Νέοι ολιγάρχες και νέα φτώχεια - Free Sunday
Νέοι ολιγάρχες και νέα φτώχεια
Οι ενεργειακές επιλογές Μητσοτάκη σε βάρος οικονομίας και κοινωνίας

Νέοι ολιγάρχες και νέα φτώχεια

Το ενεργειακό είναι ένα εξαιρετικά σύνθετο θέμα το οποίο προσδιορίζει, σε μεγάλο βαθμό, τις εξελίξεις στην Ε.Ε. και στην Ελλάδα.

Ειδικά στην Ελλάδα, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μία δύσκολη κατάσταση, η οποία οφείλεται στη διαχρονική έλλειψη σοβαρής ενεργειακής στρατηγικής, στις πρακτικές δυσκολίες της πράσινης μετάβασης και στην τεράστια αβεβαιότητα που δημιουργεί η ενεργειακή κρίση που προηγήθηκε της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία και η εξέλιξη του πολέμου στην Ουκρανία.

Αν κρίνουμε από βασικές επιλογές του πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη, η κυβέρνηση εξυπηρετεί συγκεκριμένο λόμπι συμφερόντων δημιουργώντας με την πολιτική της πρόσθετα προβλήματα στην οικονομία και στην κοινωνία.

Η Ελλάδα έχει μπει σε πορεία ενεργειακής κρίσης που θα εκδηλωθεί με μεγαλύτερη ένταση τον επόμενο χειμώνα. Μόνο η δραστική αλλαγή της κυβερνητικής πολιτικής ή μία ευχάριστη διεθνοπολιτική εξέλιξη μπορούν να μας προστατεύσουν από τα χειρότερα.

Αλλαγή κυβερνητικής πολιτικής δεν προβλέπω, γιατί διακρίνω ταύτιση της ηγεσίας με συγκεκριμένα συμφέροντα. Επομένως, πηγαίνουμε προς τον χειμώνα ελπίζοντας, σε συνθήκες διεθνοπολιτικής κρίσης και αναταραχής, στην... ευχάριστη έκπληξη.

Όλα για το αέριο

Η απόδειξη της ταύτισης Μητσοτάκη με το λόμπι του φυσικού αερίου είναι μαθηματική και απλή.

Το πρώτο εξάμηνο του 2021 η ηλεκτροπαραγωγή απορρόφησε 20,39 τεραβατώρες φυσικού αερίου.

Το πρώτο εξάμηνο του 2022 η ηλεκτροπαραγωγή στην Ελλάδα απορρόφησε 20,42 τεραβατώρες φυσικού αερίου.

Παρά τον πολλαπλασιασμό της διεθνούς τιμής του φυσικού αερίου, η κατανάλωση του φυσικού αερίου για ηλεκτροπαραγωγή στη χώρα μας παραμένει σταθερή.

Μία κυβέρνηση με στοιχειώδη οικονομική και κοινωνική λογική θα προχωρούσε σε μία σοβαρή μείωση της συμμετοχής του φυσικού αερίου στην ηλεκτροπαραγωγή. Το κάνει, για παράδειγμα, η Γερμανία από το περασμένο φθινόπωρο –αρκετά πριν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία– για να αντιμετωπίσει τις συνέπειες από τον πολλαπλασιασμό της διεθνούς τιμής του φυσικού αερίου.

Η Γερμανία, με κυβέρνηση συνασπισμού Σοσιαλδημοκρατών, Πρασίνων και Φιλελευθέρων, έχει ανεβάσει τη συμμετοχή του άνθρακα στην ηλεκτροπαραγωγή σε πάνω από το 30% του συνόλου και έχει περιορίσει την ηλεκτροπαραγωγή με φυσικό αέριο σε κάτω από το 15% του συνόλου.

Στην Ελλάδα, όπου έχουμε άφθονο λιγνίτη, η συμμετοχή του στην ηλεκτροπαραγωγή κυμαίνεται, ανάλογα με την ημέρα, από μονοψήφιο ποσοστό έως 15% του συνόλου, ενώ η ηλεκτροπαραγωγή από φυσικό αέριο είναι τις περισσότερες ημέρες από 45% ως 55% του συνόλου.

