Λ. Γεωργακόπουλος: «Ο άνθρωπος φαντάζεται περισσότερα απ’ όσα αντέχει»
Το «Περιμένοντας τον Godot» του Σάμουελ Μπέκετ είναι από τα πιο δημοφιλή έργα της παγκόσμιας δραματουργίας. Τι είναι αυτό που κάνει τους σκηνοθέτες και τους θιάσους να θέλουν να το παρουσιάζουν ξανά και ξανά;
Η σκηνοθεσία της Νατάσας Τριανταφύλλη που εστιάζει;
Η παράσταση του «Γκοντό» ολοκληρώνει ένα σκηνοθετικό τρίπτυχο της Νατάσσας πάνω στην κλασική και μετακλασική διερώτηση της τραγικής πράξης: Ξεκίνησε με την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, προχώρησε με τους Αδελφούς Καραμάζωφ» και ολοκληρώνεται τώρα με τον «Γκοντό». Προφανώς εστιάζει στην καρδιά του έργου που είναι η προσπάθεια να συμβιώσεις και να επιβιώσεις μέσα σε ένα κόσμο γεμάτο από νεκρές ψυχές, ήττες και φρούδες αναμονές Γκοντών αλλά και στον εξακολουθητικό πυρήνα της θεατρικής πράξης: την αγωνία να ενσαρκωθεί το κειμενικό αίνιγμα στην σκηνή και συνάμα να παραμείνει αίνιγμα. Ξέρετε, αν μια παράσταση ερμηνεύσει το αίνιγμα του έργου είναι κάτι περισσότερο από μια αποτυχία
Με τη σκηνοθέτρια, Νατάσα Τριανταφύλλη, φαίνεται να έχετε δημιουργήσει μια ιδιαίτερη χημεία. Να υποθέσω πως από πίσω κρύβεται πολλή δουλειά;
Το αίθριο του Μουσείου Μπενάκη, ένας εξωτερικός χώρος, πόσο «εξυπηρετεί» την πλοκή του έργου;
Ο Μπέκετ έχει δώσει σαφείς σκηνικές οδηγίες για την παράσταση του έργου και όσο ζούσε επέμενε εμμονικά στην τήρησή τους. Στην παράστασή μας προσπαθούμε να τηρήσουμε την ουσία τους αξιοποιώντας έναν από τους πιο μαγικούς ενεργειακά χώρους που έχω δει στην Αθήνα. Είναι μία παράσταση που στήνεται ειδικά για αυτον τον εξωτερικό χώρο, με την αίσθηση οτι είμαστε σε ένα μουσείο. με την ευτυχία ο Πότζο και ο Λάκυ να έρχονται από τον έξω κόσμο και φυσικά μέσα σε αυτη την αναμονή την αίσθηση των περαστικών του δρόμου που δημιουργεί μία τεράστια συγκίνηση.