Τα προβλήματα της αντιπολίτευσης - Free Sunday
Τα προβλήματα της αντιπολίτευσης
Η αδυναμία της περιορίζει τον έλεγχο στην εξουσία

Τα προβλήματα της αντιπολίτευσης

Ο Μητσοτάκης και η Νέα Δημοκρατία ήταν οι θριαμβευτές των βουλευτικών εκλογών. Το αποτέλεσμα όμως προσδιορίστηκε σε μεγάλο βαθμό από τις εξελίξεις στον χώρο της αντιπολίτευσης. Κανείς δεν μπορούσε να τις προβλέψει όταν 12 μήνες πριν από τις εκλογές το άθροισμα των δημοσκοπικών δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ ξεπερνούσε κατά 6 μονάδες τις δημοσκοπικές καταγραφές της Νέας Δημοκρατίας. Επιπλέον, σημαντικές αλλαγές στον χώρο της αντιπολίτευσης πέρασαν, μέχρι την τελευταία στιγμή, κάτω από το ραντάρ των δημοσκόπων και των πολιτικών αναλυτών.

Λίγοι και διχασμένοι

Αρκετούς μήνες πριν από τις εκλογές είχα αναπτύξει μια επιχειρηματολογία υπέρ της σύγκλισης του ΣΥΡΙΖΑ με το ΠΑΣΟΚ, σε ευρωπαϊκό πλαίσιο.

Τα δύο κόμματα συνεργάζονται με τους ευρωσοσιαλιστές όπου η συνεννόηση μεταξύ κεντροαριστεράς και αριστεράς θεωρείται περίπου αυτονόητη. Πρότεινα, λοιπόν, να δώσουν ευρωπαϊκή διάσταση στην εσωτερική πολιτική τους χωρίς όμως να υπάρξει θετική αντίδραση στην επιχειρηματολογία μου.

Τσίπρας και Ανδρουλάκης έπρεπε κατά την άποψη μου να συνεργαστούν και επειδή περιέγραφαν και οι δύο την μετατροπή της κυβέρνησης σε καθεστώς και τον κίνδυνο ενδεχόμενης νίκης της Νέας Δημοκρατίας να ενίσχυε ακόμη περισσότερο τα καθεστωτικά της χαρακτηριστικά. Από τη στιγμή που προειδοποιούσαν για έναν τόσο μεγάλο κίνδυνο θα έπρεπε, λογικά, να τον λάβουν υπόψη τους στην χάραξη της στρατηγικής τους. Συνέχισαν όμως μια πολιτική ρουτίνα που δεν έδινε προτεραιότητα στον διάλογο και τη σύγκλιση αλλά στην προβολή των μεταξύ τους διαφορών.

Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πλέον μεσαίο κόμμα, έχασε τον τίτλο του πρωταγωνιστή των εξελίξεων και της συμμετοχής στον δικομματισμό. Το ΠΑΣΟΚ, παρά την σημαντική πρόοδο που κατέγραψε, είναι ένα μικρομεσαίο κόμμα με περιορισμένες, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, δυνατότητες παραπέρα ανάπτυξης.

Με βάση την επιχειρηματολογία Ανδρουλάκη, το ΠΑΣΟΚ έρχεται και ο ΣΥΡΙΖΑ φεύγει. Πράγματι, ο ΣΥΡΙΖΑ βλέπει τα ποσοστά του να συρρικνώνονται επικίνδυνα και μπαίνει σε μια περίοδο μεγάλης αστάθειας, πιθανόν και νέας συρρίκνωσης μετά την παραίτηση Τσίπρα. Το ΠΑΣΟΚ όμως δεν είναι ο μεγάλος κερδισμένος από την εκλογική πτώση του ΣΥΡΙΖΑ. Δυνάμεις στα αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ και φυσικά η Νέα Δημοκρατία καταγράφουν συγκρίσιμα ή και μεγαλύτερα κέρδη από το ΠΑΣΟΚ.

Το χειρότερο για τα δύο κόμματα είναι ότι αποτελούν πλέον σχετικά μικρό μέρος της αντιπολίτευσης. Σε αυτά αναλογούν περίπου το 60% των δυνάμεων της αντιπολίτευσης με το υπόλοιπο 40% να έχει τις χειρότερες διακρίσεις απέναντί τους.

