Μαρία Ρεπούση: «Για ένα δημοκρατικό, ανεξίθρησκο σχολείο» - Free Sunday
Μαρία Ρεπούση: «Για ένα δημοκρατικό, ανεξίθρησκο σχολείο»

Μαρία Ρεπούση: «Για ένα δημοκρατικό, ανεξίθρησκο σχολείο»

Ποια είναι η γνώμη σας για τις προτάσεις της Εθνικής Επιτροπής Διαλόγου για την Παιδεία;
Η γνώμη μου είναι ότι οι προτάσεις κινούνται σε θετική κατεύθυνση. Αντιμετωπίζουν μερικές από τις βασικές παθογένειες του εκπαιδευτικού συστήματος και έχουν μεταξύ τους συνοχή. Ποιες είναι αυτές οι παθογένειες, κάποιες από αυτές; Η πληθώρα της ύλης που σύμφωνα με τα αναλυτικά προγράμματα οφείλει να διδάξει το σχολείο, ύλη που είναι όχι μόνο ακατόρθωτη να οικειοποιηθεί από τα παιδιά αλλά και σε κάποιο βαθμό άχρηστη και μη σύγχρονη. Και η ύλη αυτή είναι υποχρεωτική για όλα τα παιδιά, χωρίς να δίνεται η δυνατότητα επιλογών, που συνιστούν σήμερα χαρακτηριστικό του σύγχρονου σχολείου. Μας εντυπωσιάζουν τα αποτελέσματα της συγκριτικής αξιολόγησης των γνώσεων των παιδιών σε άλλες χώρες και δεν συναρτούμε το θέμα αυτό με ένα εκπαιδευτικό σύστημα που αφήνει ελευθερίες στα παιδιά να επιλέξουν δευτερεύοντα μαθήματα και να φτιάξουν το δικό τους σχολικό πρόγραμμα. Αυτό το γνωρίζουν όσοι είναι μέσα ή κοντά στην εκπαίδευση, άλλο αν συχνά δεν θίγεται, διότι έχει να κάνει με τις συντεχνίες, που είναι κάμποσες και ισχυρές. Η δεύτερη παθογένεια είναι ότι το λύκειο έχει ακυρωθεί ως βαθμίδα εκπαίδευσης, αφού έχει μετατραπεί στην καλύτερη περίπτωση σε φροντιστήριο για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και στη χειρότερη σε κουφάρι, ειδικά στη Γ΄ Λυκείου. Οι προτάσεις της επιτροπής είναι σε αυτό το σημείο άτολμες, βλέποντας το πρόβλημα αλλά κρατώντας και στοιχεία που το διαιωνίζουν. Οι επόμενες παθογένειες που θέλω να θίξω αφορούν την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Και είναι πολλές. Το πόρισμα της επιτροπής αντιμετωπίζει κατά τη γνώμη μου θετικά δύο από αυτές, θεσπίζοντας πρωτεύουσα και δευτερεύουσα ειδίκευση, κάτι που ισχύει στα καλά πανεπιστήμια του αναπτυγμένου κόσμου. Να μπορούν ο φοιτητής και η φοιτήτρια να επιλέξουν, για παράδειγμα, να σπουδάσουν ταυτόχρονα Οικονομικά και Φιλοσοφία ή Ιατρική και Κοινωνιολογία. Αυτό θα καταργούσε τα στεγανά ανάμεσα στις επιστημονικές πειθαρχίες και στα αντίστοιχα πανεπιστημιακά τμήματα και θα δημιουργούσε νέου τύπου ροές στο εσωτερικό των ΑΕΙ. Σε συνδυασμό με το παραπάνω είναι και η δυνατότητα της μετακίνησης που προτείνει το πόρισμα της επιτροπής. Να έχουν δηλαδή, και υπό προϋποθέσεις βεβαίως, οι φοιτητές και οι φοιτήτριες το δικαίωμα να αλλάξουν τμήμα και να διορθώσουν την ενδεχομένως εσφαλμένη γι’ αυτούς επιλογή που έκαναν στα 18 τους χωρίς να χρειαστεί να πάρουν πτυχίο από μια σχολή για να κατευθυνθούν σε μια άλλη.

