Ελλάδα - Ε.Ε. προς ενεργειακό «χειμώνα» - Free Sunday
Ελλάδα - Ε.Ε. προς ενεργειακό «χειμώνα»
Η πρώτη κρίση σε περίοδο πράσινης μετάβασης

Ελλάδα - Ε.Ε. προς ενεργειακό «χειμώνα»

Η Ελλάδα, όπως και η Ε.Ε., βρίσκεται αντιμέτωπη με μια μεγάλη ενεργειακή πρόκληση. Το κόστος των καυσίμων και της ηλεκτρικής ενέργειας απογειώνεται δημιουργώντας ένα σωρό προβλήματα.

Υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να σπάσει –λόγω του ενεργειακού– η δυναμική της ανάκαμψης, οπότε η μετά COVID-19 δημοσιονομική προσαρμογή θα γίνει πιο δύσκολη και δυσάρεστη.

Δεν είναι η πρώτη ενεργειακή κρίση που αντιμετωπίζει η Ελλάδα, είναι όμως η πρώτη ενεργειακή κρίση την περίοδο της πράσινης ενεργειακής μετάβασης. Αυτό σημαίνει ότι οι οικονομικοί υπολογισμοί είναι πολύ πιο αυστηροί και τα μέτρα προσαρμογής πιο σύνθετα.

Η ενεργειακή κρίση σε συνθήκες πράσινης ενεργειακής μετάβασης είναι πιθανό να δημιουργήσει πολιτικές και κοινωνικές αναταράξεις. Το δυναμικό κίνημα διαμαρτυρίας των «κίτρινων γιλέκων» ξεπήδησε στη Γαλλία μέσα από τη λαϊκή αντίδραση για έναν ενεργειακό φόρο στη βενζίνη που προσπάθησε να επιβάλει ο πρόεδρος Μακρόν. Ήταν τέτοια η αντίδραση των μη προνομιούχων, ώστε αναγκάστηκε να πάρει πίσω τον πρόσθετο φόρο και να δώσει οικονομικές ενισχύσεις και επιδόματα ύψους 10 δισ. ευρώ για να ηρεμήσουν κάπως τα πράγματα.

Η διαχείριση της ενεργειακής κρίσης θα γίνει υποχρεωτικά στο πολιτικό πλαίσιο που έχει συμφωνηθεί. Τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. έχουν δεσμευθεί για μείωση των ατμοσφαιρικών ρύπων κατά 50% μέχρι το 2030 με έτος-βάση υπολογισμού το 1990. Οι υπογραφές έχουν μπει, οι δεσμεύσεις έχουν αναληφθεί, η Γερμανία και άλλες οικονομικά αναπτυγμένες χώρες της Ε.Ε. σπρώχνουν πολιτικά προς αυτή την κατεύθυνση και οι Πράσινοι ετοιμάζονται να μπουν στον κυβερνητικό συνασπισμό της Γερμανίας και να αναλάβουν, πιθανότατα, το υπουργείο Περιβάλλοντος.

Το ενεργειακό κόστος στην Ε.Ε. είναι πολύ υψηλότερο από το ενεργειακό κόστος των ΗΠΑ και το ενεργειακό κόστος στην Ελλάδα είναι από τα υψηλότερα στην Ε.Ε. Επομένως, η νέα ενεργειακή κρίση μπορεί να δώσει την ευκαιρία στις ΗΠΑ να αφήσουν ακόμη πιο πίσω την Ε.Ε. στην οικονομική ανάπτυξη, ενώ είναι βέβαιο ότι θα κάνει την ελληνική οικονομία και ειδικά τη βιομηχανία λιγότερο ανταγωνιστική.

Λάθη και ατυχία μαζί

Η νέα ενεργειακή κρίση προέκυψε μέσα από έναν συνδυασμό σοβαρών λαθών στον σχεδιασμό της πράσινης μετάβασης και αρνητικής συγκυρίας, κακής τύχης.

Η πράσινη μετάβαση επιβλήθηκε με πολιτικά κριτήρια, στη διεκδίκηση της μεσαίας τάξης των αστικών κέντρων, χωρίς να γίνουν σοβαροί υπολογισμοί.

Στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο παρακολούθησα μία πράσινη πλειοδοσία από τους Πράσινους, την Αριστερά και την αριστερή πτέρυγα των Σοσιαλιστών, η οποία δημιούργησε τις συνθήκες για το σημερινό αδιέξοδο.

