Με 200 ευρώ τον μήνα ζει το 12% των εργαζομένων - Free Sunday
Με 200 ευρώ τον μήνα ζει το 12% των εργαζομένων
Μπορεί να επηρεάστηκαν αρνητικά σχεδόν όλες οι μισθολογικές κλίμακες, ωστόσο το κύριο βάρος της συμπίεσης των μισθών το επωμίστηκαν οι χαμηλά αμειβόμενοι.

Με 200 ευρώ τον μήνα ζει το 12% των εργαζομένων

Δραματικές είναι οι εκτιμήσεις της ΓΣΕΕ για τις επιπτώσεις της πανδημίας στον εργασιακό χώρο. Εκτόξευση της ανεργίας στο 21,2%, μισθοί κάτω από το όριο της φτώχειας, το 12% των απασχολουμένων ζει με έως 200 ευρώ τον μήνα, επιδείνωση βιοτικού επιπέδου, κίνδυνος φτωχοποίησης μεγάλου μέρους του ελληνικού πληθυσμού… Για ακόμα μία φορά, δε, το βάρος το σηκώνουν οι χαμηλόμισθοι.

Σύμφωνα με την Ετήσια Έκθεση της ΓΣΕΕ για την Ελληνική Οικονομία και Απασχόληση, περισσότεροι από 100.000 εργαζόμενοι έχουν «εξέλθει» από το εργατικό δυναμικό και ζουν με 534 ευρώ τον μήνα για πάνω από τρεις μήνες, ενώ ο μέσος μηνιαίος μισθός μειώθηκε κατά 10% το β΄ τρίμηνο του 2020 σε σχέση με το ίδιο τρίμηνο του 2019. Τρεις στους 10 λαμβάνουν αποδοχές μικρότερες από τον κατώτατο μισθό, το ύψος του οποίου –παρά την αύξηση του 2019– βρίσκεται κάτω από το όριο της φτώχειας. Επτά στους 10 έχουν μισθούς κάτω από 1.000 ευρώ.

Το 12% ζει με έως 200 ευρώ

Το β΄ τρίμηνο του 2020 ο μέσος μηνιαίος μισθός μειώθηκε σε 802 ευρώ, από 885 ευρώ το β΄ τρίμηνο του 2019, δηλαδή μειώθηκε περίπου 10%.

Στο ίδιο διάστημα το ποσοστό των απασχολουμένων που λάμβανε από 0 έως 200 ευρώ δωδεκαπλασιάστηκε, καθώς αυξήθηκε από 1% σε περίπου 12%. Η αύξηση αυτή αγγίζει τις 11,2 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ την ίδια στιγμή τα άτομα που λάμβαναν αποδοχές μεταξύ 200 και 1.200 ευρώ μειώθηκαν κατά 11,3 ποσοστιαίες μονάδες. Η μεγαλύτερη μείωση σημειώθηκε στα άτομα που είχαν καθαρές αποδοχές μεταξύ 400 και 600 ευρώ. Το ποσοστό των ατόμων που λάμβαναν από 601 έως 800 ευρώ μειώθηκε από 24,8% σε 23,5%, ενώ αυτών που λάμβαναν από 801 έως 1.000 ευρώ μειώθηκε από 21,8% σε 18,3%.

Οι χαμηλόμισθοι σηκώνουν το βάρος

Μπορεί να επηρεάστηκαν αρνητικά σχεδόν όλες οι μισθολογικές κλίμακες, ωστόσο το κύριο βάρος της συμπίεσης των μισθών το επωμίστηκαν οι χαμηλά αμειβόμενοι. Ειδικότερα, διαφαίνεται ότι πολύ μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού είτε βρίσκεται εκτός αγοράς εργασίας (σε αναστολή που διαρκεί πάνω από τρεις μήνες), είτε καταγράφεται ως άνεργο, είτε εργάζεται λαμβάνοντας μισθό ο οποίος βρίσκεται χαμηλότερα, έως πολύ χαμηλότερα, του ορίου της φτώχειας.

Στο 21,2% η ανεργία το 2020

Σύμφωνα με τις ίδιες εκτιμήσεις, το επίσημο ποσοστό της ανεργίας θα εκτοξευτεί στο τέλος του 2020 στο 21,2%.

