Κυβερνητικοί ελιγμοί σε βάρος της πραγματικής οικονομίας - Free Sunday
Κυβερνητικοί ελιγμοί σε βάρος της πραγματικής οικονομίας

Κυβερνητικοί ελιγμοί σε βάρος της πραγματικής οικονομίας

Η επιστροφή των εκπροσώπων του κουαρτέτου στην Αθήνα, πιθανότατα εντός των ημερών, θα βοηθήσει στην αποσαφήνιση της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης. Προς το παρόν ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας και οι συνεργάτες του καταφεύγουν σε πολιτικούς ελιγμούς, με την πραγματική οικονομία να βρίσκεται σε τέλμα και την κοινωνική κρίση σε φάση επιδείνωσης.


Δύσκολες δημοσκοπήσεις

Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις καταγράφουν μεγάλη αποσυσπείρωση των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ. Χωρίς την αναγκαία αναγωγή στις προτιμήσεις όσων δηλώνουν αναποφάσιστοι, το δημοσκοπικό ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ κινείται σταθερά κάτω από το 20%, ενώ ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας έχει την έγκριση 30%-32% των συμπολιτών μας, ένα ποσοστό που δεν είναι καταδικαστικό αλλά είναι περίπου το μισό απ’ ό,τι ήταν πριν από 12 μήνες.

Οι δημοσκοπήσεις εμφανίζουν τη ΝΔ να έχει ένα προβάδισμα τουλάχιστον 3-4 μονάδων και τον κ. Μητσοτάκη να υπερισχύει στη δημόσια και στην πρωθυπουργική του εικόνα του κ. Τσίπρα. Δεν παρατηρείται ακόμη μεγάλη μετατόπιση ψηφοφόρων από τον ΣΥΡΙΖΑ προς τη ΝΔ, απλώς επιστρέφουν σε αυτήν ψηφοφόροι της οι οποίοι, μέσα στην πολιτική τους απογοήτευση, επέλεξαν τον ΣΥΡΙΖΑ στις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις.

Στο Μαξίμου εκτιμούν ότι πρέπει να αποφύγουν αποφάσεις και μέτρα τα οποία μπορεί να οδηγήσουν σε μεγαλύτερη αποσυσπείρωση των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ και στη συνέχεια στη μετακίνησή τους σε άλλα κόμματα.


Το νέο αφήγημα

Το νέο πολιτικό αφήγημα της κυβερνητικής ηγεσίας είναι πολύ λιγότερο επιθετικό απ’ ό,τι ήταν πριν από έναν χρόνο, εξακολουθεί όμως να είναι επικίνδυνο, λόγω της αναποτελεσματικότητας που το συνοδεύει.

Ο πρωθυπουργός και το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης υποκρίνονται ότι έχουν εφαρμόσει όσα προβλέπονται στο τρίτο πρόγραμμα-μνημόνιο, το οποίο διαπραγματεύτηκε ο ίδιος ο κ. Τσίπρας, και απλά η κυβέρνηση πέφτει θύμα της αρνητικής συγκυρίας.

Ο υπουργός Οικονομικών κ. Τσακαλώτος περιγράφει στους Ευρωπαίους συνομιλητές του μια μάχη ελεφάντων μεταξύ των ευρωπαϊκών θεσμών και του ΔΝΤ, με την ελληνική οικονομία να βρίσκεται στη μέση και να κινδυνεύει να ποδοπατηθεί. Δημιουργεί μάλιστα την εντύπωση ότι η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης έχει εξασφαλίσει την έγκριση όλων των ευρωπαϊκών θεσμών και των κυβερνήσεων. Στις επαφές που έχω στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο ΕΛΚ και με εκπροσώπους των ευρωπαϊκών θεσμών διαπιστώνω την καλή πολιτική διάθεση των Ευρωπαίων εταίρων να κλείσει θετικά η πρώτη αξιολόγηση του τρίτου προγράμματος-μνημονίου μέχρι το Πάσχα των Καθολικών στις 27 Μαρτίου, είναι φανερό όμως ότι υπάρχουν σοβαρές διαφορές με την ελληνική πλευρά στις εκτιμήσεις για την εφαρμογή των συμφωνηθέντων και την προοπτική της οικονομίας.

