Το Brexit φέρνει νέα χρηματοπιστωτική κρίση - Free Sunday
Το Brexit φέρνει νέα χρηματοπιστωτική κρίση

Το Brexit φέρνει νέα χρηματοπιστωτική κρίση

Όπως είχαν προειδοποιήσει οι περισσότεροι ξένοι ειδικοί και οι διεθνείς οργανισμοί, το Brexit δημιουργεί συνθήκες οικονομικής αστάθειας και αναδεικνύει τα αδύνατα σημεία της βρετανικής, της ευρωπαϊκής και φυσικά της ελληνικής οικονομίας.

Ταυτόχρονα, συνδυάζονται οι αρνητικές οικονομικές εξελίξεις με την πολιτική πρόκληση των δεξιών ευρωσκεπτικιστών και των ακροδεξιών αντιευρωπαίων σε χώρες όπως η Ιταλία, η Γαλλία, η Ολλανδία, η Αυστρία, για να μας βάλουν σε μια περίοδο επικίνδυνης αστάθειας.

Τα πρώτα προβλήματα

Όπως είχαν προειδοποιήσει οι ειδικοί, το πρώτο χτύπημα για τη βρετανική οικονομία ήρθε με το σπάσιμο της «φούσκας» των ακινήτων. Προς το παρόν οι αρνητικές εξελίξεις εστιάζονται στα επαγγελματικά ακίνητα, τα οποία είχαν υπερτιμηθεί και τώρα η αξία τους πέφτει, καθώς όλοι διαπιστώνουν ότι το Λονδίνο θα εξασθενήσει ως διεθνές χρηματοπιστωτικό κέντρο και το Ηνωμένο Βασίλειο θα γίνει λιγότερο ελκυστικό για τις μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις, παρά την πρωτοβουλία που πήρε ο υπουργός Οικονομικών κ. Όσμπορν για μείωση της φορολογίας των κερδών των επιχειρήσεων από το 20% στο 15%.

Αντιμέτωπες με την επιθυμία των επενδυτών να αποσύρουν τα κεφάλαιά τους από τα μεγάλα funds που έχουν επενδύσει στα επαγγελματικά ακίνητα και για να προλάβουν ένα ξεπούλημα επαγγελματικών ακινήτων σε μάταιη αναζήτηση ρευστότητας για να ικανοποιηθούν όσοι θέλουν να αποσύρουν τις επενδύσεις τους, οι αρμόδιες αρχές πήραν μέτρα εγκλωβισμού των επενδυτών στα funds που κυριαρχούν στο real estate. Το αποτέλεσμα αυτών των διοικητικών μέτρων είναι ότι οι ενδιαφερόμενοι δεν μπορούν να πάρουν τα λεφτά τους πίσω και περιορίζεται προς το παρόν η πίεση για ρευστοποίηση περιουσιακών στοιχείων που βρίσκονται στο χαρτοφυλάκιο των funds που δεσπόζουν στα επαγγελματικά ακίνητα. Το δίχτυ προστασίας-εγκλωβισμού αφορά ήδη επενδύσεις 12 δισ. λιρών και αναμένεται να επεκταθεί, για να αποτραπεί η αποσταθεροποίηση της αγοράς.

Αυτά που συμβαίνουν στον τομέα των επαγγελματικών ακινήτων θα περάσουν σε διάστημα εβδομάδων και στην αγορά πρώτης και δεύτερης κατοικίας. Το χτύπημα θα είναι πολύ σκληρό για τη βρετανική οικονομία και θα υπάρξει κίνδυνος οικονομικής ισοπέδωσης εκατομμυρίων δανειοληπτών, οι οποίοι θα διαπιστώσουν, όπως διαπιστώσαμε πριν από λίγα χρόνια στην Ελλάδα, ότι το δάνειο που πρέπει να εξυπηρετήσουν ξεπερνάει κατά πολύ την εμπορική αξία του ακινήτου τους.

