Υποβρύχια: Και τότε όλα έδειχναν νόμιμα… - Free Sunday
Υποβρύχια: Και τότε όλα έδειχναν νόμιμα…

Υποβρύχια: Και τότε όλα έδειχναν νόμιμα…

 

Έναν χρόνο έκλεισε την Πέμπτη 23 Νοεμβρίου η δίκη των προσώπων τα οποία εμπλέκονται στην υπόθεση με τις μίζες που δημιουργήθηκαν από την προμήθεια των πυραύλων TOR M1 και των υποβρυχίων στο τέλος της δεκαετίας του 1990 και στις αρχές της δεκαετίας του 2000, κυρίως επί υπουργίας Άκη Τσοχατζόπουλου στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Πρόκειται για δύο προμήθειες οι οποίες δεν συνδέονται ποινικά μεταξύ τους και η κοινή εκδίκαση αποφασίστηκε παρά τις αντίθετες εισηγήσεις να χωριστεί σε τρεις δικογραφίες.

Έναν χρόνο μετά την έναρξη της δίκης, η υπόθεση με τους 32 κατηγορούμενους βρίσκεται ακόμη στην ανάγνωση των εγγράφων. Ουσιαστικά πρόκειται για την υπόθεση η οποία οδήγησε στο ακροατήριο τον κ. Τσοχατζόπουλο, καθώς από τη διερεύνησή της και την εισήγηση του αντιεισαγγελέα Εφετών Ευστάθιου Βεργώνη, την οποία έκανε δεκτή το Συμβούλιο Εφετών, προέκυψαν οι μίζες.

Στην υπόθεση των υποβρυχίων υπάρχουν τρεις οπτικές: Η δικαστική, η επιχειρησιακή και η επιχειρηματική.

Υπεροπλία στον βυθό του Αιγαίου

Σήμερα το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό έχει έντεκα υποβρύχια. Από αυτά, με την περίφημη παραγγελία η οποία έστειλε τον κ. Τσοχατζόπουλο στη φυλακή αγοράστηκαν τέσσερα και αναβαθμίστηκαν άλλα τέσσερα.

«Καλά κάναμε και πήραμε τα υποβρύχια» απάντησε, όταν ρωτήθηκε σχετικά, απόστρατος ανώτατος αξιωματικός του Ναυτικού, εξηγώντας ότι με την αγορά των υποβρυχίων το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό απέκτησε υπεροπλία στο Αιγαίο. Δεν δίστασε μάλιστα να παραπέμψει στην αγορά του «Αβέρωφ» το 1907, με το οποίο εξασφαλίστηκε η υπεροπλία του Ελληνικού Ναυτικού στους Βαλκανικούς Πολέμους.

Ο ίδιος αξιωματικός, ο οποίος θεωρείται από τους πλέον καταρτισμένους του Πολεμικού Ναυτικού, προσθέτει ότι το ενδεχόμενο της κατασκευής άλλων δύο υποβρυχίων, το οποίο αποκλείστηκε λόγω της κρίσης, θα έδινε τη δυνατότητα να αποσυρθούν άλλα δύο από τα παλαιότερα υποβρύχια του Πολεμικού Ναυτικού.

Τα στελέχη του Πολεμικού Ναυτικού, εξάλλου, είναι εξαιρετικά ικανοποιημένα από το γεγονός ότι η τελική παρέμβαση, που επέτρεψε στα τέσσερα υποβρύχια να πλεύσουν στο Αιγαίο, έγινε από το ίδιο το Πολεμικό Ναυτικό, το οποίο ενίσχυσε το επιχειρησιακό του κύρος στο ΝΑΤΟ.

Βεβαίως, επίσημη τελετή για την ένταξη των δύο τελευταίων από τα τέσσερα υποβρύχια στη δύναμη του Πολεμικού Ναυτικού, το 2016, δεν έγινε. Κάποιοι ισχυρίζονται για λόγους σεμνότητας, κάποιοι λένε για ευνόητους λόγους, ότι δηλαδή η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που δεν διακρίνεται για τη σεμνότητά της, δεν ήθελε να αναγνωρίσει την αξία μιας παραγγελίας επί εποχής Τσοχατζόπουλου.

MATIS papanikolis1

Ανάγκες, προσχήματα και διαφθορά

Όμως το βασικό ζήτημα το οποίο πρέπει να απαντηθεί είναι αν η ανάγκη για ενίσχυση του Ναυτικού ήταν εκείνη που δημιούργησε τη βάση πάνω στην οποία οικοδομήθηκε η διαφθορά ή αν πάνω στη διαφθορά οικοδομήθηκε η βάση της ανάγκης για ενίσχυση του Ναυτικού.

