Τι είδα και τι άκουσα στο μεγάλο συλλαλητήριο για το «Μακεδονικό» - Free Sunday
Τι είδα και τι άκουσα στο μεγάλο συλλαλητήριο για το «Μακεδονικό»
Έχουμε μπροστά μας μεγάλους αγώνες.

Τι είδα και τι άκουσα στο μεγάλο συλλαλητήριο για το «Μακεδονικό»

Πήρα την απόφαση να συμμετέχω στα μεγάλα συλλαλητήρια για τη Μακεδονία μετά τις παρεμβάσεις που έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για να δυσφημήσει το μεγάλο συλλαλητήριο που πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη.

Εκατοντάδες ευρωβουλευτές έλαβαν ολόκληρη έκθεση, στην οποία εκπρόσωποι του ΣΥΡΙΖΑ εξηγούσαν ότι το συλλαλητήριο και η αντίδραση στην υπό διαμόρφωση τότε συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ ήταν υπόθεση ακροδεξιών, σκοταδιστών και θρησκόληπτων.

Το πρώτο μεγάλο συλλαλητήριο στην Αθήνα μού έδωσε την ευκαιρία να καταλάβω, για μία ακόμη φορά, πόσο μεθοδική και εκτός πραγματικότητας είναι η προπαγάνδα του ΣΥΡΙΖΑ.

Η προσέλευση του κόσμου από τη Βόρεια Ελλάδα, την Αθήνα και άλλες περιοχές ήταν μαζική, οι διαδηλωτές ήταν ποιοτικοί, με έντονα χαρακτηριστικά ανθρώπων της δουλειάς, ενώ πολλοί από αυτούς πήραν μέρος στην εκδήλωση μαζί με την οικογένεια.

Στο πρώτο μεγάλο συλλαλητήριο της Αθήνας δέσποσε με την παρουσία του ο Μίκης Θεοδωράκης, ο οποίος ξεπέρασε προβλήματα ηλικίας και υγείας για να ενώσει τους Έλληνες σε μια εθνική προσπάθεια και να καταγγείλει τις παρακρατικές μεθοδεύσεις της κυβέρνησης, με τους αντιεξουσιαστές που έγραψαν συνθήματα στο σπίτι του και την προσπάθεια του Μαξίμου να χαρακτηρίσει το 70% των Ελλήνων που διαφωνούν με τη συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ «φασίστες».

Ο Μίκης Θεοδωράκης απευθύνθηκε στο πλήθος με τη χαρακτηριστική φράση «καλοί μου Έλληνες, αδέρφια μου, φασίστες», γελοιοποιώντας έτσι την επιχειρηματολογία του Μαξίμου.

Μεγάλο πλήθος και πάθος

Την περασμένη Κυριακή χρειάστηκα πάνω από μιάμιση ώρα για να διασχίσω το δεύτερο μεγάλο συλλαλητήριο που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα για τη Μακεδονία, με συμμετοχή εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών. Η εκτίμηση της ΕΛ.ΑΣ., σύμφωνα με την οποία πήραν μέρος στο συλλαλητήριο μόνο 60.000 πολίτες, δείχνει απλά πόσο έχουν κομματικοποιηθεί το κράτος και βασικές λειτουργίες του επί κυβέρνησης Τσίπρα.

Ξεκίνησα από την πλατεία Ρηγίλλης, διέσχισα τη Βασιλίσσης Σοφίας, έφτασα στην πλατεία Συντάγματος, κατέβηκα προς Φιλελλήνων και στη συνέχεια διέσχισα την Αμαλίας και κατευθύνθηκα προς το Ζάππειο.

Η πρώτη εικόνα που μου έκανε εντύπωση ήταν η καλά οργανωμένη παρουσία διαδηλωτών από τη Βόρεια Ελλάδα, οι οποίοι προσέρχονταν ομαδικά από την περιοχή του Hilton με κατεύθυνση την πλατεία Συντάγματος. Τους είδα στη 1.15 το μεσημέρι. Η ροή των διαδηλωτών από τη Βόρεια Ελλάδα συνεχιζόταν μέχρι και λίγο πριν από τις 3. Ρώτησα τους τελευταίους γιατί καθυστέρησαν τόσο, εφόσον οι ομιλίες είχαν ξεκινήσει από τις 2 μ.μ., και μου απάντησαν ότι αντιμετώπισαν προβλήματα στα διόδια, με τους αρμόδιους να κάνουν ό,τι μπορούν για να καθυστερήσουν την έγκαιρη προσέλευσή τους στο μεγάλο συλλαλητήριο.

