Η κρίση στην Τουρκία προσφέρει ευκαιρίες στην Ελλάδα - Free Sunday
Η κρίση στην Τουρκία προσφέρει ευκαιρίες στην Ελλάδα

Η κρίση στην Τουρκία προσφέρει ευκαιρίες στην Ελλάδα

Εάν κινηθούμε σωστά, μπορούμε να συμβάλουμε στην αναβάθμιση της διαδικασίας της ευρωπαϊκής ενοποίησης και να ενισχύσουμε τον ρόλο της Ελλάδας στην Ε.Ε.

Έτσι όπως κινούνται η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και το μεγαλύτερο μέρος του πολιτικού και διοικητικού συστήματος, είναι μικρές οι πιθανότητες να αξιοποιήσουμε τις εντυπωσιακές ευκαιρίες που δημιούργησαν το αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα και η ολοκληρωτικού τύπου αντίδραση του καθεστώτος Ερντογάν.

Οριστικό «όχι» στην ένταξη

Το πρώτο που πρέπει να κάνει η ελληνική πλευρά είναι να βρει τις κατάλληλες συμμαχίες για να ειπωθεί, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, το οριστικό «όχι» στις ενταξιακές φιλοδοξίες της Τουρκίας.
Είναι γνωστό ότι τα ελληνικά κόμματα έχουν δεσμευτεί, για διάφορους λόγους, υπέρ της ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε., η οποία για να γίνει θα χρειαστεί 10, 15, 20 ή και περισσότερα χρόνια. Η Ε.Ε. έχει φτάσει σε ένα οριακό σημείο και «μπαλώματα» τέτοιου τύπου, που συνδυάζουν το «ναι» για την ένταξη της Τουρκίας με τη μεγάλη καθυστέρηση στη σχετική διαπραγμάτευση, είναι ξεπερασμένα από τις εξελίξεις.

Δύο δημοψηφίσματα, που πραγματοποιήθηκαν στην Ολλανδία και στο Ηνωμένο Βασίλειο, μας προειδοποιούν ότι τα ψέματα τελείωσαν για την Ε.Ε. Στην Ολλανδία οι πολίτες ψήφισαν, σε ένα μη δεσμευτικό δημοψήφισμα, κατά της συμφωνίας σύνδεσης της Ε.Ε. με την Ουκρανία. Θέλησαν να στείλουν πολιτικό μήνυμα στις Βρυξέλλες ότι είναι βαθιά δυσαρεστημένοι με πρωτοβουλίες που δεν λαμβάνουν υπόψη τις ευαισθησίες τους και καταλήγουν σε μεγάλη πτώση ποιότητας της διαδικασίας της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Η Ουκρανία είναι μια χώρα που ελέγχεται από αδίστακτους και διεφθαρμένους ολιγάρχες, ενώ έχει εμπλακεί και σε σκληρή αντιπαράθεση με τη Ρωσία λόγω της ενσωμάτωσης από την τελευταία της Κριμαίας και της δράσης των ρωσόφιλων αυτονομιστών στις ανατολικές περιοχές της χώρας. Στην αντίληψη των Ολλανδών η Ε.Ε. πρέπει να κρατήσει αποστάσεις από την Ουκρανία, για να μην αναπτυχθεί, σε βάθος χρόνου, δυναμική ένταξης μιας τόσο προβληματικής χώρας στην Ε.Ε. αλλά και για να περιοριστούν οι εντάσεις στις σχέσεις με τη Ρωσία, η οποία θεωρεί ότι πρέπει να διατηρήσει την επιρροή της στη συγκεκριμένη χώρα.