Το εισαγγελικό πόρισμα τονίζει ότι η γερμανική κοινοπραξία Ferrostaal είχε προετοιμάσει αρκετά πριν τη δράση της, ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, ερχόμενη αρκετά νωρίς σε συνεννόηση με τον γνωστό επιχειρηματία Πάνο Γερμανό, προκειμένου να μεγιστοποιήσει τα κέρδη της σε περίπτωση επίτευξης συμφωνίας με το ελληνικό Δημόσιο.

Συγκεκριμένα, στη δικογραφία συμπεριλαμβάνεται έγγραφη συμφωνία των δύο εταιρειών που υπογράφηκε το 1996 και προέβλεπε την αντικατάσταση ικανού αριθμού έργων αντισταθμιστικών ωφελημάτων με εξαγωγές μπαταριών της Γερμανός. Ουσιαστικά, δηλαδή, το 1996 γίνεται αναφορά σε αντισταθμιστικά οφέλη από μια συμφωνία που υπογράφηκε τέσσερα χρόνια αργότερα.

Και όλα αυτά ενώ η απόφαση με την οποία το ΚΥΣΕΑ ενέκρινε τα γενικά επιχειρησιακά χαρακτηριστικά των νέων υποβρυχίων ελήφθη στις 11 Δεκεμβρίου 1996, αλλά οι πρώτες επαφές μεταξύ των κρατικών ελληνικών ναυπηγείων και της κοινοπραξίας είχαν γίνει έναν μήνα νωρίτερα.

Τον Ιανουάριο του 1997 ο κ. Τσοχατζόπουλος απηύθυνε πρόσκληση σε οίκους κατασκευής υποβρυχίων για την υποβολή προσφορών, αλλά δεν έχει βρεθεί να είχε ενδιαφερθεί κανείς.

 

Επιχείρηση «Δωροδοκία»

Από τη δικογραφία που σχημάτισε το 2008 η Εισαγγελία του Μονάχου –διερευνώντας το προβλεπόμενο από γερμανικές ποινικές διατάξεις έγκλημα της δωροδοκίας αλλοδαπών δημοσίων λειτουργών κατά τις πωλήσεις από την κοινοπραξία Ferrostaal/HDW πολεμικών πλοίων στην Ελλάδα και στην Πορτογαλία– και την οποία επικαλείται το εισαγγελικό πόρισμα προκύπτει ότι η κοινοπραξία σχημάτισε ομάδα που ανέλαβε να επιτύχει τη σύναψη της συμφωνίας για την προμήθεια και τον εκσυγχρονισμό των υποβρυχίων δωροδοκώντας αυτούς που θα λάμβαναν τις αποφάσεις στη χώρα μας, στις αρχές του έτους 1997, υπό την καθοδήγηση του έμπειρου Γερμανού επιχειρηματία Graff von Puckler, έχοντας ως κύριο στόχο την υπερκοστολόγηση των υποβρυχίων.

Οι πιθανοί ανταγωνιστές θα ήταν οι Γάλλοι και οι Σουηδοί. Τους πρώτους ανάλαβε με επιτυχία, όπως προκύπτει, ο κατηγορούμενος Αλέξανδρος Αβατάγγελος, τους δεύτερους τους εξαγόρασε απευθείας η Ferrostaal.

Η ανάγκη δημιουργίας μιας ελληνικής ομάδας η οποία θα αναλάμβανε τις καταβολές των χρημάτων κατέστη αναγκαία το 1999, όταν στη Γερμανία κατέστη ποινικό αδίκημα η δωροδοκία αξιωματούχων. Το ενδιαφέρον στοιχείο για τη λειτουργία αυτής της ομάδας των «συμβούλων» είναι ότι δεν λειτουργούσαν ως απλοί μεσάζοντες της κοινοπραξίας αλλά είχαν δεσμευτεί να χρηματοδοτήσουν οι ίδιοι τη δωροδοκία του ελληνικού πολιτικού προσωπικού και να εισπράξουν την αμοιβή τους όταν ολοκληρωθεί η υπόθεση.

