Ζαπράνης:Το πανεπιστημιακό άσυλο εξασφαλίζει ασυλία σε ακροαριστερές και παραβατικές ομάδες - Free Sunday
Ζαπράνης:Το πανεπιστημιακό άσυλο εξασφαλίζει ασυλία σε ακροαριστερές και παραβατικές ομάδες

Ζαπράνης:Το πανεπιστημιακό άσυλο εξασφαλίζει ασυλία σε ακροαριστερές και παραβατικές ομάδες

Ο καθηγητής Αχιλλέας Ζαπράνης, πρύτανης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας μέχρι τις 31 Αυγούστου 2018, αποτέλεσε για τον υπουργό Παιδείας το κόκκινο πανί, ειδικά σε ό,τι αφορά τις απόψεις του για τη λειτουργία των πανεπιστημίων και το πανεπιστημιακό άσυλο. Στη συζήτησή μας, με αφορμή το πόρισμα της Επιτροπής Παρασκευόπουλου, ο καθηγητής Ζαπράνης εξηγεί γιατί οι προτάσεις του πορίσματος επιβεβαιώνουν την παγκόσμια μοναδικότητα της ασυλίας που το ελληνικό πανεπιστήμιο εξασφαλίζει σε «ακροαριστερές και παραβατικές ομάδες».

Η Επιτροπή Παρασκευόπουλου είχε στη σύνθεσή της εκπροσώπους από το υπουργείο, τα πανεπιστήμια, τα ΤΕΙ, την αστυνομία, την τοπική αυτοδιοίκηση, είχε και τον χρόνο στη διάθεσή της για να καταλήξει σε συγκεκριμένες προτάσεις. Γιατί θεωρείτε ότι δεν το πέτυχε;

Το πόρισμα της Επιτροπής Παρασκευόπουλου στηρίζεται σε δύο αξιωματικού τύπου παραδοχές: α) ότι είναι «ουτοπική» η προσπάθεια εξάλειψης των φαινομένων παραβατικότητας στα ΑΕΙ και β) ότι οι νομοθετικές παρεμβάσεις δεν μπορούν να λύσουν το πρόβλημα. Είναι και οι δύο λανθασμένες, διότι το φαινόμενο της παραβατικότητας στα ΑΕΙ, στη μορφή και στην ένταση που το βιώνουμε εδώ και δεκαετίες, είναι, δυστυχώς, μια ελληνική μοναδικότητα. Δεν υπάρχει άλλη χώρα, πουθενά στον κόσμο, όπου να γίνεται ανεκτό πανεπιστημιακό άσυλο ιδεών που έχει σταδιακά διολισθήσει σε παροχή «ασυλίας» σε ακροαριστερές και παραβατικές ομάδες και άτομα.

Τι συνέπειες έχει αυτό;

Ξεκινώντας, λοιπόν, από αυτές τις λανθασμένες παραδοχές, το πόρισμα της επιτροπής μεταθέτει την επίλυση του προβλήματος από την πολιτεία στα πανεπιστήμια, προχωρώντας μάλιστα σε μερικές παντελώς ανεφάρμοστες προτάσεις, που προκαλούν θυμηδία. Αν και η διάκριση των ρόλων είναι μια βασική αρχή σε κάθε ευνομούμενη δημοκρατία, μέσω μιας παγκόσμιας πρωτοτυπίας σύλληψης, καλείται η πανεπιστημιακή κοινότητα να αναλάβει τον ρόλο του διαμεσολαβητή, του επόπτη, του αστυνομικού, του επαγγελματία της ψυχικής υγείας κ.ο.κ.

Δείχνει όμως να μην έχει τεθεί θέμα ασύλου…

Δεν μπορώ να γνωρίζω γιατί κανένα από τα μέλη της επιτροπής δεν μπόρεσε να διακρίνει ότι ίσως υπάρχουν κάποιες αδυναμίες στο νομοθετικό πλαίσιο που διέπει αυτό το ιδιότυπο πανεπιστημιακό άσυλο – μοναδικό στην υφήλιο. Με δεδομένο ότι συμμετείχε και εκπρόσωπος της Συνόδου Πρυτάνεων στην επιτροπή, πράγματι με προβληματίζει αυτή η τεράστια απροθυμία της αναγνώρισης ότι ίσως η πολιτεία οφείλει να κάνει έστω κάποιες διορθωτικές νομοθετικές παρεμβάσεις.