Η κεντρική τράπεζα της Αγγλίας ενισχύει με κάθε τρόπο τη ρευστότητα του τραπεζικού συστήματος για να διευκολυνθεί στην αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων που θα εμφανιστούν με το πέρασμα του χρόνου, αλλά και για να συνεχιστεί η επαρκής χρηματοδότηση της οικονομίας. Τα βασικά οικονομικά στοιχεία του Ηνωμένου Βασιλείου δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά, καθώς το δημοσιονομικό έλλειμμα εξακολουθεί να είναι της τάξης του 5% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) και το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι της τάξης του 7% του ΑΕΠ. Εάν δημιουργηθεί, μέσω της αγοράς ακινήτων, κρίση εμπιστοσύνης σε βάρος της βρετανικής οικονομίας, θα αναδειχθούν οι διαρθρωτικές της αδυναμίες και θα περιοριστεί η ροή ξένων κεφαλαίων που χρηματοδοτεί τα ελλείμματα.

Ιταλικό πρόβλημα

Οι Ευρωπαίοι εταίροι δεν μπορούν να χαρούν με τα προβλήματα που προκαλεί το Brexit στη βρετανική οικονομία, γιατί τους έχει δημιουργήσει σοβαρότερα.

Οι μετοχές των ευρωπαϊκών τραπεζών ακολουθούν μια έντονη πτωτική πορεία μετά το Brexit και εμφανίζονται σε συγκεκριμένες χώρες, όπως η Ιταλία, ειδικά προβλήματα που μπορεί να τινάξουν στον αέρα την Ε.Ε.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ειδικών οι οποίες δημοσιεύονται στον διεθνή οικονομικό Τύπο, το ιταλικό τραπεζικό σύστημα έχει κόκκινα δάνεια που αναλογούν στο 20% του ΑΕΠ (στην Ελλάδα ξεπερνάνε το 55% του ΑΕΠ) και χρειάζεται πρόσθετη χρηματοδότηση της τάξης των 40 έως 50 δισ. ευρώ για να σταθεροποιηθεί.

Το πρόβλημα είναι ότι με τους νέους κανόνες που ισχύουν σε επίπεδο Ευρωζώνης από 1ης Ιανουαρίου 2016, απαγορεύεται η επιδότηση του τραπεζικού συστήματος από τον κρατικό προϋπολογισμό και ενδεχόμενη εξυγίανση πρέπει να γίνει στη βάση του bail in, με το κόστος να περνάει στους επενδυτές, στους ομολογιούχους και στις καταθέσεις που δεν είναι εγγυημένες.

Την κατάσταση περιπλέκει ο συσχετισμός των πολιτικών δυνάμεων που έχει διαμορφωθεί στην Ιταλία. Το δεξιόστροφο λαϊκίστικο Κίνημα Πέντε Αστέρων, του οποίου ηγείται ο πρώην κωμικός της τηλεόρασης Μπέπε Γκρίλο, έχει πάρει το δημοσκοπικό προβάδισμα από το Δημοκρατικό Κόμμα του πρωθυπουργού κ. Ρέντσι. Το Κίνημα Πέντε Αστέρων, όπως και η ακροδεξιά Λέγκα του Βορρά, της οποίας ηγείται ο κ. Σαλβίνι, ζητούν τη διενέργεια δημοψηφίσματος για την έξοδο της Ιταλίας από το ευρώ. Το ζήτημα είναι στρατηγικής σημασίας, γιατί η Ε.Ε. μπορεί να αντέξει την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου, αλλά η Ευρωζώνη δεν μπορεί να αντέξει την αποχώρηση της Ιταλίας από αυτήν, εφόσον είναι η τρίτη σημαντικότερη οικονομία, μετά τη Γερμανία και τη Γαλλία, που χρησιμοποιεί το ευρώ σαν νόμισμα.

Ο κεντροαριστερός μεταρρυθμιστής πρωθυπουργός κ. Ρέντσι προσπαθεί να παρακάμψει τους ευρωπαϊκούς κανόνες για να μη βρεθεί σε πολιτικό αδιέξοδο, αλλά δεν είναι βέβαιο ότι θα πάρει την άδεια του προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κ. Ντράγκι και πως θα έχει την υποστήριξη της καγκελαρίου κ. Μέρκελ και του πανίσχυρου υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας κ. Σόιμπλε.

