.

Σουηδία και Φινλανδία δέχθηκαν να καταργήσουν το εμπάργκο όπλων που επέβαλαν σε βάρος της Τουρκίας μετά την εισβολή της στη Συρία το 2019.

Η Τουρκία δεν πραγματοποιεί μεγάλες αγορές οπλικών συστημάτων από τις δύο χώρες, θα αξιοποιήσει όμως την κατάργηση του εμπάργκο για να βάλει τέλος στις συζητήσεις στους ευρωπαϊκούς θεσμούς για ενδεχόμενη επιβολή εμπάργκο από τη Γερμανία και την Ισπανία, που είναι οι σημαντικότεροι Ευρωπαίοι προμηθευτές οπλικών συστημάτων στην Τουρκία.

Ενώ Σουηδία και Φινλανδία μέχρι τη Σύνοδο Κορυφής έδειχναν τον δρόμο στους Ευρωπαίους για την επιβολή εμπάργκο στις πωλήσεις όπλων προς την Τουρκία, τώρα πλέον δείχνουν τον δρόμο για τον απρόσκοπτο υπερεξοπλισμό της Τουρκίας.

Οι Ισπανοί ολοκληρώνουν τη ναυπήγηση του πρώτου τουρκικού αεροπλανοφόρου που θα λειτουργεί και σαν ο πυρήνας αποβατικής δύναμης που θα απειλεί τα νησιά του Αιγαίου και οι Γερμανοί έχουν αρχίσει την παράδοση στο τουρκικό πολεμικό ναυτικό αναβαθμισμένων υποβρυχίων τύπου 214, καλύτερων από αυτά που πούλησαν στην Ελλάδα με «καπέλο» και προμήθειες εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ στον Τσοχατζόπουλο και τους συνεργάτες του.

Το χειρότερο για την Ελλάδα είναι ότι η νατοϊκή αναβάθμιση της Τουρκίας και η προσέγγιση Ερντογάν και Μπάιντεν ανοίγουν τον δρόμο στην αγορά 40 μαχητικών αεροσκαφών F-16 από τις ΗΠΑ και την αναβάθμιση άλλων 80 F-16 της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας.

Όπως υπογράμμισε η αρμόδια βοηθός υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Γουαλάντερ: «Οι ΗΠΑ υποστηρίζουν τον εκσυγχρονισμό του στόλου μαχητικών αεροσκαφών της Τουρκίας γιατί αυτό αποτελεί συμβολή στην ασφάλεια του ΝΑΤΟ, κατ’ επέκταση στην αμερικανική ασφάλεια».

Είναι γνωστό ότι οι αρμόδιες επιτροπές των νομοθετικών σωμάτων των ΗΠΑ προβάλλουν, προς το παρόν, αντιρρήσεις εξαιτίας του καταπιεστικού χαρακτήρα του καθεστώτος Ερντογάν. Είναι πιθανό πάντως να καμφθούν αυτές οι αντιρρήσεις ύστερα από τη «συμβολή» του Ερντογάν στη διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς Σουηδία και Φινλανδία και της στενότερης συνεργασίας Μπάιντεν - Ερντογάν στο όνομα της κοινής αντιμετώπισης της απειλής από τη Ρωσία και την... τρομοκρατία.

Στρατηγικός ανταγωνισμός

Το άγχος της ελληνικής πλευράς φάνηκε από την προσπάθεια Μητσοτάκη να προωθήσει, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη, την αγορά από την Ελλάδα 20 μαχητικών αεροσκαφών 5ης γενιάς F-35 με δικαίωμα αγοράς άλλων 20.

Είναι φανερό ότι έχουμε εμπλακεί σε μία κούρσα εξοπλισμών, όπου η Τουρκία έχει το στρατηγικό πλεονέκτημα. Οι οικονομία της είναι πολλαπλάσια σε μέγεθος από την ελληνική, η βιομηχανική της βάση ισχυρότερη, πιο σύγχρονη και εξωστρεφής, τα δημοσιονομικά της περιθώρια σε ό,τι αφορά χρέος και έλλειμμα πολύ μεγαλύτερα από τα δικά μας.

Επομένως, η προσπάθεια της κυβέρνησης Μητσοτάκη και των επηρεαζόμενων από αυτήν ΜΜΕ να υποβαθμίσουν τις επιτυχίες του Ερντογάν στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη είναι αβάσιμη και εθνικά άστοχη.

Η Ελλάδα δέχεται γενικότερη πίεση από την Τουρκία σε ό,τι αφορά τη στρατηγική ισορροπία μεταξύ των δύο χωρών. Μένουμε πίσω στην οικονομική ανάπτυξη, στις επενδύσεις εκσυγχρονισμού, είμαστε ανύπαρκτοι σε νέους βιομηχανικούς τομείς όπως είναι η ηλεκτροκίνηση, όπου η Τουρκία αναδεικνύεται σε μεγάλη εξαγωγική δύναμη, η πολεμική μας βιομηχανία βρίσκεται σε κατάσταση αποσύνθεσης εδώ και δεκαετίες, το «brain drain» όπως και το δημογραφικό χειροτερεύουν.

Αυτά είναι μερικά από τα βασικά ζητήματα που προσδιορίζουν την ευρύτερη ισορροπία δυνάμεων μεταξύ των δύο χωρών, όπως και τη δυνατότητα συμμετοχής μας σε μία νέα εξαιρετικά δαπανηρή κούρσα εξοπλισμών.

Όλα είναι λιγότερο ή περισσότερο σε βάρος μας και αν κρίνουμε κι από τις διπλωματικές επιτυχίες του Ερντογάν στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη, πρέπει επιτέλους να αντιδράσουμε και να αρχίσουμε να εφαρμόζουμε πολιτικές που θα ενισχύσουν τη συγκριτική μας θέση και θα εξασφαλίσουν την ευρύτερη στρατηγική ισορροπία.