Με την προσωπική εμπειρία που είχατε, εκτιμάτε πως μπορεί να υπάρξουν αποτελεσματικές απαντήσεις στα φαινόμενα βίας και ανομίας στα πανεπιστήμια; Είναι τελικά μόνο θέμα αστυνόμευσης;

Φυσικά και μπορεί να επιλυθεί το πρόβλημα της βίας και της παραβατικότητας στα ΑΕΙ. Απαιτείται ένα νέο και λειτουργικό νομοθετικό πλαίσιο, το οποίο όμως θα πρέπει να εφαρμόζεται πλήρως, με ευθύνη των διοικήσεων των ΑΕΙ και της ΕΛ.ΑΣ. Δεν είναι θέμα «αστυνόμευσης».

Τι χρειάζεται, λοιπόν;

Είναι η διάχυτη απαίτηση εφαρμογής ενός νέου νομοθετικού πλαισίου που δεν θα επιτρέπει την ασυδοσία από μειοψηφίες, τις φασιστικές πρακτικές που επιβάλλουν οι κάθε είδους κουκουλοφόροι και την παραβατικότητα κάθε είδους. Εάν χρειάζεται και η συνδρομή της αστυνομίας για την εφαρμογή του αυτονόητου, αυτό δεν είναι «αστυνόμευση» αλλά δημοκρατικό δικαίωμα της πανεπιστημιακής κοινότητας να λειτουργεί στο ίδιο περιβάλλον που απολαμβάνουν οι πανεπιστημιακοί και οι φοιτητές σε όλες τις χώρες, πλην της Ελλάδας.

Αυτό απαιτεί μεγάλες συναινέσεις…

Δεν είναι θεμιτό ούτε εφικτό να αποκτήσουμε όλοι τις ίδιες απόψεις στο πανεπιστήμιο. Είναι όμως εφικτό και μάλιστα υποχρέωση της πολιτείας να δημιουργήσει το πλαίσιο μέσα στο οποίο οι συμπεριφορές μας θα σέβονται τις απόψεις και την ελευθερία των υπολοίπων. Εάν αυτό απαιτεί και τη συνδρομή της αστυνομίας, τότε θα πρέπει να την έχουμε.

Στο πόρισμα προτείνεται μεταξύ άλλων και η «εκπαίδευση» των πρυτάνεων σε τακτικές διαπραγμάτευσης. Σας έχουμε δει ως προεδρεύοντα της Συνόδου των Πρυτάνεων να «διαπραγματεύεστε» με ομάδα ατόμων που εμπόδιζε τη διεξαγωγή της Συνόδου. Είναι μια αποτελεσματική μέθοδος;

Επί δύο ώρες είχε διακοπεί η Σύνοδος των Πρυτάνεων από μια ομάδα με πολιτικές αναφορές. Τους πρότεινα να παραμείνουν στην αίθουσα συνεδριάσεων της Συνόδου, να μας εκθέσουν τα αιτήματά τους και να τα συζητήσουμε εκτός ημερήσιας διάταξης. Διαπίστωσα ότι αυτό που τους ενδιέφερε πραγματικά ήταν η δημοσιότητα που πέτυχαν από την πράξη της διακοπής της Συνόδου, όπως άλλωστε ήταν η εντολή τους. Δεν είχαν καμία διάθεση ούτε τα «αιτήματά» τους να παρουσιάσουν ούτε λύσεις να βρουν μαζί με τους πρυτάνεις. Αποχώρησαν μόνο αφού θεώρησαν ότι εκτέλεσαν την αποστολή τους.