Χάρη σε αυτή τη διάσταση βρέθηκε η «λίστα Ματαντού», ενός εκ των κατηγορουμένων, στην οποία είχε αναγράψει τα 55 εκατ. που είχε διαθέσει γι’ αυτόν τον σκοπό, ενώ η εταιρεία του κ. Αβατάγγελου είχε απειλήσει με αγωγή τη Ferrostaal επειδή δεν της κατέβαλε τα χρήματα που, κατά το εισαγγελικό πόρισμα, είχε ήδη διαθέσει. Στο σχέδιο της αγωγής, που τελικά δεν κατατέθηκε αλλά περιλαμβάνεται στη δικογραφία, υπήρχαν αποδεικτικά στοιχεία για τις υπηρεσίες που παρείχε η εταιρεία του κ. Αβατάγγελου, με βάση τις οποίες οι απαιτήσεις της αποτιμήθηκαν στο ποσό των 66.528,541 ευρώ. Τελικά επήλθε εξωδικαστικός συμβιβασμός στα 11 εκατ. ευρώ.

«Για παράνομες πληρωμές διέρρευσαν από τη γερμανική κοινοπραξία λίγο πάνω από 100.000.000 ευρώ, δηλαδή λιγότερο από την υπερτιμολόγηση ενός μόνο από τα οκτώ υποβρύχια που συμφωνήθηκαν με τις δύο κύριες συμβάσεις, με αποτέλεσμα το υπερβάλλον κέρδος της γερμανικής κοινοπραξίας εις βάρος του ελληνικού Δημοσίου, δηλαδή του ελληνικού λαού, να ανέρχεται σε τουλάχιστον 700 εκατ. ευρώ, με πιθανότερο το 1 δισ., χωρίς να συνυπολογιστεί το κέρδος από τις πεποιημένες συμβάσεις αντισταθμιστικών οφελών που συνόδευσαν τις δύο κύριες συμβάσεις» αναφέρει η εισήγηση του εισαγγελέα Βεργώνη.

Για μία από τις συμβάσεις των αντισταθμιστικών ωφελημάτων στην υπόθεση των υποβρυχίων πάει κατηγορούμενος ο γενικός γραμματέας Εξοπλισμών της υπουργίας Παπαντωνίου στο ΥΠΕΘΑ Σπύρος Τραυλός. Ανάμεσα στις συμβάσεις για τα αντισταθμιστικά οφέλη ήταν και μία με την οποία η Ferrostaal αναλάμβανε να χρηματοδοτήσει τη ναυπήγηση δύο πλοίων, συνολικού κόστους 60 εκατ. ευρώ. Ο κ. Τραυλός υπέγραψε την αντικατάσταση αυτής της σύμβασης με μια άλλη, η οποία αφορούσε εξαγωγή μπαταριών της εταιρείας Sunlight Γερμανός, σύμβαση ύψους 62 εκατ. ευρώ, δηλαδή θεωρητικά με μεγαλύτερο όφελος για τα ελληνικά συμφέροντα. Όμως το εισαγγελικό πόρισμα επισημαίνει ότι τα 62 εκατ. ευρώ δεν τα πλήρωσε η Ferrostaal, όπως θα γινόταν αν δεν ακυρωνόταν η σύμβαση για τη ναυπήγηση των δύο πλοίων, αλλά οι αγοραστές των μπαταριών της εταιρείας Sunlight Γερμανός, στην οποία η Ferrostaal είχε επενδύσει 10 εκατ. μάρκα το 1999. Ουσιαστικά, δηλαδή, η Ferrostaal όχι μόνο δεν πλήρωνε για τα αντισταθμιστικά οφέλη αλλά έβγαζε κέρδος από αυτά.

Αποζημιώσεις χωρίς τέλος

Δυστυχώς για το ελληνικό δημόσιο ταμείο, οι απώλειές του δεν περιορίστηκαν στα 700 εκατ. έως 1 δισ. ευρώ που υπολόγισε την υπερκοστολόγηση η εισαγγελική εισήγηση.

Όταν το 2010 η κυβέρνηση Παπανδρέου αποφάσισε να πουλήσει τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, ενδιαφέρθηκε να τα αγοράσει η εταιρεία Privinvest του Γαλλολιβανέζου επιχειρηματία Ισκαντάρ Σάφα, μετόχου κατά 25% των ναυπηγείων της HDW, η οποία είχε ενοποιηθεί με τη Ferrostaal της αρχικής παραγγελίας.

