Φρέσκο χρήμα γρήγορα - Free Sunday
Φρέσκο χρήμα γρήγορα

Φρέσκο χρήμα γρήγορα

Μια «εργαλειοθήκη» που μπορεί να επιταχύνει τις επενδύσεις στην Ελλάδα, οι οποίες αποτελούν βασικό μοχλό ανάπτυξης και μεγέθυνσης της οικονομίας, αναπτύχθηκε με τη μορφή μελέτης από την Deloitte για λογαριασμό του ΣΕΒ. Με δεδομένο ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει προκλήσεις στην προσέλκυση επενδύσεων και παραμένει σε χαμηλή κατάταξη σε βασικούς δείκτες διεθνούς ανταγωνιστικότητας παρά τη σημαντική μεταρρυθμιστική προσπάθεια των τελευταίων ετών, η εργαλειοθήκη επιτάχυνσης παραγωγικών επενδύσεων αποτελείται από καλές πρακτικές, δομές και μηχανισμούς που αποσκοπούν στην αναγνώριση και προώθηση πρακτικών που ήδη έχουν εφαρμοστεί στις περισσότερες χώρες της Ε.Ε. και στοχεύουν στην κάλυψη βασικών προϋποθέσεων, καθώς και στη βελτίωση της ανθεκτικότητας και αποτελεσματικότητας των μηχανισμών προσέλκυσης επενδύσεων.

Παράλληλα, προωθεί τη διαφοροποίηση μέσω της ανάπτυξης καινοτόμων προϊόντων και υπηρεσιών υψηλής προστιθέμενης αξίας που συμμετέχουν επιτυχώς σε παγκόσμιες αλυσίδες αξίας και κερδίζουν τον διεθνή ανταγωνισμό.

Μεταξύ της Ελλάδας και της Ε.Ε. έχει δημιουργηθεί ένα επενδυτικό κενό, το οποίο εκτιμάται από το 2009 έως το 2017 σε πάνω από 100 δισ. ευρώ. Η υλοποίηση επιπλέον επενδύσεων συνδέεται με ιδιαίτερα σημαντικά αναπτυξιακά οφέλη. Συγκεκριμένα, η υλοποίηση 100 δισ. ευρώ επενδύσεων σε διάστημα πενταετίας εκτιμάται ότι μπορεί να εξασφαλίσει κατά μέσο όρο επιπλέον 15-20 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση και 200.000-250.000 νέες θέσεις εργασίας, χωρίς να υπολογίζονται επιπλέον σημαντικά οφέλη από τη μετέπειτα περίοδο παραγωγικής λειτουργίας τους.

Το ερώτημα που παραμένει όμως και διαρκώς γίνονται προσεγγίσεις για την απάντησή του είναι «γιατί το επενδυτικό κενό έχει τόση σημασία στην Ελλάδα σήμερα;». Αρχικά πρέπει να σημειωθεί ότι κοινώς παραδεκτό είναι ότι αποτελεί τον πλέον κρίσιμο παράγοντα ύφεσης και μεγάλης ανεργίας. Παράλληλα, είναι η πιο σημαντική απόκλιση μεταξύ Ελλάδας και Ευρωζώνης και, τέλος, η επαναφορά στην επενδυτική κανονικότητα δεν είναι ουδέτερη, αλλά θα καθορίσει το οικονομικό πρότυπο στις επόμενες δεκαετίες.

Το ίδιο όμως κενό είναι και σπουδαία ευκαιρία, γιατί σήμερα όλες οι χώρες βρίσκονται σε φάση τεχνολογικής αναβάθμισης και η επανεκκίνηση των επενδύσεων μπορεί να εξυψώσει την παραγωγικότητα. Άλλωστε μετά την κρίση του 2008 οι ακαθάριστες επενδύσεις μειώθηκαν στις χώρες της Ευρωζώνης, στην Ελλάδα όμως κατέρρευσαν, καθώς το 2017 υστερούσαν περίπου 9% του ΑΕΠ σε σύγκριση με το μέσο μερίδιο επενδύσεων στην Ευρωζώνη.