Μήπως εντός ενός πανεπιστημιακού ιδρύματος θα εφαρμοζόταν πιο εύκολα;

Δυστυχώς, αυτή ήταν η εμπειρία μου με όλες τις «διεκδικητικές ομάδες» που εμφανίζονταν στην Πρυτανεία του Πανεπιστημίου Μακεδονίας κραυγάζοντας ρυθμικά συνθήματα (και όχι μόνο). Όσες προσπάθειες κι αν έκανα να εξηγήσω την υφιστάμενη κατάσταση γύρω από το υποτιθέμενο πρόβλημα που τους απασχολούσε, τις αρμοδιότητες του πρύτανη και του υπουργού Παιδείας, πάντοτε έπεφτα σε έναν τοίχο συνθημάτων. Είναι απογοητευτικό να το υφίστασαι αυτό επί ώρες, ενώ εξηγείς ξανά και ξανά το ίδιο πράγμα, ενώ προτείνεις κοινή δράση με ψήφισμα Συγκλήτου κ.λπ., και ταυτόχρονα να εισπράττεις ειρωνικά και μερικές φορές υβριστικά σχόλια και φυσικά τα απαραίτητα ρυθμικά συνθήματα.

Δεν μπορούσε να γίνει συζήτηση;

Σε αυτές τις περιπτώσεις δεν τίθεται θέμα συζήτησης, γιατί αυτές οι πολιτικά υποκινούμενες ομάδες δεν αποβλέπουν στη συζήτηση, ούτε καν στην επίλυση του «προβλήματος», αλλά στη διεκδίκηση χάριν της διεκδίκησης. Αν αυτός ο τρόπος «διαπραγμάτευσης» ήταν αποδοτικός, πρώτος απ’ όλους όφειλε να τον εφαρμόσει ο κ. Γαβρόγλου στο υπουργείο Παιδείας. Αντιθέτως, τουλάχιστον σε δύο περιπτώσεις φοιτητές και καθηγητές, που είχαν τις δικές τους διεκδικήσεις με αποδέκτη τον κ. υπουργό, απωθήθηκαν από το προαύλιο του υπουργείου από τα ΜΑΤ και μάλιστα με χρήση χημικών.

Αξιοποιήθηκε με κάποιον τρόπο η μελέτη για τη βία στα πανεπιστήμια που καταθέσατε και στην Επιτροπή Παρασκευόπουλου;

Η μελέτη αυτή αξιοποιήθηκε μέσω της διαστρέβλωσης ενός βασικού συμπεράσματος. Από την απλή παρατήρηση των στοιχείων που συγκεντρώσαμε φαίνεται ότι το 2011 και το 2012 είχαμε συγκριτικά με τα άλλα έτη του δείγματος (2011-2017) αυξημένο αριθμό περιστατικών παραβατικότητας. Αυτό οφείλεται κυρίως στις αντιδράσεις πριν και μετά την ψήφιση του «νόμου Διαμαντοπούλου». Συνεπώς διαπιστώσαμε ότι «δεν είναι ξεκάθαρο πως η αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου συνδέεται με τον αριθμό των περιστατικών». Η ψήφιση του νόμου, όμως, και η εφαρμογή του είναι δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα.

Γιατί όμως δεν εφαρμόστηκε ο νόμος;

Το ότι οι πρυτανικές αρχές της εποχής δεν επέλεγαν να επιβάλουν τις συνθήκες ευνομίας στα πανεπιστήμιά τους, παρόλο που το νομοθετικό πλαίσιο τους έδινε αυτή τη δυνατότητα, δεν σημαίνει ότι οι νομοθετικές παρεμβάσεις δεν ενδείκνυνται για την επίλυση του προβλήματος, όπως διαπιστώνει το πόρισμα της Επιτροπής Παρασκευόπουλου.

Άρα;

Το συμπέρασμα κατά τη γνώμη μου είναι ακριβώς το αντίθετο: η νομοθετική παρέμβαση για την επίλυση του προβλήματος της παραβατικότητας στα ΑΕΙ επιβάλλεται, αλλά πρέπει να συνοδεύεται από τις απαιτούμενες δικλείδες ασφαλείας, που θα επιτρέπουν την απρόσκοπτη εφαρμογή του. Για παράδειγμα, εάν επαφίεται στον εκάστοτε πρύτανη να αποφασίζει για την κλήση της αστυνομίας ή όχι, τότε θα συνεχίσει να είναι έρμαιο στις πιέσεις και τις κάθε είδους απειλές αυτών που θα προσπαθήσουν να καταστήσουν τον νόμο κενό γράμμα. Στους χώρους των πανεπιστημίων θα πρέπει να εφαρμόζεται ο νόμος με τις ίδιες προϋποθέσεις, όπως ακριβώς και σε όλους τους άλλους δημόσιους χώρους.