O αδύναμος κρίκος της Novartis - Free Sunday
O αδύναμος κρίκος της Novartis
Η κυρία Θάνου με τον πρωθυπουργό στο Μαξίμου κατά τη συνάντηση του κ.Τσίπρα με την ηγεσία της δικαιοσύνης, όταν ήταν ακόμη πρόεδρος του Αρείου Πάγου. Eurokinissi

O αδύναμος κρίκος της Novartis

 

Μεγάλη ανησυχία έχει προκαλέσει στην κυβέρνηση το ενδεχόμενο η εισαγγελέας διαφθοράς Ελένη Τουλουπάκη να αναγκαστεί να παραδώσει τη δικογραφία της υπόθεσης Novartis, καθώς θεωρείται ότι μια τέτοια εξέλιξη μπορεί να αμφισβητήσει την πορεία που η κυβέρνηση θέλει να δώσει στο θέμα.

H διαχείριση του ζητήματος της προστασίας των «κρυφών» –όπως τους χαρακτήρισε η Συντονιστική Επιτροπή των Δικηγορικών Συλλόγων– μαρτύρων, όπως επίσης και η έρευνα του FBI για Έλληνες πολιτικούς, η οποία διαψεύστηκε από τον ίδιο τον πρέσβη των Ηνωμένων Πολιτειών στην Αθήνα, ενέτειναν τις ανησυχίες. Κι αυτό διότι στο θέμα των «κρυφών» μαρτύρων προέκυψε ότι χρειάστηκε εκ των υστέρων νομιμοποίηση, που είναι και αμφίβολης αξίας σε ό,τι αφορά την αποτελεσματικότητά της, η δε ανάμειξη του FBI προκάλεσε τη δυσαρέσκεια της Ουάσινγκτον.

Το θέμα προέκυψε όταν έγινε γνωστό ότι δικαστές που υπηρετούν στο Εφετείο της Αθήνας συλλέγουν υπογραφές για να συγκληθεί η Ολομέλεια του Εφετείου, στο οποίο υπηρετούν περίπου 110 δικαστικοί. Όπως είναι γνωστό, η σύγκληση της Ολομέλειας ανήκει στις αρμοδιότητες του προϊσταμένου του Εφετείου, όμως μπορεί να συγκληθεί με αίτημα ενυπόγραφο είκοσι δικαστών, για να εξετάσει μείζονα ζητήματα.

Η αντίδραση Θάνου

Πρώτη έσπευσε να παρέμβει στο θέμα η διευθύντρια της Νομικής Υπηρεσίας του Πρωθυπουργού κ. Βασιλική Θάνου, η οποία αποδοκίμασε την πρωτοβουλία, προεξοφλώντας ότι το αίτημα, εφόσον υποβληθεί, δεν θα είναι σύννομο και γνωμοδοτώντας ότι η ανάθεση της υπόθεσης σε εφέτη ανακριτή δεν είναι νόμιμη.

«Οι ανακριτές διαφθοράς, όπως και οι εισαγγελείς διαφθοράς, είναι αποκλειστικής αρμοδιότητας για τη διερεύνηση των εγκλημάτων κατά της διαφθοράς σύμφωνα με τον νόμο 4022/2011. Το άρθρο 29 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για την ανάθεση της ανάκρισης σε εφέτη ανακριτή δεν εφαρμόζεται στα εγκλήματα διαφθοράς. Επομένως, είναι μη νόμιμο το αίτημα για σύγκληση της Ολομέλειας του Εφετείου Αθηνών, το οποίο, όπως έγινε γνωστό, προσπαθούν να θέσουν ορισμένοι με τη συλλογή υπογραφών με στόχο να αφαιρεθεί η δικογραφία της Novartis από τον ανακριτή διαφθοράς στον οποίο έχει χρεωθεί και να πάει σε εφέτη ανακριτή» ανέφερε στη δήλωσή της η κ. Θάνου.

Το θέμα όμως ήταν ότι δεν υπήρχε αίτημα. Όπως διευκρινίστηκε από δικαστές που υπηρετούν στο εφετείο, η κ. Θάνου βιάστηκε να χαρακτηρίσει αίτημα μια έκθεση που κυκλοφόρησε ανάμεσα στους δικαστές για τους λόγους εφαρμογής του άρθρου 29.

