Ανδρέας Τάκης: «Η κυβέρνηση είναι αναγκασμένη να τηρήσει μια λεπτή ισορροπία» - Free Sunday
Ανδρέας Τάκης: «Η κυβέρνηση είναι αναγκασμένη να τηρήσει μια λεπτή ισορροπία»

Ανδρέας Τάκης: «Η κυβέρνηση είναι αναγκασμένη να τηρήσει μια λεπτή ισορροπία»

Θεωρείτε ότι η συμφωνία που επετεύχθη κατά την τελευταία σύνοδο κορυφής μεταξύ Ε.Ε. και Τουρκίας βρίσκεται εντός των διεθνών συνθηκών και συμβάσεων για τα δικαιώματα των προσφύγων;
Υπάρχει μια κατανοητή προδιάθεση των ανθρώπων και των οργανώσεων που είναι αφιερωμένοι στη στήριξη των μεταναστών και στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου να θεωρούν ότι πολιτικές αποφάσεις που φαίνονται ανήθικες, παράλογες ή, πάντως, εσφαλμένες είναι οπωσδήποτε και παράνομες, αντισυνταγματικές, αντίθετες με τις συνθήκες κ.ο.κ. Δεν συμμερίζομαι αυτή τη στάση, πρωτίστως δε γιατί είναι εντελώς αναποτελεσματική για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων. Αυτές τις μέρες πολλοί φίλοι λίγο-πολύ εμφανίζουν τη συμφωνία με την Τουρκία ως κατάλογο παραβιάσεων θεμελιωδών δικαιωμάτων, σχεδόν σαν κάποιο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Οι περισσότερες απόψεις που έχω υπόψη μου, όταν φτάνουν στα πρακτικά και συγκεκριμένα, περιορίζονται σε εκδηλώσεις σοβαρής ανησυχίας μήπως λ.χ. γίνουν μαζικές απομακρύνσεις/επαναπροωθήσεις στην Τουρκία, μήπως δεν θα είναι επαρκώς εξατομικευμένη η εξέταση των αιτημάτων ασύλου που θα υποβάλλονται κ.ο.κ. Τέτοιες ανησυχίες και βάσιμες φαίνονται και ηθικά δικαιολογημένες είναι. Δεν είναι όμως κατ’ ανάγκην ούτε κρίσιμες πάντα ούτε αποτελεσματικές σε έναν νομικό αγώνα. Κακά τα ψέματα, τίποτε από αυτά που προβλέπει σε νομικό πεδίο η συμφωνία δεν είναι καινούργιο. Όλα είναι ισχύοντες θεσμοί και μηχανισμοί, ακόμη και οι «επαναπροωθήσεις» στην Τουρκία δεν είναι παρά η συμφωνία επανεισδοχής που η χώρα μας έχει διμερώς υπογράψει με τη γείτονα από το 1999. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν σοβαρά νομικά ζητήματα. Αυτά όμως συνδέονται με και εξαρτώνται από αυτό που είναι το νομικοπολιτικό «κλειδί» της όλης συμφωνίας: ο χαρακτηρισμός της Τουρκίας ως «ασφαλούς χώρας». Η νομική ανασκευή αυτού του χαρακτηρισμού δεν επιτυγχάνεται με εκδηλώσεις ηθικής αγανάκτησης ή γενική δημοσιογραφία περί της γεωπολιτικής κατάστασης. Είναι ζήτημα αμφισβήτησης συγκεκριμένων νομικών και πολιτικών αποφάσεων οργάνων της Ε.Ε. αλλά και του ελληνικού κράτους, που θα δοκιμαστούν τελικά στα δικαστήρια ενόψει συγκεκριμένων πραγματικών υποθέσεων. Το γεγονός λ.χ. ότι η Τουρκία δεν έχει πλήρως αποδεχτεί τη δέσμευσή της από τη Συνθήκη της Γενεύης του 1951 για τους πρόσφυγες αποτελεί ένα καλό σημείο αφετηρίας. Το πολιτικό και νομικό δυναμικό για έναν τέτοιο αγώνα υπάρχει στη χώρα μας.

Θα ήθελα και ένα σχόλιό σας για την παρουσία του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο ως δύναμης ελέγχου των προσφυγικών/μεταναστευτικών ροών…
Δεν νομίζω να πίστεψε ποτέ κανείς στα σοβαρά ότι αποστολή της συγκεκριμένης ναυτικής μοίρας ήταν η δραστική τους συμμετοχή στην αντιμετώπιση του προσφυγικού. Με δεδομένους τους επιχειρησιακούς περιορισμούς τους, η όποια συμβολή τους θα ήταν έτσι κι αλλιώς περιορισμένη στη συλλογή και διαβίβαση πληροφορίας, πράγμα το οποίο επιτυγχάνεται στην περιοχή και από πολλές άλλες πηγές. Τα πλοία αυτά «κοιτούν» τη Συρία.