Δεν φτάνει λοιπόν που είναι αποδυναμωμένα με βάση τους στόχους που έχουν θέσει και συγκρούονται μεταξύ τους αλλά θα δυσκολευτούν πολύ να κυριαρχήσουν στον χώρο της αντιπολίτευσης. Η κυβέρνηση και τα ΜΜΕ που συνεργάζονται με αυτήν θα μπορούν να επιλέγουν άνετα στελέχη και επιχειρήματα της αντιπολίτευσης για να υπονομεύουν την επιχειρηματολογία του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ ή να περιορίζουν την πίεση που δέχεται η κυβέρνηση η οποία άλλωστε δεν πρόκειται να είναι μεγάλη για ένα μεγάλο και απροσδιόριστο χρονικό διάστημα.

Ίδια πρόταση σε χειρότερες συνθήκες

Οι συνθήκες στις οποίες λειτουργούν σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ είναι πολύ χειρότερες από τις συνθήκες που λειτουργούσαν πριν από τις δύο εκλογικές αναμετρήσεις.

Στον ΣΥΡΙΖΑ έχει εκδηλωθεί μια χωρίς προηγούμενο κρίση και κανείς δεν ξέρει πως μπορεί να αντιμετωπιστεί με στόχο τη σταθεροποίηση και στη συνέχεια την εκλογική ανάταξη.

Στο ΠΑΣΟΚ εμφανίζονται ευχαριστημένοι γιατί πέτυχαν τους τρεις στόχους που είχε θέσει ο Νίκος Ανδρουλάκης. Πήραν ένα διψήφιο ποσοστό και άφησαν πίσω τους την εικόνα της απόλυτης αδυναμίας. Ενίσχυσαν θεαματικά τη συγκριτική τους θέση έναντι του ΣΥΡΙΖΑ και είναι έτοιμοι να καταγράψουν κέρδη από τη νέα περίοδο κρίσης στον ΣΥΡΙΖΑ. Στις δεύτερες εκλογές μπόρεσαν να αυξήσουν τα ποσοστά τους, έστω οριακά.

Η βήμα-βήμα προσέγγιση της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ φέρνει αποτελέσματα αλλά η γενική εικόνα εξακολουθεί να είναι δύσκολη. Οι σχέσεις με τον ΣΥΡΙΖΑ είναι κακές, η παλιά γενιά στελεχών του ΠΑΣΟΚ αισθάνεται περιθωριοποιημένη εξαιτίας των επιλογών της ηγεσίας και το κόμμα έχει χαρακτηριστικά «προθάλαμου» για διορισμό σε κυβερνητικές θέσεις.

Αυτό σημαίνει ότι είναι δύσκολη η δημιουργία ευρύτερης κεντροαριστερής, αριστερής δυναμικής ενώ ο Μητσοτάκης δεν έχει ανάγκη το οργανωμένο ΠΑΣΟΚ εφόσον μπορεί να απευθύνεται, με χαρακτηριστική άνεση, στα στελέχη του ΠΑΣΟΚ που έχει ανάγκη χωρίς να αναλαμβάνει δεσμεύσεις έναντι της ηγεσίας και του κόμματος.

Σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες, το επιχείρημα υπέρ της αναγκαιότητας διαλόγου, σύγκλισης και ενδεχόμενης συνεργασίας ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, το οποίο προβάλλω συστηματικά, αποκτά μεγαλύτερη σημασία. Εάν δεν υπάρξει συνεννόηση και στη συνέχεια συνεργασία μεταξύ των δύο, θα πέσουν θύματα του χάους στον χώρο της αντιπολίτευσης, το οποίο θα διαχειρίζονται για λογαριασμό της κυβέρνησης τα ΜΜΕ.

Η πρότασή μου είναι δύσκολο να εφαρμοστεί αλλά χωρίς την αναγκαία συνεννόηση και σύγκλιση ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ κινδυνεύουν να οδηγηθούν στο πολιτικό περιθώριο. Μόνα τους τα κόμματα αυτά δεν μπορούν να αποτελέσουν εναλλακτική πρόταση για την πανίσχυρη Νέα Δημοκρατία και το «καθεστώς» που πλέον συμπεριλαμβάνει το κομματικό κράτος, τα ισχυρότερα ΜΜΕ, τα μεγαλύτερα επιχειρηματικά συμφέροντα, την τοπική και περιφερειακή αυτοδιοίκηση.

Πολιτική οπισθοδρόμηση

Ο έλεγχος της νέας κυβέρνησης Μητσοτάκη θα ήταν πιο αποτελεσματικός εάν δεν είχε προκύψει πολυδιάσπαση της αντιπολίτευσης με οκτακομματική Βουλή.

