Του χρόνου τέτοια μέρα - Free Sunday
Του χρόνου τέτοια μέρα

Του χρόνου τέτοια μέρα

Η ειδησεογραφία λέει ότι ο πρωθυπουργός πρότεινε ως νέα πρόεδρο της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων την κα Εύη Χριστοφιλοπούλου. Πρόκειται για πρώην βουλευτή του ΚΙΝΑΛ, στέλεχος του κόμματος επί αείμνηστης Φώφης Γεννηματά, η οποία τους τελευταίους μήνες είχε αποσυρθεί από την ενεργό δράση. Η ίδια είχε συνυπάρξει με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, όταν βρίσκονταν και οι δυο τους ως υφυπουργοί στο υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης, επί συγκυβέρνησης Σαμαρά - Βενιζέλου. Για να εγκριθεί ο διορισμός της, χρειάζονται και οι ψήφοι του ΠΑΣΟΚ, μαζί με αυτούς της Νέας Δημοκρατίας. Αν το ΠΑΣΟΚ αρνηθεί, αρκούν και οι ψήφοι της Ελληνικής Λύσης, εκδοχή που δύσκολα θα υλοποιηθεί. Για στήριξη από ΣΥΡΙΖΑ και λοιπές «δημοκρατικές» δυνάμεις δεν το συζητάμε. Από πλευράς ΠΑΣΟΚ και Νίκου Ανδρουλάκη, διαρρέεται ότι δεν θα πέσουν στην παγίδα.

Είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς εις τι συνίσταται η παγίδα. Είναι γνωστό ότι τυπικά η αυτοδυναμία με βάση τις τελευταίες εκλογές ανήκει στη Νέα Δημοκρατία, πλην όμως κυβερνά, υπό τη σκέπη Μητσοτάκη, η μεικτή ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - ΠΟΤΑΜΙ, ενισχυόμενη με δυνάμεις της αριστεράς, όπως ήταν ο Γενικός Γραμματέας Ιδιωτικού Χρέους ο οποίος είχε παραμείνει, αλλά και αξιόλογους «τρίτους», όπως είναι ο Ειδικός Γραμματέας Ασυνόδευτων Ανηλίκων του υπουργείου Μετανάστευσης, ο οποίος κατάγεται από αριστερή οικογένεια και διάγει λαμπρή καριέρα στον τομέα της μετανάστευσης.

Είναι επίσης γνωστό ότι η Νέα Δημοκρατία τάσσεται υπέρ των αυτοδύναμων κυβερνήσεων, χωρίς να απορρίπτει εν τέλει τις συμμαχικές, εφόσον το εκλογικό αποτέλεσμα τις επιβάλλει. Ας μην ξεχνάμε ότι ο νόμος της ενισχυμένης, που η ίδια ψήφισε, είναι ήπιος και κατά κάποιον τρόπο θέτει «αυστηρά» όρια επίτευξης αυτοδυναμίας.

Από την άλλη πλευρά, το ΠΑΣΟΚ, τρίτο κόμμα σε δύναμη αυτήν τη στιγμή, αναμένει να είναι τρίτο, αλλά ενισχυμένο και στις επόμενες εκλογές και, με βάση τις προβλέψεις για μη επίτευξη αυτοδυναμίας από τη ΝΔ, φιλοδοξεί, υποτίθεται, να παίξει σημαντικό ρόλο στη διακυβέρνηση της χώρας. Η φιλοδοξία αυτή ψαλιδίστηκε ήδη μια φορά από την αμετροέπεια του αρχηγού του, ο οποίος δήλωσε ότι δεν θα δεχθεί κανέναν από τους Μητσοτάκη και Τσίπρα για πρωθυπουργό. Ακύρωσε μονομιάς τα δύο τρίτα του εκλογικού σώματος, επιδεικνύοντας μια έπαρση που δεν αρμόζει στο πολιτικό του μέγεθος. Ο εν λόγω οφείλει πρώτα να αποδείξει ο ίδιος τι αξίζει, και τούτο θα γίνει μόνο μετά τη συμμετοχή του σε μία τουλάχιστον εκλογική αναμέτρηση, και μετά να θέσει όρους.

Η περίπτωση Χριστοφιλοπούλου αποτελεί ένα ακόμη αχρείαστο αυτογκόλ από πλευράς ΠΑΣΟΚ, εφόσον επιμείνει στην άρνηση στήριξής της. Αν δεν θέλεις να στηρίξεις ένα δικό σου στέλεχος για θέση σε μια σημαντική Ανεξάρτητη Αρχή, η οποία δίνει την ευκαιρία στον χώρο σου να δείξει ότι μπορεί να ασκήσει καλή και ωφέλιμη διοίκηση, τότε ποια η χρησιμότητά σου στο πολιτικό γίγνεσθαι; Όταν μιλάμε για εθνική συνεννόηση ή για άσκηση εθνικών πολιτικών, πώς ακριβώς το συνδυάζουμε με την άρνησή μας να συνεργαστούμε ακόμη και σε μεσαίες διοικητικές θέσεις; Η προστασία των προσωπικών δεδομένων αποτελεί άλλη αποστολή επί δεξιάς και άλλη επί αριστερής κυβέρνησης; Δεν είναι ίδιο το έργο, υπό κάθε συνθήκη, σε μια δημοκρατία; Αποτελεί ιδιαίτερο παράδοξο η αυτοδύναμη κυβέρνηση να προσφέρει θέσεις σε στελέχη της αντιπολίτευσης, κάνοντας πράξη τη συνεννόηση, και η αντιπολίτευση, που ζητεί εθνική συνεννόηση, να αρνείται.

