Προειδοποίηση για νέα οικονομική αποτυχία - Free Sunday
Προειδοποίηση για νέα οικονομική αποτυχία

Προειδοποίηση για νέα οικονομική αποτυχία

Η ΔΕΘ έχει αλλάξει χαρακτήρα και έχει μετατραπεί από μέρος της λύσης σε μέρος του προβλήματος. Δεν είναι πλέον μια διεθνής οικονομική έκθεση η οποία συμβάλλει στη δημιουργία θετικής δυναμικής αλλά ένα αξιοπερίεργο κοινωνικό και πολιτικό γεγονός το οποίο αναδεικνύει τις παθογένειες του ελληνικού δημόσιου βίου.

Κυριαρχούν σε αυτήν οι οργανωμένες μαζικές διαμαρτυρίες, η πολιτικοποίηση και η κομματικοποίηση της οικονομίας και η χωρίς όρια πολιτική αντιπαράθεση. Αντί, λοιπόν, να συμβάλλει στη δημιουργία κλίματος οικονομικής και επιχειρηματικής εμπιστοσύνης, η ΔΕΘ απλώς επιβεβαιώνει τα ελληνικά αδιέξοδα.

Μείωση των εξαγωγών

Αν υπήρχε το πλαίσιο για γόνιμο προβληματισμό, οι πολιτικοί ηγέτες και οι εκπρόσωποι των κομμάτων θα έπρεπε να ασχοληθούν με την κακή πορεία βασικών οικονομικών μεγεθών και να βρουν δημιουργικούς και αποτελεσματικούς τρόπους για να απαντήσουν στις νέες προκλήσεις.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει σε αυτή τη φάση η ελληνική οικονομία είναι η υποχώρηση των εξαγωγών. Οφείλεται στις γενικότερες δυσλειτουργίες της ελληνικής οικονομίας, από τις συνέπειες των capital controls και την έλλειψη επαρκούς χρηματοδότησης με χαμηλό κόστος μέχρι την αύξηση των φορολογικών και ασφαλιστικών βαρών, και δείχνει ότι παρά τη μεγάλη μείωση του εργατικού κόστους δεν φτάσαμε στην αναγκαία αύξηση της παραγωγικότητας και στην ενίσχυση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας.

Το μεγαλύτερο μέρος της μείωσης των εξαγωγών οφείλεται στη μείωση της διεθνούς τιμής του πετρελαίου, η οποία επηρεάζει αρνητικά τις εξαγωγές πετρελαιοειδών. Οι τελευταίες έχουν φτάσει να αντιστοιχούν, ανάλογα με τη χρονιά, στο 35%-40% του συνόλου των εξαγωγών και το κρίσιμο ερώτημα είναι αν είναι πραγματικές ή φορολογικού χαρακτήρα. Το πολιτικό σύστημα δεν ασχολείται βέβαια με τέτοια ζητήματα, εφόσον προτιμά να καταγγέλλει τα συμφέροντα στα λόγια, επιτρέποντάς τους ταυτόχρονα να επιδοτούνται σε βάρος του δημόσιου ταμείου και των καταπιεσμένων συνεπών φορολογουμένων.

Επενδυτικό έλλειμμα

Οι επενδύσεις στην Ε.Ε. εξακολουθούν να υπολείπονται κατά 17% του επιπέδου των επενδύσεων του 2007, προτού ξεσπάσει η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση.

Στην Ελλάδα η πτώση είναι πραγματικά εντυπωσιακή, ξεπερνάει το 60%, και δεν υπάρχει στρατηγική για την κάλυψη του επενδυτικού ελλείμματος. Από τα πολύ απλά, όπως είναι η αναθέρμανση της οικοδομικής δραστηριότητας, μέχρι τα πιο σύνθετα, όπως είναι η αξιοποίηση των πόρων του ΕΣΠΑ και η προσέλκυση σημαντικών ξένων επενδύσεων, η οικονομική πολιτική που εφαρμόζεται είναι βαθιά προβληματική.

Η κυβέρνηση πρέπει να αξιοποιήσει την πρόταση του προέδρου της ΝΔ κ. Μητσοτάκη για μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30%, σε μία διετία. Αν κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση, θα σταματήσει η πτώση της αξίας των ακινήτων, θα ανακάμψει ως έναν βαθμό η οικοδομική δραστηριότητα, θα βοηθηθούν οι κλάδοι της οικονομίας που συνδέονται με αυτήν, όπως η τσιμεντοβιομηχανία και η χαλυβουργία, και θα αρχίσει η αύξηση των επενδύσεων και της απασχόλησης. Χρειάζονται βέβαια ισοδύναμα μέτρα που θα εξασφαλίσουν τη μείωση των δημόσιων δαπανών. Δεν είναι εύκολος, από πολιτική άποψη, ο προσδιορισμός αυτών των μέτρων, θα πρέπει όμως να αποφασίσουμε αν μας ενδιαφέρει η επανεκκίνηση της οικονομίας ή δίνουμε προτεραιότητα στην εξυπηρέτηση της εκλογικής πελατείας σε βάρος του οικονομικού αποτελέσματος.

Οι ευρωπαϊκοί πόροι του ΕΣΠΑ κατασπαταλώνται και αυτοί σε όφελος συγκεκριμένων εργολάβων στους οποίους παραχωρήθηκαν οι εθνικές οδοί με αντάλλαγμα να χρηματοδοτήσουν, με δικά τους κεφάλαια και δάνεια, την κατασκευή τους. Αντί γι’ αυτό, εξακολουθούμε να τους δίνουμε περίπου το 25% των κονδυλίων του ΕΣΠΑ για να… διευκολυνθούν στις επιχειρηματικές κινήσεις και τη διαπλοκή τους.