Όσον αφορά τους πρόσφυγες και μετανάστες που ήδη βρίσκονται στην Ελλάδα, ποια είναι η άποψή σας σχετικά με τη μεταχείρισή τους από την ελληνική πολιτεία;
Τη στιγμή που μιλάμε πρέπει να ομολογήσω ότι η προσπάθεια που γίνεται από τις αρμόδιες ελληνικές αρχές είναι πολύ σοβαρή και σε μεγάλο βαθμό, με δεδομένες τις περιστάσεις, αρκετά αποτελεσματική. Ανοιχτές εγκαταστάσεις υπό την ευθύνη του υπουργείου Εθνικής Άμυνας ή/και του υπουργείου Εσωτερικών, με την ουσιώδη συμμετοχή πολλών δήμων, ανοίγουν κάθε μέρα σε πολλές περιοχές της χώρας. Οι συνθήκες στον σημαντικό αριθμό των ήδη λειτουργούντων κέντρων βελτιώνονται καθημερινά, παρ’ όλες τις διαχειριστικές παλινωδίες, την απουσία αποτελεσματικού συντονισμού και την παρεπόμενη σπατάλη υλικού και προσπάθειας. Αυτή η εικόνα όμως είναι εντελώς πρόσφατη και οφείλεται εν πολλοίς στη συγκινητική εκδήλωση αλληλεγγύης των τοπικών πληθυσμών και στην πολύμηνη δουλειά διαφόρων πρωτοβουλιών αλληλεγγύης και μη κυβερνητικών οργανώσεων, που μέχρι τώρα σήκωναν μόνες τους σχεδόν το πλήρες βάρος της επιμελητείας. Η αλήθεια είναι ότι το ελληνικό κράτος όφειλε να έχει προετοιμάσει τις δομές του για την αντιμετώπιση τέτοιων αναγκών προ πολλού. Πρέπει να το πούμε ανοιχτά: το σχέδιο των περιβόητων hot spots δεν επινοήθηκε ενόψει της προσφυγικής κρίσης. Αποτελεί λίγο-πολύ επανάληψη του action plan που η ελληνική κυβέρνηση είχε δεσμευτεί έναντι της Ε.Ε. να υλοποιήσει ήδη το 2011, με τη δημιουργία κέντρων πρώτης υποδοχής, δομές εξέτασης αιτημάτων ασύλου κ.ο.κ. Ο νόμος 3907/2011 που προέβλεπε τα σχετικά έμεινε μέχρι προσφάτως στα χαρτιά, καθώς όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις προτιμούσαν τη διαχείριση της κατάστασης με επιχειρήσεις τύπου «Ξένιος Ζευς» και κέντρα επ’ αόριστον διοικητικής κράτησης. Η σημερινή σχετικά θετική εικόνα επετεύχθη μετά από μακρούς μήνες αμήχανης αδράνειας της σημερινής κυβέρνησης και μέσα από πρωτοβουλίες της εσχάτης ώρας υπό την απειλή «εξόδου» από τη Συνθήκη Σένγκεν. Η διάρκειά της, ωστόσο, εξαρτάται από μια σειρά από παράγοντες, με βασικότερους το αν τα μεγέθη του «εγκλωβισμένου» πληθυσμού θα παραμείνουν διαχειρίσιμα και, κυρίως, το αν η κυβέρνηση θα ενδώσει στην πηγαία τάση των μηχανισμών ασφαλείας της χώρας να θεωρούν ότι μπορούν να ασκούν εθνωφελή πολιτική ανάσχεσης των ροών κάνοντας τον «βίο αβίωτο» σε όσους έρχονται ή έχουν έρθει.