Στη δήλωσή της η κ. Θάνου δεν επικαλείτο ούτε την τρέχουσα θεσμική της ιδιότητα ούτε την προηγούμενη, της προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου, όμως ανέδειξε το βαθύ χάσμα που υπάρχει ανάμεσα στην Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων και την πρώην πρόεδρό της, καθώς η ΕΔΕ αρνήθηκε να της αναγνωρίσει το δικαίωμα να σχολιάζει δικαστικά θέματα.

«Κανείς δεν δικαιούται να προβαίνει σε υποδείξεις για την άσκηση ή μη του δικαιοδοτικού τους καθήκοντος» αναφερόταν στην ανακοίνωση της Ένωσης, στην οποία η παρέμβαση της κ. Θάνου χαρακτηριζόταν «θεσμικά ανεπίτρεπτη», λόγω της ιδιότητας που έχει στο πρωθυπουργικό γραφείο, αλλά και «νομικά εσφαλμένη», καθώς, όπως ανέφερε η Ένωση, το ίδιο ακριβώς συνέβη στη δίκη της Χρυσής Αυγής.

Σε ό,τι, δε, αφορά το αίτημα για σύγκληση της Ολομέλειας, κύκλοι της ΕΔΕ δεν απέκλειαν το ενδεχόμενο, αν αυτή δεν γίνει με άλλον τρόπο, όπως π.χ. με απόφαση του προϊσταμένου, που έχει τη σχετική αρμοδιότητα, να επιλεγεί η σύγκλησή της με συλλογή υπογραφών.

Μια φιλοκυβερνητική μειοψηφία

Το ρήγμα στους κόλπους της Ένωσης κατέστη σαφέστερο όταν υπήρξε μία ανακοίνωση πέντε δικαστών οι οποίοι επίσης τάχθηκαν υπέρ της παραμονής της υπόθεσης στους εισαγγελείς διαφθοράς, χωρίς όμως να υιοθετήσουν και την άποψη της πρώην προέδρου ότι το αίτημα δεν είναι σύννομο. Παράλληλα, όμως, εμφανίστηκαν ως άτυπη «ομάδα», επισημαίνοντας ότι καταδίκασαν τις επιθέσεις κατά των εισαγγελέων διαφθοράς, ενώ δεν το έκανε η ΕΔΕ.

Η συγκεκριμένη ομάδα που υπέγραφε αποτελούνταν από πέντε άτομα, από τα οποία τρία ήταν μέλη του Δ.Σ. της ΕΔΕ: ο εφέτης κ. Χαράλαμπος Μαυρίδης, ο πρωτοδίκης κ. Χρήστος Παπαδήμας και η ειρηνοδίκης κ. Γκαρά-Δημουλέα. Ο Ευάγγελος Κασαλιάς, εισαγγελέας Εφετών Αθηνών, ήταν μέλος του Δ.Σ., αλλά απώλεσε την ιδιότητα λόγω του ασυμβίβαστου με τα καθήκοντα που ασκεί στην ΕΥΠ. Ο πέμπτος που υπογράφει είναι ο εφέτης Δημήτρης Τράγκας.

Από την απάντηση της πλειοψηφίας της Ένωσης, την οποία υπογράφουν εννέα από τα δεκαπέντε μέλη του Δ.Σ., προκύπτει ότι υπάρχουν τρία μέλη τα οποία δεν συμμερίζονται τις απόψεις ούτε της πλειοψηφίας ούτε των φίλων της κ. Θάνου, γεγονός που οι «9» ερμηνεύουν ως διάσπαση της αντιπολίτευσης σε δύο υποομάδες.

Ανάμεσα σε αυτούς που δεν υπέγραψαν ήταν και ο αρεοπαγίτης Χρήστος Τζανερρίκος, που ήταν ο επικεφαλής της παράταξης της κ. Θάνου μετά την αποχώρησή της και ο οποίος είχε ήδη από το καλοκαίρι εκφράσει παρόμοιες απόψεις με αυτές που εκφράζουν οι «5». Σε άρθρο του στη «Νέα Σελίδα» το καλοκαίρι του 2017 είχε καταλογίσει κομματισμό στην Ένωση, λέγοντας για μία συγκεκριμένη ανακοίνωση της Ένωσης ότι «θα μπορούσε ενδεχομένως να αποτελέσει ανακοίνωση γραφείου Τύπου πολιτικού σχηματισμού», ενώ στην πρόσφατη ανακοίνωσή τους οι «5» καταλογίζουν στα μέλη της πλειοψηφίας του Δ.Σ. της Ένωσης ότι «ενεργούν με τρόπο που δημιουργεί δικαιολογημένα την εντύπωση ότι εμπλέκονται σε κομματικές αντιπαραθέσεις, διευκολύνοντας συγκεκριμένη πολιτική πλευρά».