Περνώντας από τη Βασιλίσσης Σοφίας και στο ύψος της Ηρώδου Αττικού είδα αυτό που κατά τον κ. Τσίπρα δεν υπάρχει, τις κλούβες της ΕΛ.ΑΣ., οι οποίες είναι τοποθετημένες με έναν τρόπο που εμποδίζει ακόμα και πεζούς να περάσουν με κατεύθυνση το Μέγαρο Μαξίμου.

Η ροή του κόσμου ήταν συνεχής και στο ύψος της Βουλής και μέχρι τη λεωφόρο Αμαλίας στο ύψος της Ξενοφώντος η μετακίνηση ήταν δύσκολη εξαιτίας της συγκέντρωσης των διαδηλωτών.

Ήρθα σε επαφή με εκατοντάδες πολίτες και είχα την ευκαιρία, αν και σε δύσκολες συνθήκες, για μια ενδιαφέρουσα ανταλλαγή απόψεων.

Τι ζητούν οι πολίτες

Δέχτηκα πολλά ερωτήματα για το εάν τελικά οι Αθηναίοι στηρίζουν τη Βόρεια Ελλάδα στον αγώνα για τη Μακεδονία. Μου έκανε εντύπωση ότι οι διαδηλωτές που είχαν έρθει από τη Βόρεια Ελλάδα με ρωτούσαν για τη συμμετοχή των Αθηναίων στο συλλαλητήριο. Εάν ήταν μαζική και αγωνιστική ή η διαμαρτυρία για τη συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ είναι περισσότερο υπόθεση της Βόρειας Ελλάδας.

Τους διαβεβαίωσα, με βάση όσα είδα, ότι η συμμετοχή των Αθηναίων στο συλλαλητήριο ήταν εντυπωσιακή και προετοιμάζει το έδαφος για κοινούς αγώνες παρά τις πρόσθετες δυσκολίες που θα δημιουργήσει με την υπογραφή του ο κ. Τσίπρας.

Ένα άλλο ερώτημα που μου τέθηκε από πολλούς συμπολίτες μας είναι γιατί η κυβέρνηση Τσίπρα επιμένει να αγνοεί τη θέληση της πλειοψηφίας των Ελλήνων, οι οποίοι είναι αντίθετοι στη συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ. Ορισμένοι συμπλήρωσαν το ερώτημα με τη διατύπωση της άποψης ότι χρειάζεται διενέργεια δημοψηφίσματος, για να αποφασίσει ο λαός σε ποια κατεύθυνση θα κινηθούμε.

Απάντησα, όσο πιο περιεκτικά μπορούσα, ότι πολλά κυβερνητικά στελέχη δεν έχουν εθνική ευαισθησία, γι’ αυτό άλλωστε υπέγραφαν κατά το παρελθόν αιτήματα αναγνώρισης της γειτονικής χώρας σαν σκέτο «Μακεδονία», χωρίς οποιονδήποτε προσδιορισμό.

Υποστήριξα επίσης ότι ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας ελίσσεται στο συγκεκριμένο θέμα. Πρώτα προσπάθησε, χωρίς αποτέλεσμα, να δημιουργήσει εσωκομματικό πρόβλημα στη ΝΔ, στη συνέχεια όμως κατάφερε να αξιοποιήσει τη σύγχυση που παρατηρήθηκε στο ΚΙΝΑΛ. Επιπλέον, εμφανίζεται σαν διεκπεραιωτής της ευρωπαϊκής και γερμανικής πολιτικής στα Δυτικά Βαλκάνια, σε μια προσπάθεια να αξιοποιήσει την αξιοπιστία του έναντι των Ευρωπαίων ηγετών για να διευκολυνθεί σε προεκλογικούς οικονομικούς χειρισμούς.

Υπογράμμισα ότι η εικόνα που έχω είναι ενός πολιτικού ηγέτη που χειρίζεται τεράστιας σημασίας εθνικό θέμα με εσωτερικά πολιτικά, κομματικά κριτήρια, με αποτέλεσμα να βλάπτει σοβαρά, με τους χειρισμούς του, τα εθνικά συμφέροντα.