Έχοντας διατελέσει γ.γ. Μεταναστευτικής Πολιτικής του υπουργείου Εσωτερικών, ποια πιστεύετε ότι είναι τα βήματα που πρέπει να γίνουν από δω και πέρα για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες που βρίσκονται ήδη στη χώρα;
Δυστυχώς, τα επιχειρησιακά ζητήματα που πρέπει να επιλύσει η χώρα μας, μολονότι είναι καθοριστικά, δεν είναι ούτε τα πιο δύσκολα ούτε τα πιο σημαντικά. Σημαντικότερο παραμένει το πώς θα «μεταφράσει» η κυβέρνηση τη συμφωνία με την Τουρκία σε εσωτερικές πολιτικές και οδηγίες στα όργανα απόφασης, λ.χ. σε όσα κρίνουν σε πρώτο βαθμό τις αιτήσεις ασύλου. Είναι αναγκασμένη να τηρήσει μια λεπτή ισορροπία μεταξύ της νομικής και κυρίως πολιτικής προσήλωσής της στο κοινό ευρωπαϊκό πολιτικό εγχείρημα, συμπλέοντας με τις κοινές αποφάσεις των εταίρων της, και, από την άλλη, της ανάγκης να τιμήσει στο έπακρο την παράδοση δημοκρατίας και σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων, που είναι κοινή για τις ευρωπαϊκές συνθήκες και για το Σύνταγμά μας. Αυτό σημαίνει όμως σαφείς πολιτικές κατευθύνσεις προς τη διοίκηση στο εσωτερικό, χωρίς εκπτώσεις στην προστασία των δικαιωμάτων, και, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, πολιτικές πρωτοβουλίες και συμμαχίες που θα επιτρέψουν έναν αναπροσδιορισμό της ευρωπαϊκής πολιτικής κατά τη διάρκεια εξειδίκευσης της εν πολλοίς ακόμη ασαφούς συμφωνίας με την Τουρκία. Κυρίως δε είναι αδήριτα αναγκαίο να αποτραπεί το ενδεχόμενο η ενεργοποίηση της παρούσας συμφωνίας να υποκατασταθεί στη θέση των δεσμεύσεων των προηγούμενων συνόδων κορυφής για την κατανομή και επανεγκατάσταση των εισρεόντων πληθυσμών σε όλα τα μέλη με βάση ορισμένη ακριβοδίκαιη αναλογία. Η επανεγκατάσταση, και μάλιστα σε διευρυμένους αριθμούς, αποτελεί όχι μόνο τη μοναδική πλήρως συμβατή με τις ευρωπαϊκές αρχές μεσοπρόθεσμη προοπτική αλλά και τη μόνη λύση για την επιβεβαίωση σήμερα του ότι η Ε.Ε. αποτελεί ένα κοινό πολιτικό εγχείρημα αλληλέγγυων μερών και όχι απλώς μια συμμαχία ευκαιρίας.

Τα κόμματα της αντιπολίτευσης κατηγορούν την κυβέρνηση ότι με τη στάση και την πολιτική της ουσιαστικά προσκάλεσε το προσφυγικό/μεταναστευτικό κύμα στη χώρα. Θεωρείτε ότι έχουν δίκιο;
Όχι. Η μομφή αυτή είναι στον μεγαλύτερο βαθμό άστοχη και παραπλανητική. Είναι αστείο να αποδίδει τη μεγιστοποίηση των ροών στην πολιτική που ακολούθησε η συγκεκριμένη ή όποια άλλη ελληνική κυβέρνηση. Οι ροές έχουν συγκεκριμένες αιτίες και η πλημμυρίδα των Σύριων προσφύγων έχει φυσικά να κάνει με την κορύφωση του συριακού δράματος και όχι με την όποια κυβερνητική αλλαγή. Αν κάτι μεταβλήθηκε ουσιωδώς στην ελληνική πολιτική, αυτό ήταν κάτι για το οποίο δεν μπορούμε παρά να είμαστε ευγνώμονες προς την τότε πολιτική ηγεσία. Γιατί ακριβώς αποκατέστησε ηθικά τη χώρα μας διακόπτοντας άμεσα τις αποτρόπαιες για σύγχρονο κράτος δικαίου πρακτικές της επ’ αόριστον κράτησης των μεταναστών και της κρυφής «απώθησής» τους. Δεν αποκλείεται η στάση αυτή να επέδρασε «διευκολυντικά» στη διέλευση του θαλάσσιου διαδρόμου προς τη χώρα μας. Αξίζει όμως να ερωτηθούν όσοι, Έλληνες και Ευρωπαίοι, απευθύνουν τη μομφή αυτή στην κυβέρνηση τι θα θεωρούσαν ως την ορθή στάση που θα έπρεπε αυτή να είχε ακολουθήσει. Το να απαντήσει κανείς σε αυτό το ερώτημα, όπως κάνουν υποκριτικά οι Ευρωπαίοι εταίροι μας, λέγοντας ότι η Ελλάδα δεν είχε ετοιμάσει εγκαίρως τις υποδομές της για τον σκοπό αυτό θα ήταν προφανώς αβάσιμο. Μολονότι για χρόνια η χώρα μας επέδειξε απίθανη ολιγωρία και ανικανότητα ως προς την εκπλήρωση των υποχρεώσεών της, σε καμία περίπτωση δεν ήταν η απουσία υποδομών και μηχανισμών υποδοχής που προκάλεσε την ίδια την προσφυγική κρίση. Τότε, όμως, τι μπορεί να εννοεί κανείς μεμφόμενος τη στάση της κυβέρνησης για τη μαζική εισροή των μεταναστών και προσφύγων στην Ευρώπη; Μήπως ότι κακώς δεν μεταχειρίστηκε θανάσιμη, αν χρειαζόταν, βία για να τους αποτρέψει;