Αν υπήρχε παγίδα, το ΠΑΣΟΚ και ο αρχηγός του έπεσαν αυτοβούλως μέσα με προθυμία. Η στήριξη της κας Χριστοφιλοπούλου δεν θα προσέθετε τίποτα το ιδιαίτερο κοντά στους Πιερρακάκη, Χρυσοχοΐδη και τα άλλα πρώην στελέχη του ΠΑΣΟΚ που βρίσκονται δίπλα στον Μητσοτάκη και ήδη θεωρούνται κορυφαίοι. Η άρνηση στήριξης αποτελεί σφάλμα, διότι ακυρώνει όλες τις διακηρύξεις του ΠΑΣΟΚ για εθνική πολιτική και συνεννόηση και δείχνει, εμφαντικά, το πώς θα πορευτεί μετά τις εκλογές: παλαιοκομματικά, διεκδικώντας το αλάθητο και ενώ θα είναι τρίτο!

Η επικείμενη εκλογή με απλή αναλογική θεωρείται και μπορεί να γίνει βόμβα. Τούτο απασχολεί ιδιαιτέρως και τους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ, οι οποίοι κατ’ ελάχιστον επιθυμούν ομαλή πορεία της χώρας και απεχθάνονται, επιβεβαιωμένα τις οξύτητες του ΣΥΡΙΖΑ. Η ηγεσία, αντί να αναδείξει τη δυνατότητά της να εργαστεί και να συνεργαστεί για το καλό της χώρας, αφενός επιδεικνύει μικρομεγαλισμό, αφετέρου φοβάται μην την χαρακτηρίσει ο ΣΥΡΙΖΑ ως ουρά «της δεξιάς». Ετεροκαθοριζόμενος όμως δεν πάει κανείς πουθενά. Είναι πολύ πρόσφατο το παράδειγμα του ΣΥΡΙΖΑ που ετεροκαθορίστηκε ως αντιμνημονιακός και τράκαρε στον τοίχο έως εξευτελισμού, όπως και του Μητσοτάκη, ο οποίος προέταξε ένα θετικό πρόγραμμα και πήρε αυτοδυναμία.

Ουδείς στην αντιπολίτευση φαίνεται να έχει κατανοήσει το διακύβευμα των επόμενων εκλογών. Δεν έχουν αντιληφθεί καν πού βρίσκεται ο πήχης. Αντίθετα, σε κάθε μικροκομματική και παλαιοκομματική λογική, ο πρωθυπουργός επέλεξε να αναμετρηθεί με τον βαρύ επόμενο χειμώνα, με τον πόλεμο στην Ουκρανία, με τον πληθωρισμό. Υποτίθεται ότι όλα αυτά φέρνουν φθορά, που κάθε κυβέρνηση θα ήθελε να αποφύγει.

Ο πρωθυπουργός τονίζει με κάθε τρόπο ότι θέλει να κυβερνήσει και να αντιμετωπίσει τα προβλήματα. Ότι δεν φοβάται την ευθύνη. Ταυτόχρονα υλοποιεί το προεκλογικό πρόγραμμα και μεταρρυθμίσεις, έχοντας επιτύχει εμβληματική πρόοδο σε ορισμένα θέματα. Το πιο σημαντικό, έχει δρομολογήσει την αποκατάσταση της ισορροπίας ισχύος με την Τουρκία και έχει ενισχύσει το εθνικό φρόνημα. Την ίδια στιγμή, δεν διστάζει να προτείνει θέσεις ευθύνης σε κάθε πολίτη που τον θεωρεί άξιο, αδιαφορώντας για την κομματική του προέλευση. Αξιοκρατία στην πράξη λέγεται αυτό. Βεβαίως, κάπου θα αποτύχει, κάπου θα αστοχήσει, αλλά η κρίση στο τέλος θα γίνει με βάση το συνολικό αποτέλεσμα και με δεδομένο ότι λάθη δεν κάνει όποιος δεν προσπαθεί.

Απέναντι σε μια κυβέρνηση που ασκεί πολιτική και λαμβάνει αποφάσεις, και έναν πρωθυπουργό που δεν φοβάται να κυβερνήσει, βρίσκεται, με μηδενικό ποσοστό ανανέωσης ο ακραίος, ανερμάτιστος και υβριστικός ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς προγραμματική πρόταση και με πρώτα βιολιά όλους όσους απέτυχαν πρόσφατα. Βρίσκεται και ένα φοβικό ΠΑΣΟΚ που δυσκολεύεται να αναπτύξει πειστικά αυτό που πρέπει να είναι: Ένα αστικό κόμμα με καθαρές θέσεις, αξιοπιστία, επένδυση στο μέλλον και εκ του ρόλου του, θετικά συνεργατικό. Εντάξει, αριθμητικά, η μεγάλη δεξαμενή βρίσκεται στους υβριστές οπαδούς του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά είναι ρεαλιστικός στόχος αυτός;

Κάθε πρόταση συνεργασίας που θεωρείται παγίδα και απορρίπτεται, επιβεβαιώνει το χαρακτηρισμό της απλής αναλογικής ως βόμβας. Συνδυαζόμενη με την τοξικότητα και εκτός τόπου και χρόνου συμπεριφορά του ΣΥΡΙΖΑ, οδηγεί με βεβαιότητα σε ένα απλό συμπέρασμα: Του χρόνου θα πάμε για μπάνια με αυτοδύναμη, την ίδια, κυβέρνηση, ίσως και από την πρώτη εκλογή. Είναι η μόνη κυβέρνηση που δεν φοβάται να κυβερνήσει και το πράττει ορθολογικά. Αυτό χρειαζόμαστε.