Στον τομέα των μεγάλων επενδύσεων η κυβέρνηση Τσίπρα έκανε την αναγκαία στροφή 180 μοιρών, αποδεικνύει όμως καθημερινά ότι είναι τεράστια η απόσταση που χωρίζει τη θεωρία από την πράξη. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα της μεγάλης επένδυσης στην περιοχή του πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού, η οποία καθυστερεί απαράδεκτα εξαιτίας των αντιρρήσεων ορισμένων υπουργών, της αναζήτησης αρχαιοτήτων στον χώρο της επένδυσης και της δημιουργίας χώρου συγκέντρωσης προσφύγων και μεταναστών σε τμήμα των εγκαταστάσεων του παλαιού αεροδρομίου, ο οποίος μάλιστα ελέγχεται από παράνομα κυκλώματα.

Δεν υπάρχουν, λοιπόν, οι προϋποθέσεις για την κάλυψη του τεράστιου επενδυτικού ελλείμματος, χωρίς την οποία είναι πρακτικά αδύνατη η δυναμική ανάπτυξη της οικονομίας και ο δραστικός περιορισμός της ανεργίας. Όλες οι κυβερνητικές πρωτοβουλίες είναι σε λάθος κατεύθυνση και οδηγούν στην έλλειψη χρηματοδότησης, στην αύξηση των φορολογικών και ασφαλιστικών βαρών, στη διατήρηση του ενεργειακού κόστους σε απαράδεκτα υψηλά επίπεδα και στη δημιουργία πολιτικών και διοικητικών αντικινήτρων.

Πτώση της κατανάλωσης

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του πρώτου πενταμήνου, βρίσκεται σε εξέλιξη μεγάλη πτώση της ιδιωτικής κατανάλωσης. Ο κύκλος εργασιών των αλυσίδων σούπερ μάρκετ υποχώρησε κατά 7%, δείχνοντας ότι η μέση οικογένεια έχει αρχίσει να περιορίζει βασικές δαπάνες και πως η κρίση που έχει ξεσπάσει στον κλάδο, με τη χρεοκοπία της αλυσίδας Μαρινόπουλος, θα έχει περιπετειώδη συνέχεια. Οι κυβερνητικοί παράγοντες αποδίδουν τις δυσκολίες της οικονομίας στη λιτότητα και στην αυστηρή δημοσιονομική διαχείριση. Στην πραγματικότητα, ενισχύουν τη λιτότητα εξαιτίας των λαθών και των παραλήψεών τους στον οικονομικό τομέα.

Η κυβερνητική πολιτική δυσκολεύει την έξοδο της χώρας από το τρίτο πρόγραμμα-μνημόνιο εξαιτίας της αδυναμίας αύξησης των εξαγωγών. Η επενδυτική καχεξία αποτελεί κι αυτή εγγύηση παραμονής στο μνημόνιο πέρα από το όριο του Αυγούστου του 2018 που έχει συμφωνηθεί. Τέλος, η δημοσιονομική αυστηρότητα είναι επιλεκτική και οφείλεται σε λαθεμένες επιλογές της κυβέρνησης Τσίπρα. Το 2015 το δημοσιονομικό έλλειμμα έφτασε το 7% του ΑΕΠ –ένα εξαιρετικά υψηλό ποσοστό, που συνήθως συνδέεται με χαλαρή δημοσιονομική διαχείριση– εξαιτίας των χρημάτων που δαπανήθηκαν για τη χρηματοδότηση της τρίτης ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, την οποία κατέστησαν αναγκαία τα αποτυχημένα οικονομικά πειράματα του κ. Τσίπρα και του κ. Βαρουφάκη.

Διαρθρωτικό έλλειμμα

Η βελτίωση της οικονομικής κατάστασης εμποδίζεται και από το διαρθρωτικό δημοσιονομικό έλλειμμα, το οποίο αδυνατεί να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση.

Η κρίση χρηματοδότησης του ασφαλιστικού-συνταξιοδοτικού συστήματος εξελίσσεται από το κακό στο χειρότερο. Ο νέος γύρος μείωσης των συντάξεων πραγματοποιείται με έναν τρόπο που δεν εξασφαλίζει την εξυγίανση του ασφαλιστικού-συνταξιοδοτικού συστήματος, απλώς μεταθέτει χρονικά την κρίση του για το 2018.

Η κυβέρνηση αδυνατεί να περιορίσει τις δημόσιες δαπάνες στα μέτρα των δυνατοτήτων της πραγματικής οικονομίας, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των πολιτών και των επιχειρήσεων προς το Δημόσιο αυξάνονται με μηνιαίο ρυθμό που ξεπερνάει το 1 δισ. ευρώ και οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα έχουν σταθεροποιηθεί λίγο κάτω από τα 7 δισ. ευρώ, παρά το γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος των χρημάτων που παίρνει η Ελλάδα από τους Ευρωπαίους εταίρους και πιστωτές δαπανάται γι’ αυτό τον σκοπό.

Πίσω από τη βιτρίνα της σχετικής δημοσιονομικής ομαλότητας αναπτύσσονται δυναμικές που θα οδηγήσουν στην εκδήλωση νέας δημοσιονομικής κρίσης με τις γνωστές συνέπειες για την πραγματική οικονομία.