Υπάρχει περίπτωση να εφαρμοστούν ιδέες όπως η κατάργηση των μαθητικών παρελάσεων, η κατάργηση του υποχρεωτικού χαρακτήρα της προσευχής και του εκκλησιασμού;
Φοβάμαι ότι το πολιτικό προσωπικό της χώρας, ακόμα κι αν συμφωνεί με τις αλλαγές αυτές, είναι δέσμιο ενός διάχυτου εθνικολαϊκισμού και ότι η συμμαχία ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι εμπόδιο για να εφαρμοστούν ιδέες στην κατεύθυνση ενός σύγχρονου δημοκρατικού σχολείου, που είναι φυσικά ανεξίθρησκο και δεν γιορτάζει τις εθνικές επετείους μιμούμενο τις στρατιωτικές παρελάσεις. Αυτός είναι ο φόβος μου για όλες τις προτάσεις της επιτροπής, ότι δεν θα γίνει τίποτα παρά μόνον όσα απαιτούνται δημοσιονομικά. Και σε αυτή την περίπτωση λυπάμαι τους ανθρώπους που έβαλαν τον νου και τον χρόνο τους σε αυτή την υπόθεση. Θέλω επίσης να πω στον εκάστοτε υπουργό Παιδείας ότι τα τελευταία χρόνια οι «καλύτεροι υπουργοί Παιδείας», αυτοί που δεν υπέστησαν δημόσιο διασυρμό και εκφοβισμό για όσα ήθελαν να κάνουν στην παιδεία, είναι τελικά αυτοί που δεν έκαναν τίποτα, που δεν έθιξαν τα κακώς κείμενα, που έγραψαν τελικά την εκπαίδευση στα παλιά τους τα παπούτσια. Όλοι οι άλλοι, όπως οι κυρίες –καθόλου τυχαίο– Γιαννάκου και Διαμαντοπούλου, που επιχείρησαν να κάνουν ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις το πλήρωσαν πολύ ακριβά. Όποιος γίνεται υπουργός Παιδείας πρέπει να αποφασίσει αν θέλει να κάνει πράγματα ή να μην κάνει τίποτα, για να διασωθεί. Ελπίζω κάποτε να σταματήσει αυτό, διότι διαφορετικά θα έχουμε υποθηκεύσει το μέλλον της εκπαίδευσης και της χώρας μαζί στον ανεξέλεγκτο λαϊκισμό.

Μπορεί πράγματι να υπάρξει άλλος τρόπος εισαγωγής στα πανεπιστήμια, ώστε να πάψει το λύκειο να είναι ένας μηχανισμός εξετάσεων;
Ναι, υπάρχει. Το έχουν κάνει άλλες χώρες και εμείς οφείλουμε να αντλήσουμε από τις εμπειρίες τους, διορθώνοντας και προσαρμόζοντας ενδεχομένως. Η λύση θα ήταν εδώ το εθνικό απολυτήριο, με ενδοσχολικές μεν εξετάσεις, αλλά με κοινά θέματα και βαθμολόγηση διασφαλισμένα αξιοκρατική. Το εθνικό αυτό απολυτήριο θα ήταν το διαβατήριο για την εισαγωγή στα ΑΕΙ, που πρέπει να πάψει να είναι υπόθεση του λυκείου και να γίνει υπόθεση των ΑΕΙ. Με βάση το εθνικό απολυτήριο τα παιδιά να κατευθύνονται στις σχολές που επιθυμούν και αν υπάρχει μεγαλύτερη ζήτηση από την προσφορά θέσεων, οι πανεπιστημιακές σχολές ή και τα τμήματα να μπορούν να θέτουν επιπλέον κριτήρια για να τα εγγράψουν, κριτήρια που θα ορίζονταν από τις ίδιες τις σχολές και τα τμήματα και θα έδιναν βαρύτητα σε μαθήματα ή θα ζητούσαν ξένη γλώσσα ή πληροφορική ή οτιδήποτε θα έκριναν συμβατό με το περιεχόμενο των σπουδών τους.