Το μόνο που καταφέραμε οι ευρωβουλευτές του ΕΛΚ (Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος) είναι να συγκρατήσουμε κάπως τον στόχο για μείωση των ατμοσφαιρικών ρύπων μέχρι το 2030 στο 50%, ενώ οι πιο αποφασισμένοι πίεζαν για 60% και 65%. Όμως και ο στόχος του 50% μοιάζει στις σημερινές συνθήκες υπερβολικός, ειδικά για οικονομίες με τα διαρθρωτικά προβλήματα της Ελλάδας.

Από τη στιγμή που θέσαμε έναν τόσο φιλόδοξο στόχο για τη μείωση των αερίων ρύπων, οι τιμές των ρύπων –βάσει του συστήματος που ισχύει– απογειώθηκαν. Σήμερα κινούνται πάνω από τα 60 ευρώ τον τόνο. Κοστίζουν τριπλάσια απ’ ό,τι το 2019 και όλοι προβλέπουν ότι θα συνεχιστεί η ανοδική τάση στο πλαίσιο του συστήματος εμπορίας ρύπων.

Υποτίθεται ότι αναλαμβάνοντας πρόσθετες οικονομικές υποχρεώσεις θα κάνουμε «πράσινη» την Ε.Ε. και πως με το καλό παράδειγμα και την εμπορική ισχύ των «27» θα επιβάλουμε ανάλογη πολιτική στους ισχυρούς του πλανήτη και στους μεγάλους ρυπαντές.

Όλα αυτά μπορεί να αποδειχθούν μία πολιτική φαντασίωση. Στη Γερμανία, το «εργοστάσιο» της Ε.Ε., αναλογεί το 2% των παγκόσμιων ρύπων. Συνολικά, η συμβολή της Ε.Ε. των «27» στην «παραγωγή CO₂ κινείται αρκετά κάτω από το 10% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων ρύπων.

Επομένως, τίθεται το προφανές ερώτημα πώς θα επιβάλει η Ε.Ε. σε παγκόσμιο επίπεδο μια πολιτική που δεν δεσμεύει τις ΗΠΑ, την Κίνα και την Ινδία. Η θεωρητική απάντηση είναι με την επιβολή ενός είδους φόρου ή δασμού στις εισαγωγές προϊόντων από χώρες εκτός Ε.Ε., οι οποίες κατά την παραγωγική διαδικασία δεν τηρούν τις προδιαγραφές για τη σταδιακή μείωση των ρύπων. Η ιστορία είναι ενδιαφέρουσα, αλλά η εφαρμογή της προσκρούει στις αντιρρήσεις των ΗΠΑ και της Κίνας. Σε περίπτωση που επιβληθούν περιβαλλοντικοί φόροι-δασμοί στις εξαγωγές τους θα αντιδράσουν δυναμικά.

Η πρώτη που θα δει τα συμφέροντά της να πλήττονται από την αντίδραση των ΗΠΑ και της Κίνας είναι η Γερμανία με την ισχυρή βιομηχανική βάση και τα παγκόσμια ρεκόρ στο εμπορικό πλεόνασμα. Είναι αμφίβολο ότι θα αντέξει στην πίεση των ΗΠΑ και της Κίνας, η αντίδραση των οποίων θα δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στην εξαγωγική της βιομηχανία, στην ανάπτυξη της οικονομίας και στην απασχόληση.

Έχει αποδειχθεί στην πράξη ότι η Ε.Ε. δεν αντέχει εμπορική και οικονομική αναμέτρηση με τις ΗΠΑ. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα ευρωπαϊκά σχέδια για «δίκαιη φορολογία» των αμερικανικών ψηφιακών κολοσσών που κυριαρχούν στην ευρωπαϊκή αγορά φοροαποφεύγοντας συστηματικά, μπήκαν ξανά στο «ψυγείο». Στόχος των Ευρωπαίων είναι τώρα ένας συμβιβασμός με τις ΗΠΑ στα πλαίσια του ΟΟΣΑ, που θα αφορά –γενικότερα– τη δικαιότερη και φυσικά υψηλότερη φορολογία των πολυεθνικών.

