Βασίλης Κορκίδης: «Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υπάρξει καθαρή έξοδος» - Free Sunday
Βασίλης Κορκίδης: «Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υπάρξει καθαρή έξοδος»

Βασίλης Κορκίδης: «Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υπάρξει καθαρή έξοδος»

Την ανάγκη η «επόμενη μέρα» των μνημονίων να συνοδευτεί και από ενίσχυση της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας στη χώρα υπογραμμίζει ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Βασίλης Κορκίδης, τονίζοντας ότι οι Έλληνες έμποροι ζητούν απλώς τα ίδια εργαλεία και την ίδια αντιμετώπιση με τους Ευρωπαίους συναδέλφους τους, αλλά και επισημαίνοντας ότι δεν βλέπει «καθαρή» έξοδο από το πρόγραμμα.

Κατ’ αρχάς θα ήθελα να μου πείτε σε τι κατάσταση βρίσκεται ο εμπορικός κόσμος της χώρας, οκτώ χρόνια μετά την «επίσημη» έναρξη της κρίσης.

Ο εμπορικός κόσμος βρίσκεται σε κατάσταση αναμονής. Αφού έχει περάσει τα πάνδεινα επί μια οκταετία, ίσως και δεκαετία, καθώς η κρίση στο εμπόριο άρχισε το 2008, άρχισαν να φαίνονται τα πρώτα σημάδια ότι κάτι δεν πάει καλά. Η αγορά έχει «κεραίες» και διαισθάνεται κάποιες καταστάσεις, αν και σε καμία περίπτωση δεν μπορούσαμε να προβλέψουμε το μέγεθος της ταλαιπωρίας μας. Από τζίρο 77 δισ. που είχε το εμπόριο, έπεσε στα 38 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα να κλείσουν πάρα πολλές εμπορικές επιχειρήσεις –τις υπολογίζουμε στις 78.000 κατά την περίοδο της κρίσης–, να χαθούν χιλιάδες θέσεις εργασίας και να μείνουν πολλοί έμποροι άνεργοι και να βρεθούν στα «αζήτητα», καθώς δεν μπορούσαν να πάρουν ούτε καν επίδομα ανεργίας. Μετά το αρχικό σοκ, είδαμε μια ανάκαμψη το 2014 και είχαμε την προσδοκία ότι θα μπορούσαμε τότε να βγούμε από το μνημόνιο, με κάποιες μεγάλες προσπάθειες, κυρίως δημοσιονομικές. Ωστόσο, απογοητευτήκαμε, ξαναγυρίσαμε το 2015 σε μια επικίνδυνη κατάσταση και η αγορά ήταν μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Φτάνουμε πλέον στο 2018, να βρισκόμαστε ένα βήμα πριν από την «επόμενη μέρα», όπως αποκαλείται, που θα περάσουμε από τα μνημόνια στα πλαίσια. Αυτό που ευχόμαστε είναι να μην έχουμε τόσα και τέτοια πλαίσια επιτήρησης και εποπτείας όσα και τα μνημόνια που προηγήθηκαν. Νομίζω ότι αρκεί ένα πλαίσιο εποπτείας τετραετούς διάρκειας, το οποίο η χώρα μας πρέπει να καταθέσει στο Eurogroup της 27ης Απριλίου και να γίνει αποδεκτό από τους δανειστές. Πρόκειται για ένα κείμενο που περιλαμβάνει υποχρεώσεις, δεσμεύσεις και κάποιες περιγραφές του αναπτυξιακού μοντέλου της χώρας. Εμείς, ως μικρομεσαίες επιχειρήσεις, θέλουμε να είμαστε μέσα σε αυτόν το σχεδιασμό, έχουμε τις προτάσεις μας, τις έχουμε καταθέσει και τεκμηριώσει και μένει να δούμε ποια θα είναι η θέση μας στην «επόμενη μέρα».

Από τα λεγόμενά σας καταλαβαίνω ότι θεωρείτε ότι το καλοκαίρι, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, η χώρα βγαίνει από τα μνημόνια. Κάνω λάθος;

Νομίζω ότι, όπως βαρεθήκαμε εμείς, έτσι μας βαρέθηκαν και οι δανειστές. Στις Βρυξέλλες ακούγεται συνεχώς ότι τον Αύγουστο η Ελλάδα βγαίνει από τα μνημόνια επιτήρησης, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πέρασαν τα δύσκολα. Μπορεί να πέρασε ο κίνδυνος, αλλά τα δύσκολα είναι μπροστά μας, και μάλιστα, χωρίς χρηματοδοτική στήριξη, γεγονός που δημιουργεί μια ανασφάλεια στην αγορά, αν κάτι πάει στραβά. Το ζητούμενο είναι να σταθούμε λίγο στα πόδια μας και να περάσουμε στην «επόμενη μέρα» των μνημονίων, αλλά δεν μας διαφεύγει ότι θα βρισκόμαστε σε κατάσταση εποπτείας, δεν θα υπάρχει λύση για τη ρύθμιση του χρέους, και όλα αυτά συζητούνται με ημιαυτοματοποιημένο τρόπο, όπως διατείνεται και ο Μοσκοβισί, για τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Όλα θα εξαρτηθούν από την ανάπτυξη, η οποία όμως θα πρέπει να είναι βιώσιμη, στη χώρα μας.