Στο δημοψήφισμα που πραγματοποιήθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο στις 23 Ιουνίου και στο οποίο επικράτησε το Brexit, μία από τις αιτίες της στροφής των Βρετανών κατά της Ε.Ε. ήταν η προοπτική ένταξης της Τουρκίας. Ο πρωθυπουργός κ. Κάμερον υπογράμμιζε στις δημόσιες παρεμβάσεις του ότι η προοπτική αυτή είναι εξαιρετικά μακροπρόθεσμη, ένα σημαντικό μέρος όμως της βρετανικής κοινής γνώμης δεν ήθελε να συμφιλιωθεί με την ιδέα της μελλοντικής ένταξης της Τουρκίας.

Εδώ που έχουν φτάσει τα πράγματα, στην Ε.Ε. καλούμαστε να επιλέξουμε μεταξύ της συνέχισης της διαδικασίας προβληματικών συνεργασιών και διευρύνσεων προς την Τουρκία και την Ουκρανία και της ενίσχυσης της ευρωπαϊκής συνοχής μέσω της βελτίωσης της ποιότητας της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Εάν συνεχίσουμε στον δρόμο της διευκόλυνσης της Τουρκίας για στρατηγικούς και άλλους λόγους, θα φτάσουμε πολύ σύντομα σε ένα σημείο όπου οι Ολλανδοί, οι Αυστριακοί, ενδεχομένως οι Ιταλοί και οι Γάλλοι, θα κατέβουν από το ευρωπαϊκό τρένο, για να προστατέψουν την ποιότητα της δημοκρατίας τους και τα καλώς ή κακώς εννοούμενα εθνικά και ευρωπαϊκά τους συμφέροντα.

Δεν είναι η Ελλάδα εκείνη που πρέπει να κινήσει τη διαδικασία τερματισμού των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Τουρκία, γιατί δεν έχει το ειδικό βάρος γι’ αυτή την πρωτοβουλία και πρέπει να αποφύγει την ένταση στις σχέσεις της με την αποσταθεροποιημένη Τουρκία. Έχουν όμως υποχρέωση η κυβέρνηση, τα κόμματα, οι βουλευτές και οι ευρωβουλευτές να εργαστούν για τη δημιουργία ενός ισχυρού ευρωπαϊκού μετώπου που θα βάλει τέλος στις ευρωπαϊκές φιλοδοξίες της Τουρκίας, για να προστατέψει το ευρωπαϊκό οικοδόμημα και να εξασφαλίσει σιγά σιγά τις προϋποθέσεις για τη μελλοντική του ανάπτυξη. Δεν έχουμε χρόνο για χάσιμο, γιατί η ευρωπαϊκή κρίση βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη και αυτό που ξεκίνησε με το Brexit μπορεί να πάρει άλλες διαστάσεις με τις προεδρικές εκλογές που θα πραγματοποιηθούν τον Οκτώβριο στην Αυστρία και τα κρίσιμα δημοψηφίσματα που θα γίνουν τον ίδιο μήνα στην Ιταλία για τη συνταγματική αναθεώρηση και στην Ουγγαρία για την εξαίρεση της χώρας από το σύστημα της ποσόστωσης για τη μετεγκατάσταση των προσφύγων.

To λάθος του 2015

Η στρατηγικού χαρακτήρα κρίση που διέρχεται η Τουρκία μας δίνει την ευκαιρία να διορθώσουμε το μεγάλο λάθος του 2015. Η κυβέρνηση Τσίπρα σταμάτησε να ελέγχει τα ελληνοτουρκικά σύνορα και επέτρεψε την αύξηση των προσφυγικών-μεταναστευτικών ροών από 75.000 άτομα το 2014 σε 1 εκατομμύριο το 2015.