Οι Ευρωπαίοι εταίροι δεν ζητούν τα εξαιρετικά αυστηρά μέτρα που προτείνει το ΔΝΤ για τις συντάξεις, εκτιμούν όμως ότι οι προτάσεις Τσίπρα-Κατρούγκαλου είναι ανεπαρκείς. Εκτιμούν ότι η κυβέρνηση έχει μείνει πολύ πίσω στη διαχείριση των κόκκινων δανείων και στη δημιουργία του ειδικού οργανισμού που θα διαχειριστεί σε βάθος χρόνου τις ιδιωτικοποιήσεις και τη δημόσια περιουσία, διεκδικώντας έναν εξωπραγματικό στόχο για έσοδα 50 δισ. ευρώ. Τέλος, έχουν βασικές αντιρρήσεις στη φορολογική πολιτική της κυβέρνησης, την οποία θεωρούν αντιπαραγωγική και αμφίβολης αποτελεσματικότητας.

Τον προβληματισμό για την ποιότητα της προσαρμογής που επιχειρείται και την αδυναμία προσέλκυσης επενδύσεων για να βγούμε από το τέλμα διατύπωσαν το τελευταίο διάστημα με δημόσιες παρεμβάσεις τους ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Στουρνάρας, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά το ασφαλιστικό, και ο πρώην διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Προβόπουλος, ο οποίος επέμεινε ότι η κυβέρνηση στερείται στρατηγικής στην οικονομία και θα πρέπει να βρει τρόπους για να αυξηθούν οι επενδύσεις από 11%-12% του ΑΕΠ, που είναι σήμερα, στο 24%-25% του ΑΕΠ, που ήταν πριν από την κρίση. Κατά τον κ. Προβόπουλο, η εγχώρια αποταμίευση δεν αρκεί για να αυξηθούν θεαματικά οι επενδύσεις και θα πρέπει να στραφούμε στην προσέλκυση ξένων κεφαλαίων, ακολουθώντας την κατάλληλη πολιτική.

Απαντώντας σε ερώτημα που του έθεσα κατά τη διάρκεια του διαλόγου που είχε με τα μέλη της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, την περασμένη Τετάρτη, στις Βρυξέλλες, ο υπουργός Οικονομικών κ. Τσακαλώτος εξέφρασε την άποψη ότι ο κ. Στουρνάρας και ο κ. Προβόπουλος δεν εκτιμούν σωστά την κατάσταση στο ασφαλιστικό, συνταξιοδοτικό σύστημα και στον τομέα των επενδύσεων.


Διαφορετική προσέγγιση

Ο υπουργός Οικονομικών κ. Τσακαλώτος έχει μία εντελώς διαφορετική προσέγγιση από τον προκάτοχό του κ. Βαρουφάκη στα ζητήματα της οικονομίας και των σχέσεων με τους Ευρωπαίους εταίρους και τους πιστωτές. Εμφανίζει την εικόνα μιας κυβέρνησης η οποία εφαρμόζει γρήγορα και αποτελεσματικά τα συμφωνηθέντα και βάζει τέλος στις γνωστές παθογένειες του ελληνικού πολιτικού συστήματος, από το ρουσφέτι μέχρι τις πολιτικές και κομματικές παρεμβάσεις στη δημόσια διοίκηση.

Δυσκολεύεται να γίνει συγκεκριμένος όταν του ζητούνται διευκρινίσεις σε ζητήματα όπως είναι η υπονόμευση των ανεξάρτητων αρχών από την κυβέρνηση ή η αδυναμία περιορισμού των δημόσιων δαπανών, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τη μισθολογική δαπάνη του Δημοσίου και τις αμυντικές δαπάνες, με έμφαση στην αγορά οπλικών συστημάτων. Σε γενικές γραμμές, πάντως, δεν ερεθίζει τους συνομιλητές του, χωρίς βέβαια να τους πείθει.

