Το Ελληνικό παράδοξο - Free Sunday
Το Ελληνικό παράδοξο

Το Ελληνικό παράδοξο

«Σφραγίζει τη νέα αναπτυξιακή πορεία»

Αμέσως μετά την υπογραφή του Μνημονίου Συναντίληψης ο πρόεδρος του ΤΑΙΠΕΔ Στέργιος Πιτσιόρλας τόνισε ότι «με την υπογραφή της νέας συμφωνίας για το Ελληνικό δρομολογείται η υλοποίηση μιας επένδυσης η οποία θα σφραγίσει τη νέα αναπτυξιακή πορεία της χώρας. Η ουσιαστική βελτίωση της προϋπάρχουσας σύμβασης επιλύει τα προβλήματα που αποτέλεσαν τη βάση για τη διατύπωση ενστάσεων κατά την προηγούμενη περίοδο. Τα επόμενα χρόνια θα υλοποιείται στην Αττική το μεγαλύτερο έργο αστικής ανάπλασης και θα δημιουργηθεί το μεγαλύτερο αστικό πάρκο σε όλη την Ευρώπη. Πάνω απ’ όλα, όμως, η υλοποίηση ενός τόσο μεγάλου έργου δημιουργεί την προοπτική χιλιάδων θέσεων εργασίας, που αυτή τη στιγμή αποτελεί το μέγα ζήτημα για τον ελληνικό λαό».
Από την πλευρά τους, ο πρόεδρος του Δ.Σ. της Lamda Development, πρώην υπουργός Τάσος Γιαννίτσης και ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Οδυσσέας Αθανασίου υπογράμμισαν ότι «πρόκειται για ένα σημαντικό βήμα στην κατεύθυνση των επενδύσεων, της απασχόλησης, της αξιοποίησης νέων ευκαιριών και της προσέλκυσης διεθνών κεφαλαίων στη χώρα μας. Το έργο θα έχει πολλαπλές θετικές επιδράσεις σε άλλους κλάδους και δραστηριότητες, θα δημιουργήσει νέα τεχνογνωσία και μια ευρύτατη περιοχή θα αποκτήσει τεράστια χρηστική αξία για εκατομμύρια Έλληνες και ξένους πολίτες. Κυρίως, όμως, η επένδυση αυτή λόγω μεγέθους και ποιοτικών χαρακτηριστικών θα προσθέσει έναν σημαντικό αναπτυξιακό άξονα στην οικονομία της χώρας και ιδίως του Λεκανοπεδίου Αττικής, που θα γίνει σημείο αναφοράς για πολλές δεκαετίες».

Ικανοποίηση στην κυβέρνηση

Από την πλευρά της κυβέρνησης εκφράστηκε ικανοποίηση για την εξέλιξη αυτή (η οποία μάλιστα συνδέεται και με το κλείσιμο της αξιολόγησης και την εκταμίευση της δόσης των 7,5 δισ. ευρώ), καθώς, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, κατ’ αρχάς αυξήθηκε σημαντικά το ύψος της συνολικής επένδυσης. Ο επενδυτής αποδέχτηκε να αναλάβει το κόστος ενός σημαντικού αριθμού έργων πέραν των προβλεπόμενων στην αρχική σύμβαση, που ανεβάζουν το ύψος της συνολικής επένδυσης στα 8 δισ. ευρώ. Οι ίδιες πηγές σημείωσαν ότι η επένδυση θα ολοκληρωθεί σε συντομότερο χρόνο, καθώς το 80% των επενδύσεων θα γίνει στα 12 χρόνια, έναντι των 15 ετών που προβλέπονταν στην αρχική σύμβαση, προσθέτοντας ότι μεγάλο μέρος των επενδύσεων θα αφορά έργα υποδομής και ότι αυτά τα έργα θα γίνουν την πρώτη πενταετία, πρόβλεψη που δεν υπήρχε στην αρχική σύμβαση. Ειδικά ως προς το Μητροπολιτικό Πάρκο Πρασίνου και Αναψυχής, συμφωνήθηκε ότι η ολοκλήρωσή του αποτελεί χρονικά επενδυτική προτεραιότητα και ότι κάθε αυτοτελές τμήμα του που θα ολοκληρώνεται εντός των πρώτων 5 ετών θα τίθεται στη διάθεση των πολιτών. Τέλος, οι κυβερνητικές πηγές σημείωσαν ότι η καταβολή του τιμήματος θα γίνει σε συντομότερο χρόνο, καθώς το 51% του συνολικού ονομαστικού τιμήματος αγοράς μετοχών θα καταβληθεί έως το 2018, ενώ αρχικά προβλεπόταν η καταβολή έως το 2022, και τόνισαν ότι ο επενδυτής αναλαμβάνει την υποχρέωση να καλύψει τη συντήρηση και την ασφάλεια του Μητροπολιτικού Πάρκου Πρασίνου και Αναψυχής. Υπογράμμισαν, δε, ότι το συνολικό όφελος του Δημοσίου από τη παραχώρηση ανέρχεται πλέον στα 915 εκατ. ευρώ (τίμημα) και 1,5 δισ. ευρώ (δημόσια έργα), δηλαδή 2,415 δισ. ευρώ συνολικά.