Η παρουσία πολλών κομμάτων στη Βουλή περιόρισε κάπως τις έδρες της ούτως ή άλλως αυτοδύναμης Νέας Δημοκρατίας αλλά απάλλαξε την εξουσία από τη δυνατότητα ενός συστηματικού και αποτελεσματικού ελέγχου.

Τα πέντε από τα επτά κόμματα της αντιπολίτευσης είναι βέβαιο ότι θα συμβάλλουν σε μια αντιπολιτευτική κακοφωνία η οποία θα αναδεικνύει έμμεσα την κυριαρχία της κυβέρνησης και τον Μητσοτάκη και τους συνεργάτες του σαν... «μόνη λύση».

Στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας υπάρχει μια χαώδης κατάσταση με την Ελληνική Λύση, τους Σπαρτιάτες και τη ΝΙΚΗ να αθροίζουν ποσοστά της τάξης του 13%.

Τα τρία κόμματα, με τη μερική εξαίρεση της Ελληνικής Λύσης, κινούνται εντελώς εκτός ευρωπαϊκού πλαισίου και συμβάλλουν στην ευρωπαϊκή αποδυνάμωση της εικόνας της Ελλάδας. Δεν φτάνει που έχουμε μια ισχυρή κυβέρνηση με «ορμπανικά» χαρακτηριστικά και αρνητική εικόνα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, προστέθηκαν δύο ακροδεξιά κόμματα, το ένα συνδεδεμένο με θρησκόληπτους σκοταδιστές και το άλλο με τους νεοναζί της Χρυσής Αυγής, για να κάνουν ακόμη χειρότερη την εικόνα μας.

Εξαιρετικά αρνητικές για την Ευρωπαϊκή εικόνα και προοπτική μας είναι και οι εξελίξεις στα αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ. Καταγράφηκαν σημαντικές απώλειες του ΣΥΡΙΖΑ σε όφελος του ΚΚΕ που η επιχειρηματολογία του έχει μείνει στην περίοδο του μπρεζνιεφικού «υπαρκτού σοσιαλισμού» και του κόμματος της Ζωής Κωνσταντοπούλου η οποία δηλώνει, με χαρακτηριστική σεμνότητα, ότι αξίζει όσο 100 βουλευτές μαζί.

ΚΚΕ και Πλεύση Ελευθερίας ανήκουν στους ηττημένους της κρίσης του 2015 που είχε βασικό στόχο την αναγκαστική έξοδο της χώρας από την Ευρωζώνη. Είναι εξαιρετικά αρνητικό το γεγονός ότι οι ηττημένοι του 2015 είναι μεταξύ των κερδισμένων του 2023 παίρνοντας πίσω ένα σημαντικό μέρος των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι δεν θέλησαν να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες.

Ένα άλλο κοινό χαρακτηριστικό του    ΚΚΕ και της Πλεύσης Ελευθερίας είναι ότι δεν δίνουν προτεραιότητα στην αντιπολίτευση προς τη Νέα Δημοκρατία και την κυβέρνηση αλλά στην ενίσχυση της θέσης τους σε βάρος του ΣΥΡΙΖΑ. Έχουν ενθαρρυνθεί από την επιτυχία των δύο τελευταίων εκλογικών αναμετρήσεων και είναι βέβαιο ότι θα συνεχίσουν, με μεγαλύτερο ζήλο, στην ίδια κατεύθυνση. Εάν συνυπολογίσουμε και τις δυνάμεις του κόμματος Βαρουφάκη, το οποίο δεν έπιασε το όριο του 3% και έμεινε εκτός Βουλής, έχουμε ένα ετερόκλητο άθροισμα απόλυτης πολιτικής άρνησης που συγκεντρώνει ποσοστά της τάξης του 13%.

Έχουμε λοιπόν 26 έως 27% των ψηφοφόρων να επιλέγουν ακροδεξιά ή αριστερά αδιέξοδα και ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ να αθροίζουν λίγο μεγαλύτερες δυνάμεις, γύρω στο 30%, χωρίς μάλιστα να συνεννοούνται μεταξύ τους.

Αρνητική προοπτική

Στις συνθήκες που περιγράφω η προοπτική της αντιπολίτευσης είναι αρνητική.

Στις κοινοβουλευτικές επιτροπές θα προβάλλονται διάφορες θεωρίες, οι περισσότερες από τις οποίες δεν θα έχουν καμία σχέση με την ελληνική ή ευρωπαϊκή πραγματικότητα.

ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ θα δυσκολευτούν να κάνουν ουσιαστικές παρεμβάσεις. Είναι τέτοια η κοινοβουλευτική αποδυνάμωση του ΣΥΡΙΖΑ ώστε πλέον έχει χάσει τη δυνατότητα να προκαλεί, μόνος του, πρόταση μομφής σε βάρος της κυβέρνησης ή ακόμη τη σύσταση εξεταστικής επιτροπής.

Η επικοινωνιακή αποδυνάμωση του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ προβλέπεται ακόμη μεγαλύτερη από την πολιτική. Τα συνεργαζόμενα με την κυβέρνηση ισχυρά ΜΜΕ θα προβάλλουν αντιπολιτευτικές πρωτοβουλίες –για παράδειγμα όσα υποστηρίζει η Ζωή Κωνσταντοπούλου– που δεν ενοχλούν την κυβέρνηση, δημιουργούν σύγχυση στην αντιπολίτευση και προβάλλουν την εικόνα Μητσοτάκη - Νέας Δημοκρατίας που αποτελούν τη μόνη «ρεαλιστική λύση».

Τα επόμενα χρόνια τα βασικά χαρακτηριστικά θα είναι η πολιτική κακοφωνία και αδυναμία της αντιπολίτευσης.

Η μόνη σοβαρή πιθανότητα να μπει ένα τέλος σε αυτή την κατάσταση περνάει από την βελτίωση των σχέσεων ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ για να υπάρξει στη συνέχεια διάλογος που θα μπορούσε να οδηγήσει σε σύγκλιση και συνεργασία.

Ο Ανδρουλάκης το απορρίπτει θεωρώντας ότι ο Τσίπρας και ο όποιος αντικαταστάτης του είναι ανειλικρινείς και πως είναι πιθανόν σε κάποια φάση να καταρρεύσει ο ΣΥΡΙΖΑ σε όφελος του ΠΑΣΟΚ. Ο Τσίπρας δεν το απέρριπτε επί της αρχής αλλά δυσκολεύτηκε να το εξηγήσει στους «σκληρούς» του ΣΥΡΙΖΑ οι οποίοι κάνουν ότι μπορούν για να αποτρέψουν τη βελτίωση των σχέσεων με το ΠΑΣΟΚ. Ο επόμενος ηγέτης του ΣΥΡΙΖΑ θα έχει πολύ λιγότερες δυνατότητες.

Αυτή η τετραετία χάθηκε και αν κρίνουμε από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που έχει αποκτήσει η αντιπολίτευση ο Μητσοτάκης έχει μπροστά του και άλλες τετραετίες αν δεν εκδηλωθεί μια θετική δυναμική στον χώρο της αντιπολίτευσης, που θα οδηγήσει στην αναγκαία υπέρβαση.

Οι δημοτικές, περιφερειακές εκλογές μοιάζουν ήδη χαμένες για ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ. Οι ευρωεκλογές είναι κι αυτές δοκιμασία. Η ισχυρή ευρωκοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ θα σταματήσει πιθανότατα να υπάρχει, χωρίς αυτό να οδηγεί απαραίτητα σε ουσιαστική ενίσχυση της εκπροσώπησης του ΠΑΣΟΚ. Αντίθετα, εκτός από την ευρωκοινοβουλευτική κυριαρχία της Νέας Δημοκρατίας μπορούμε να δούμε και την ενίσχυση των αντιευρωπαϊκών δυνάμεων της άκρας Δεξιάς και της Αριστεράς που νοσταλγεί την κρίση του 2015. Η ευρωκοινοβουλευτική ενίσχυση της Νέας Δημοκρατίας, αν τελικά πραγματοποιηθεί, θα περιορίσει ως έναν βαθμό την πίεση που δέχεται η κυβέρνηση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τις ανελεύθερες πρακτικές της. Δεν δεσμεύει βέβαια τα ευρωπαϊκά ΜΜΕ που με το πέρασμα του χρόνου σχηματίζουν ολοένα πιο αρνητική άποψη για την κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Αν εμφανιστούν στην Ευρωβουλή αρκετοί ευρωβουλευτές της ΝΙΚΗΣ, των Σπαρτιατών, του ΚΚΕ και της Πλεύσης Ελευθερίας, ενδεχομένως και του Βαρουφάκη, θα έχουμε ένα ακόμη ισχυρό πλήγμα στην ευρωπαϊκή εικόνα της Ελλάδας.