«Μακεδονικό»: Δεν πείθουν οι δικαιολογίες για τη βιασύνη Τσίπρα - Free Sunday
«Μακεδονικό»: Δεν πείθουν οι δικαιολογίες για τη βιασύνη Τσίπρα

«Μακεδονικό»: Δεν πείθουν οι δικαιολογίες για τη βιασύνη Τσίπρα

Η σύνοδος κορυφής Ε.Ε.-Δυτικών Βαλκανίων, που πραγματοποιήθηκε στη Σόφια, έδειξε ότι οι περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ενδιαφέρονται για τη μελλοντική ένταξη των κρατών των Δυτικών Βαλκανίων στην Ε.Ε., αλλά σίγουρα δεν βιάζονται. Η σύνοδος κορυφής της Σόφιας ήταν συνέχεια της συνόδου κορυφής της Θεσσαλονίκης το 2003, γεγονός που δείχνει ότι δεν μπορεί να υπάρξει βιασύνη για μια τόσο σύνθετη υπόθεση όπως είναι η ένταξη έξι αρκετά προβληματικών κρατών στην Ε.Ε.

Μεγάλες εκκρεμότητες

Στη δεύτερη παράγραφο της Διακήρυξης της Σόφιας (17 Μαΐου 2018) αναφέρονται τα εξής: «Αναφορικά με τη σύνοδο κορυφής της Θεσσαλονίκης το 2003, η Ε.Ε. επιβεβαιώνει την ξεκάθαρη υποστήριξή της στην ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων». Είναι άλλο η ευρωπαϊκή προοπτική, η οποία είναι αρκετά αόριστη και η προώθησή της μπορεί να πάρει δεκαετίες, και άλλο η ενταξιακή διαδικασία, η οποία και αυτή, όπως αποδεικνύει το προηγούμενο της Τουρκίας, μπορεί να τραβήξει 15 ή 25 χρόνια και, απ’ ό,τι φαίνεται, να μην οδηγήσει και σε θετικό αποτέλεσμα.

Η παράγραφος 4 της Διακήρυξης της Σόφιας εξηγεί τις αναστολές των περισσότερων ευρωπαϊκών κυβερνήσεων. Σε αυτήν υπογραμμίζεται ότι «η Ε.Ε. καλωσορίζει τη δέσμευση των εταίρων των Δυτικών Βαλκανίων στον πρωταρχικό ρόλο της δημοκρατίας και της έννομης τάξης, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την καταπολέμηση της διαφθοράς και του οργανωμένου εγκλήματος, την καλής ποιότητας διακυβέρνηση, όπως και για τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων ατόμων που ανήκουν σε μειονότητες».

Επίσης, στην παράγραφο 5 της Διακήρυξης της Σόφιας επισημαίνεται: «Η Ε.Ε. υποστηρίζει τη δέσμευση των εταίρων των Δυτικών Βαλκανίων να συνεχίσουν την ενίσχυση των καλών σχέσεων γειτνίασης, της περιφερειακής σταθερότητας και της αμοιβαίας συνεργασίας. Αυτό περιλαμβάνει ειδικά την εξεύρεση και εφαρμογή ολοκληρωμένων και δεσμευτικών λύσεων για τις διμερείς διαφορές οι οποίες έχουν ρίζες στο παρελθόν και την αφιέρωση πρόσθετων προσπαθειών για τη συμφιλίωση».

Σε απλά ελληνικά, τα Δυτικά Βαλκάνια παραμένουν ένα είδος πυριτιδαποθήκης της Ευρώπης. Η Ε.Ε. έχει στρατηγικό συμφέρον να επιδιώξει τη σταθεροποίησή τους ενισχύοντας την επιρροή της σε αυτά και περιορίζοντας, στο μέτρο του δυνατού, την επιρροή της Ρωσίας, της Κίνας, της Σαουδικής Αραβίας και της Τουρκίας, πρέπει να αποφύγει όμως τη βαλκανοποίηση της Ε.Ε. μέσα από μια γρήγορη και πρόχειρη διεύρυνση.

Προβληματικό υποκατάστατο

Με πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και προσωπικά του προέδρου Γιούνκερ, τέθηκε ως στόχος η διεύρυνση της Ε.Ε. προς ένα-δύο κράτη των Δυτικών Βαλκανίων με ορίζοντα το 2025. Η ενταξιακή διαπραγμάτευση ξεκίνησε με το Μαυροβούνιο το 2012 και με τη Σερβία το 2014, ενώ γίνεται μια προσπάθεια να ξεκινήσει η διαπραγμάτευση με την Αλβανία και την ΠΓΔΜ με απόφαση της συνόδου κορυφής του Ιουνίου.

Το Brexit έχει στιγματίσει την Επιτροπή Γιούνκερ, η οποία ξεκίνησε με μεγάλες πολιτικές φιλοδοξίες και θα τελειώσει την πενταετία έχοντας ένα μερίδιο ευθύνης για τον ακρωτηριασμό της Ε.Ε., γι’ αυτό αναζητεί στο υπερβολικά αισιόδοξο σχέδιο για γρήγορη διεύρυνση προς τα Δυτικά Βαλκάνια ένα υποκατάστατο, προκειμένου να δείξει ότι η Ε.Ε. παραμένει δυναμική και ελκυστική.

Το υποκατάστατο όμως είναι βαθιά προβληματικό και απορρίπτεται από τους περισσότερους ευρωπαϊκούς λαούς, οι οποίοι δυσκολεύονται να κατανοήσουν τι θα προσφέρει στην Ε.Ε. μια κατώτερης ποιότητας διεύρυνση σε μια περίοδο κατά την οποία αντιμετωπίζει τεράστια προβλήματα, από τη διαχείριση του Brexit μέχρι την ιταλική κρίση, τη ρήξη με Πολωνία, Ουγγαρία για το προσφυγικό-μεταναστευτικό και την τουρκική επιθετικότητα σε βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου.