Πώς όμως είναι δυνατόν και πότε μπορεί να κλείσει το επενδυτικό χάσμα Ελλάδας-Ευρωζώνης – και ποιος είναι ο ενδεικτικός στόχος; Οι επενδυτικές προσεγγίσεις κάνουν λόγο για επτά χρόνια, δηλαδή ότι το 2025 η Ελλάδα μπορεί να φτάσει το ίδιο μερίδιο ΑΕΠ, εφόσον έχει χρηματοδοτήσει ακαθάριστες επενδύσεις ύψους 45 δισ. ευρώ (σε σημερινές τιμές), από 21 δισ. ευρώ που επένδυσε πέρυσι. Δηλαδή μια αύξηση περίπου 3 δισ. ευρώ κάθε χρόνο σε ακαθάριστες επενδύσεις που θα αφορούν κυρίως νέες επενδύσεις και όχι αποσβέσεις.

Οι τομείς όπου μπορούν να γίνουν οι νέες επενδύσεις είναι οι εξής: Μεταποίηση (Βιομηχανία, Αγροτοβιομηχανία), Ενέργεια/Δίκτυα/Ήπιες Μορφές Ενέργειας, Τουρισμός, Μεταφορές/Logistics, αλλά και Διακλαδικές Επενδύσεις, όπως π.χ. μηχανήματα ΑΠΕ, σύνθετο τουριστικό προϊόν κ.λπ.

Ο επενδυτικός κόσμος θεωρεί απαραίτητο ένα επιθετικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων για τη δημιουργία δομών, μηχανισμών και διαδικασιών επιτάχυνσης των επενδύσεων, το οποίο επιταχύνει τη σύγκλιση με τις πρακτικές της Ε.Ε. και βελτιώνει τη συνολική επενδυτική απόδοση παράλληλα με τη βελτίωση των δημοσίων εσόδων, ανάγκη η οποία εκφράζεται από θεσμικούς και μη φορείς ευκαιρίας δοθείσης.

Η εργαλειοθήκη επιτάχυνσης παραγωγικών επενδύσεων στην Ελλάδα αναγνωρίζει καλές πρακτικές που βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητα της χώρας ως επενδυτικού προορισμού, όπως αξιολογείται από δυνητικούς επενδυτές.

Για τη διεξαγωγή της μελέτης από την Deloitte μελετήθηκαν 9 κλάδοι της ελληνικής οικονομίας, πραγματοποιήθηκαν πάνω από 30 συνεντεύξεις με επιχειρήσεις, φορείς δημόσιας διοίκησης αλλά και φορείς του εξωτερικού και εντοπίστηκαν 36 παράγοντες που συντηρούν προβληματισμούς και επηρεάζουν αρνητικά αποφάσεις για επενδύσεις. Μέσω έρευνας και με την υποστήριξη του διεθνούς δικτύου της Deloitte αναγνωρίστηκαν ~130 καλές πρακτικές από 35 χώρες οι οποίες θα μπορούσαν να έχουν εφαρμογή στην ελληνική πραγματικότητα. Βάσει των εν λόγω καλών πρακτικών του εξωτερικού, η Deloitte ανέπτυξε την εργαλειοθήκη επιτάχυνσης παραγωγικών επενδύσεων, αποτελούμενη από 50 εργαλεία που στοχεύουν στη βελτίωση των παραγόντων που επηρεάζουν επενδυτικές αποφάσεις και στην έλευση περισσότερων και καλύτερων επενδύσεων στη χώρα.

Τα εργαλεία που παρουσιάζονται στη μελέτη εστιάζουν σε μια σειρά επιλογών και οφείλουν να εφαρμοστούν όχι μεμονωμένα και αποσπασματικά, αλλά υπό το πρίσμα μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής, η οποία θα υποστηρίζεται από αναπτυξιακά κριτήρια και θα προωθεί το αίσθημα της «δίκαιης μεταχείρισης» προς την επενδυτική κοινότητα.