Επομένως, όλα δείχνουν ότι η Ε.Ε. έχει δεσμευθεί σε ένα σύστημα το οποίο δεν έχει τη δυνατότητα να επιβάλει σε παγκόσμιο επίπεδο. Αντίθετα –έτσι όπως λειτουργεί η παγκόσμια οικονομία– η Ε.Ε. κινδυνεύει να τιμωρήσει οικονομικά τον εαυτό της και να δώσει το πλεονέκτημα σε άλλες οικονομίες, οι οποίες ρυπαίνουν περισσότερο.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η Κίνα, η οποία αντιμετωπίζει ενεργειακό έλλειμμα και περιοδικά blackout στη βιομηχανία της, προχωράει για να λύσει το πρόβλημα με μεγάλη αύξηση της παραγωγής άνθρακα, όπως και των εισαγωγών άνθρακα. Ο Κινέζος ηγέτης Σι Τζινπίνγκ δεσμεύτηκε ότι η Κίνα θα σταματήσει να χρηματοδοτεί την κατασκευή στο εξωτερικό μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που χρησιμοποιούν σαν καύσιμο τον άνθρακα, δεν ανέλαβε όμως οποιαδήποτε δέσμευση για την παραγωγή και την κατανάλωση άνθρακα στην Κίνα.

Και ο πρόεδρος Μπάιντεν δεν δέχεται μία ευρωπαϊκού τύπου πειθαρχία. Αρνείται να αυξήσει τη φορολογία και να δημιουργήσει νέες οικονομικές επιβαρύνσεις για τους αέριους ρύπους. Με τον Τραμπ να υποστηρίζει ακόμη ότι δεν υπάρχει θέμα κλιματικής αλλαγής λόγω της ρύπανσης και να κυριαρχεί στον χώρο των Ρεπουμπλικάνων, το τελευταίο πράγμα που σκέφτεται ο Μπάιντεν είναι να ακολουθήσει το παράδειγμα της Ε.Ε.

Δεν φτάνει που το ευρωπαϊκό μοντέλο ενεργειακής-πράσινης μετάβασης είναι δυσλειτουργικό ως εξωπραγματικό, αλλά και η διεθνής συγκυρία εξελίσσεται αρνητικά στον ενεργειακό τομέα.

Το φυσικό αέριο, το οποίο έχει επιλεγεί από την κυβέρνηση σαν το καύσιμο της μεταβατικής περιόδου, έχει γίνει εξαιρετικά ακριβό. Όπως δήλωσε ο Ευάγγελος Μυτιληναίος του Ομίλου MYTILINEOS σε συνάντησή με αναλυτές: «Η άνοδος της τιμής στο φυσικό αέριο έχει φτάσει σε τέτοια επίπεδα, ώστε αναλογικά είναι σαν η βενζίνη –από το 1,6 ευρώ που πωλείται σήμερα– να είχε αυξηθεί στα 7 ευρώ».

Υποστήριξε μάλιστα ότι αντιμετωπίζουμε την «τέλεια καταιγίδα» και πως: «Είμαστε στο έλεος του χειμώνα. Αν είναι βαρύς θα υπάρξουν τεράστια προβλήματα».

Οι δηλώσεις Μυτιληναίου έχουν τεράστια σημασία, γιατί είναι ο επιχειρηματίας που ενίσχυσε περισσότερο τη θέση του στην ενεργειακή αγορά, μέσα από την ανάδειξη –με πολιτικές αποφάσεις– του φυσικού αερίου σε καύσιμο της μεταβατικής περιόδου.

Μια άλλη εξαιρετική δήλωση του Ε. Μυτιληναίου, η οποία αναδεικνύει το αδιέξοδο της ενεργειακής πολιτικής που ακολουθείται, έχει ως εξής: «Θέλω να πω το εξής. Είναι πρόωρη η κατάργηση των λιγνιτικών μονάδων. Οι ΑΠΕ (Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας) δεν επαρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες της ηλεκτροδότησης, πόσο μάλλον για να συμβάλουν στη δημιουργία αποθεμάτων ασφαλείας».

Το αδιέξοδο με το φυσικό αέριο που περιγράφει ο Ε. Μυτιληναίος συμπληρώνεται από τη μεγάλη αύξηση της διεθνούς τιμής του πετρελαίου. Το 2020 μιλάγαμε μέχρι και για αρνητικές τιμές του πετρελαίου, εφόσον η ύφεση που έφερε η πανδημία δημιούργησε πλεόνασμα προσφοράς και δεν υπήρχαν επαρκείς αποθηκευτικοί χώροι. Με τη δυναμική ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας επιστρέψαμε σε περίοδο ακριβού πετρελαίου.