Πρόκειται για μία επιλογή του κ. Μητσοτάκη που στέλνει στα ύψη την τιμή χονδρικής της ηλεκτρικής ενέργειας, καταπιέζει οικονομικά τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, αυξάνει τα λεγόμενα δίδυμα ελλείμματα –έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και δημοσιονομικό έλλειμμα– και φυσικά δημιουργεί ολιγάρχες στην ενέργεια. Μεγάλοι κερδισμένοι είναι ο Περιστέρης, ο Μυτιληναίος, τα funds της ΔΕΗ και αυτοί που βρίσκονται πίσω από αυτά.

Η ενεργειακή κρίση, την οποία αντιμετωπίζει με προκλητική αδιαφορία η κυβέρνηση, συνδυάζεται και με άλλες κρίσεις, όπου παρατηρείται ανάλογη αξιοπερίεργη αντιμετώπιση.

Χαρακτηριστικό το παράδειγμα της εξέλιξης της πανδημίας, όπου τα πράγματα πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο. Την εβδομάδα που προηγήθηκε της 12ης Ιουλίου 2022 είχαμε 169 θανάτους από COVID-19 στην Ελλάδα.

Την αντίστοιχη εβδομάδα του 2021 είχαμε 56 θανάτους. Ο τριπλασιασμός των θανάτων σε σχέση με την ίδια εβδομάδα του 2021 αναδεικνύει την αρνητική δυναμική και τη σοβαρή πιθανότητα να έχουμε ένα εφιαλτικό φθινόπωρο, εφόσον όλοι γνωρίζουμε τι ακολούθησε το «χαλαρό» από υγειονομική άποψη τουριστικό καλοκαίρι του 2021. Τώρα έχουμε περάσει από τη χαλαρότητα στην ασυδοσία, παρά τις προειδοποιήσεις σοβαρών επιστημόνων ότι η δοκιμασία του COVID-19 είναι ακόμη μαζί μας.

Κατά την άποψή μου, το ένα φέρνει το άλλο. Ο κυνισμός της εξουσίας αφορά όλα τα ζητήματα μεγάλου δημόσιου ενδιαφέροντος, ενώ η επιδείνωση της οικονομικής κρίσης εξαιτίας ασύμφορων επιλογών στον ενεργειακό τομέα μεγαλώνει την πίεση για επίτευξη ρεκόρ σε τουρίστες και εισπράξεις για να συντηρηθεί, για μερικούς μήνες, η προβληματική και αποσταθεροποιημένη οικονομία.

Περιμένοντας τον Πούτιν

Η κατάσταση με το φυσικό αέριο είναι διπλά επικίνδυνη. Από τη μία, έχει δημιουργηθεί και συντηρείται η υπερβολική εξάρτηση της ηλεκτροπαραγωγής από το πανάκριβο φυσικό αέριο. Από την άλλη, καθυστερεί η απεξάρτησή μας από το ρωσικό φυσικό αέριο, η οποία βέβαια γίνεται με λάθος τρόπο.

Η πολιτική της κυβέρνησης έπρεπε να συνδυάζει προγραμματισμένη μείωση της κατανάλωσης, εντυπωσιακή βραχυπρόθεσμη στροφή υπέρ του λιγνίτη και θεαματική επιτάχυνση της πράσινης μετάβασης στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ).

Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν συμβαίνει.

Σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (IEA) που δημοσιεύει η «Καθημερινή» (8 Ιουλίου 2022), η μείωση στις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου που πραγματοποιήσαμε τον Μάιο του 2022 ήταν μόλις 17% σε σχέση με τον Φεβρουάριο-Μάρτιο του 2022.

Το εκπληκτικό είναι ότι και στο σύνολο της Ε.Ε, η μείωση ήταν μόλις 16%. Αυτό σημαίνει ότι Ε.Ε. και Ελλάδα εξακολουθούν να χρηματοδοτούν με το παραπάνω –λόγω του πολλαπλασιασμού της διεθνούς τιμής του φυσικού αερίου– τον επιθετικό πόλεμο του Πούτιν.