Διπλωματικοί κύκλοι ξεκαθάρισαν στους «Financial Times», στο περιθώριο της συνόδου κορυφής της Σόφιας, ότι οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δεν θα κερδίσουν ψήφους με εντυπωσιακά ανοίγματα προς κράτη στα οποία κυριαρχεί το οργανωμένο έγκλημα και τα καθεστώτα τους ελάχιστη σχέση έχουν με τους δημοκρατικούς κανόνες που ισχύουν στην Ε.Ε. Αντίθετα, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να ενισχυθεί κι άλλο η πολιτική δυναμική υπέρ των ευρωσκεπτικιστών και των αντιευρωπαίων μόλις γίνει αντιληπτό ότι προωθείται η ένταξη κρατών με προβληματικά χαρακτηριστικά και με ετήσιο κατά κεφαλήν ΑΕΠ στο 1/3 του ευρωπαϊκού μέσου όρου.

Ο Πρόεδρος της Γαλλίας κ. Μακρόν ξεκαθάρισε κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ότι προτεραιότητα είναι η ενίσχυση και η εμβάθυνση της Ε.Ε. και όχι οι διευρύνσεις, που μπορεί να δημιουργήσουν περισσότερα προβλήματα από αυτά που θα λύσουν. Αυτή είναι η γραμμή που ακολουθούν κυβερνήσεις όπως της Γερμανίας και της Γαλλίας, παρά τις ενθαρρυντικές δηλώσεις που κάνουν οι εκπρόσωποί τους για την ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων, που είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από την ένταξη.

Όποιος βιάζεται σκοντάφτει

Σε αυτό το εξαιρετικά σύνθετο περιβάλλον, η κυβέρνηση Τσίπρα επιδεικνύει μια βιασύνη η οποία είναι ανοιχτή σε διάφορες ερμηνείες. Κατ’ αρχάς η Ελλάδα δεν έχει λόγο να βιάζεται, γιατί την πίεση τη δέχεται η ΠΓΔΜ, η οποία θα πρέπει να δείξει κατανόηση στις ελληνικές θέσεις και να τις ικανοποιήσει σε μεγάλο βαθμό, προκειμένου να πάρει την ελληνική υπογραφή που οδηγεί στην ένταξη στο ΝΑΤΟ και αργότερα στην Ε.Ε. Είναι τουλάχιστον περίεργο το θέαμα του Έλληνα πρωθυπουργού, ο οποίος βιάζεται να εξυπηρετήσει αυτούς που βιάζονται, αντί να αξιοποιήσει διπλωματικά τη βιασύνη τους υπέρ των ελληνικών θέσεων. Εκφράζεται η άποψη ότι ο κ. Τσίπρας βιάζεται γιατί θέλει να στείλει μήνυμα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι στηρίζει τη στρατηγική της στα Δυτικά Βαλκάνια και να εξασφαλίσει έτσι κάποια οφέλη στη διαπραγμάτευση που βρίσκεται σε εξέλιξη για την ελληνική οικονομία. Όμως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν έχει επιρροή στο χρέος του ελληνικού Δημοσίου, η ρύθμιση του οποίου περνάει από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και κυρίως το Eurogroup.

Υπάρχει η θεωρία ότι ο κ. Τσίπρας βιάζεται για να περάσει τις εξετάσεις καλής συμπεριφοράς, όπως στο προσφυγικό-μεταναστευτικό, έναντι του Βερολίνου.

Η κυβέρνηση Μέρκελ, ωστόσο, ενθαρρύνει τα ευρωπαϊκά ανοίγματα των κρατών των Δυτικών Βαλκανίων, χωρίς όμως να ενδιαφέρεται για τη γρήγορη ένταξή τους στην Ε.Ε., εκτιμώντας ότι αυτή η εξέλιξη θα είχε μεγάλο πολιτικό κόστος.

Άλλοι –μεταξύ των οποίων και ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ– υποστηρίζουν ότι ο κ. Τσίπρας βιάζεται να κλείσει ένα μέτωπο την περίοδο που παρατηρείται ένταση στις σχέσεις Τουρκίας-Ελλάδας. Όμως η Τουρκία υποστηρίζει δυναμικά τόσο μια λύση στο θέμα της ονομασίας όσο και την ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ και στην Ε.Ε. Υπάρχουν και θεωρίες βιασύνης που εστιάζουν στην προσπάθεια του κ. Τσίπρα να αιφνιδιάσει τη ΝΔ και να της προκαλέσει πρόβλημα ανάλογο με εκείνο του 1992-1993 ή στην υποτιθέμενη αλλαγή του πολιτικού σκηνικού μέσα από την αναδιάταξη των κομμάτων με βάση μια συμφωνία Αθήνας-Σκοπίων.

Η ΝΔ έχει φύγει πολύ μπροστά, πολιτικά και δημοσκοπικά, από τον ΣΥΡΙΖΑ και απάντησε με άνεση στους ελιγμούς του κ. Τσίπρα, ενώ είναι τέτοια η πολιτική, δημοσκοπική αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ ώστε το μόνο που μπορεί να περιμένει από μια «λύση» είναι νέα πτώση των ποσοστών του, ιδιαίτερα στη Βόρεια Ελλάδα.

Κανένας δεν βιάζεται στην Ε.Ε., με πιθανή εξαίρεση την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, και δεν υπάρχει κανένας λόγος να βιάζεται ή να εμφανίζεται ότι βιάζεται ο κ. Τσίπρας, βλάπτοντας με την τακτική του τα καλώς εννοούμενα εθνικά μας συμφέροντα.