Μετά την άνοιξη

Η ανταλλαγή απόψεων που είχαμε με την πρόεδρο της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, στην Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της έδωσε την ευκαιρία να εκφράσει την εκτίμηση ότι η ακριβή ενέργεια θα είναι το χαρακτηριστικό αυτού του χειμώνα και πως δεν πρέπει να περιμένουμε ουσιαστική βελτίωση πριν την άνοιξη του 2022.

Πάμε λοιπόν για έναν ενεργειακό «χειμώνα» με σοβαρές οικονομικές, κοινωνικές, ενδεχομένως και πολιτικές συνέπειες. Οι κυβερνήσεις της Γαλλίας, της Ιταλίας, όπως και της Ελλάδας ανακοινώνουν μέτρα σχετικού περιορισμού των ανατιμήσεων που έρχονται στον τομέα της ενέργειας. Τα μέτρα αυτά κρίνονται εντελώς αναγκαία, παρά το σημαντικό δημοσιονομικό κόστος τους. Θα μετριάσουν κάπως το σοκ για τα νοικοκυριά και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Αποκλείεται όμως να λύσουν το πρόβλημα της παραπέρα διάβρωσης της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής και της διεθνούς οικονομίας, εξαιτίας των κανόνων της πράσινης μετάβασης και της αρνητικής συγκυρίας.

Μόνη παρηγοριά για την Ε.Ε. είναι η δεινή θέση στην οποία έχει περιέλθει το Ηνωμένο Βασίλειο μετά το Brexit. Ο συνδυασμός της μεγάλης εξάρτησης από το φυσικό αέριο, της έλλειψης μεγάλων αποθηκευτικών χώρων, της κακής οργάνωσης διανομής και της έλλειψης οδηγών, πολλοί από τους οποίους ήταν από χώρες της Ε.Ε., έχει μετατρέψει την καθημερινότητα πολλών Βρετανών σε ενεργειακό μαραθώνιο.

Όλα μαζί

Στην περίπτωση της Ελλάδας, η οποία έχει τεράστια εξάρτηση από τα εισαγόμενα καύσιμα και εξαιρετικά υψηλό ενεργειακό κόστος, όλα τα προβλήματα έπεσαν μαζί.

Η διαχείριση των κονδυλίων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης που μας αναλογούν αποδεικνύεται  δύσκολη έως πολύπλοκη, εφόσον το 37% των συνολικών κονδυλίων αφορούν στην πράσινη ενεργειακή μετάβαση. Υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να δεσμεύσουμε πολλά δισεκατομμύρια για καθαρότερη – ταυτόχρονα όμως– ακριβότερη ενέργεια.

Η κυβέρνηση δεν προχώρησε σε υπερβάσεις στην αρχή της τετραετίας και τώρα υποχρεώνεται σε μια διαχείριση κρίσης.

Είχα προτείνει την ηλεκτροκίνηση στα λεωφορεία και στα ταξί της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης και στη συνέχεια την έκδοση πράσινου ομολόγου ύψους 5 δισ. Ευρώ –κατά το πρότυπο Ντράγκι και Ιταλίας– για επιθετική χρηματοδότηση της πράσινης μετάβασης.

Έτσι όπως εξελίσσονται τα πράγματα, η πράσινη μετάβαση κινδυνεύει με καθυστέρηση εξαιτίας έλλειψης επενδυτών. Πολλά ακούστηκαν για ξένες αυτοκινητοβιομηχανίες, εταιρείες παραγωγής μπαταριών που θα έβαζαν την Ελλάδα σε μια νέα βιομηχανική εποχή, αλλά δεν προέκυψε κάτι συγκεκριμένο. Επιπλέον, οι δύο επιχειρηματικοί όμιλοι MYTILINEOS και ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ που πρωταγωνιστούν στις αλλαγές στον ενεργειακό τομέα, μοιάζουν κουρασμένοι και πολυδιασπασμένοι. Ο Ε. Μυτιληναίος εκφράζει δημόσια τον προβληματισμό του, ενώ η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ είναι κυριολεκτικά παντού, από την πράσινη μετάβαση μέχρι την ιδιωτικοποίηση της Εγνατίας Οδού και το… καζίνο στο Ελληνικό.

Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι οι λίγοι μεγάλοι επενδυτές που δηλώνουν παρουσία δεν μπορούν να ακολουθήσουν τον ρυθμό και τις ανάγκες της οικονομίας, αλλά προσαρμόζουν –ως ένα βαθμό– τη λειτουργία και τους ρυθμούς της οικονομίας στις ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων που εκπροσωπούν.