Άρα, μάλλον δεν περιμένετε «καθαρή» έξοδο…

Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υπάρξει «καθαρή» έξοδος. Οι δανειστές θέλουν τα χρήματά τους πίσω και θα κοιτάξουν να τα διασφαλίσουν με οποιονδήποτε τρόπο. Φαντάζομαι, λοιπόν, ότι θα πρέπει να είμαστε συνεπείς στις υποχρεώσεις μας για να δρομολογηθούν τα πάντα και να επιστρέψουμε στην κανονικότητα.

Προηγουμένως μιλήσατε για το αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας που περιλαμβάνεται στο πλαίσιο εξόδου. Μπορείτε να μας περιγράψετε τι περιλαμβάνει αυτό;

Κινείται σε τέσσερις πυλώνες: ο πρώτος είναι η μείωση των φορολογικών συντελεστών, ο δεύτερος αφορά τη διαφοροποίηση του αναπτυξιακού μοντέλου με ενίσχυση της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας και του αγροτικού τομέα. Επίσης, περιλαμβάνει μια αλλαγή στη διαχείριση των αναπτυξιακών κονδυλίων με βάρος σε όλα τα έργα και όχι μόνο στα μεγάλα, και μια σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού, ώστε να αυξηθεί η ζήτηση και η κατανάλωση. Επίσης, περιλαμβάνει οκτώ βασικά σημεία: αποκρατικοποιήσεις, μεταρρυθμίσεις, επενδύσεις, χρηματοδότηση, ενίσχυση της μεσαίας τάξης, αμοιβές και κατώτατος μισθός, δράσεις για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και την αγροτική παραγωγή και μείωση της φορολογίας κατά 3,5 δισ. ευρώ.

Ως εκπρόσωποι των εμπόρων και των μικρομεσαίων, τι θα θέλατε να περιληφθεί σε αυτό το πλαίσιο;

Αυτό που θα θέλαμε είναι να δοθούν στις ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις τα ίδια κίνητρα και το ίδιο επιχειρηματικό περιβάλλον που υφίστανται στην Ευρώπη. Δυστυχώς, ενώ στην Ελλάδα όλοι [μόνο;] μιλούν για τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα ως πρωταγωνιστή της ανάπτυξης, στην Ευρώπη το υλοποιούν. Δεν ζητάμε τίποτα περισσότερο απ’ ό,τι διαθέτουν και αντιμετωπίζουν –και στηρίζονται– οι ευρωπαϊκές μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Αυτό μεταφράζεται σε 5 δισ. από το ΕΣΠΑ, 2,2, δισ. από το «πακέτο Γιούνκερ», περίπου 800 εκατ. από το ΤΕΑΝ και όλους τους άλλους ευρωπαϊκούς πόρους για τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, που φτάνουν στα 10 δισ. ευρώ, που ζητάμε να περάσουν στην πραγματική οικονομία, γιατί τα ακούμε, αλλά δεν τα έχουμε δει. Επίσης, θα θέλαμε οι τράπεζες να διαθέσουν τη ρευστότητα αυτή την οποία οι ίδιες αναφέρουν ότι διαθέτουν. Για να μπορέσει να λειτουργήσει η αγορά, πρέπει να λειτουργούν και οι τράπεζες. Πιστεύω ότι μετά τα stress tests θα πρέπει να στηρίξουν την αγορά με ρευστότητα, ενώ και η κυβέρνηση θα πρέπει να επανεξετάσει την υπερφορολόγηση, την οποία χρησιμοποίησε ώστε να επιτευχθούν τα πλεονάσματα.

Όσον αφορά το ζήτημα των μισθών, και δεδομένου ότι πρόσφατα υπεγράφη εθνική συλλογική σύμβαση, πώς θεωρείτε ότι πρέπει να γίνει;

Εμείς διατηρήσαμε ζωντανό τον κοινωνικό διάλογο με την υπογραφή της εθνικής συλλογικής σύμβασης, ωστόσο, είναι κατηγορηματική η θέση των δανειστών ότι, αν δεν βγούμε από τα μνημόνια, δεν μπορεί να ανοίξει καν η συζήτηση περί κατώτατου μισθού, παρά μόνο εντός του 2019, ενώ στο αναπτυξιακό σχέδιο αναφέρεται ότι, για να γίνει πειστικό το επιχείρημα πως από το πλάνο αυτό θα ενισχυθεί η ελληνική κοινωνία, θα πρέπει να ενσωματωθεί σχέδιο στο οποίο η προοπτική αύξησης του κατώτατου μισθού, σταδιακά και με βάση το πορτογαλικό μοντέλο, θα πρέπει να έχει ως γνώμονα το να μη θίγει την προσπάθεια απομείωσης της ανεργίας. Ως ΕΣΕΕ θεωρούμε ότι, μετά την έξοδο από τα μνημόνια, και από τον Μάρτιο, που θα αρχίσει ο διάλογος για τη νέα εθνική συλλογική σύμβαση –του 2019–, αυτό που θα πρέπει να εξετάσουμε είναι το πώς μπορεί ο κατώτατος μισθός, που μειώθηκε από τα 751 στα 586 ευρώ, να επανέλθει σε αυτό το ύψος σε τρία στάδια, σε βάθος τριετίας.

Όσον αφορά τον τζίρο των εμπορικών καταστημάτων, έχετε διαπιστώσει κάποια βελτίωση το τελευταίο διάστημα;

Βρισκόμαστε μέχρι στιγμής στο +1% σε σχέση με πέρσι, αλλά αυτή η αύξηση δεν επαρκεί για την αγορά. Χρειαζόμαστε αύξηση 3,5%-4% για να μπορούμε να πούμε ότι πληρώνονται οι τρέχουσες υποχρεώσεις αλλά και οι ληξιπρόθεσμες.