Ιδιαίτερα σημαντική για το πώς θα διαμορφωθεί στο άμεσο μέλλον η εικόνα της αγοράς εργασίας είναι η διόγκωση του οικονομικά μη ενεργού πληθυσμού. Όπως αναφέρεται, το 2019 υπήρξε σταθερή μείωση του αριθμού των ανέργων και παράλληλη μείωση των οικονομικά μη ενεργών ατόμων, μικρότερου όμως μεγέθους. Το επίσημο ποσοστό της ανεργίας μειώθηκε 2 ποσοστιαίες μονάδες κατά μέσο όρο. Όμως από τον Δεκέμβριο του 2019 ο αριθμός των οικονομικά μη ενεργών άρχισε να αυξάνεται σταδιακά, με αποτέλεσμα μέχρι τον Φεβρουάριο του 2020 να έχουν αποχωρήσει από το εργατικό δυναμικό περίπου 79.000 άτομα. Η κατάσταση αυτή συνέβαλε σε έναν βαθμό στη μείωση του ποσοστού ανεργίας.

Ωστόσο, με την έναρξη του lockdown το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου και μέχρι τον Ιούνιο παρατηρείται εντυπωσιακή αύξηση του αριθμού των οικονομικά μη ενεργών. Συγκεκριμένα, μεταξύ Μαρτίου και Ιουνίου του 2020 η αύξηση των οικονομικά μη ενεργών ξεπερνούσε σταθερά τα 100.000 άτομα σε σχέση με τους αντίστοιχους μήνες του 2019.

Ειδικότερα, τον Μάρτιο και τον Μάιο η διαφορά ήταν ίση με 166.000 άτομα και 180.000 άτομα αντίστοιχα. Αυτό σημαίνει πως μεταξύ Μαρτίου και Ιουνίου αποχώρησαν από το εργατικό δυναμικό 100.000-180.000 άτομα που δηλώνουν πλέον πως δεν αναζητούν εργασία και ούτε θεωρούν πιθανό να βρουν δουλειά τους επόμενους μήνες. Ο μεγαλύτερος όγκος αυτών των ατόμων αφορά εργαζομένους που βρίσκονται σε αναστολή εργασίας για διάστημα μεγαλύτερο των τριών μηνών και λαμβάνουν εισόδημα λιγότερο από το 50% του μισθού τους.

Συγκρίνοντας τις μεταβολές με τις αντίστοιχες του προηγούμενου έτους, εξάγεται το συμπέρασμα ότι η συντριπτική πλειονότητα των καταγεγραμμένων οικονομικά μη ενεργών ατόμων στην υπό εξέταση περίοδο πιθανότατα βρίσκεται σε καθεστώς αναστολής σύμβασης εργασίας. «Ο κίνδυνος φτωχοποίησης αυτών των ατόμων είναι ιδιαίτερα υψηλός» παρατηρούν οι μελετητές του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ.

Μισθοί κάτω από το όριο της φτώχειας

Όπως επισημαίνουν οι ερευνητές του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ, παρά την αύξηση του κατώτατου μισθού τον Φεβρουάριο του 2019, το ύψος του βρίσκεται κάτω από το όριο της φτώχειας και απέχει σημαντικά από το ύψος ενός μισθού αξιοπρεπούς διαβίωσης. «Στην Ελλάδα ο κατώτατος μισθός είναι κάτω από το όριο της σχετικής και της απόλυτης φτώχειας» τονίζουν οι ερευνητές, προσθέτοντας πως το στοιχείο αυτό λαμβάνει βαρύνουσα διάσταση αν αναλογιστεί κανείς ότι το 31% των απασχολουμένων το β΄ τρίμηνο του 2020 έλαβε αποδοχές μικρότερες του κατώτατου μισθού.

Μείωση των ωρών απασχόλησης

Σύμφωνα με την έκθεση, το μέγεθος του σοκ που προκάλεσε η πανδημία στην αγορά εργασίας αποτυπώνεται στον δείκτη των συνολικών ωρών απασχόλησης σε βασικές θέσεις εργασίας, ο οποίος στη χώρα μας διαμορφώθηκε το β΄ τρίμηνο του 2020 στις 62 μονάδες, έναντι 85,1 μονάδων το δ΄ τρίμηνο του 2019.