Αντιδράσεις

Πάντως, η συμφωνία για το Ελληνικό προκάλεσε αντιδράσεις από τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Η ΝΔ, σε εκτενές ενημερωτικό σημείωμα, κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι κερδίζει χρόνο, υπογράφοντας ακόμη ένα μνημόνιο, χωρίς να έχει την πολιτική βούληση να προχωρήσει την επένδυση. «Δεν έχουν τη διαχειριστική επάρκεια να καταλάβουν πώς θα προωθήσουν τις επενδύσεις, όπως αποδεικνύει η φοροεπιδρομή στην οποία επιδίδονται. Ο χρόνος που κερδίζουν σήμερα προστίθεται στον χαμένο χρόνο των προηγούμενων 18 μηνών, καθυστερώντας τη δημιουργία δεκάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας, στερώντας ρευστότητα από την ελληνική οικονομία, συντηρώντας έναν τριτοκοσμικό καταυλισμό προσφύγων και μεταναστών στο καλύτερο σημείο της Μεσογείου» τόνισε η ΝΔ, προσθέτοντας ότι η σημερινή κυβέρνηση, όταν ήταν αντιπολίτευση, αντί να αγκαλιάσει αυτή την επένδυση «την πολέμησε λυσσαλέα». Από την πλευρά του, ο εκπρόσωπος Τύπου του Ποταμιού Δημήτρης Τσιόδρας σημείωσε δηκτικά ότι «αφού επί χρόνια παρέμεινε σκουπιδότοπος και αφού πέρασαν μήνες από τη λήξη του διαγωνισμού για την αξιοποίησή του, η κυβέρνηση εγκατέλειψε τις παλινωδίες και αποφάσισε να βάλει την υπογραφή της για να ξεκινήσει το έργο της αξιοποίησης του Ελληνικού. Μια επένδυση που θα δημιουργήσει δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας και σε συνεργασία με τους δήμους θα συμβάλει στην αναβάθμιση ολόκληρης της περιοχής –επένδυση την οποία οι περισσότερες χώρες θα έκαναν τεράστιες προσπάθειες να την προσελκύσουν– εδώ χρειάστηκαν χρόνια για να προχωρήσει. Έστω. Ότι ξεκόλλησε είναι θετικό, αφού θα συνεισφέρει σημαντικά σε μια χώρα που διψάει για επενδύσεις. Κάλλιο αργά…», ενώ το ΠΑΣΟΚ τόνισε μεταξύ άλλων ότι «και στο ζήτημα του Ελληνικού, με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ η Ελλάδα έχασε και χρόνο και χρήμα και θέσεις εργασίας».

Επιφυλάξεις Σπίρτζη

Αξίζει να σημειωθεί ότι το πέρασμα του χώρου του παλαιού αεροδρομίου σε ιδιώτες προκάλεσε αντιδράσεις και εντός της κυβέρνησης, με τον υπουργό Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων Χρήστο Σπίρτζη να εκφράζει επιφυλάξεις όσον αφορά το τίμημα της πώλησης (ο κ. Σπίρτζης ως πρόεδρος του ΤΕΕ είχε παρουσιάζει μελέτη που κοστολογούσε το Ελληνικό περίπου στα 3 δισ. ευρώ).
Συγκεκριμένα, μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό Real FM, ο κ. Σπίρτζης δήλωσε ότι «από αυτά που έχω πει στο παρελθόν δεν παίρνω πίσω ούτε μία λέξη. Το Ελληνικό έπρεπε να αξιοποιηθεί διαφορετικά κατά τη γνώμη μου και με άλλες διαδικασίες, όχι με αυτές που έχει επιλέξει το ΤΑΙΠΕΔ», προσθέτοντας  ότι «έπρεπε τα χρήματα που θα ζητούσαμε για το Ελληνικό, σύμφωνα με την εκτίμηση που είχαμε κάνει, να είναι πολλαπλάσια για να πάνε στην εξυπηρέτηση του χρέους, γιατί αυτά τα χρήματα δεν έρχονται στη χώρα, πηγαίνουν στην εξυπηρέτηση του χρέους, έπρεπε ο σχεδιασμός να γίνει από το κράτος και όχι από τον επενδυτή». Μάλιστα σε ερώτηση αν το τίμημα των 915 εκατ. ευρώ είναι χαμηλό, ο κ. Σπίρτζης απάντησε «και βέβαια είναι χαμηλό», εκτιμώντας ότι θα έπρεπε να είναι 3 δισ. ευρώ.
Από την άλλη πλευρά, πάντως, εξήγησε ότι η παρούσα κυβέρνηση βρήκε έναν διαγωνισμό ολοκληρωμένο, με συγκεκριμένο τίμημα και συγκεκριμένες προβλέψεις, τονίζοντας ότι «αυτό που έγινε μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου ήταν να βελτιώσουμε όσο μπορούσαμε τους όρους του διαγωνισμού» και προσθέτοντας ότι «κάποια δισ. ευρώ που θα βάρυναν τον ελληνικό λαό και το ελληνικό κράτος για βασικές υποδομές, τώρα θα βαρύνουν τον επενδυτή». Κλείνοντας, ανέφερε ότι «υπάρχουν πράγματα που δεν πιστεύουμε, υπάρχουν και πράγματα που πιστεύουμε. [...] Γι’ αυτά που δεν πιστεύουμε, τα κάνουμε με βαριά καρδιά και προσπαθούμε να βελτιώσουμε συνεχώς τους όρους, προκειμένου να ολοκληρωθεί το πρόγραμμα για να γίνει η οριστική αναδιάρθρωση του χρέους της χώρας. Από κει και πέρα, αυτό είναι το εθνικό καθήκον που έχουμε, θα έχει και η χώρα το δικαίωμα να ασκήσει τις πολιτικές που η κυβέρνηση που θα υπάρχει τότε θα μπορεί να ασκήσει. Για να γίνει αυτό πρέπει να ολοκληρώσουμε την αναδιάρθρωση του χρέους».