Αυτή η επιλογή υπέρ της ουσιαστικής κατάργησης των ελληνοτουρκικών συνόρων και της διευκόλυνσης από την κυβέρνηση Τσίπρα όσων προσφύγων και μεταναστών ήθελαν να πάνε από την Τουρκία στην Ε.Ε., μέσω Ελλάδας, λειτούργησε αποσταθεροποιητικά για χώρες υποδοχής όπως η Αυστρία, η Γερμανία και η Σουηδία. Οι δύο πρώτες δέχτηκαν μέσα σε έναν χρόνο πρόσφυγες και μετανάστες που αναλογούν στο 1% του συνολικού πληθυσμού, ενώ η Σουηδία έσπασε το ρεκόρ, υποδεχόμενη πρόσφυγες και μετανάστες που αναλογούν στο 1,6% του συνολικού πληθυσμού.

Δημιουργήθηκαν έτσι οι συνθήκες για την κοινωνική και πολιτική αποσταθεροποίηση αυτών των χωρών, με μεγάλους κερδισμένους τους ακροδεξιούς. Στις αρχές του 2016 το Βερολίνο και οι Βρυξέλλες προχώρησαν στη διπλωματική περιθωριοποίηση της Ελλάδας και στη στρατηγική αναβάθμιση των σχέσεων με την Τουρκία και ως έναν βαθμό με την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (ΠΓΔΜ) για να σταματήσουν τις προσφυγικές-μεταναστευτικές ροές που επέτρεπε η κυβέρνηση Τσίπρα.

Το κλείσιμο του βαλκανικού διαδρόμου και με την υπογραφή του Έλληνα πρωθυπουργού και η παροχή πρόσθετης οικονομικής βοήθειας στην Τουρκία, μαζί με το άνοιγμα της διαπραγμάτευσης νέων ενταξιακών κεφαλαίων και τη δέσμευση της Ε.Ε. υπέρ της κατάργησης της βίζας για τους Τούρκους που επισκέπτονται την Ε.Ε., σταθεροποίησαν την κατάσταση, μειώνοντας δραστικά τις ροές.

Έφτασε η ώρα να αναλάβει η Ελλάδα τις ευρωπαϊκές της υποχρεώσεις, να εγγυηθεί με την πολιτική της τα ελληνικά σύνορα, που είναι ταυτόχρονα ευρωπαϊκά, και να επιβάλει αυστηρό έλεγχο στις προσφυγικές-μεταναστευτικές ροές, ανεξάρτητα από τις διαθέσεις του Προέδρου Ερντογάν και του τουρκικού κράτους και παρακράτους.

Εάν αποδείξουμε στους Ευρωπαίους εταίρους ότι μπορούμε να ελέγξουμε τα ελληνικά-ευρωπαϊκά σύνορα και αποτρέψουμε με τα κατάλληλα διοικητικά μέτρα μια νέα αύξηση των προσφυγικών-μεταναστευτικών ροών προς την Ε.Ε., θα έχουμε επιβεβαιώσει την ευρωπαϊκή μας χρησιμότητα σε ζητήματα τεράστιου ενδιαφέροντος για τους εταίρους και θα μπορούμε να συνεννοηθούμε γι’ αυτά που μας ενδιαφέρουν, τα οικονομικά, σε εντελώς άλλη βάση.

Το ερώτημα είναι εάν η κυβέρνηση είναι σε θέση να διδαχτεί από τα λάθη της, εάν η δημόσια διοίκηση μπορεί να ανταποκριθεί σε μία εξαιρετικά σύνθετη αποστολή και εάν τα τοπικά συμφέροντα, που συνήθως εκφράζει η τοπική αυτοδιοίκηση με τον χειρότερο τρόπο, μπορούν να αναλάβουν τις υποχρεώσεις τους. Το βέβαιο είναι ότι η συνέχιση της ίδιας πολιτικής ρουτίνας μετά το δημοψήφισμα στην Ολλανδία, το Brexit, την απόπειρα στρατιωτικού πραξικοπήματος στην Τουρκία και την ολοκληρωτικού τύπου αντίδραση του καθεστώτος Ερντογάν οδηγεί στην απώλεια σημαντικών ευκαιριών και σε μεγάλες ελληνικές και ευρωπαϊκές περιπέτειες.