Η Ε.Ε. βρίσκεται σε πλήρη σύγχυση για το ζήτημα της κρίσης του ιταλικού τραπεζικού συστήματος και οι προθεσμίες τρέχουν. Από τη μια καταρρέουν οι μετοχές των ιταλικών τραπεζών και δημιουργούνται συνθήκες νέας αύξησης των κόκκινων δανείων και από την άλλη η κυβέρνηση έχει μπροστά της ένα δύσκολο δημοψήφισμα τον Οκτώβριο, στο οποίο θα πρέπει να εγκριθεί η συνταγματική αναθεώρηση που προτείνει ο κ. Ρέντσι για να λειτουργήσει αποτελεσματικότερα το πολιτικό σύστημα. Σε περίπτωση καταψήφισής της, ο κ. Ρέντσι έχει δηλώσει ότι θα παραιτηθεί. Ακόμη κι αν δεν παραιτηθεί, θα είναι πολύ δύσκολο να ανακάμψει πολιτικά, ακόμη και να διατηρηθεί στην εξουσία, μέχρι τις βουλευτικές εκλογές του 2018.

Η αναταραχή που προκαλεί το Brexit χτυπάει τους αδύναμους οικονομικούς κρίκους της Ε.Ε. και η πρώτη κρίση που εκδηλώθηκε έχει σχέση με το προβληματικό τραπεζικό σύστημα της Ιταλίας.

Ελληνική δοκιμασία

Η επιδείνωση της ευρωπαϊκής συγκυρίας και οι κόντρες που έχουν ξεσπάσει σε επίπεδο ευρωπαϊκών θεσμών και ευρωπαϊκών κυβερνήσεων έρχονται την πιο ακατάλληλη περίοδο για την Ελλάδα.

Η κυβέρνηση Τσίπρα έχασε πολύτιμο χρόνο με τα πειράματα τύπου Βαρουφάκη και Γκάλμπρεϊθ και τελικά υποχρεώθηκε σε στροφή 180 μοιρών, αφού δημιούργησε ένα πρόσθετο κόστος για την οικονομία, το οποίο ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας κ. Ρέγκλινγκ υπολογίζει σε 100 δισ. ευρώ.

Η Ελλάδα μπορεί να μη βρίσκεται στα πρώτα θέματα των ευρωπαϊκών ΜΜΕ, έχει όμως ήδη γίνει πεδίο αντιπαράθεσης των εκπροσώπων των ευρωπαϊκών θεσμών και των κυβερνήσεων. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πιέζει για την άμεση εφαρμογή μιας αποτελεσματικής διαχείρισης των κόκκινων δανείων. Τη θεωρεί εντελώς αναγκαία για την εξυγίανση και την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, είναι φανερό όμως ότι έχει μεγάλο οικονομικό και κοινωνικό κόστος. Για ένα απροσδιόριστο χρονικό διάστημα πολλές προβληματικές επιχειρήσεις θα οδηγηθούν στην κατάσταση της Μαρινόπουλος και της Jetoil, ενώ μπορεί να δημιουργηθεί κοινωνικό πρόβλημα εξαιτίας των πλειστηριασμών πρώτης και δεύτερης κατοικίας και της ενίσχυσης της πτωτικής τάσης των τιμών των ακινήτων που θα προκαλέσει.

Παράλληλα, εκδηλώνονται πολιτικές συγκρούσεις γύρω από την εφαρμογή του ελληνικού προγράμματος, με την ομάδα των Φιλελευθέρων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να θεωρεί ότι η κυβέρνηση Τσίπρα υπογράφει τις μεταρρυθμίσεις χωρίς να τις εφαρμόζει και την ομάδα των Σοσιαλιστών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να στηρίζει δυναμικά την κυβέρνηση Τσίπρα, παρά την ασυνέπεια και την αναποτελεσματικότητά της, σε αναζήτηση νέων συμμάχων σε μια περίοδο κατά την οποία οι Σοσιαλιστές υποχωρούν εκλογικά σε σημαντικές χώρες, όπως η Ισπανία, η Γαλλία και η Γερμανία, και το ισχυρό Εργατικό Κόμμα του Ηνωμένου Βασιλείου ετοιμάζει τις βαλίτσες του Brexit, αποδυναμώνοντας κι άλλο την ευρωπαϊκή κεντροαριστερά. Μετά τα μπάνια του λαού, τα ελληνικά προβλήματα θα έρθουν ξανά στη δημοσιότητα, ελπίζουμε όχι με τον τρόπο που αναδείχθηκαν το 2015.