Σε σχέση με τη διενέργεια δημοψηφίσματος, είπα ότι προσωπικά δεν έχω αντίρρηση, αλλά δεν βλέπω πώς ακριβώς θα μπορούσε να επιβληθεί στην κυβέρνηση και πώς θα γινόταν σεβαστό το αποτέλεσμα, εφόσον στο τελευταίο δημοψήφισμα ο κ. Τσίπρας μετέτρεψε με χαρακτηριστική άνεση το «όχι» σε «ναι». Υπογράμμισα ότι σε αυτή τη φάση το καλύτερο δημοψήφισμα είναι οι εκλογές και προς αυτή την κατεύθυνση πιέζει η ΝΔ, χωρίς όμως να ορίζει τις εξελίξεις.

Ο μεγάλος απών

Ο μεγάλος απών από το συλλαλητήριο της περασμένης Κυριακής ήταν ο Μίκης Θεοδωράκης.

Η απουσία του δημιούργησε τρία σοβαρά πολιτικά προβλήματα.

Πρώτον, οι μηχανισμοί της κυβέρνησης κινήθηκαν πιο άνετα, γιατί αυτή τη φορά δεν βρέθηκαν αντιμέτωποι με την καταγγελία του Μίκη Θεοδωράκη για τη λειτουργία του κομματικού κράτους και του παρακράτους.

Δεύτερον, ξεθάρρεψαν οι ακροδεξιοί προβοκάτορες, επειδή κι αυτοί δεν δέχτηκαν μεγάλη πολιτική πίεση μέσα από την παρουσία μιας προσωπικότητας που συμβολίζει, μεταξύ των άλλων, τη μάχη κατά του φασισμού.

Καθώς διέσχιζα την πλατεία Συντάγματος και αντάλλασσα απόψεις με τους πολίτες, μπόρεσα να αντιληφθώ μικρές συγκεντρώσεις ατόμων που είχαν προμηθευτεί τα απαραίτητα και έμοιαζαν έτοιμοι να δράσουν προβοκατόρικα.

Τελικά το κομματικό κράτος και οι ακροδεξιοί προβοκάτορες συντονίστηκαν μέσα από τη δράση και την αντίδραση για να στραφούν οι δυνάμεις της ΕΛ.ΑΣ. κατά όσων διαδήλωναν ειρηνικά και να τους ψεκάσουν προκειμένου να διαλύσουν το μεγαλειώδες συλλαλητήριο. Ενδεικτικό της μεθοδολογίας της κυβέρνησης είναι το γεγονός ότι δεν έγινε καμία σύλληψη και δεν βγήκε καμία κουκούλα για να τεκμηριωθεί αυτό που όλοι γνωρίζουμε. Ακροδεξιοί προβοκάτορες έδωσαν στην κυβέρνηση την ευκαιρία που ήθελε να στραφεί κατά των διαδηλωτών, να δώσει τη μάχη της εικόνας στη βάση των επεισοδίων και όχι της συμμετοχής και να καταγγείλει για μία ακόμη φορά όσους διαμαρτύρονται για την πολιτική της σαν ακροδεξιούς.

Τρίτον, η έλλειψη ενός ομιλητή του αναστήματος του Μίκη Θεοδωράκη περιόρισε το ενδιαφέρον των πολιτών για τις ομιλίες, ορισμένες από τις οποίες δεν ήταν στο ύψος των περιστάσεων. Συγκινητική η προσπάθεια της Αφροδίτης Μάνου να προστατέψει το συλλαλητήριο από τη δράση των προβοκατόρων και την αντίδραση του κομματικού κράτους, δυστυχώς όμως δεν έφερε αποτέλεσμα.

Η επόμενη μέρα

Η επόμενη μέρα, με βάση όσα είδα και τις συζητήσεις που έκανα κατά τη διάρκεια του συλλαλητηρίου, θα είναι δύσκολη.

Η κυβέρνηση επιμένει να κινείται σε λάθος εθνική κατεύθυνση.

Η Βόρεια Ελλάδα δεν πρόκειται να ανεχτεί τέτοιες συμπεριφορές και θα απαιτήσει αλληλεγγύη και αγώνα.

Το σύστημα εξουσίας θα ρίξει κι άλλο το επίπεδο της δημοκρατίας μας, σε μια προσπάθεια να ελέγξει τις αντιδράσεις στην πολιτική του.

Με βάση όσα είδα και άκουσα, θεωρώ ότι το μεγάλο συλλαλητήριο δεν ήταν το τέλος αλλά η αρχή μιας δύσκολης αλλά ωραίας πολιτικής και εθνικής προσπάθειας.