Οι εκπρόσωποι των ευρωπαϊκών θεσμών δείχνουν κατανόηση στις πολιτικές ανάγκες της κυβέρνησης και στέλνουν μηνύματα ευελιξίας, ζητώντας παράλληλα την εφαρμογή των συμφωνηθέντων. Η πολιτική ομάδα των Σοσιαλιστών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κάνει θετικές δηλώσεις για την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό κ. Τσίπρα –χαρακτηριστικά τα όσα είπε ο πρόεδρός της κ. Πιτέλα στη διάρκεια της πρόσφατης επίσκεψής του στην Αθήνα–, εκτιμώντας ότι η πολιτική αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί τελικά να τον οδηγήσει σε συνεργασία με τους Ευρωπαίους Σοσιαλιστές και στη σταδιακή απομάκρυνση από την ομάδα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς.

Το βασικό λάθος που κάνουν στο Μαξίμου είναι ότι μπερδεύουν τις κινήσεις τακτικής των Ευρωπαίων πολιτικών με την εφαρμογή των συμφωνηθέντων, η οποία δεν είναι προς διαπραγμάτευση. Μπορεί να υπάρξουν ευνοϊκές ερμηνείες για τους στόχους και το χρονοδιάγραμμα –άλλωστε η πρώτη αξιολόγηση επρόκειτο να κλείσει τον περασμένο Νοέμβριο σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό–, αλλά δεν μπορούν να παρακαμφθούν τα αναγκαία μέτρα.


Το ίδιο λάθος

Η κυβέρνηση Τσίπρα κάνει, σε γενικές γραμμές, το ίδιο λάθος με τις προηγούμενες κυβερνήσεις, αλλά σε μεγαλύτερη κλίμακα και σε χειρότερες συνθήκες. Δυσκολεύεται να βουτήξει στα βαθιά μνημονιακά νερά και χάνει πολύτιμο χρόνο σπαταλώντας δυνάμεις. Προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι η κυβέρνηση αποδυναμώθηκε δημοσκοπικά προτού αρχίσει να εφαρμόζει τα πιο δύσκολα μέτρα του τρίτου προγράμματος-μνημονίου. Ενισχύονται έτσι οι δισταγμοί της και ενθαρρύνεται η ηγεσία της στην προσπάθεια παράκαμψης του μνημονίου με πολιτικά μέσα. Κατά την άποψή μου, η επίκληση της προσφυγικής κρίσης, στη γιγάντωση της οποίας τόσο συνέβαλε η κυβερνητική αδράνεια, και η αναφορά στις υπαρκτές διαφωνίες μεταξύ των Ευρωπαίων εταίρων και του ΔΝΤ δεν πρόκειται να λύσουν το πολιτικό πρόβλημα της κυβέρνησης, ούτε να «εξαφανίσουν» το μνημόνιο.

Απλώς χάνεται χρόνος για την πραγματική οικονομία, με αποτέλεσμα να χειροτερεύει η κοινωνική κατάσταση. Σε έκθεση της ΤτΕ καταγράφεται ανησυχητική αύξηση της φτώχειας το 2015, τη χρονιά κατά την οποία η πολιτική κυριαρχία της Αριστεράς θα έβαζε τέλος στο μνημόνιο, στη λιτότητα και στα βάσανα των φτωχών συμπολιτών μας. Το πρώτο δίμηνο του 2016 ήταν εφιαλτικό για την πραγματική οικονομία, με την κατανάλωση να υποχωρεί κι άλλο εξαιτίας του αρνητικού κλίματος, τις κινητοποιήσεις κατά της κυβερνητικής πολιτικής να δημιουργούν πρόσθετα προβλήματα στις μεταφορές, στο εμπόριο, στις εισαγωγές και στις εξαγωγές και τα spreads στα δεκαετή ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου να παραμένουν στα ύψη, σε μια περίοδο κατά την οποία το 40% του δανεισμού του Δημοσίου των χωρών της Ευρωζώνης πραγματοποιείται με αρνητικά επιτόκια.