Ποια είναι η άποψή σας για τη διδασκαλία των Αρχαίων; Ήδη υπάρχουν αψιμαχίες, αν πρέπει ή όχι να καταργηθούν.
Η γνώση του αρχαίου κόσμου και δη του ελληνικού αρχαίου κόσμου, που γέννησε τις βασικές ιδέες για τη συγκρότηση του σύγχρονου πολιτισμένου κόσμου, πρέπει κατά τη γνώμη μου να είναι μέρος των γνώσεων που προσφέρει το σύγχρονο σχολείο. Μπορεί όμως να επιτευχθεί αυτό όταν τα παιδιά διδάσκονται τα αρχαία κείμενα που εμπεριέχουν αυτές τις ιδέες μέσα από μια γλώσσα που δεν αντιλαμβάνονται και που μέχρι να τη μάθουν έχει περάσει ο σχολικός χρόνος; Κατά τη γνώμη μου, όπως και κατά τη γνώμη πολλών άλλων, όχι. Τελικά, στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση η διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας είναι εμπόδιο για τη γνώση του αρχαίου κόσμου, η αρχαιογλωσσία γίνεται εμπόδιο για την αρχαιογνωσία. Μόνο τα παιδιά που προτίθενται να συνεχίσουν προς κλασική κατεύθυνση σπουδών έχει νόημα να συνδυάσουν την αρχαιογνωσία με τη γνώση της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Για όλα τα υπόλοιπα, η διδασκαλία της αρχαίας γλώσσας θα έπρεπε να είναι προαιρετική και όχι υποχρεωτική και τα αρχαία κείμενα να διδάσκονται μέσα από μετάφραση και όχι πρωτότυπο κείμενο, όπως εμπνευσμένοι και ενήμεροι για το θέμα πολιτικοί καθιέρωσαν, αν και δεξιοί. Και είναι ψέμα αυτό που υποστηρίζουν κάποιοι, ότι τάχα η αρχαία ελληνική γλώσσα διδάσκεται υποχρεωτικά σε σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης άλλων χωρών. Πουθενά δεν γίνεται αυτό.
Γιατί, όμως, ενώ στην πραγματικότητα η υποχρεωτική διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας γίνεται στην εκπαίδευση εμπόδιο και όχι μέσο για την κατανόηση της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, προκαλεί τόσες συγκρούσεις στη χώρα μας; Νομίζω ότι οι λόγοι είναι ιστορικοί, αλλά και συντεχνιακοί. Για να ξεκινήσω με τους δεύτερους, που είναι εύκολοι, η κατάργηση της αρχαίας ελληνικής γλώσσας από τα υποχρεωτικά μαθήματα στο γυμνάσιο θα έθιγε, για παράδειγμα, τις ισορροπίες στον κλάδο των φιλολόγων, που παραμένουν ενιαία κατηγορία διδασκόντων παρά τις μεγάλες διαφορές που έχουν οι αντίστοιχες ειδικότητες και για τις οποίες δεν μιλάει κανένας. Οι ιστορικοί λόγοι είναι πιο σύνθετοι. Στη χώρα μας για περίπου ενάμιση αιώνα υπάρχει γλωσσικό ζήτημα. Όταν αυτό άγγιξε την εκπαίδευση, βγήκαν τα μαχαίρια. Η γλώσσα της εκπαίδευσης ήταν στην πραγματικότητα μια διαμάχη για το είδος του σχολείου που θέλουμε. Ένα σχολείο προγονόπληκτο, που είναι στραμμένο στο ένδοξο παρελθόν και αντλεί από αυτό τη νομιμοποίησή του, ή ένα σχολείο που σέβεται την κληρονομιά των αρχαίων προγόνων αλλά είναι ταυτόχρονα στραμμένο στο παρόν και στο μέλλον και αντλεί την κοινωνική του χρησιμότητα από το ότι ετοιμάζει τα παιδιά να γίνουν υπεύθυνοι και χρήσιμοι πολίτες; Για να έρθω στο σήμερα, ένα σχολείο που επιλέγει να διδάσκει περισσότερες ώρες αρχαία ελληνικά απ’ ό,τι νέα ελληνικά, που είναι η γλώσσα των παιδιών, είναι σίγουρα ένα σχολείο προγονόπληκτο και στραμμένο στο παρελθόν.

Γιατί έγινε τόσος ντόρος με τη δήθεν απαγόρευση της προσφώνησης «πριγκίπισσα» για τα κορίτσια και «πρίγκιπα» για τα αγόρια;
Γιατί ο πολιτικός διάλογος στην Ελλάδα είναι απίστευτα υποβαθμισμένος. Γιατί οι πολιτικοί αντίπαλοι, αντί να αντιπαρατίθενται στη βάση θέσεων και προτάσεων, αρέσκονται να απομονώνουν λέξεις και να τις κάνουν σημαία της αντιπαράθεσης. Γιατί οι εκσυγχρονιστές στη χώρα μας κινδυνεύουν να γίνουν νέου τύπου λαϊκιστές. Μου έκανε δεινή εντύπωση ότι προοδευτικοί διανοούμενοι και πολιτικά πρόσωπα που υπήρξαν ανέκαθεν με την πλευρά της ουσίας των αλλαγών που προτείνει το πόρισμα της Επιτροπής Εθνικού Διαλόγου για την Παιδεία καταπιάστηκαν με εκφράσεις ή με αδόκιμες καινοτομίες, όπως το συμβόλαιο του παιδιού με το σχολείο, για να γελοιοποιήσουν τις προτάσεις της επιτροπής.