Επομένως, η ασυνέπεια δεν είναι ελληνική ιδιαιτερότητα αλλά ευρωπαϊκός κανόνας. Το ειδικό ελληνικό πρόβλημα είναι η τεράστια εξάρτηση της ηλεκτροπαραγωγής από το φυσικό αέριο.

Η θεωρία σύμφωνα με την οποία συντηρούμε μία καταστροφική εξάρτηση από το φυσικό αέριο και δημιουργούμε ολιγάρχες για να... σώσουμε τον πλανήτη από τους ρύπους δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα.

Επί συνολικού πληθυσμού του πλανήτη 8 δισεκατομμυρίων, τα 3 δισεκατομμύρια ζουν στην Κίνα, την Ινδία και την Ινδονησία, χώρες στις οποίες το 60% του ηλεκτρισμού παράγεται από άνθρακα.

Το 2021 τόσο η παραγωγή άνθρακα, όσο και η παραγωγή ηλεκτρισμού από άνθρακα αυξήθηκε σε αυτές τις χώρες. Άλλωστε, η επιστροφή, για ένα διάστημα, της «πράσινης» Γερμανίας στη σημαντική αύξηση της ηλεκτροπαραγωγής από άνθρακα απαντάει στη σχετική επιχειρηματολογία.

Η Ε.Ε. έχει κηρύξει –σωστά κατά την άποψή μου– ένα είδος οικονομικού πολέμου σε βάρος της Ρωσίας, μέσω σημαντικών οικονομικών κυρώσεων, σε μια προσπάθεια να δημιουργηθούν αντικίνητρα ώστε να περιοριστούν οι επιθετικές πρωτοβουλίες της Ρωσίας σε βάρος της Ουκρανίας.

Σε αυτό το πλαίσιο είναι τουλάχιστον περίεργο να καταγγέλλουμε κάθε τόσο τον Πούτιν για τη μετατροπή του φυσικού αερίου και του πετρελαίου που εξάγει η Ρωσία σε μέσο άσκησης πίεσης σε βάρος της Ε.Ε. Εμείς ασκούμε πίεση προς τη μία κατεύθυνση και θα πρέπει να περιμένουμε ανάλογη πίεση από τη Ρωσία προς την αντίθετη κατεύθυνση.

Το να διαμαρτυρόμαστε για την προβολή οικονομικής ισχύος από την πλευρά του Πούτιν δεν μας λύνει το πρόβλημα. Στην Ελλάδα δεν παίρνουμε κανένα μέτρο περιορισμού της κατανάλωσης ενέργειας, ενώ στη Γερμανία εφαρμόζονται ήδη σημαντικά μέτρα για να καλυφθεί το ενεργειακό κενό που διαφαίνεται για την άνοιξη του 2023.

 Η κυβέρνηση έχει δημιουργήσει τεράστια εξάρτηση από το φυσικό αέριο, χωρίς καν να έχει φροντίσει για την κατασκευή χώρων αποθήκευσής του. Όλες οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις προσπαθούν να αυξήσουν τα αποθέματα φυσικού αερίου σύμφωνα με τους ευρωπαϊκούς στόχους που έχουν τεθεί, ενώ το... επιτελικό κράτος αρκείται στο να διαπραγματεύεται αποθηκευτικούς χώρους με την Ιταλία και τη Βουλγαρία.

Όλα στο λόμπι

Ο Φιλελεύθερος πρόεδρος της Γαλλίας Μακρόν και οι Φιλελεύθεροι που συμμετέχουν στον κυβερνητικό συνασπισμό της Γερμανίας στρέφονται στην ενίσχυση του ρόλου του κράτους για την αντιμετώπιση της ενεργειακής αστάθειας. Όπως δήλωσε στο Κοινοβούλιο η πρωθυπουργός της Γαλλίας, Ελιζαμπέτ Μπορν: «Η έκτακτη συνθήκη με την κλιματική αλλαγή υπαγορεύει δυναμικές και ριζοσπαστικές αποφάσεις. Αυτό σημαίνει πως πρέπει να έχουμε τον πλήρη έλεγχο της παραγωγής και του ενεργειακού μας μέλλοντος. Οφείλουμε να διασφαλίσουμε την κυριαρχία μας έναντι των συνεπειών του πολέμου και των σοβαρότατων προβλημάτων που θα ανακύψουν. Γι’ αυτό επιβεβαιώνω την πρόθεση του κράτους να κατέχει το 100% του κεφαλαίου της Électricité de France (EDF)».