Η πλειοψηφία αντέδρασε ανοίγοντας φακέλους, καταλογίζοντας στη μειοψηφία ευθεία διασύνδεση με την κ. Θάνου, την οποία ουσιαστικά δείχνει ως επικεφαλής της ομάδας, επισημαίνοντας ότι το εγχείρημά της για δημιουργία νέας Ένωσης «αποδοκιμάστηκε από τους δικαστές και εισαγγελείς της χώρας και η νέα Αντι-Ένωση είναι παροπλισμένη».

«Με συγκεκριμένες πράξεις της η πιο πάνω ομάδα θυσίασε και θυσιάζει δικαιώματα των συναδέλφων της για να ταυτιστεί πλήρως με τις κυβερνητικές θέσεις» αναφέρει, ενώ άνοιξε ένα θέμα το οποίο ακουμπά απευθείας τη διοίκηση της κ. Θάνου πολιτικά και ηθικά: «Μόλις αναλάβαμε τη διοίκηση τον Ιούνιο του 2016, διαπιστώσαμε τότε ότι χωρίς αποφάσεις του Δ.Σ. η Ένωσή μας ελάμβανε δωρεές από διάφορες τράπεζες, με πρωτοβουλίες της συγκεκριμένης ομάδας. Το προεδρείο έφερε άμεσα το ζήτημα στο Δ.Σ. και η απαράδεκτη αυτή πρακτική έχει πλέον πάψει. Βρέθηκαν επίσης στην ίδια δυσάρεστη θέση όλοι οι συνάδελφοι όταν στην καταστατική Γ.Σ. του 2015 πληροφορήθηκαν ότι η Ένωση έλαβε χορηγίες από επιχειρηματίες για διανομή ηλεκτρονικών υπολογιστών».

Η μάχη της νομιμότητας

Δικαστικοί κύκλοι εκτιμούν ότι επιδίωξη της κυβέρνησης είναι η δικογραφία να φύγει από την κ. Τουλουπάκη μόνο όταν πρέπει να πάει αλλού υποχρεωτικά εκ του νόμου, δηλαδή είτε στο Συμβούλιο Εφετών είτε στο Συμβούλιο του Ειδικού Δικαστηρίου, το οποίο θα κληθεί να δικάσει τους πολιτικούς που ενέχονται, αν η υπόθεση φτάσει εκεί.

Ουσιαστικά, η κ. Θάνου προσπαθεί να απλώσει δίχτυ προστασίας στην κ. Τουλουπάκη, η οποία επελέγη γι’ αυτή τη θέση από όργανο του οποίου προΐστατο η διευθύντρια του Πρωθυπουργικού Γραφείου ως πρόεδρος του Αρείου Πάγου.

Δικαστικοί κύκλοι λένε ότι μία προσφυγή, που είχε κατατεθεί στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, κατά της επιλογής της κ. Τουλουπάκη στη θέση του εισαγγελέως διαφθοράς απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, χωρίς να εξεταστεί στην ουσία της, ενώ επισημαίνουν τη σύμπτωση ότι εισαγγελείς εναντίον των οποίων έχουν ασκηθεί πειθαρχικές διώξεις να συμπεριλαμβάνονται σε όσους γνωρίζουν τα θέματα διαφθοράς και έχουν χαρακτηρίσει την επιλογή της ατυχή.

Σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις, στόχος όλων των παρεμβάσεων είναι να μη δοθεί η δυνατότητα να γίνει αυτό που επεσήμαιναν στην πρόσφατη κοινή τους δήλωση ο πρόεδρος του Αρείου Πάγου Βασίλειος Πέππας και η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ξένη ∆ηµητρίου-Βασιλοπούλου: «Η νομιμότητα των αποφάσεων και των ενεργειών των λειτουργών της Δικαιοσύνης υπόκειται σε έλεγχο κατά τον θεσμικά προβλεπόμενο τρόπο». Αυτή η νομιμότητα θα ελεγχθεί, διότι ήδη έχουν υποβληθεί μηνύσεις.

«Δεν το κάνουν για να την προστατέψουν», έλεγε δικαστικός παράγοντας, «το κάνουν γιατί η νομιμότητα των ενεργειών της είναι ο αδύναμος κρίκος όλης της υπόθεσης Novartis».