O πρώτος όρος που έθεσε ο κ. Σάφα ήταν να παραλάβει η Ελλάδα τον «Παπανικολή», το πρώτο από τα τέσσερα υποβρύχια της αρχικής παραγγελίας, το οποίο είχε κατηγορηθεί ότι «γέρνει», ώστε να αποκαταστήσει το κύρος της κατασκευάστριας εταιρείας. Στελέχη του Ναυτικού που γνωρίζουν το θέμα διαβεβαιώνουν ότι το υποβρύχιο δεν έγερνε, απλώς διαπιστώθηκε ότι στις ακραίες συνθήκες λειτουργίας, στις οποίες δοκιμάστηκε, εντοπίστηκαν συγκεκριμένα προβλήματα, τα οποία έπρεπε να επιλυθούν πριν από την παραλαβή και την ένταξή του στο δυναμικό του στόλου.

Ο δεύτερος όρος του κ. Σάφα ήταν να διασφαλίσει επιπλέον παραγγελίες ύψους 1 δισ. ευρώ, πράγμα το οποίο επιτεύχθηκε με την ανάληψη της δέσμευσης για ολοκλήρωση του προγράμματος κατασκευής των υποβρυχίων «Αρχιμήδης» και «Ποσειδών ΙΙ».

Στη συνέχεια ήρθε η κρίση και το πρόγραμμα πήγε στα αζήτητα. Ο Σάφα, όμως, προσέφυγε στο Διεθνές Διαιτητικό Δικαστήριο, το οποίο στις 17 Οκτωβρίου 2017, πριν από έναν μήνα δηλαδή, με ψήφους δύο έναντι μίας, αποφάσισε πως το ελληνικό Δημόσιο θα πρέπει να αποζημιώσει την Privinvest με 180 εκατ. ευρώ, συν τους τόκους, για τη μη εκπλήρωση των συμβατικών του υποχρεώσεων.

Η απόφαση δεν αναγνώρισε στο ελληνικό Δημόσιο το δικαίωμα να επιβάλει στον Γαλλολιβανέζο επιχειρηματία αποζημιώσεις από τη σχέση που είχαν τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά με τον ΟΣΕ, ο οποίος διεκδικεί 300 εκατ., και καταλόγισε ευθύνες για τον τρόπο με τον οποίο το ελληνικό Δημόσιο είχε χειριστεί το πρόστιμο της Ε.Ε. για τις κρατικές ενισχύσεις στα ναυπηγεία.

Άσχετα πάντως με το ότι δεν προχώρησε, η σύμβαση του 1 δισ. με τον κ. Σάφα για την κατασκευή των δύο υποβρυχίων αποκαλύπτει και το ύψος της υπερτιμολόγησης που είχε επιτευχθεί για την αρχική συμφωνία. Εκτός αν στο μεταξύ είχαν πέσει τόσο πολύ οι τιμές, πράγμα το οποίο δεν προκύπτει από τη διεθνή αγορά.

Πρακτικά, δηλαδή, για τις δύο συμβάσεις κατασκευής και επισκευής των υποβρυχίων του Πολεμικού Ναυτικού, συνολικού ύψους 2.211.451.064 (1.385.277.117 για την κατασκευή συν 826.173.947 για την επισκευή), δόθηκαν μίζες της τάξης των 100 εκατ. ευρώ και υπήρξε υπερκοστολόγηση τουλάχιστον 700 εκατ. ευρώ, ενώ το Δημόσιο θα πληρώσει σε αποζημιώσεις άλλα 180 εκατ. συν κάτι τόκους. Αν, δε, υποχρεωθεί να εκτελέσει τις συμβατικές υποχρεώσεις προς τον ιδιοκτήτη των ναυπηγείων, θα καταβάλει άλλο 1 δισ.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι για την εξέλιξη στη διαιτησία υπάρχει η εκτίμηση ότι ήταν καλή για την Ελλάδα και πρόκειται για ήττα του κ. Σάφα, διότι η αποζημίωση θα αντιλογιστεί και δεν θα καταβληθεί ποτέ, μιας και εκκρεμεί άλλη μία διαιτητική απόφαση.

Η εκδίκαση έγινε επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, η οποία όμως είχε ζητήσει από τον κ. Ευάγγελο Βενιζέλο να αναλάβει την υπεράσπιση της ελληνικής θέσης.

Η συνέχεια μετά την απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που στις 17 Νοεμβρίου εξέτασε την κυβερνητική αίτηση υπαγωγής των Ναυπηγείων σε ειδική διαχείριση. Η απόφαση αναμένεται γύρω στα μέσα Δεκεμβρίου και σύμφωνα με τον υφυπουργό Ανάπτυξης Στ. Πιτσιόρλα αν απορριφθεί η προσφυγή από το Πρωτοδικείο, η καταδίκη της Ελλάδας και η υποχρέωση ανάκτησης των κρατικών ενισχύσεων θα σημάνει το κλείσιμο των Ναυπηγείων.