Με νέο νόμο που κατατέθηκε στην Ομοσπονδιακή Βουλή της Γερμανίας, η κυβέρνηση Σολτς εξουσιοδοτείται να εθνικοποιήσει κρίσιμες ενεργειακές υποδομές, να αυξήσει το μερίδιο του λιθάνθρακα και του πετρελαίου στην ηλεκτροπαραγωγή και να αντιμετωπίσει τις ΑΠΕ ως «υποδομές εθνικής ασφάλειας».

Ήδη η κυβέρνηση συνασπισμού έχει δαπανήσει δισεκατομμύρια ευρώ με τη στήριξη της μεγαλύτερης εταιρείας μεταπώλησης φυσικού αερίου Uniper και πολλών δημοτικών επιχειρήσεων ενέργειας.

Στη Γαλλία και στη Γερμανία ενισχύεται ο ρόλος του κράτους για να περιοριστεί η ενεργειακή αστάθεια, ενώ στην Ελλάδα ο κ. Μητσοτάκης κινείται σε διαμετρικά αντίθετη κατεύθυνση. Προχώρησε στη μερική ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ μέσω ενός fund που επένδυσε την κατάλληλη στιγμή –από τύχη ή από εσωτερική πληροφόρηση– για να πραγματοποιήσει, μαζί με όσους βρίσκονται πίσω από αυτό, αστρονομικά «ουρανοκατέβατα» κέρδη, ενώ έχει μετατρέψει τον Περιστέρη και τον Μυτιληναίο σε πρωταγωνιστές στη διαμόρφωση του ενεργειακού μας μέλλοντος.

Ισχυρό δίδυμο

Με πληρωμένη καταχώρηση στον Τύπο, ο κ. Μυτιληναίος, επικεφαλής του ομώνυμου επιχειρηματικού ομίλου, μας πληροφορεί για τις ανησυχίες του. Στη σχετική καταχώρηση επισημαίνεται: «Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα ήταν η συζήτηση που είχε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της MYTILINEOS S.A. με τον διάσημο Αμερικανό πολιτικό επιστήμονα και καθηγητή στο Στάνφορντ, Φράνσις Φουκουγιάμα, για την παγκόσμια και ενεργειακή κρίση, στη σκιά του πολέμου στην Ουκρανία, στο συνέδριο του Economist».

Ο παράγοντας ο οποίος πίεσε διαχρονικά υπέρ της μεγαλύτερης εξάρτησης από το φυσικό αέριο και πραγματοποιεί τώρα μαζί με τον κ. Περιστέρη σημαντικά «ουρανοκατέβατα» κέρδη, μας διαβεβαιώνει ότι: «Η Ελλάδα μπορεί να βασιστεί στους λιγνίτες και στα υδροηλεκτρικά της, αλλά και στο LNG. Το πρόβλημα αυτή τη στιγμή είναι το κόστος».

Από τη μία, το λόμπι του φυσικού αερίου μάς έβαλε –με υπογραφές Μητσοτάκη– σε μια φοβερή ενεργειακή και οικονομική περιπέτεια, από την άλλη αναπτύσσει και τον δημόσιο προβληματισμό του υπέρ του λιγνίτη.

Όλα αυτά θα ήταν διασκεδαστικά αν δεν ήταν τραγικά για την οικονομία και την κοινωνία.

Το δίδυμο Μυτιληναίου, Περιστέρη έχει αποκτήσει χαρακτηριστικά ενεργειακής ολιγαρχίας και οι εταιρείες τους, με τη βοήθεια των «ουρανοκατέβατων» κερδών του ασύμφορου φυσικού αερίου, δίνουν εντυπωσιακό «παρών» στη διαμόρφωση των ενεργειακών εξελίξεων.

Δηλώνουν παρουσία στην προσπάθεια ιδιωτικοποίησης της προβληματικής ΛΑΡΚΟ, στη διεκδίκηση της εκμετάλλευσης της Αττικής Οδού για τα επόμενα 25 χρόνια, στον ευρύτερο έλεγχο των έργων βασικής υποδομής όπως είναι η Εγνατία Οδός, σε έργα σιδηροδρομικής υποδομής της ΕΡΓΟΣΕ ύψους 4 δισ. ευρώ.

Με τη βοήθεια των «ουρανοκατέβατων» κερδών, των ευρωπαϊκών και κρατικών κονδυλίων, ακόμη και απευθείας αναθέσεων, παρατηρείται πρωτοφανής συγκέντρωση οικονομικής ισχύος, η οποία βέβαια έχει επικοινωνιακή και πολιτική διάσταση.

Με τον Μητσοτάκη να τους διευκολύνει, για τους δικούς του λόγους, δεν υπάρχει κανένα εμπόδιο στην ενίσχυσή τους σε βάρος του ανταγωνισμού και της ίδιας της οικονομίας και της κοινωνίας.

Στην πρώτη μου πενταετία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο απευθύνθηκα στην αρμόδια Επίτροπο για να δω αν υπάρχει δυνατότητα ευρωπαϊκής παρέμβασης κατά του καρτέλ των κατασκευαστικών εταιρειών στην Ελλάδα, οι οποίες τότε δεν είχαν τη σημερινή ισχύ της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ ή της MYTILINEOS. Η απάντηση που έλαβα ήταν ότι η βασική αρμοδιότητα ανήκει στις εθνικές επιτροπές ανταγωνισμού.

Κατά τη διάρκεια της δεύτερης θητείας μου ήρθα σε επαφή με τους αρμόδιους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για να διερευνήσω τη δυνατότητα ευρωπαϊκής παρέμβασης στην κατανομή των ευρωπαϊκών κονδυλίων, ιδιαίτερα αυτών που έχουν σχέση με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης, προκειμένου να αξιολογηθούν τα κριτήρια που εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις. Η απάντηση που πήρα ήταν ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρεμβαίνει μόνο σε περίπτωση διαπίστωσης παρανομιών.

Πιο τυχερός ήταν ο αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και επικεφαλής της ευρωομάδας του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρης Παπαδημούλης, ο οποίος κατέθεσε γραπτή ερώτηση στον αρμόδιο Επίτροπο Τιερί Μπρετόν για το λεγόμενο «πάρτι» των απευθείας αναθέσεων.

Στην ερώτησή του, ο κ. Παπαδημούλης υπογράμμιζε ότι «η Ελλάδα σημειώνει πολύ κακή επίδοση στην πλειονότητα των δεικτών που αφορούν τις δημόσιες συμβάσεις» καθώς «42% αυτών ανατέθηκαν στο πλαίσιο διαδικασιών με μόλις έναν υποψήφιο». Υπογράμμιζε επίσης πως «σύμφωνα με τα στοιχεία της Ενιαίας Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων (ΕΑΑΔΣΥ)» από το σύνολο των δημοσίων συμβάσεων της περιόδου 1/1/2020 έως 31/10/2021, 3,66 δισ. ευρώ αφορούν κλειστούς διαγωνισμούς (17,5%) και 2,9 δισ. ευρώ απευθείας αναθέσεις (13,9%).

Από την απάντηση του Επιτρόπου Τιερί Μπρετόν φαίνεται ότι η Επιτροπή αντιλαμβάνεται τα προβλήματα με τις απευθείας αναθέσεις στην Ελλάδα.

Στην απάντησή του, ο Επίτροπος τονίζει ότι «οι συχνές μεταρρυθμίσεις στη νομοθεσία για τις δημόσιες συμβάσεις έχουν ως αποτέλεσμα την έκδοση διάσπαρτων νομοθετικών πράξεων και προκαλούν αστάθεια».

Προσθέτει επίσης πως «η χαμηλή ποιότητα της εθνικής νομοθεσίας για τις δημόσιες συμβάσεις μπορεί να θέσει υπό αμφισβήτηση την πλήρη συμμόρφωση με τις αρχές της ίσης μεταχείρισης, της απαγόρευσης των διακρίσεων, της αναλογικότητας και της διαφάνειας, που αποτυπώνονται στις εν λόγω οδηγίες, οι οποίες συνιστούν αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής χρήσης του δημοσίου χρήματος ενισχύοντας τον ανταγωνισμό και ελαχιστοποιώντας τον κίνδυνο διασπάθισης δημοσίου χρήματος».

Καλή η ευρωπαϊκή θεωρία, την οποία προσυπογράφω, η ελληνική διαχειριστική πραγματικότητα όμως είναι εντελώς διαφορετική και προσδιορίζεται κυρίως από την ποιότητα και τις προτεραιότητες του πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη και του στενού κύκλου των συνεργατών του.

Μπες βγες

Δεν φτάνει που η κυβέρνηση κινείται με βάση τα συμφέροντα του λόμπι του φυσικού αερίου, αλλά δαπανά τεράστια ποσά για την επιδότηση της λαθεμένης πολιτικής που ακολουθεί.

Σύμφωνα με υπολογισμούς που δημοσιεύονται στην «Καθημερινή» (10 Ιουλίου 2022):

«Για τις επιδοτήσεις καυσίμων και ρεύματος έχουν ήδη διατεθεί 7 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης και από τον προϋπολογισμό. Μόνο τον Ιούλιο για επιδοτήσεις των λογαριασμών ηλεκτρικής ενέργειας δόθηκαν 722 εκ. ευρώ.

Αν οι τιμές που “δείχνουν” τα προθεσμιακά συμβόλαια του Αυγούστου και των επόμενων μηνών επιβεβαιωθούν (...) θα πρέπει να εξευρεθούν πόροι της τάξεως του 1-1,5 δισ. τον μήνα».

Η κυβέρνηση εμφανίζεται να επιδοτεί την κατανάλωση, ενώ στην πραγματικότητα επιδοτεί την κερδοσκοπία, εφόσον επιτρέπει να διαμορφώνονται οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας σε εξωφρενικά ύψη, κυρίως μέσω της άμεσης σύνδεσής τους με την τιμή του φυσικού αερίου.

Είναι χαρακτηριστικό ότι οι πρωθυπουργοί της Ισπανίας και της Πορτογαλίας επέβαλαν, σε ό,τι αφορά τις χώρες τους, την αναγκαία αποσύνδεση των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας από το φυσικό αέριο. Ο κ. Μητσοτάκης αρνήθηκε να τους ακολουθήσει σε αυτή την πρωτοβουλία. Προσποιήθηκε ότι περίμενε μια ευρύτερη ευρωπαϊκή ρύθμιση, η οποία όπως είχα επισημάνει δεν ήταν στην ημερήσια διάταξη.

Με τα «ουρανοκατέβατα» κέρδη και τις τεράστιες επιδοτήσεις από τον κρατικό προϋπολογισμό, οι κυρίαρχοι του λόμπι του φυσικού αερίου αποκτούν συγκριτικό πλεονέκτημα και στις κατασκευές.

Σύμφωνα με μελέτη του ΙΟΒΕ, οι συνολικοί πόροι που προβλέπεται να διατεθούν για έργα στις κατασκευές θα είναι 13,3 δισ. σε επιχορηγήσεις και 13,7 δισ. σε δάνεια για την περίοδο 2022-2026. Επιπλέον, 8,7 δισ. υπολογίζει το ΙΟΒΕ ότι θα διατεθούν σε υποδομές μέσω του νέου ΕΣΠΑ (2021-2027).

Λεφτά, λοιπόν, υπάρχουν. Όμως με τις προτεραιότητες και τις μεθόδους Μητσοτάκη δημιουργούνται ολιγάρχες πλούτου σε συνθήκες οικονομικής και κυρίως κοινωνικής δυσπραγίας.